Στις 3-2-2024, δημοσιεύτηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «Καθημερινή» άρθρο της Έφης Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη, ομότιμης καθηγήτριας του Αστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, που επιγραφόταν «Tο οικογενειακό δίκαιο και “τι ακριβώς είναι ο γάμος;”»1.
Η ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ
Στο εν λόγω άρθρο υποστηρίζεται η άποψη σύμφωνα με την οποία
«ο γάμος είναι μια συμβατική σχέση που αποβλέπει στην ικανοποίηση των ιδιωτικών προσδοκιών των μερών της και έχει κατά κύριο λόγο ιδιωτικό χαρακτήρα».
Η συγκεκριμένη θέση της αρθρογράφου στοιχίζεται με την συμβατική θεωρία σύμφωνα με την οποία ο γάμος αποτελεί σύμβαση του Αστικού Δικαίου, που παράγει για τους συζύγους έννομα αποτελέσματα, όπως κάθε άλλη αστική σύμβαση.
Κατά καιρούς αναπτύχθηκαν διάφορες θεωρίες αναφορικά με την νομική φύση του γάμου και την ενσωμάτωσή του στο δικαιικό σύστημα, και κατά μια άποψη ο γάμος αποτελεί σύμβαση αστικού δικαίου. Όμως οι οικείες διατάξεις του Οικογενειακού Δικαίου, που διέπουν την σύσταση και την λειτουργία του γάμου, συνηγορούν υπέρ της βούλησης των μελλονύμφων να δημιουργήσουν μια κατ’ αρχήν χρονικά απεριόριστη κοινωνία βίου, και όχι να καταρτίσουν μια αστική σύμβαση, έστω και ιδιόρρυθμη.
Ακόμη και στην περίπτωση της συναινετικής λύσης του γάμου, όπου κυριαρχεί η ιδιωτική αυτονομία, δηλαδή η βούληση των συζύγων, η συζυγία δεν διαλύεται αυτομάτως, αλλά συμπράττει για λογαριασμό της Πολιτείας ο συμβολαιογράφος, υπό την ιδιότητα του άμισθου δημόσιου λειτουργού, ο οποίος ελέγχει την συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων, επικυρώνει την έγγραφη συμφωνία των συζύγων και βεβαιώνει την λύση του.
Στα παλαιότερα χρόνια, γύρω από τα πρόσωπα των δύο συζύγων, του άνδρα και της γυναίκας, σχηματίζονταν πολυμελείς οικογένειες, που κάλυπταν την πρωταρχική ανάγκη των μελών τους για στέγη, τροφή και ένδυση, ενώ παράλληλα αποτελούσαν την πρώτη βαθμίδα κοινωνικοποίησης του ανθρώπου.
Στο πλαίσιο του οργανωμένου κοινωνικού βίου, ο άνδρας και η γυναίκα, καθώς μεγαλώνουν και ωριμάζουν, αναζητά ο ένας στο πρόσωπο του άλλου, το ιδανικό ταίρι, το «έτερον ήμισυ», προκειμένου να συμβάλλουν από κοινού στην ίδρυση νέας οικογενειακής στέγης.
Επομένως, η οικογένεια, ως ιδρυόμενη μονάδα κοινωνίας βίου συνιστούσε την αρχαιότερη μορφή κοινωνικής οργάνωσης, η οποία αρχικώς ρυθμιζόταν από άγραφους ηθικούς κανόνες.
Ο ΓΑΜΟΣ ΩΣ ΘΕΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
Κατά την εξέλιξη της κοινωνίας, κατέστη γρήγορα αντιληπτό ότι η επιτέλεση της κοινωνικής λειτουργίας της οικογένειας δεν νοείται χωρίς την θεσμοθέτηση συγκεκριμένου νομοθετικού πλαισίου, το οποίο θα διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία της και θα διέπεται από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου.
Η συμφωνία των μελλονύμφων, που τίθεται ως προϋπόθεση για την σύναψη του γάμου (κάθε πρόσωπο είναι ελεύθερο να επιλέξει τον μέλλοντα σύζυγό του, αλλά δεν μπορεί να καθορίσει το περιεχόμενο και τις συνέπειες του γάμου) δεν μεταβάλλει την φύση του, από ηθική και νομική σχέση, σε σύμβαση του κοινού αστικού δικαίου.
Δηλαδή, διά της συμφωνίας των μελλοντικών συζύγων, συνάπτεται αρχικώς μεν σύμβαση, πλην όμως εξελίσσεται σε συνταγματικά προστατευόμενο θεσμό, λόγω της πολλαπλότητας των εννόμων σχέσεων που ιδρύονται μεταξύ διαφορετικών προσώπων (συζύγων και των συγγενών τους, γονέων και τέκνων).
Αν δεχθούμε ως επικρατέστερη την συμβατική θεωρία , ο γάμος υποβιβάζεται σε άχαρη συμβατική σχέση συναλλακτικού χαρακτήρα και ικανοποίησης γενετήσιων ενστίκτων και αλλότριων επιδιώξεων, γεγονός που θα επιδράσει καταλυτικά στην ψυχοσυναισθηματική κατάσταση των συζύγων, καθώς θα τους μεταβάλλει από στυλοβάτες της οικογένειας σε ερωτικούς αντισυμβαλλομένους.
Η συνιστώμενη διά του γάμου οικογένεια οφείλει να υπηρετεί εθνικό και κοινωνικό σκοπό και να μην αποβλέπει στην ικανοποίηση μιας φαύλης, στενόμυαλης και εγωπαθούς ατομοκεντρικής αντίληψης.
Συνεπώς, η σύναψη της «περί γάμου συμβάσεως» παράγει ως αποτέλεσμα την υποχρεωτική υπαγωγή των συζύγων στο νομικό πλαίσιο του γάμου, ο οποίος ρυθμίζεται και αναγνωρίζεται δικαιολογημένα από την Πολιτεία, ως θεσμός του Δικαίου, αφού οδηγεί κατά κανόνα στην δημιουργία οικογένειας. Το κράτος, μάλιστα, οφείλει να δημιουργεί τις κατάλληλες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, ενθαρρύνοντας τους νέους να δημιουργούν οικογένεια, η οποία συντελεί στην προαγωγή του Έθνους και στην αντιμετώπιση του οξυμμένου δημογραφικού προβλήματος.
Κάθε εχέφρων πολίτης οφείλει να διερωτηθεί το εξής:
Ο σχηματισμός ομοφυλόφιλης οικογένειας, διά της αλογίστου αξιοποιήσεως σύγχρονων, αλλά ηθικώς και ιατρικώς αμφιλεγόμενων μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, συμβάλλει στην συντήρηση του Έθνους ή τελικά αποσκοπεί στην ικανοποίηση μιας εγωιστικής και βαθιά ριζωμένης αυταπάτης των ομοφυλοφίλων ότι μπορούν να εξισωθούν με τα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια;
ΠΥΡΟΔΟΤΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ
Η καθηγήτρια του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εφαρμόζοντας στο πεδίο του Οικογενειακού Δικαίου την ευρύτατα διαδεδομένη νοεταξίτικη αρχή «build back better» (συμβολίζει την προσπάθεια της ολικής επανεκκίνησης με όρους «συμπερίληψης» και «προόδου») προσπαθεί με δόλια επιχειρηματολογία να γκρεμίσει συθέμελα το οικοδόμημα του γάμου, υποστηρίζοντας ανερυθρίαστα ότι:
«ο Ελληνικός Αστικός Κώδικας, που ήδη εισήγαγε τον γάμο ως αστική σύμβαση, δεν περιέλαβε καν ρητή διάταξη για τη διαφορά του φύλου ως προϋπόθεση του γάμου».
Οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι, κατά τον χρόνο σύνταξης του εν λόγω νομοθετήματος (1946), η κοινωνική μόδα της ομοφυλοφιλίας δεν είχε αφήσει το θλιβερό αποτύπωμά της στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα, ενώ παράλληλα η gay προπαγάνδα ήταν εντελώς ανύπαρκτη, και ως εκ τούτου το ενδεχόμενο γάμου μεταξύ ομοφυλόφιλων προσώπων δικαιολογημένα δεν απασχόλησε τους συντάκτες του Αστικού Κώδικα, ως αυτονόητα αόρατο.
Υπενθυμίζουμε στους επιλήσμονες ακαδημαϊκούς ότι η ψυχοσωματική ένωση ανδρός και γυναικός αποτελούσε ανέκαθεν τον αρχέγονο πυρήνα της οικογενειακής συγκρότησης και ευημερίας. Το ερωτικό σμίξιμο των δύο ετερόφυλων συζύγων ικανοποιεί όχι μόνο την ανάγκη της έμφυτης και υγιούς σεξουαλικής έκφρασης, αλλά, την ίδια στιγμή, αποτελεί την αφετηρία για την δημιουργία οικογένειας, που εξασφαλίζει στο ζευγάρι την ανείπωτη χαρά της γονεϊκότητας.
Επομένως, αφού ο Αστικός Κώδικας δεν θεσπίζει ρητά, ως προϋπόθεση έγκυρης σύναψης του γάμου, την διαφορά του φύλου, δεν σημαίνει ότι υπαινίσσεται την δυνατότητα θεσμοθέτησης του ομοφυλόφιλου γάμου, όπως διατυμπανίζουν σήμερα αναιδώς οι Νεοταξίτες πολιτικοί και ακαδημαϊκοί, αλλά εσκεμμένα παραλείφθηκε, ως αυτονόητη και βαθειά εδραιωμένη πεποίθηση στην συλλογική συνείδηση των ανθρώπων όλων των εποχών.
Δεν αποκλείεται, σε λίγα χρόνια η κ. Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη να συγγράψει ένα νέο άρθρο –ταυτιζόμενη πλήρως με την λοάτκεια ατζέντα– στο οποίο θα ισχυρίζεται ότι ο Αστικός Κώδικας δεν παρακωλύει την τέλεση του πολυσυντροφικού γάμου, καθώς δεν περιλαμβάνει ρητή διάταξη που καθορίζει τον αριθμό των μελλονύμφων, δεδομένου ότι στην διάταξη του άρθρου 1350 Α.Κ. αναφέρεται ότι «για τη σύναψη γάμου απαιτείται συμφωνία των μελλονύμφων» και, ως εκ τούτου, εγείρεται ζήτημα ερμηνείας, αν υπονοείται, ότι οι μελλόνυμφοι δύνανται να είναι δύο ή περισσότερα πρόσωπα!
Στο πλαίσιο του Οικογενειακού Δικαίου, η καθιέρωση της αρχής της ιδιωτικής αυτονομίας (δηλαδή της ερωτικής συναινετικής συνεύρεσης με τους πάντες) εγκυμονεί ανυπολόγιστους κινδύνους για την ηθική συγκρότηση των κοινωνιών. Θα μολύνει τους πολίτες με τον «ιό της σεξουαλικής διαστροφής» και θα οδηγήσει νομοτελειακά στην απαίτηση θεσμοθέτησης και κάθε άλλης ακραίας και αρρωστημένης σεξουαλικής συμπεριφοράς και επιλογής.
Η προϋπόθεση της διαφοράς φύλου μεταξύ των μελλοντικών συζύγων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ίδια την υπόσταση του γάμου και, επομένως, η εμμονική προσπάθεια της κυβέρνησης να αλλοιώσει –με το πρόσχημα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων– τα πατροπαράδοτα κοινωνικά ήθη προκαλεί το λαϊκό αίσθημα και θα προσκρούσει στην γενικευμένη κατακραυγή της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών, καταβάλλοντας υψηλό πολιτικό τίμημα για την μεθοδευμένη επίθεση κατά του ήθους και των παραδόσεων του Ελληνικού λαού.
Μολονότι είναι παρακινδυνευμένο, εντούτοις θα αποτολμήσω την εξής πρόβλεψη:
Η ψήφιση του νομοσχεδίου που θα θεσμοθετήσει το δικαίωμα των ομοφυλόφιλων ζευγαριών στον επαίσχυντο γάμο και στην τραγελαφική υιοθεσία (με τους δύο μπαμπάδες και τις δύο μαμάδες) θα ναρκοθετήσει την πολιτική μακροημέρευση της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη και θα αποτελέσει την θρυαλλίδα κρίσιμων πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου