Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Η ιαχή «ΑΕΡΑ» αποδεικνύει τη συνέχεια του Ελληνισμού.

Γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας – Πολιτικός Επιστήμων

Η διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού, οι αξίες και τα ιδανικά αιώνων, ήταν η πηγή έμπνευσης των παππούδων μας και των γονέων μας, όταν είπαν το πανεθνικό ΟΧΙ στον Μουσσσολίνι και όταν νικούσαν τους Ιταλούς στα βουνά της Βορείου Ηπείρου. Η Αρχαία Ελλάδα, το Βυζάντιο και το 1821 ήταν η ανεξάντλητη δεξαμενή που έδινε θάρρος στους λίγους να πολεμούν και να νικούν τους πολλούς.

Το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940 είναι η φυσιολογική συνέχεια του «Μολών Λαβέ» πού απήντησε ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες και της αρνητικής απάντησης που έδωσε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στον Μωάμεθ τον Πορθητή: «Πάντες γαρ αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».

Ο Όρκος των Αρχαίων Αθηναίων Εφήβων είναι παρών μέσα στο μήνυμα του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσάνθου (του από Τραπεζούντος) την 28η Οκτωβρίου 1940: «Η Εκκλησία ευλογεί όπλα τα ιερά» έγραψε ο Θρακιώτης Αρχιεπίσκοπος. «Ου καταισχυνώ όπλα τα ιερά» διαβεβαίωναν οι Έφηβοι της Αρχαίας Αθήνας.

Ο Ελληνισμός του Βυζαντίου / Ρωμανίας χαρίζει στους Έλληνες του 1940 την πολεμική ιαχή ΑΗΡ! Όπως εξηγεί η διάσημη Βυζαντινολόγος Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, οι Βυζαντινοί στρατιώτες έκαναν επιθέσεις με την ιαχή ΑΗΡ, που σημαίνει αέρας. Ακριβώς με την ίδια ιαχή, ΑΕΡΑ, έδιωχναν οι φαντάροι μας τους Ιταλούς και τους απωθούσαν προς τη θάλασσα.

Τους Βυζαντινούς στρατιώτες θυμήθηκε το 1940 και ο σπουδαίος λογοτέχνης μας, Στρατής Μυριβήλης. Όταν πήγε στο μέτωπο και είδε σχεδόν όλους τους Έλληνες φαντάρους να έχουν στο στήθος τους ή στο αντίσκηνό τους την εικόνα της Παναγίας, της Υπερμάχου Στρατηγού, έγραψε χαρακτηριστικά: «Σαν να ήταν όχι πολεμιστές του Γεωργίου του Β΄, αλλά του Τσιμισκή, του Βασιλείου Βουλγαροκτόνου ή του τελευταίου Παλαιολόγου».

Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση του 1821 δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τις πηγές ενθουσιασμού των αγωνιζομένων Ελλήνων. Την θύμισε ο εθνικός ποιητής Κωστής Παλαμάς με τα υπέροχα λόγια του, από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η ιταμή επίθεση της Φασιστικής Ιταλίας:

Τούτο τον λόγο θα σας πω

Δεν έχω άλλο κανένα:

Μεθύστε με τ’ αθάνατο

Κρασί του Εικοσιένα!

Οι συνθήκες αλλάζουν, η ψυχή των Ελλήνων δεν αλλάζει. Ας εμπνευσθούμε και σήμερα από τη διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού και από τα ιδανικά των προγόνων μας. Ας πούμε ΟΧΙ στην προπαγάνδα των εθνο-αποδομητών. Ας φωνάξουμε ΟΧΙ στον νέο Οθωμανισμό του Ερντογάν!

Η 28η Οκτωβρίου 1940 μάς δείχνει τον δρόμο!

Άρθρο στο defencepoint.gr, 28.10.2020


https://www.antibaro.gr/article/28453

Σήμερα 31/10/2020 εορτάζουν:

 


Άγιοι Στάχυς, Απελλής, Αμπλίας, Ουρβανός, Νάρκισσος και Αριστόβουλος οι Απόστολοι από τους Εβδομήκοντα, Άγιος Επίμαχος ο Αιγύπτιος, Άγιος Νικόλαος από τη Χίο ο Νεομάρτυρας

Άγιος Νικόλαος από τη Χίο ο Νεομάρτυρας

 


Ημερομηνία εορτής: 31/10/2020
Δεν βρέθηκε αγιογραφία. Παρακαλούμε επικοινωνήστε μαζί μας, αν έχετε να μας προτείνετε κάποια.
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 31 Οκτωβρίου εκάστου έτους.
Άγιοι που εορτάζουν: Αγιος Νικολαος Απο Τη Χιο Ο Νεομαρτυρας (; - 1754)



Nίκης βραβεία Nικόλαε λαμβάνεις,
Στερρώς αθλήσας διά Xριστόν παμμάκαρ.

Βιογραφία
Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος μαρτύρησε στις 31 Οκτωβρίου 1754 μ.Χ. και ώρα έκτη, στη θέση Βουνάκι της Χίου.

Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στις Καρυές της Χίου από γονείς ευσεβείς χριστιανούς, τον Πέτρο και την Σταματού. Από μικρό παιδί ήταν χαριτωμένος όχι μόνο στο σώμα αλλά και στην ψυχή. Ζούσε χριστιανικά με πολλή ευλάβεια και εγκράτεια, παρόλο που μεγάλωνε χωρίς νουθεσίες, καθώς ήταν ορφανός από πατέρα. Πάνω απ’ όλα ήταν απλός, άκακος και όλοι θαύμαζαν την υπομονή του.

Σε ηλικία είκοσι ετών συμφώνησε μ’ ένα συμπατριώτη του χτίστη να πάνε μαζί στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, να εργαστούν. Εκεί στη Μαγνησία ο Άγιος συνέχιζε τον χριστιανικό τρόπο ζωής και πρόκοβε στην αρετή.

Κάποια μέρα όμως σαν κάτι να έπαθε ο νους του και έμεινε παραλογισμένος, χωρίς ωστόσο να κάνει τρελά πράγματα. Βλέποντάς τον οι Τούρκοι σ’ αυτή την κατάσταση τον έφεραν στους αρχηγούς τους με σκοπό να τον εξισλαμίσουν. Όταν εκείνοι τον εξέταζαν ο Άγιος δεν τους αποκρινόταν αλλά έμενε σιωπηλός, σαν να μην άκουγε τι του έλεγαν. Οπότε οι αγάδες αγανακτισμένοι, χτυπώντας τον, τον έδιωξαν ως τρελλό και ήλεγξαν εκείνους που τους τον πήγαν.

Οι συμπατριώτες του, βλέποντας την κατάστασή του, φοβήθηκαν μη διαταραχθεί ψυχικά και τον πήγαν στη Χίο, στην αδελφή του, στην οποία και είπαν τα καθέκαστα. Εκείνη, από αφροσύνη, δεν τα φύλαξε μυστικά και κυκλοφόρησε φήμη ότι ο Νικόλαος είχε εξισλαμισθεί. Τα έμαθαν οι αγάδες του νησιού και τον πήραν, τον ονόμασαν Μεϊμέτη (Μεχμέτ) και τον έντυσαν τούρκικα, χωρίς να του κάνουν όμως περιτομή. Για να ζήσει έβοσκε τα ζώα των χασάπηδων.

Εκεί, στα βουνά της Αγίας Υπομονής, τον συνάντησε κάποιος αρχιμανδρίτης που ονομαζόταν Κύριλλος. Συζήτησε μαζί του, είδε την απλότητά του και του έδωσε κάποιες συμβουλές. Αυτό ήταν και η αρχή της αλλαγής του Νικολάου.

Κάποια νύχτα κοιμήθηκε σ’ ένα μισογκρεμισμένο ναό της Αγίας Άννης και εκεί είδε στο όνειρό του μια ωραιότατη κόρη που του είπε: να πας στον ιερέα του ναού του Υιού μου να σε λούσει, να γίνεις καλά για να σε πάρω γαμπρό.

Σηκώθηκε και έτρεξε στην αδελφή του και της διηγήθηκε το όνειρο. Πήγαν μαζί στον ιερέα του χωριού αλλά εκείνος δεν τους έδωσε σημασία. Τότε προσέτρεξαν στον ναό του Σωτήρος, όπου εφημέρευε ο αρχιμανδρίτης Κύριλλος, ο οποίος του έκανε αγιασμό, του διάβασε τις σχετικές ευχές και ο νέος ήρθε στα συγκαλά του. Ύστερα τον κατήχησε και τον δίδαξε. Από τότε ο Νικόλαος άρχισε να ζει με μεγάλη μετάνοια, με προσευχή, αγρυπνία και αυστηρή νηστεία. Επειδή όμως είχε ακουστεί ότι είχε τουρκέψει, οι συγχωριανοί του φοβόντουσαν την οργή των Τούρκων και δεν τον δέχονταν στην εκκλησία, παρόλα τα δάκρυα και την διαμαρτυρία του.

Πράγματι κάποια μέρα έφτασαν απεσταλμένοι από τον δικαστή και τον συνέλαβαν σαν να ήταν ληστής. Μαζί του συνέλαβαν και τον ιερέα του χωριού με δύο προεστούς. Εκείνον τον οδήγησαν στον δικαστή ενώ τους άλλους απλώς τους φυλάκισαν. Ο δικαστής τον ρώτησε γιατί, ενώ προηγουμένως ήταν μουσουλμάνος, τώρα έγινε πάλι χριστιανός. Ο άγιος απάντησε: Επειδή εγώ από Χριστιανούς γεννήθηκα και Χριστιανός ανατράφηκα και είμαι Χριστιανός και τον Χριστό μου ποτέ δεν Τον αρνήθηκα ούτε έγινα μουσουλμάνος ούτε πρόκειται να Τον αρνηθώ ποτέ αλλά Χριστιανός πρόκειται να πεθάνω.

Ο δικαστής και οι δικοί του προσπαθούσαν με κολακείες και διάφορες υποσχέσεις να τον πείσουν να εξισλαμιστεί. Δεν κατάφεραν τίποτε παρά να ανάψουν τον ζήλο του. Χωρίς να φοβηθεί το πλήθος των Τούρκων, ήλεγξε την αμάθειά τους και την πλάνη τους χωρίς να μπορέσει κάποιος να αντιτάξει κάποιο αντιρρητικό λόγο. Επειδή λοιπόν εκείνοι ντροπιάστηκαν από ένα απλό και αγράμματο νεαρό Ρωμιό, άλλαξαν στάση, άρχισαν τις απειλές και τον έδειραν σκληρότατα, με πεντακόσιους ραβδισμούς στα πόδια. Στη συνέχεια τον έριξαν στη φυλακή σφίγγοντας τα καταπληγιασμένα πόδια του στο τιμωρητικό ξύλο. Σαν να μην έφταναν τα βασανιστήρια, είχε και τους συμπατριώτες του και μάλιστα τον ιερέα που τον παρακινούσαν να τουρκέψει για να απαλλαγούν από τη φυλάκιση λέγοντάς του ότι μ’ ένα Χριστιανό λιγότερο δεν κινδυνεύει η Χριστιανοσύνη.

Μετά από κάποιες ημέρες τον οδήγησαν και πάλι στο δικαστήριο. Εκεί άρχισαν πάλι τις κολακείες, τις προτάσεις για αξιώματα, πλούτη και τιμές αλλά και τις απειλές για βάσανα και θάνατο. Ο άγιος και πάλι με γενναιότητα και θάρρος τους απάντησε: Ούτε τις κολακείες σας δέχομαι ούτε τις τιμωρίες και το θάνατο φοβούμαι. Χριστιανός είμαι και από την αγάπη του Χριστού τίποτα δεν θα με χωρίσει. Όμως αν με ακούσετε εσείς πρώτα σε κάτι που θα σας ζητήσω, θα σας υπακούσω κατόπιν και εγώ.

Μη γνωρίζοντας τι θα τους ζητήσει του απάντησαν ναι, μετά χαράς. Λοιπόν τους λέει δεχθείτε εσείς πρώτα να σας βαπτίσω εγώ Χριστιανούς και κατόπιν κάντε με κι εσείς ό,τι θέλετε. Τόσο πολύ θύμωσαν ώστε επινόησαν δεινά βασανιστήρια. Έχυσαν στη φυλακή νερά, έβαλαν ύστερα κάτω μια σανίδα με καρφιά και ξάπλωσαν επάνω τον μάρτυρα και τοποθέτησαν πάνω στο στήθος και την κοιλιά του μια βαριά πλάκα. Έδεσαν τον λαιμό του με αλυσίδα και τα πόδια του πάντα στο τιμωρητικό ξύλο. Ο άγιος τα δεχόταν όλα υπομονετικά δοξάζοντας τον Θεό.

Τη νύχτα έγινε σεισμός, έπεσε η πλάκα από πάνω του και διαπιστώθηκε ότι ούτε του είχε σπάσει τα κόκαλα ούτε τα καρφιά είχαν μπηχτεί στη ράχη του. Η φυλακή δε είχε πλημμυρήσει από ευωδία. Όλοι οι φυλακισμένοι εξεπλάγησαν και φώναζαν ότι είναι άγιος ο άνθρωπος, ο δε ιερέας του ζητούσε συγγνώμη για τα βλάσφημα λόγια του.

Ύστερα απ’ όλα αυτά αποφυλάκισαν τους συγχωριανούς του αγίου, για να μη βλέπουν και διαδώσουν τα θαύματα, τον ίδιο δε τον έδεσαν χειροπόδαρα και τον έριξαν στον σταύλο των αλόγων, για να μην τον βλέπουν οι άλλοι φυλακισμένοι και επηρεάζονται αλλά και για να τον σκοτώσουν τα άλογα καταπατώντας τον. Ο άγιος όμως με τη χάρη του Θεού διαφυλάχτηκε σώος και αβλαβής, όπως και ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων. Όλες τις ημέρες στον σταύλο νήστευε, σχεδόν άσιτος και προσευχόταν.

Αντιλαμβανόμενοι οι Τούρκοι ότι δεν κατάφερναν τίποτε τον καταδίκασαν σε θάνατο. Τον οδήγησαν έξω από τα τείχη της Σούδας του κάστρου όπου τον ρώτησαν ξανά αν τουρκεύει κι εκείνος ο μακάριος εξουθενωμένος τους απάντησε όχι, μόνο με κίνηση της κεφαλής. Τότε ο δήμιος τον γονάτισε και του έδωσε μια μπηχτή μαχαιριά στην πλάτη, ύστερα τον σήκωσε και τον ρώτησε αν τουρκεύει και στην αρνητική απάντησή του τον γονάτισε δεύτερη φορά και τον έκοψε λίγο στο λαιμό. Τον σήκωσε πάλι επάνω και τον ρώτησε αν τουρκεύει, λέγοντάς του: μη στεναχωριέσαι οι πληγές σου γιατρεύονται. Ο άγιος μεγαλομάρτυρας από τον μεγάλο του πόθο να μαρτυρήσει έτρεξε και γονάτισε φωνάζοντας τρεις φορές: Παναγία, βοήθει μοι. Τότε ο δήμιος τον χτύπησε με όλη του την δύναμη, ξανά και ξανά, για να τον αποκεφαλίσει αλλά η πάντιμη κεφαλή δεν κοβόταν, οπότε πιάνοντάς τον από τα μαλλιά τον έσφαξε σαν το πρόβατο.

Τότε συνέβη ένα συγκλονιστικό φαινόμενο. Ενώ ήταν μεσημέρι, πυκνότατο σκοτάδι κάλυψε όλο το νησί, σε σημείο που ο ένας δεν έβλεπε τον άλλο ούτε τον δρόμο για να πάνε στα σπίτια τους. Στο υπόλοιπο νησί όπου οι κάτοικοι δεν γνώριζαν την αιτία έλεγαν ότι σίγουρα είναι οργή Θεού. Μέχρι και σήμερα διηγούνται για το φοβερό εκείνο σκοτάδι. Και ενώ παντού επικρατούσε σκοτάδι το πρόσωπο του αγίου μάρτυρος έλαμπε σαν τον ήλιο. Ουράνιο δε φως έλουζε τρεις νύχτες το άγιο λείψανο. Μη υποφέροντας οι Τούρκοι τα θεϊκά αυτά σημεία έλεγαν ότι ο Θεός ρίχνει φωτιά να τον κάψει και πήγαν με δαδιά και μαύριζαν το πρόσωπο του αγίου για να μη φαίνεται λαμπρό. Πολλοί Χριστιανοί δωροδοκούσαν τους φύλακες να τους δώσουν κομμάτια από τα ρούχα του ή χώμα βρεγμένο από το αίμα του ή να του κόψουν κάποιο από τα δάχτυλά του. Τα μαρτυρικά του λείψανα του στη συνέχεια έκαναν παράδοξα θαύματα, όπως αναφέρει το συναξάρι του.

Τέλος για να μην πάρουν οι Χριστιανοί το λείψανό του και το τιμήσουν το έριξαν οι ασεβείς στη θάλασσα και κανείς δεν έμαθε που έφτασε.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῆς Χίου ἀγλάϊσμα, καὶ Ἀθλητῶν μιμητῆς, ἐδείχθης Νικόλαε, ὁμολογήσας Χριστόν, τυράννων ἐνώπιον· ὅθεν τῶν σῶν αἱμάτων, οἱ κρουνοὶ Ἀθλοφόρε, δρόσος ὤφθησαν θεία, τῇ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ· ἐντεῦθεν πανευχαρίστως, μέλπει τοὺς ἄθλους σου.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Φερωνύμως γέγονας, νίκη λαοῦ Ὀρθοδόξου, ἱερὲ Νικόλαε, ὑπὲρ Χριστοῦ ἐναθλήσας· ὅθεν σοι, ἐν κατανύξει ψυχῆς βοῶμεν· Δώρησαι, ἡμῖν τὴν νίκην ταῖς σαῖς πρεσβείας, κατ’ ἐχθρῶν τῶν ὁρωμένων, καὶ ἀοράτων, τοῖς σὲ τιμῶσι πιστῶς.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ τῆς Χίου θεῖος βλαστός, καὶ Νεομαρτύρων, ἐγκαλώπισμα ἱερόν· χαίροις ὁ ἀθλήσας, ὑπὲρ Χριστοῦ νομίμως, Νικόλαε τρισμάκαρ, Μαρτύρων σύσκηνε.

Άγιος Ιωάννης Κοτσούρωφ ο πρωτομάρτυρας της νεότερης Ρωσίας

 


Ημερομηνία εορτής: 31/10/2020Άγιος Ιωάννης Κοτσούρωφ ο πρωτομάρτυρας της νεότερης Ρωσίας
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 31 Οκτωβρίου εκάστου έτους.
Άγιοι που εορτάζουν: Αγιος Ιωαννης Κοτσουρωφ Ο Πρωτομαρτυρας Της Νεοτερης Ρωσιας (; - 1917)

Βιογραφία
Ο πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Κοτσούρωφ (Kochurov) ήταν ο πρώτος κληρικός - θύμα της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Το 1901 μ.Χ., μετά την αποφοίτησή του από την Θεολογική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης, διορίσθηκε εφημέριος της Ρωσικής Κοινότητας του Σικάγου. Επιστρέφοντας στη Ρωσία, δολοφονήθηκε από τους Μπολσεβίκους στο Tsarskoe Selo, τον Νοέμβριο του 1917 μ.Χ. Το όνομά του μνημονεύθηκε δεύτερο, μετά από εκείνο του Μητροπ. Κιέβου αγίου Βλαδιμήρου, από τον Πατριάρχη Τύχωνα, κατά την Θεία Λειτουργία της 31/03/1918 μ.Χ.



Αγιογραφίες / Φωτογραφίες

Άγιος Ιωάννης Κοτσούρωφ ο πρωτομάρτυρας της νεότερης Ρωσίας
Άγιος Ιωάννης Κοτσούρωφ ο πρωτομάρτυρας της νεότερης Ρωσίας

Είναι απλώς και μόνο μία win-win διαπραγμάτευση;



Παναγιώτη Τσαγκάρη

Καθηγητή Θεολόγου, Υπ. Δρ. Θεολογίας,

Γενικού Γραμματέα της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων

 

Πολλοί είναι εκείνοι που δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους η πλειονοψηφία του θεολογικού και εκκλησιαστικού κόσμου συνεχίζει να αντιδρά τόσο έντονα, τόσο επίμονα,  τόσο αταλάντευτα και  ανυποχώρητα εδώ και μια δεκαετία, στις επιχειρούμενες αλλαγές στο μάθημα των Θρησκευτικών. Αλλαγές, που αξίζει να αναφέρουμε, προώθησαν  α) οι διάφοροι Υπουργοί Παιδείας που θήτευσαν κατά καιρούς στο Υπουργείο Παιδείας από την εποχή της κ. Άννας Διαμαντοπούλου και μέχρι σήμερα, β) ο μόνιμος πλέον(;), Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων κ. Γεώργιος Καλαντζής, ένας μη Θεολόγος που κουμαντάρει μονίμως τα του μαθήματος των Θρησκευτικών(!)  και γ) οι λιγοστοί και κατ΄ όνομα «προοδευτικοί» Καιρικοί Θεολόγοι που έχουν αλώσει το Υπουργείο Παιδείας και το ΙΕΠ.

Όσοι απορούν λοιπόν, με τη συνεχή και γενικευμένη αντίδραση που προξενούν οι αλλοπρόσαλλες αλλαγές στο μάθημα των Θρησκευτικών, υιοθετούν  αφελώς -και γι΄ αυτό λανθασμένα- για την εξήγηση του παραπάνω φαινομένου αλλά και για την, όπως νομίζουν, καταπολέμηση και  εξάλειψή του, τις  παρακάτω εύκολες λύσεις:

1) της συκοφάντησης των αντιδράσεων διαμέσου της ετικετοποίησής τους ως συντηρητικές, οπισθοδρομικές, αναχρονιστικές, σκοταδιστικές κ.λπ.

2) του στιγματισμού των αντιδρώντων με τη μέθοδο είτε της υποτίμησης της προσωπικότητας και της επιστημονικής τους αξιοπιστίας είτε της εφεύρεσης και προβολής δήθεν προσωπικών ωφελιμιστικών – συμφεροντολογικών κινήτρων, που υποκρύπτονται πίσω από τις αντιδράσεις και τις αντιστάσεις αυτών των προσώπων.

Όμως, ο ακαταπόνητος δυναμισμός και η συνεχής και απίστευτη πρωτοτυπία των διαφόρων δράσεων που έχουν λάβει χώρα, όπως, για παράδειγμα, οι κινητοποιήσεις και οι πορείες, τα Συνέδρια και οι Ημερίδες, οι ακυρωτικές αποφάσεις του ΣτΕ, που αφορούν στα νέα μη ορθόδοξα Θρησκευτικά κ. ά., αρκούν από μόνες τους, ίσως, για να καταρρίψουν το μύθευμα του συντηρητισμού και του αναχρονισμού που θέλουν τους προσδώσουν οι συκοφάντες.

Όσον αφορά στα συμφεροντολογικά κίνητρα των αντιδρώντων, γνωρίζουν πολύ καλά οι διάφοροι συκοφάντες «ανευθυνοϋπεύθυνοι» της εξουσίας και οι γύρω τους αυλιζόμενοι, πως, αν όντως το κίνητρο όσων αντιδρούσαν ήταν η ιδιοτέλεια, αυτή θα  είχε γίνει φανερή στα τόσα χρόνια που αγωνίζονται και θα λειτουργούσε καταλυτικά για την λήξη των αντιδράσεων. Αυτό άλλωστε θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί γρήγορα και εύκολα, αν ο στόχος των αντιδρώντων ήταν η ιδιοτέλεια, διότι τους ιδιοτελείς  θα μπορούσαν οι άνθρωποι της εξουσίας να τους «κλείσουν τα στόματα» κατά το κοινώς λεγόμενο, με το να ικανοποιήσουν τα όποια τυχόν ιδιοτελή αιτήματα υπήρχαν, αφού εκείνοι που κατέχουν την εξουσία διαθέτουν και την δύναμη που απορρέει από αυτήν και την οικονομική ευχέρεια. Όμως, επειδή ακριβώς δεν υπάρχουν ούτε κατ΄ ελάχιστον, προσωπικά - ωφελιμιστικά κίνητρα σε όσους αντιδρούν στα σχέδια της μετάλλαξης του μαθήματος των Θρησκευτικών, γι΄ αυτό ακριβώς τον λόγο και δεν κατέστη δυνατόν  οι άνθρωποι της εξουσίας να δαμάσουν τους αγωνιστές και να τους κάνουν να υποστείλουν τις σημαίες του αγώνα τους για ένα ορθόδοξο χριστιανικό μάθημα των Θρησκευτικών. 

Ο αγώνας συνεπώς όλων αυτών που παλεύουν για το μάθημα των Θρησκευτικών είναι «υπέρ των βωμών και των εστιών» της ορθόδοξης χριστιανικής αγωγής του μέλλοντος της Ελλάδας, της μαθητιώσας νεολαίας και οι σημαίες δεν υποστέλλονται όταν ο αγώνας είναι δίκαιος και τον ευλογεί ο Παντοδύναμος Θεός.

Θα συμπληρώναμε μάλιστα, ότι οι αγωνιστές για την επάνοδο της κανονικότητας δηλαδή για τη διδασκαλία των ορθόδοξων μαθητών με ένα ορθόδοξο μάθημα, όχι μόνο δεν αποκόμισαν κάτι υπέρ των ιδίων συμφερόντων, αλλά πολλά στερήθηκαν και ακόμη περισσότερα έχασαν, οικονομικά εξαντλήθηκαν, επαγγελματικά στοχοποιήθηκαν, προσωπικά κατασυκοφαντήθηκαν, σωματικά και πνευματικά καταταλαιπωρήθηκαν γνωρίζοντας ουκ ολίγες φορές την εκδικητική πλευρά της εξουσίας. Όμως, «είη το όνομα Κυρίου ευλογημένο», οι αγώνες έφεραν και κάποιο θετικό αποτέλεσμα, κάτι διασώθηκε, μια μικρή στροφή επιτεύχθηκε, αφού αφαιρέθηκαν πολυθρησκειακά στοιχεία από Θεματικές Ενότητες των Φακέλων και μετακινήθηκαν σε άλλες ξεχωριστές ενότητες, κυρίως των βιβλίων της Γ’ Γυμνασίου και Β’ Λυκείου για να δοθεί έτσι, η εντύπωση της ορθοδοξοποίησης των νέων βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών.

Ε, λοιπόν, τι άλλο θέλετε; θα αναρωτηθούν ίσως κάποιοι. Γιατί συνεχίζετε και διαμαρτύρεστε;  Είναι πολύ λογικό να μας θυμίσουν επίσης, ότι σε μια διαπραγμάτευση ή σε έναν αγώνα και μάλιστα πολυμέτωπο, όπως είναι του μαθήματος των Θρησκευτικών, δεν είναι δυνατόν το αποτέλεσμα να είναι μια ολοκληρωτική νίκη ή όπως λέγεται στην αργκό διάλεκτο ένα αποτέλεσμα «πάρτα όλα». Ο αγώνας είναι καλός και θεμιτός, αλλά, θα μας πούνε ακόμη, μην τα θέλετε και όλα δικά σας. Αρκεστείτε σε ένα win-win αποτέλεσμα, όπως συνήθως αποκαλείται στο χώρο του management η θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων, κατά την οποία κερδίζουνε και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη. Θα αντιτείνουμε όμως, σε όλη αυτή την επιχειρηματολογία, ότι αυτά ακούγονται πολύ ωραία, αν ήταν και αληθινά θα ήταν πράγματι μια ιδανική και επιθυμητή εξέλιξη!

Τι είναι λοιπόν, εκείνο που δεν ικανοποιεί; Απλά, η έλλειψη κατανόησης ότι δεν πρόκειται για μια προσωπική αντιδικία ή διαπραγμάτευση δευτερεύουσας σημασίας, αλλά για ένα μείζονος σημασίας οντολογικό ζήτημα, που αφορά στην ουσία και στον προσανατολισμό της σχολικής θρησκευτικής παιδείας του τόπου μας και, κατ΄ επέκταση, στον γενικότερο προσανατολισμό του έθνους μας. Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται το αδιαπραγμάτευτο σημείο, που δεν χωρούν εκπτώσεις. Ή θα σταθούμε στα πόδια μας αναφωνώντας το «Στώμεν καλώς» και θα κρατήσουμε την ελληνορθόδοξη παιδεία μας, τις παραδόσεις των πατέρων μας και τον πολιτισμό μας ή θα χάσουμε την πολιτισμική συνείδηση και ταυτότητα μας για να αλεστούμε ως άμορφος κιμάς στην χοάνη της παγκοσμιοποίησης και να καταντήσουμε ένας περιφερόμενος νεοεποχίτικος θίασος και άβουλα ενεργούμενα - πιόνια στην σκακιέρα των νεοταξικών σχεδιασμών προδίδοντας έτσι, την αποστολή της «μικρὰς ζύμης (που) ὅλο το φύραμα ζυμοῖ» (Προς Γαλάτας 5:9).Τόσο απλά!

 

Από την εφημερίδα «Ορθόδοξος τύπος»

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

Σήμερα 30/10/2020 εορτάζουν:

 


Άγιοι Ζηνόβιος και Ζηνοβία τα αδέλφια, Αγία Ευτροπία

Νηστεία

Ποιους ενοχλεί η 28η Οκτωβρίου;


Η επιλογή της 28ης Οκτωβρίου 1940 ως εθνικής μας εορτής – απόρροια της αντιστασιακής παράδοσης του λαού μας

Γιατί τιμούμε το ΟΧΙ;

Του Θ.Κ.

Τα τελευταία τρία χρόνια και ιδίως τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε γίνει μάρτυρες μίας «περίεργης» και ενορχηστρωμένης εκστρατείας ανάδειξης της 12ης Οκτωβρίου 1944, ημέρας απελευθέρωσης της Αθήνας από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, ως σημαντικότερης επετείου από εκείνη της 28ης Οκτωβρίου 1940 και του ΟΧΙ του ελληνικού λαού στην επιβουλή του ιταλικού φασισμού (και εν συνεχεία του γερμανικού ναζισμού), με απώτερο στόχο -όπως προκύπτει- την κατάργηση της εθνικής μας εορτής. Είναι ενδεικτικό ότι όλες αυτές οι εκδηλώσεις αναφέρονται κυρίως στην περίοδο 1941-1944 και όχι τόσο στην περίοδο 1940-1944. Εκτενέστερη αναφορά σε αυτό το ζήτημα έχει γίνει σε προηγούμενες δημοσιεύσεις της ιστοσελίδας του Άρδην και της Ρήξης με τίτλο: «Το ΟΧΙ του ελληνικού λαού του 1940 ενοχλεί. Να καταργηθεί!» (http://ardin-rixi.gr/archives/201079) και «Γιατί ενοχλεί η 28η Οκτωβρίου;» (http://ardin-rixi.gr/archives/201088).

Ακούμε λοιπόν συχνά και από διαφορετικές πηγές στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο, σε διάφορα έντυπα, στον ηλεκτρονικό τύπο, ακόμα και σε «επιμορφωτικά» σεμινάρια του Υπουργείου Παιδείας το εξής τσιτάτο: «Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα της Ευρώπης που δεν γιορτάζει το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά την έναρξή του», υπονοώντας ότι θα πρέπει να καταργηθεί η εθνική εορτή της 28ης Οκτωβρίου 1940, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις αυτό διατυπώνεται και ευθέως. Δεν διευκρινίζουν βέβαια το πώς εισήλθε η Ελλάδα στον πόλεμο, το αν τον προκάλεσε η ίδια ή αν εξαναγκάστηκε να πολεμήσει τη φασιστική επιβουλή αμυνόμενη. Έτσι, εμμέσως πλην σαφώς οι Έλληνες εμφανίζονται περίπου ως «πολεμοχαρείς» και «πολεμοκάπηλοι», εν αντιθέσει προς άλλους Ευρωπαίους «που ως περισσότερο “πολιτισμένοι” δίνουν την προτεραιότητα στην ειρήνη, εορτάζοντας τη λήξη του πολέμου». Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η επιχειρηματολογία τους, ενώ αποφεύγουν να χρησιμοποιήσουν τις «απαγορευμένες» λέξεις «ΟΧΙ», «παλλαϊκή αντίσταση», «αυτοθυσία», «Πίνδος», «πατρίδα», για ευνόητους λόγους.

Ποια όμως είναι η Ευρώπη στην οποία αναφέρονται, την οποία και θα πρέπει να μιμηθούμε ως πρότυπο;

Ας παραθέσουμε εδώ μερικά παραδείγματα χωρών που αντιστάθηκαν στον Άξονα και της χρονικής διάρκειας αντίστασης σε αυτόν, για διαπιστώσουμε ορισμένες διαφορές:

Γαλλία: 45 ημέρες.

Βέλγιο: 18 ημέρες.

Ολλανδία: 4 ημέρες.

Δανία: 2-3 ώρες.

Η δε Σουηδία, η Ελβετία, η Ιρλανδία, η Ισπανία και η Πορτογαλία δεν συμμετείχαν καν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μόνον η Μεγάλη Βρετανία και η Σοβιετική Ένωση πολέμησαν μέχρις εσχάτων και δεν υποτάχθηκαν ποτέ στην ναζιστική Γερμανία, πληρώνοντας μάλιστα έναν βαρύ φόρο αίματος (ιδίως η ΕΣΣΔ).

Από την άλλη, η ναζιστική Γερμανία (συμπεριλαμβανομένης της Αυστρίας), στοχεύοντας στην κατάκτηση ολόκληρης της Ευρώπης, έκανε συμμαχία, τον λεγόμενο «Άξονα», μαζί με την φασιστική Ιταλία και τη στρατοκρατική Ιαπωνία, έχοντας επίσης ως συμμάχους την Ουγγαρία, τη Ρουμανία, η Βουλγαρία, την Κροατία, τη Σλοβακία, αλλά και τη Φινλανδία, και προκάλεσε το μεγαλύτερο αιματοκύλισμα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Υπήρξαν δε μαζικές προσχωρήσεις εθελοντών στα Waffen SS -κατά χιλιάδες- κυρίως από τις βαλτικές χώρες, τις σκανδιναβικές χώρες, την Ολλανδία, το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Κροατία, τη Βοσνία, την Αλβανία, την Ουκρανία και από άλλες περιοχές της τότε ΕΣΣΔ, που ενίσχυσαν τη γερμανική/ναζιστική πολεμική μηχανή, διαπράττοντας φρικτά μαζικά εγκλήματα πολέμου. Σε ποια Ευρώπη λοιπόν αναφερόμαστε; Γι’ αυτήν την Ευρώπη εγκαλούμαστε, που δεν ακολουθούμε το παράδειγμά της;

Απεναντίας, εμείς οι Έλληνες έχουμε κάθε λόγο να εορτάζουμε τις εθνικές μας επετείους σύμφωνα με τις ιστορικές μας παραδόσεις και σύμφωνα με τη δική μας πολιτισμική ιδιοπροσωπία. Ποιος Ευρωπαίος ή ποιος ντόπιος υποτακτικός του μπορεί να μας υποχρεώσει να αλλάξουμε τις ημερομηνίες των εθνικών μας επετείων; Από που αντλούν αυτό το δικαίωμα; Ποιο είναι το ηθικό τους παράστημα για να μπορούν να μας κρίνουν;

Προφανώς αυτό έχει να κάνει με μία αποικιοκρατικού τύπου προσέγγιση της ελλαδικής πραγματικότητας, όπου οι εγχώριες δυτικόφρονες ελίτ πασχίζουν με κάθε μέσο να αποβάλουν οτιδήποτε το ελληνικό, αντικαθιστώντας το με οτιδήποτε το δυτικό, επιχειρώντας έτσι έναν «από τα πάνω» και «παρά φύσει» εκδυτικισμό της κοινωνίας. Πρωτίστως όμως τους ενοχλεί το ΟΧΙ του ελληνικού λαού στις ιταμές αξιώσεις του ιταλικού φασισμού (28/10/1940), αλλά και του γερμανικού ναζισμού (6/4/1941) και γενικότερα το ελληνικό αντιστασιακό φρόνημα που έδωσε αργότερα και άλλα ΟΧΙ, όπως εκείνο της ΕΟΚΑ και του αγώνα ενάντια στην αγγλική κατοχή της Κύπρου (1955-59) ή εκείνο πάλι των Ελληνοκυπρίων ενάντια στο σχέδιο Ανάν (24/4/2004).

Εμείς λοιπόν, διαθέτοντας μία μακρά αντιστασιακή παράδοση, έχουμε κάθε λόγο και κάθε δικαίωμα για εορτάζουμε το ΟΧΙ, την αντίσταση και τον αγώνα για την ελευθερία, ανεξαρτήτως συνεπειών. Εορτάζουμε τον αγώνα και τις θυσίες και όχι απαραιτήτως τη νίκη. Τιμούμε δε όσους σκοτώθηκαν για την ελευθερία και όσους έχασαν την σωματική τους ακεραιότητα, αγωνιζόμενοι και θυσιαζόμενοι για όλους εμάς.

Εγκαλούμαστε επίσης γιατί εορτάζουμε την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ανεξαρτησίας (Ελληνική Επανάσταση, 25η Μαρτίου 1821), τιμώντας τη μνήμη όσων αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την απελευθέρωσή μας από τον οθωμανικό ζυγό και όχι το πότε υπογράφηκε η συνθήκη της de jure αναγνώρισης του μικρού τότε σε έκταση ελλαδικού κράτους (Πρωτόκολλο Λονδίνου, 22 Ιανουαρίου / 3 Φεβρουαρίου 1830). Υπάρχει πάντως και άλλος ένας λαός, με παρόμοιο αντιστασιακό υπόβαθρο που εορτάζει και αυτός την εθνική του επέτειο βάσει ενός παρόμοιου σκεπτικού: οι Σέρβοι. Η Σερβία έχει ως εθνική της εορτή την ημέρα έναρξης της επανάστασης για αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού (15 Φεβρουαρίου 1804) και όχι το πότε έγινε η διεθνής νομική αναγνώριση της σερβικής κρατικής οντότητας. Δεν θα μπορούσε εξάλλου να θεωρηθεί τυχαίο ότι οι δύο αυτοί λαοί με την ισχυρή αντιστασιακή παράδοση, που εορτάζουν πρωτίστως την έναρξη του αγώνα και τη θυσία και όχι τόσο το τέλος του, δημιούργησαν κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής τα δύο ισχυρότερα αντάρτικα στην κατεχόμενη Ευρώπη: το γιουγκοσλαβικό και το ελληνικό.

Οι Έλληνες λοιπόν θυμούνται και τις ήττες τους, τιμώντας όσους αγωνίστηκαν και σε αυτές, με σκοπό πάντοτε την ελευθερία και την αξιοπρέπεια. Έτσι, γίνονται εκδηλώσεις μνήμης για τη μάχη των Οχυρών (6/4/1941), τη μάχη της Κρήτης (20/5/1941), για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο (20/7/1974), αλλά και για παλαιότερα ιστορικά γεγονότα, όπως για το Ζάλογγο (Δεκέμβριος 1803), την Έξοδο του Μεσολογγίου (Κυριακή των  Βαΐων 1826), το ολοκαύτωμα της μονής Αρκαδίου στην Κρήτη (9/11/1866) ή ακόμα την Άλωση της Πόλης (29/5/1453). Ομοίως, οι Σέρβοι τιμούν τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389), παρόλο που εκεί ηττήθηκαν και κατακτήθηκαν από τους Οθωμανούς. Αυτή λοιπόν η πρακτική αποτελεί προφανώς χαρακτηριστικό λαών με αντιστασιακό φρόνημα και με παράδοση αντάρτικου, κάτι που φαίνεται να ξενίζει σε όσους δυτικόφρονες θεωρούν εαυτόν «πολίτη του κόσμου» ή «Ευρωπαίο» που κατοικεί νοερά κάπου στις Βρυξέλλες ή το Παρίσι και όχι στην χερσόνησο του Αίμου, που -είτε το θέλουμε είτε όχι- είναι ο τόπος μας.

Ο «από τα κάτω» – λαϊκός χαρακτήρας του εορτασμού του ΟΧΙ

Γι’ αυτό λοιπόν, λόγω της βαθιά ριζωμένης αντιστασιακής παράδοσης του λαού μας, ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου ξεκίνησε «από τα κάτω», άτυπα. Ήδη κατά τη διάρκεια της Κατοχής, από την 28η Οκτωβρίου 1941, έλαβαν χώρα παράνομες εκδηλώσεις τιμής στο ΟΧΙ, το οποίο πάντως εορτάστηκε επισήμως για πρώτη φορά το 1944, λίγες ημέρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την πρωτεύουσα και από το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Αυτόν λοιπόν, αυθόρμητο – «από τα κάτω» εορτασμό της αντίστασης απέναντι σε υπέρτερες εχθρικές δυνάμεις έρχονται σήμερα κάποιοι να επιχειρήσουν να καταργήσουν «από τα πάνω», δίνοντας μάλιστα έμφαση στην προπαγάνδιση αυτού τους του ιδεολογήματος στις μικρές ηλικίες (ήδη από το νηπιαγωγείο και το δημοτικό), μέσω «επιμορφωτικών» σεμιναρίων για εκπαιδευτικούς, αλλά και μέσω σχετικών εντολών και οδηγιών από σχολικούς συμβούλους. Σκοπός τους είναι να καλλιεργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, ώστε στο μέλλον η κοινωνία να φανεί «ώριμη» στο να αποδεχτεί χωρίς αντιστάσεις τις παραπάνω (και πολλές άλλες) επιδιώξεις και σχεδιασμούς εθνομηδενιστικών κύκλων.

Αξιοσημείωτο πάντως είναι ότι και οι επέτειοι μνήμης για κοινωνικούς αγώνες δεν τιμούν το τέλος τους και την επιτυχή έκβασή τους, αλλά την έναρξή τους και τη θυσία όσων αγωνίστηκαν σε αυτούς. Παραδείγματος χάριν, εορτάζουμε την αιματηρή εξέγερση των κολλήγων στο Κιλελέρ (6 Μαρτίου 1910) και όχι το πότε θεσπίστηκαν στη συνέχεια μέτρα από το κοινοβούλιο υπέρ των αγροτών, αρχής γενομένης από την κυβέρνηση Βενιζέλου (1911). Επίσης, εορτάζουμε σε παγκόσμια κλίμακα την Εργατική Πρωτομαγιά, την αιματηρή εξέγερση των εργατών στο Σικάγο (1η Μαΐου 1886) και όχι το πότε οι αγώνες των ανθρώπων αυτών δικαιώθηκαν δια της ψηφίσεως νόμων υπέρ των εργατών. Το ίδιο βεβαίως ισχύει και για το Πολυτεχνείο, όπου εορτάζεται η ημερομηνία φοιτητικής εξέγερσης (17 Νοεμβρίου 1973), παρόλο που αυτή κατεστάλη και δεν σηματοδότησε αυτομάτως το επιτυχές τέλος του αγώνα για αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στη χώρα μας.

Είναι λοιπόν προφανές ότι οι πολέμιοι του εορτασμού του ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940 στερούνται επιχειρημάτων, για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους, τουλάχιστον σοβαρών. Απλώς το μόνο κίνητρο το οποίο διαθέτουν είναι η προσήλωσή τους στην πραγμάτωση των στόχων του ιδεολογήματος του εθνομηδενισμού, κάτι που συνδέεται φυσικά και με την προσωπική τους ανέλιξη. Τα δε μέσα που διαθέτουν για την πραγμάτωση του στόχου τους, έχοντας εισχωρήσει στον κρατικό μηχανισμό, είναι άφθονα, όπως προφανώς και η χρηματοδότησή τους. Αυτό όμως δεν μας εμποδίζει από το να πηγαίνουμε κόντρα, λέγοντας ένα ακόμα, μικρό έστω, ΟΧΙ σε όλα όσα αυτοί απεργάζονται, αγωνιζόμενοι για τις δικές μας εθνικές επετείους, τιμώντας τη μνήμη των νεκρών μας παππούδων, επιζητώντας ένα καλύτερο αύριο.

Θα πρέπει στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι όλες οι παραπάνω επέτειοι, εθνικές και κοινωνικές, ανεξαρτήτως βαρύτητας, έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: την ανεξαρτήτως συνεπειών αντίσταση και τον αγώνα για ελευθερία, που σε καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις δεν γίνεται αναίμακτα, όχι διότι είμαστε λάτρεις των πολέμων και του θανάτου, αλλά επειδή δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς την ελευθερία.

Γιατί ο εορτασμός για την απελευθέρωση της Αθήνας δεν θα πρέπει να υποσκελίσει τον εορτασμό για το ΟΧΙ και την καθολική εθνική μας αντίσταση

Ο δε εορτασμός για την απελευθέρωση της πόλεως των Αθηνών (12/10/1944), μολονότι σηματοδοτεί το πέρασμα από τη γερμανική κατοχή στην ελευθερία, όσο σημαντικό και χαρμόσυνο γεγονός να είναι (το οποίο και θα πρέπει φυσικά να εορτάζουμε), δεν εμπεριέχει τα παραπάνω βασικά χαρακτηριστικά, ώστε να είναι σε θέση να υποσκελίσει τον εορτασμό του ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940 ως εθνικής μας επετείου. Αποτελεί τη δικαίωση των αιματηρών αγώνων του ελληνικού λαού για εθνική ανεξαρτησία και ελευθερία των προηγούμενων χρόνων, αρχής γενομένης από το ΟΧΙ, όντας προϊόν -σε μεγάλο βαθμό- των διεθνών συγκυριών (επέλαση του Κόκκινου Στρατού στο ανατολικό μέτωπο που ανάγκασε τους Γερμανούς να αποσύρουν τις δυνάμεις τους από τα Βαλκάνια, αφενός για να μην εγκλωβιστούν και αποκοπούν αφετέρου να υπερασπιστούν την ίδια τη Γερμανία). Επιπλέον, δεν τιμώνται στην περίπτωση αυτή ούτε οι νεκροί αλλά και ούτε οι ακόμα εν ζωή Έλληνες πολεμιστές που αγωνίστηκαν να εκδιώξουν τον Ιταλό και Γερμανό εισβολέα, απλώς επικρατεί ένα διάχυτο κλίμα ευφορίας για το ευτυχές αποτέλεσμα των αιματηρών αυτών αγώνων, στο οποίο συνέβαλε βεβαίως καθοριστικά και η διεθνής συγκυρία, η νίκη των Συμμάχων στα μέτωπα του πολέμου. Εκ των πραγμάτων δε στους εορτασμούς για τη λήξη του πολέμου γίνονται εκτενείς αναφορές και στον ρόλο των μεγάλων ευρωπαϊκών συμμαχικών δυνάμεων, κάτι που φυσικά δεν συμβαίνει στην «εθνοκεντρική» επέτειο για την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, του ΟΧΙ του ελληνικού λαού στον εισβολέα. Θα ήταν πάντως άδικο, σε περίπτωση υλοποίησης των σχεδιασμών των εθνομηδενιστών, ο λαός μας να υποχρεωθεί να εορτάζει τις εθνικές μας επετείους, ωσάν η χώρα μας να ήταν βορειοευρωπαϊκή, με έλλειψη αντιστασιακής παράδοσης, ή -ακόμα χειρότερα- να είχε συμμετάσχει και η ίδια στον Άξονα, διοργανώνοντας όμως πλέον εορτασμούς κατά του φασισμού και του ναζισμού, για να αποσείσει από πάνω της αυτό το όνειδος. Γιατί, όπως είχε πει και ο Αριστοτέλης: «Δεν υπάρχει τίποτε το πιο άδικο από την ίση μεταχείριση των ανίσων». Ευτυχώς η χώρα μας δεν ανήκει σε καμία από αυτές τις κατηγορίες, οπότε εμείς, ο ελληνικός λαός, με το κεφάλι ψηλά υπερασπιζόμαστε το δικαίωμά μας να τιμούμε τους αγώνες και τις θυσίες του λαού μας, σε όποιες ημερομηνίες εμείς θέλουμε και με τον τρόπο που εμείς κρίνουμε.

Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ελλοχεύει ο κίνδυνος καλλιέργειας ενός διχαστικού κλίματος, δεδομένου ότι ο αγώνας του ΟΧΙ ήταν ομόθυμος και ταυτόχρονος για όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας μας, ενώ η απελευθέρωση έγινε σταδιακά, με την αποχώρηση των γερμανικών κατοχικών στρατευμάτων από Νότο προς Βορρά, με κάποιες μόνο γερμανικές φρουρές να παραμένουν απομονωμένες σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου μέχρι και την παράδοση της ναζιστικής Γερμανίας (1 Σεπτεμβρίου 1944 – 10 Μαΐου 1945). Άρα πόσο δίκαιο θα ήταν και πόσο ισοβαρές το να εορτάζεται σε πανελλαδική κλίμακα η επέτειος απελευθέρωσης της Αθήνας, της ήδη υδροκέφαλης πρωτεύουσας του κράτους, όπως και η υποβάθμιση ή η αγνόηση των επετείων απελευθέρωσης όλων των υπόλοιπων περιοχών της χώρας μας;

Κάποιες δε «περίεργες», άμεσες ή έμμεσες, αναφορές σε γεγονότα του β΄ μισού της δεκαετίας του ’30 και κυρίως του β΄ μισού της δεκαετίας του ’40, οι οποίες εντάσσονται εμβόλιμα στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την απελευθέρωση της Αθήνας, θα πρέπει επίσης να μας προβληματίσουν και να μας θέσουν σε εγρήγορση ώστε να μην πέσουμε στην παγίδα του μηδενισμού, αλλά και της αναβίωσης και τροφοδότησης ενός εμφυλιοπολεμικού κλίματος, που σίγουρα δεν έχει καθόλου ανάγκη ο τόπος μας. Απεναντίας, η μαζική και ομόθυμη απόφαση του λαού μας για αντίσταση και αυτοθυσία θα πρέπει να είναι ο οδηγός μας για το μέλλον και αυτό προϋποθέτει την ενότητά του, κάτι που όμως δεν είναι επιθυμητό από όσο θέλουν τη πατρίδα μας και τον λαό μας διηρεμένο και αδύναμο. Ενοχλεί π.χ. το γεγονός ότι στον ελεγχόμενο από το μεταξικό καθεστώς Τύπο της εποχής δημοσιεύτηκε επιστολή (η πρώτη) του πολιτικού κρατουμένου Νίκου Ζαχαριάδη, Γ.Γ. του ΚΚΕ, που καλούσε τον ελληνικό λαό στα όπλα για την υπεράσπιση της ελευθερίας του απέναντι στον ιταλικό φασισμό. Η άτυπη συνεργασία των δύο αυτών θανάσιμων κατά τα άλλα ιδεολογικών αντιπάλων, που προέβησαν σε υπέρβαση με σκοπό την σωτηρία του λαού και της χώρας, αποδεικνύει ότι ο μόνος δρόμος για την ευημερία του τόπου μας είναι η καλλιέργεια ενός κλίματος αλληλοπεριχώρησης και ενότητας, απαλλαγμένου από εμφύλια τα πάθη του παρελθόντος.

Επίσης, η πάγια επικέντρωση των εθνομηδενιστών στην ανάδειξη αρνητικών πτυχών της περιόδου -και όχι ηρωικών πράξεων- έχει ως στόχο την αποδόμηση στα μάτια του ελληνικού λαού και ακύρωση του μεγαλείου και της σημασίας της εθνικής μας αντίστασης και του αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, μέσα από την σχετικοποίηση των πάντων, μέσα σε ένα κλίμα γενικότερου μηδενισμού, ώστε να μην αντλούμε αισιόδοξα διδάγματα από το παρελθόν για ένα καλύτερο μέλλον.

Η δε εμμονή δυτικόφρονων και εθνομηδενιστών για ευθυγράμμισή μας με τα έθη και τις πρακτικές λαών που είτε δεν πολέμησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είτε δεν παρουσίασαν αξιόλογη αντιστασιακή δράση είτε ακόμα συμμετείχαν στις δυνάμεις του Άξονα, έχει ως προφανή σκοπό την υπονόμευση του μακραίωνου αντιστασιακού φρονήματος του λαού μας. Επιπλέον, αυτό μάς υπενθυμίζει ότι ο αγώνας για εθνική ανεξαρτησία είναι πάντα επίκαιρος, ιδίως όσο συνεχίζεται η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας στον Ευρωπαϊκή Ένωση και τους δανειστές μας. Η Ευρώπη αυτή που ονειρεύονται -του κεφαλαίου και όχι των λαών- η «Νέα Ευρώπη» (“Neue Europa”) κατά τον Αδόλφο Χίτλερ, προϋποθέτει την καθυπόταξη των μικρών λαών και των εθνικών κρατών τους υπό μία νέα “Pax Europea”. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η διατήρηση της πολιτισμικής μας ιδιοπροσωπίας και της ιστορικής μας μνήμης είναι άκρως ανεπιθύμητη, καθώς ο «εθνοκεντρισμός», όπως λένε, δεν συμβάλλει στο «όραμα» της «ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης». Μοιραία λοιπόν αυτή τίθεται το στόχαστρο των κέντρων εξουσίας της Ευρώπης και των εδώ τοποτηρητών τους, εμφορούμενων από τη νεοφιλελεύθερη (και τη “left liberal”) ιδεολογία.

Εμείς από την πλευρά μας διεκδικούμε το αναπαλλοτρίωτο δικαίωμά μας στην εθνική και συλλογική μνήμη. Να πούμε λοιπόν ένα νέο ΟΧΙ στον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό και στον δια της βίας -αποικιακού τύπου- επιχειρούμενο δήθεν «εξευρωπαϊσμό» μας, ένα ΟΧΙ στον εθνομηδενισμό και τον ραγιαδισμό. Να τιμήσουμε τους πολυαίμακτους αγώνες του ελληνικού λαού για ελευθερία, εορτάζοντας το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940.

* Το φαινόμενο αυτό βεβαίως δεν μάς είναι άγνωστο, αλλά εντάσσεται στο ευρύτερο φαινόμενο του πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, το οποίο αναλύει ο Μπερνάρ Κασέν:

«Ο Herbert Schiller περιγράφει τον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό ως «το σύνολο εκείνων των διαδικασιών μέσα από τις οποίες μία κοινωνία εισάγεται στο διεθνές σύγχρονο σύστημα και εκείνων των μεθόδων με τις οποίες η κυρίαρχη τάξη οδηγείται με τη γοητεία, την πίεση, τη διαφθορά, να σφυρηλατήσει τους κοινωνικούς θεσμούς, με τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται στις αξίες και τις δομές του “κέντρου” του συστήματος ή να κάνει αυτή η ίδια την προπαγάνδα του». Σύμφωνα δε με τον Roy Preiswerk: «ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός έχει τη δική του φύση. Το να απογυμνώνεις ένα λαό από τον πολιτισμό του, ισοδυναμεί με το να τον απογυμνώσεις από τις πρώτες του ύλες ή την αυτονομία του: αυτός ο τύπος ενεργείας από μόνος του είναι ένα είδος ιμπεριαλισμού και όχι μόνο επειδή αργότερα μπορεί να οδηγήσει σ’ αυτόν τον τελευταίο, όπως συχνά έχει λεχθεί στο παρελθόν».

[1] Σε σεμινάριο του Υπουργείου Παιδείας για εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (δασκάλων, νηπιαγωγών, καθηγητών γυμνασίου και λυκείου) που πραγματοποιήθηκε σε σχολείο των Αθηνών στις 24 Οκτωβρίου 2016, αναδείχθηκε η ανάγκη επικέντρωσης των τιθεμένων στόχων στις εύπλαστες μικρές ηλικίες των πρώτων τάξεων του δημοτικού και του νηπιαγωγείου, ενώ σχεδόν πανομοιότυπο σεμινάριο έλαβε χώρα στην Καλαμάτα την 1η Οκτωβρίου 2016 για τους εκπαιδευτικούς της Μεσσηνίας, όπως και στην Αθήνα πέρυσι, στις 10 Οκτωβρίου 2015. Όπως τόνισε και ο αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής κ. Παύλος Χαραμής: «το μάθημα της ιστορίας είναι ένα από τα βαρυσήμαντα μαθήματα γιατί συνδέεται άμεσα με τη διαμόρφωση της συλλογικής ταυτότητας· και η συλλογική ταυτότητα περισσότερο χτίζεται και δυναμώνεται στα πρώτα χρόνια της σχολικής πορείας, παρά στα μεταγενέστερα». Διανεμήθηκαν δε φυλλάδια και εκπαιδευτικό υλικό του Freeathens44, στο πλαίσιο του οποίου άλλωστε διεξήχθη το σεμινάριο, ενώ η εισήγηση της δρος Βασιλικής Σακκά, σχολικής συμβούλου Μεσσηνίας, με τίτλο «Να γιορτάσουμε την απελευθέρωση και όχι την κήρυξη του πολέμου» ματαιώθηκε απρόσμενα. Στη συνέχεια η δρ Ευαγγελία Κουνέλη, σχολική σύμβουλος Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ανατολικής Αττικής, ανέπτυξε τη θέση ότι θα πρέπει κατά την εθνική μας εορτή να αναδεικνύουμε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο γενικά στην Ευρώπη και όχι να αναλωνόμαστε στο να ασχολούμαστε με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο αποκλειστικά, καθότι είμαστε «πολίτες του κόσμου», ως προς τη συνείδηση και τη στάση ζωής μας. Διατυπώθηκε επίσης η άποψη ότι θα πρέπει να «ιστορικοποιηθούν» τα γεγονότα, να μάθουν οι μαθητές να τα βλέπουν «από απόσταση», ενώ οι εκπαιδευτικοί «δεν θα πρέπει να ενδίδουν στο καθήκον της μνήμης». Τονίστηκε δε από την κα Ιωάννα Δεκατρή, Μsc, Υπεύθυνη Πολιτιστικών Θεμάτων Δ.Ε. Γ΄ Αθήνας, η ανάγκη να αναδειχθούν πτυχές που αποδομούν τον «εξωραϊσμένο μύθο της ομοιογένειας», τον «μεταπολεμικό  ομογενοποιητικό μύθο της ενιαίας και καθολικής αντίστασης», (όπως π.χ. τα τάγματα ασφαλείας, οι δωσίλογοι κτλ), με κριτική εις βάρος του βιβλίου ιστορίας της Γ΄ Λυκείου (με τη χρήση και σχετικού PowerPoint της Β. Σακκά, ενώ απουσίαζε φυσικά η εστίαση στο ΟΧΙ του ελληνικού λαού της 28ης Οκτωβρίου 1940 και στην παλλαϊκή εθνική αντίσταση που ακολούθησε, καθώς η έμφαση δόθηκε στην «καθημερινότητα» και τον «υλικό βίο» της Κατοχής. Κινούμενη στο ίδιο πλαίσιο, διαφώνησε και με το περιεχόμενο του σχολικού βιβλίου της Στ΄ Δημοτικού, επισημαίνοντας στους επιμορφούμενους εκπαιδευτικούς ότι Γερμανοί δεν σκότωσαν Έλληνες πατριώτες ούτε έκαψαν ελληνικά χωριά ως αντίποινα για την αντίσταση του λαού μας στους κατακτητές, αλλά άφησε να εννοηθεί ότι αυτού του είδους η εγκληματική αντιμετώπιση ήταν καθολική και γενικευμένη από τους ναζί, ανεξαρτήτως της στάσης των κατεχόμενων πληθυσμών (αποσιωπώντας βεβαίως ότι σε χώρες όπως η Δανία, η Ολλανδία ή οι βαλτικές χώρες και άλλες φίλιες προς τον Άξονα χώρες της ανατολικής Ευρώπης δεν παρατηρήθηκε ανάλογη αντιμετώπιση των εκεί φίλιων πληθυσμών από τους Γερμανούς, σε αντιδιαστολή π.χ. με την Ελλάδα, τη Σερβία ή την ΕΣΣΔ). Τέλος, υποδείχθηκε στους εκπαιδευτικούς να παρουσιάζουν στους μαθητές πρωτοσέλιδα εφημερίδων της απελευθέρωσης (π.χ. «Ελευθερία» και «Απελευθερωτής», Οκτώβριος 1944), με εμφανέστατα διαφορετικό μεταξύ τους περιεχόμενο, και να εντοπίσουν τις διαφορές τους, ώστε να αναδειχθούν οι ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των Ελλήνων της εποχής και οι μικροί μαθητές να επικεντρωθούν σε διχαστικές καταστάσεις, ενσπείροντάς τους εμφυλιοπολεμικές λογικές. Σημειωτέον, μετά το πέρας των εισηγήσεων δεν δόθηκε το περιθώριο στους εκπαιδευτικούς να κάνουν ερωτήσεις προς τους σχολικούς συμβούλους, κάτι το πρωτοφανές για τέτοιου είδους σεμινάρια, που αποτυπώνει αφενός την τρέχουσα καθεστηκυία αντίληψη περί δημοκρατίας, ισότητας και περί ελευθερίας λόγου, που αναδεικνύει αφετέρου την ανεπάρκεια των επιχειρημάτων τους και το σαθρό από επιστημονική άποψη υπόβαθρό τους, μη δυνάμενο να αντεπεξέλθει στη βάσανο της κριτικής, του διαλόγου και των ερωταπαντήσεων. Οι λέξεις λοιπόν «ΟΧΙ» και «παλλαϊκή εθνική αντίσταση» είναι πλέον στην πράξη απαγορευμένες για τους εκπαιδευτικούς μας -συνεπώς και για τα παιδιά μας- κάτι που βεβαίως αποτελεί απόρροια της κυριαρχίας της ιδεολογίας του εθνομηδενισμού και γενικότερα του μηδενισμού στη δημόσια/κρατική εκπαίδευση.

ΑΡΔΗΝ

https://www.antibaro.gr/article/28447

Ο ποιητής που θυσιάστηκε στην Πίνδο

 Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

          Ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργος Σαραντάρης θυσιάστηκε στην Πίνδο, σε ηλικία 33 ετών. Πρόλαβε πάντως να κάνει τομή στην ποίηση και στον φιλοσοφικό στοχασμό του τόπου μας. Ασθενικός, καχεκτικός, μύωπας, πτυχιούχος Νομικής στην Ιταλία κρίθηκε ότι έπρεπε να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή και όχι να βοηθήσει στις ανακρίσεις αιχμαλώτων και στη συγκέντρωση στοιχείων από τους Ιταλούς…

          Ο Ανδρέας Καραντώνης γράφει ότι τον συνάντησε ο Σαραντάρης τον Σεπτέμβριο του 1940 και του είπε «φεύγω, πάω φαντάρος», με πρόσωπο ήρεμο, χαμογελαστό και ολότελα σχεδόν αποπνευματωμένο. Ο Καραντώνης μελαγχολεί στη σκέψη ότι δεν θα τα βγάλει πέρα στην τραχύτητα της εμπόλεμης ζώνης και προσθέτει: «Κι όμως ακολούθησε καρτερικά τη μοίρα του, με τη συναίσθηση ότι δίνει και αυτός, όπως όλοι οι άλλοι, το “παρών” του στο κάλεσμα της Πατρίδας».

          Ο Θεμιστοκλής Πολιτάρχης διηγείται στην ποιήτρια Ολυμπία Καράγιωργα ότι στο μέτωπο και στον 3ο λόχο συνάντησε τον Σαραντάρη και μαζί προέλασαν στην Κλεισούρα και στην Τρεμπεσίνα. Κοντά στο χωριό Κιλαρίτσι είδε τον Σαραντάρη εξαντλημένο, χλωμό και αδύναμο. Γονάτισε για να του μιλήσει. Ο ποιητής του είπε: «Έχεις κάτι να μου δώσεις να φάω;». Είχε ένα κομμάτι ξερή κουραμάνα. Του το έδωσε. Ύστερα ο Σαραντάρης έβγαλε από την τσέπη του χαρτιά. Του τα έδειξε. Το ένα ήταν ιατρική γνωμάτευση, που τον έστελνε στο νοσοκομείο, στα Γιάννενα. Το άλλο ένα ποίημα που άρχιζε: «Εγώ που οδοιπόρησα με τους ποιμένες της Πρεμετής…». Του το χάρισε. Εκείνος τόχασε, όμως θυμόταν τον πρώτο στίχο…

          Ένας άλλος συστρατιώτης του Σαραντάρη, ο Γιώργος Πολιτάρχης,  θυμάται και λέγει στην Καράγιωργα ότι στο μέτωπο και σε ένα γείσωμα συνάντησε τον Σαραντάρη. Ήταν εξουθενωμένος. «Έχασα τα γυαλιά μου Γιώργη. Δεν βλέπω τίποτε, τίποτε…». Τον σήκωσε όρθιο, τον κράτησε, τον οδήγησε στο αντίσκηνό του, τούδωσε την κουβέρτα του και κάτι σύκα και ψωμί που τούχαν δώσει. Έφαγε και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξημέρωσε του είπε να φύγει και να τον αφήσει εκεί. Ο Πολιτάρχης δεν τον άκουσε. Όταν περνούσε από το μέρος εκείνο μια φάλαγγα τον παρέδωσε στον ανθυπολοχαγό…

          Ο Ελύτης όταν έμαθε τον θάνατο του Σαραντάρη σχολίασε πως ήταν «η μόνη και η πιο άδικη απώλεια πνευματικού ανθρώπου» και κατάγγειλε το επιστρατευτικό σύστημα για δολοφονία: «Κράτησε στα Γραφεία και τις Επιμελητείες όλα τα χοντρόπετσα θηρία των αθηναϊκών ζαχαροπλαστείων και ξαπόστειλε στην πρώτη γραμμή το πιο αγνό και ανυπεράσπιστο πλάσμα. Έναν εύθραυστο διανοούμενο, που μόλις στεκότανε στα πόδια του, που όμως είχε προφτάσει να κάνει τις πιο πρωτότυπες και γεμάτες από αγάπη σκέψεις για την Ελλάδα και το μέλλον της. Ήταν σχεδόν μια δολοφονία… Στο μέτωπο απόμεινε σαν το κατατρεγμένο πουλί μέσα στην παγωνιά. Χωρίς να βαρυγκομήσει… Περήφανος, μ’ ένα σώμα ελάχιστο και μια μεγάλη ψυχή… Έτσι πέθανε ένας Έλληνας ποιητής, όταν οι συνάδελφοί του στη Δύση βλαστημούσανε το Θεό κι εμπιστεύονταν στη μαριχουάνα».-

https://www.antibaro.gr/article/28443