Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

Προφήτης Ναούμ


Ημερομηνία εορτής: 01/12/2015Προφήτης Ναούμ
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 1 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.
Ιερά Λείψανα: Απότμημα του Ιερού Λειψάνου του Αγίου βρίσκεται στην Ιερή Μονή Σιμωνόπετρας Αγίου Όρους.
Άγιοι που εορτάζουν: Προφητης Ναουμ


Ναούμ, τὸν Ἑλκεσαῖον ἐκπεπνευκότα,
Ἕλκει πόθος με σμυρνίσαι σμύρνῃ λόγου.
Πρώτη ἐκ βιότοιο Δεκεμβρίου ᾤχετο Ναούμ.
Βιογραφία
Ο Προφήτης Ναούμ είναι ένας από τους δώδεκα μικρούς λεγόμενους προφήτες. Έζησε τον 5ο αιώνα προ Χριστού (άκμασε περί το 460 π.Χ.) και ήταν από τη φυλή του Συμεών. Πατρίδα είχε την Ελκεσέμ, γι' αυτό ονομάστηκε και Ναούμ ο Ελκεσαίος.

Το βιβλίο της προφητείας του αποτελείται από τρία μικρά κεφάλαια και αφορά την τύχη της πόλης Νινευή. Στο Α' κεφάλαιο, υμνεί το Θεό, στο Β' κεφάλαιο, προαναγγέλλει τον όλεθρο της Νινευή με τα άρματα της, τους Ιππείς και τους θησαυρούς της ενώ στο Γ' κεφάλαιο, χαρακτηρίζει τη Νινευή σαν πόλη των αιμάτων, του ψεύδους, της μεγάλης αδικίας και πορνείας.

Ας δούμε, όμως, τι λέει για τους αμαρτωλούς ανθρώπους τέτοιας πόλης, και τι γι' αυτούς που είναι κοντά στον Κύριο: «Χρηστὸς Κύριος τοῖς ὑπομένουσιν αὐτὸν ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως καὶ γινώσκων τοὺς εὐλαβουμένους αὐτὸν καὶ ἐν κατακλυσμοῖς πορείας συντέλειαν ποιήσεται τοὺς ἐπεγειρομένους, καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ διώξεται σκότος» (Ναούμ, Α' 7 -8). Δηλαδή ο Κύριος είναι ευεργετικός για εκείνους που μένουν κοντά Του στις ημέρες των θλίψεων τους. Γνωρίζει ο Κύριος και περιβάλλει με συμπάθεια εκείνους που Τον σέβονται. Εναντίον όμως των αμαρτωλών, που αλαζονικά με κάθε είδους αμαρτία εγείρονται εναντίον Του, θα ορμήσει σαν κατακλυσμός για να τους εξαφανίσει τελείως. Θα καταδιώξει τους εχθρούς Του και θα τους κυριεύσει το σκοτάδι του θανάτου.

Ο προφήτης Ναούμ πέθανε ειρηνικά και τάφηκε στον τόπο των πατέρων του.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Τοῦ Προφήτου σου Ναοὺμ τὴν μνὴμην, Κύριε ἑορτάζοντες, δι᾽ αὐτοῦ σε δυσωποῦμεν· Σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νόμω ἔλαμψας, προαναγγέλλων, τᾶς τῆς χάριτος, Ναοὺμ Προφήτα, ὀμωνύμως παρακλήσεις ἐν Πνεύματι· δι' ὧν ὁ Λόγος οὐσίαν τὴν βρότειον, ἐπιφανεῖς τοὶς ἀνθρώποις κατηύφρανεν ὅθεν πρέσβευε, Τριάδι τὴ πανοικτίρμονι, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς πυρσὸς ἀκοίμητος Ναοὺμ Προφῆτα, φρυκτωρεῖς ἐν πέρασι, δι’ αἰνιγμάτων ἱερῶν, τὴν τῶν μελλόντων ἀλήθειαν, ὧν τὰς ἐκβάσεις ὁρῶντες τιμῶμέν σε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀμιγῆ χαρακτήρων τῶν κάτω ἔνδοξε, σὺ τὸν νοῦν κεκτημένος, τοῦ θείου Πνεύματος, καθαρώτατον Ναοὺμ δοχεῖον γέγονας, τὰς ἐλλάμψεις τὰς αὐτοῦ, εἰσδεχόμενος λαμπρῶς, καὶ πᾶσι διαπορθμεύων· διό σε ἐκδυσωποῦμεν, ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου πρέσβευε.

Μεγαλυνάριον
Φρόνημα οὐράνιον αἰσχηκώς, οὐρανίου δόξης, ἐχρημάτισας θεωρός, βίῳ τε τὸν λόγον, Ναοὺμ ἐπισημαίνων· διὸ σὲ ὡς Προφήτην, θεῖον γεραίρομεν.




Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Προφήτης Ναούμ
Προφήτης Ναούμ

Προφήτης Ναούμ
Προφήτης Ναούμ

Προφήτης Ναούμ
Προφήτης Ναούμ

Τιμούμε όλους εκείνους, που με υπομονή μετέτρεψαν το ξερό χώμα των εκάστοτε νέων γενεών σε χωράφι μαλακό - Η προσωπικότητα της Παναγίας διαμορφώθηκε και από την ανατροφή Της


b1
Σεβ. Μητρ. Δημητριάδος κ. Ιγνατίου
Τα Εισόδια της Θεοτόκου γιορτάζονται από την Εκκλησία μας ως μια από τις σημαντικότερες εορτές, που αφορούν στο πρόσωπο της Παναγίας, τις επονομαζόμενες και Θεομητορικές. Αν και η διήγηση των Εισοδίων δεν βρίσκεται ενταγμένη σε ένα από τα τέσσερα Ευαγγέλια, αλλά σε ένα Απόκρυφο, το Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου, η Εκκλησία την ενέταξε στον λατρευτικό της κύκλο ήδη από τα μέσα του έβδομου αιώνα.
Ίσως, με μια πρώτη ματιά, να υπέθετε κανείς πως η σημασία του προσώπου της Παναγίας ήταν επόμενο να συμπαρασύρει όλες τις πτυχές, γνωστές ή λιγότερο γνωστές, της ζωής Της. Έτσι, μια φαινομενικά ασήμαντη στιγμή Της, η παράδοσή Της στον Ναό από τα τρία κιόλας χρόνια Της, να αναδεικνύεται χωρίς κάποιο ιδιαίτερο νόημα ή σημασία. Είναι, όμως, έτσι;
Καθώς πλησιάζει η μεγάλη γιορτή των Χριστουγέννων, η Εκκλησία έρχεται, με τον εορτασμό των Εισοδίων, να αναδείξει τις ανθρώπινες ρίζες του Θεανθρώπου. Ο Ιησούς Χριστός είναι Θεός, συγχρόνως, όμως, αποτελεί το τελευταίο κεφάλαιο μιας μεγάλης ιστορίας ευσεβείας, που ξεκινά από πολύ παλιά και φτάνει μέχρι την Παναγία. Το σχέδιο της σωτηρίας των ανθρώπων δεν πρόεκυψε ξαφνικά. Αντίθετα, προετοιμάστηκε μέσω της διαδοχής ευσεβών γενεών, οι οποίες μετέδιδαν, η μία στην άλλη, την εμπειρία σχέσης με τον Θεό, αλλά και ένα μεγάλο όραμα: Τον ερχομό του Μεσσία. Φαίνεται,έτσι, το θαύμα της Βηθλεέμ να στηρίχτηκε σε μια φωτεινή κλωστή ελπίδας μέσα στον χρόνο, ελπίδας, που αν και δοκιμάστηκε από εμπόδια και πειρασμούς, όπως τους γνωρίζουμε από την Παλαιά Διαθήκη, άντεξε και εκπληρώθηκε, όταν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου.
Τονίζουμε συχνά την αγιότητα της Παναγίας, την ανάδειξή Της ως σκεύους εκλογής, τα χαρακτηριστικά και την ποιότητα της προσωπικότητάς Της, που επέτρεψαν την εκπλήρωση της μεγάλης Της αποστολής. Σήμερα, όμως, τα Εισόδια έρχονται να μας θυμίσουν, πως πέραν των Θείων δωρεών, η προσωπικότητα της Παναγίας διαμορφώθηκε και από την ανατροφή Της. Συνεργάτες στην ανάδειξή της υπήρξαν,  πρωτίστως ο Θεός, αλλά και όλοι οι προπάτορες Της, οι οποίοι, με συνέπεια και επιμονή, κράτησαν ζωντανή την πίστη στον Θεό μιας ολόκληρης γενεαλογίας μέχρι και τη δική Της γέννηση.
Ουσιαστικά, σήμερα τιμούμε όλους τους προπάτορες της Παναγίας, με τελευταίους τον Ιωακείμ και την Άννα, τους γονείς Της. Ευρύτερα, όμως, με αφορμή αυτή την εορτή,  αποδίδουμε τιμή στον ευσεβή γονιό, στον ευσεβή δάσκαλο και στον κάθε αφανή συντελεστή, που με τον λόγο και το παράδειγμά του διαμορφώνει νέες ψυχές, έτοιμες να ακούσουν λόγο Θεού και να καρποφορήσουν. Τιμούμε όλους εκείνους, που με υπομονή μετέτρεψαν το ξερό χώμα των εκάστοτε νέων γενεών σε χωράφι μαλακό, έτοιμο να δεχτεί σπόρο αγαθό και να δώσει εκατονταπλάσιο καρπό. Ανάμεσά τους, και ίσως αυτοί αξίζουν τιμή μεγαλύτερη, είναι εκείνοι, που επέμειναν σε μια χριστιανική διαπαιδαγώγηση, έστω και αν όλες οι εξωτερικές συνθήκες ήταν εναντίον, φορές φορές μάλιστα ήταν επικίνδυνες και απειλητικές. Και άλλοτε, κάποιοι από αυτούς, υπέμειναν την άρνηση, την αντίδραση και την απόρριψη ακόμη και από εκείνους, τους οποίους είχαν αναλάβει να κρατήσουν στον δρόμο προς το μεγάλο, το πανανθρώπινο όραμα ενός κόσμου καλύτερου, στηριγμένου στην αγάπη και την ειρήνη του μεγάλου Δασκάλου. Υπήρξαν τέτοιοι παιδαγωγοί, που δεν αξιώθηκαν να δουν τους καρπούς του κόπου τους και που συχνά η απογοήτευση και ο πειρασμός της ματαιότητας τους χτύπησε την πόρτα. Κι όμως, αν και έφυγαν από τη ζωή, το έργο τους απέδωσε καρπούς απρόσμενους και σφράγισε τη μνήμη ανθρώπων με την εφηβική ή την νεανική τους ηλικία αγριεμένη, αργότερα, όμως, την ωριμότητά τους πλημμυρισμένη από δωρεές απρόσμενες, καρπούς γονιών ή δασκάλων, που δεν εγκατέλειψαν την κατά Θεόν παιδαγωγία και που δεν λησμονήθηκαν ποτέ.
Αν κάποιοι από μας στηρίζουμε τις ελπίδες μας στον Θεό και αντλούμε κουράγιο και έμπνευση από τον Λόγο και τη Χάρη Του, είναι διότι κάποιοι συνέβαλαν στα δικά μας Εισόδια στην Εκκλησία της αγάπης Του. Και αν, μετά από μας, οι επερχόμενες γενεές θα κρατήσουν αναμμένη της φλόγα της ελπίδας για ένα καλύτερο «αύριο», θα είναι διότι αποδεχτήκαμε την κλήση του Χριστού να γίνουμε συνεργάτες στο έργο του, όπως ακριβώς το αποδέχτηκε η Παναγία, που σήμερα επαφίεται στα χέρια του Θεού και ετοιμάζεται να συμβάλει στην συγκλονιστικότερη στιγμή της παγκόσμιας ιστορίας. Μακάρι κι εμείς, στην πρόσκλησή Του αυτή, να μην αποστρέψουμε το πρόσωπό μας.
«Δημοκρατία», 21/11/2015
http://www.synodoiporia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=3859:2015-11-22-09-53-41&catid=11&Itemid=122

Γιατί δεν εμφανίζεται και σε μας ο Θεός, για να τον πιστεύσουμε με σιγουριά;

σχόλιο Γ.Θ : Διαβάστε το οπωσδήποτε.


Ο Θεός δεν εμφανίζεται άμεσα, γιατί τότε θα μας έπιανε τρόμος και δεν θα τον πιστεύαμε ελεύθερα, αλλά εξαναγκαστικά. Τότε, σίγουροι για την ύπαρξη παντεπόπτη και δίκαιου κριτή, θα πράτταμε το καλό όχι από αγάπη για το Θεό, αλλά από το φόβο της κολάσεως. Ο Θεός δε θέλει να Τον φοβόμαστε και να Τον τρέμουμε, αλλά να τον αγαπάμε με ανιδιοτέλεια, όπως τα παιδιά αγαπούν τους γονείς τους. Μπορείς, εσύ, να πεις σε ένα συμμαθητή σου: γίνε έμπιστος φίλος μου, γιατί διαφορετικά θα σε χτυπήσω; Ή να του πεις: αγάπησέ με και θα σου δώσω πολλά λεφτά; Όχι βέβαια.

Η πραγματική αγάπη δεν επιβάλλεται, ούτε εξαγοράζεται, αλλά προσφέρεται ελεύθερα. Ο Θεός δεν είναι δυνάστης και καταπιεστής, αλλά πατέρας, που αγαπάει απεριόριστα τα παιδιά Του και σέβεται την ελευθερία τους.

Αν εμφανιζόταν σε μας σήμερα ο Θεός, κι εμείς δεν ακολουθούσαμε το νόμο Του, τότε θα ήμασταν αδικαιολόγητοι και η τιμωρία μας θα ήταν πολύ μεγάλη. Επίσης, αν ο Θεός επικοινωνούσε μαζί μας και εμείς δεν ήμασταν ταπεινοί, τότε θα μας κυρίευε ο εγωισμός.

Ο Θεός κρύβει την άπειρη σοφία Του και την άπειρη αγάπη Του από εμάς τους μικρούς ανθρώπους και για το λόγο ότι εμείς λόγω εγωισμού θα κρίναμε και θα ελέγχαμε το Θεό για τα έργα Του και τη σωτήρια ενανθρώπησή Του. Δυστυχώς και τώρα ασεβούμε και κάνουμε παρατηρήσεις στο Θεό. Δεν κάνει π.χ. καλά που παίρνει από τη ζωή αυτή τα μικρά παιδιά ή που δεν τιμωρεί παραδειγματικά τους εγκληματίες ή που δε μας βοηθά κατά το θέλημά μας κτλ.

Ο Χριστός, όταν ο δύσπιστος Θωμάς πίστευε στην Ανάστασή Του, του είπε: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες» (Ιωαν. 20,29). Εμείς είμαστε αυτοί οι μακάριοι, που δεν είδαμε το Χριστό και Τον πιστεύσαμε. Η πίστη η δική μας δε στηρίζεται στην άμεση θέα του Χριστού, αλλά στα πνευματικά βιώματα, που ζούμε στα Μυστήρια της Εκκλησίας μας, στη λατρεία του Θεού και στην προσευχή. Στους βίους των αγίων έχουμε καταγεγραμμένες πολλές θαυμαστές εμπειρίες και βιώματα επικοινωνίας με το Θεό.

σχόλιο Γ.Θ : Το γιατί δεν εμφανίζεται ο Θεός για να Τον πιστεύσει όλος ο κόσμος, είναι το νούμερο 1 ερώτημα των αθέων, όταν θέλουν να μας πικάρουν και να μας αποδείξουν ότι δεν υπάρχει Θεός. Ως εκ τούτου επιτρέψτε μου να πω στην αγάπη σας ένα λογισμό μου ως σχετική απάντηση για το θέμα.

Ο Θεός δεν εμφανίζεται να Τον δούμε όλοι, γιατί έτσι θα γινόμασταν όπως τα ρομπότ. Προγραμματισμένοι να κάνουμε τις κινήσεις και να νιώσουμε τα συναισθήματα που θα όριζε ο δημιουργός μας. Δεν θα ήμασταν αληθινοί. Δεν θα ελέγχαμε εμείς την πίστη μας. Θα πιστεύαμε όλοι... αλλά αυτή η πίστη δεν θα μας έσωζε, γιατί δεν θα συνδεόταν απαραιτήτως και από την αγάπη για τον Θεό. Ας μην ξεχνάμε ότι στον επίγειο Παράδεισο της Εδέμ, οι πρόγονοί μας Αδάμ και Εύα έβλεπαν τον Θεό και συνομιλούσαν μαζί Του, εν τούτοις Τον πρόδωσαν. Ως εκ τούτου σήμερα εμείς καλούμαστε σε μια αντίστροφη πορεία. Πρώτα θα Τον αγαπήσουμε τον Θεό, γνωρίζοντάς Τον μέσα από τα πρόσωπα των συνανθρώπων μας και ύστερα θα Τον δούμε. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι όταν θα Τον δούμε, η όψη Του για αυτούς που τον αγαπήσανε θα είναι Παράδεισος, ενώ για αυτούς που τον μισήσανε θα είναι κόλαση.
Η επιλογή είναι δική μας.

  
Από το βιβλίο «Νεανικές Αναζητήσεις - Α’ Τόμος: Ζητήματα πίστεως» (σελ.24-25), Αρχ. Μαξίμου Παναγιώτου, Ιερά Μονή Παναγίας Παραμυθίας Ρόδου 

http://makkavaios.blogspot.gr/2015/10/blog-post_766.html 
http://proskynitis.blogspot.gr/
http://yiorgosthalassis.blogspot.com/2015/11/blog-post_943.html#more

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος, ο Πρωτόκλητος


Ημερομηνία εορτής: 30/11/2015Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος, ο Πρωτόκλητος
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 30 Νοεμβρίου εκάστου έτους.
Πολιούχος: Πάτρα
Άγιοι που εορτάζουν: Αγιος Ανδρεας Ο Αποστολος, Ο Πρωτοκλητος



Ἀντίστροφον σταύρωσιν Ἀνδρέας φέρει,
Φανεὶς ἀληθῶς οὐ σκιώδης ἀντίπους.
Σταυρὸν κακκεφαλῆς τριακοστῇ Ἀνδρέας ἔτλη.
Βιογραφία
Ο Ανδρέας, ψαράς στο επάγγελμα και αδελφός του Αποστόλου Πέτρου, ήταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και τον πατέρα του τον έλεγαν Ιωνά. Επειδή κλήθηκε από τον Κύριο πρώτος στην ομάδα των μαθητών, ονομάστηκε πρωτόκλητος.

Ο Ανδρέας (μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή) υπήρξαν στην αρχή μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου. Κάποια μέρα μάλιστα, που βρισκόντουσαν στις όχθες του Ιορδάνη κι ο Πρόδρομος τους έδειξε τον Ιησού και τους είπε «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», οι δύο απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες συγκινήθηκαν τόσο πολύ, που χωρίς κανένα δισταγμό κι επιφύλαξη αφήκαν αμέσως τον δάσκαλο τους κι ακολούθησαν τον Ιησού.

Η ιστορία της ζωής του Ανδρέα μέχρι την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη, υπήρξε σχεδόν ίδια με εκείνη των άλλων μαθητών. Μετά το σχηματισμό της πρώτης Εκκλησίας, ο Ανδρέας κήρυξε στη Βιθυνία, Εύξεινο Πόντο (μάλιστα ο Απόστολος, είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας του Βυζαντίου αφού εκεί εγκατέστησε πρώτο επίσκοπο, τον απόστολο Στάχυ (βλέπε 31 Οκτωβρίου) κι αυτού διάδοχος είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης), Θράκη, Μακεδονία και Ήπειρο. Τελικά, κατέληξε στην Αχαΐα. 

Στην Αχαΐα, η διδασκαλία του καρποφόρησε και με τις προσευχές του θεράπευσε θαυματουργικά πολλούς ασθενείς. Έτσι, η χριστιανική αλήθεια είχε μεγάλες κατακτήσεις στο λαό της Πάτρας. Ακόμα και η Μαξιμίλλα, σύζυγος του ανθύπατου Αχαΐας Αιγεάτου, αφού τη θεράπευσε ο Απόστολος από τη βαρειά αρρώστια που είχε, πίστεψε στο Χριστό. Το γεγονός αυτό εκνεύρισε τον ανθύπατο και με την παρότρυνση ειδωλολατρών ιερέων συνέλαβε τον Ανδρέα και τον σταύρωσε σε σχήμα Χ. Έτσι, ο Απόστολος Ανδρέας παρέστησε τον εαυτό του στο Θεό «δόκιμον ἐργάτην» (Β΄ προς Τιμόθεον, 2: 15). Δηλαδή δοκιμασμένο και τέλειο εργάτη του Ευαγγελίου.

Οι χριστιανοί της Αχαΐας θρήνησαν βαθιά τον θάνατο του. Ο πόνος τους έγινε ακόμη πιο μεγάλος, όταν ο ανθύπατος Αιγεάτης αρνήθηκε να τους παραδώσει το άγιο λείψανο του, για να το θάψουν. Ο Θεός όμως οικονόμησε τα πράγματα. Την ίδια μέρα, που πέθανε ο άγιος, ο Αιγεάτης τρελάθηκε κι αυτοκτόνησε. Οι χριστιανοί τότε με τον επίσκοπο τους τον Στρατοκλή, πρώτο επίσκοπο των Πατρών, παρέλαβαν το σεπτό λείψανο και το 'θαψαν με μεγάλες τιμές.

Αργότερα, όταν στον θρόνο του Βυζαντίου ανέβηκε ο Κωνστάντιος, που ήταν γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, μέρος του ιερού λειψάνου μεταφέρθηκε από την πόλη των Πατρών στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκε στον ναό των αγίων Αποστόλων «ένδον της Αγίας Τραπέζης». Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου φαίνεται πως απέμεινε στην Πάτρα.

Όταν όμως οι Τούρκοι επρόκειτο να καταλάβουν την πόλη το 1460 μ.Χ., τότε ο Θωμάς Παλαιολόγος, αδελφός του τελευταίου αυτοκράτορας Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου και τελευταίος Δεσπότης του Μοριά, πήρε το πολύτιμο κειμήλιο και το μετέφερε στην Ιταλία. Εκεί, αφού το παρέλαβε ο Πάπας Πίος ο Β, το πολύτιμο κειμήλιο εναποτέθηκε στον ναό του αγίου Πέτρου της Ρώμης.

Τον Νοέμβριο του 1847 μ.Χ. ένας Ρώσος Πρίγκηπας, ο Ανδρέας Μουράβιεφ δώρησε στην πόλη της Πάτρας ένα τεμάχιο δακτύλου του χεριού του Αγίου. Ο Μουράβιεφ είχε λάβει το παραπάνω ιερό Λείψανο από τον Καλλίνικο, πρώην Επίσκοπο Μοσχονησίων, ο οποίος μόναζε τότε στο Άγιο Όρος.

Στην πόλη της Πάτρας, επανακομίσθηκαν και φυλάσσονται από την 26η Σεπτεμβρίου 1964 μ.Χ. η τιμία Κάρα του Αγίου και από την 19ην Ιανουαρίου 1980 μ.Χ. λείψανα του Σταυρού, του μαρτυρίου του. Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου ύστερα από ενέργειες της Αρχιεπισκοπής Κύπρου μεταφέρθηκε και στην Κύπρο το 1967 μ.Χ. για μερικές μέρες κι εξετέθηκε σε ευλαβικό προσκύνημα.

Όπως αναφέρει μια Κυπριακή παράδοση, σε μια περιοδεία του, ο Απόστολος Ανδρέας, πήγε και στην Κύπρο. Το καράβι, που τον μετέφερε στην Αντιόχεια από την Ιόππη, λίγο πριν προσπεράσουν το γνωστό ακρωτήρι του αποστόλου Ανδρέα και τα νησιά, που είναι γνωστά με το όνομα Κλείδες, αναγκάστηκε να σταματήσει εκεί σ' ένα μικρό λιμανάκι, γιατί κόπασε ο άνεμος. Τις μέρες αυτές της νηνεμίας τους έλειψε και το νερό. Ένα πρωί, που ο πλοίαρχος βγήκε στο νησί κι έψαχνε να βρει νερό, πήρε μαζί του και τον απόστολο. Δυστυχώς πουθενά νερό. Κάποια στιγμή, που έφτασαν στη μέση των δύο εκκλησιών, που υπάρχουν σήμερα, της παλαιάς και της καινούργιας, που 'ναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ο άγιος γονάτισε μπροστά σ' ένα κατάξερο βράχο και προσευχήθηκε να στείλει ο Θεός νερό. Ποθούσε το θαύμα, για να πιστέψουν όσοι ήταν εκεί στον Χριστό. Ύστερα σηκώθηκε, σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τον βράχο και το θαύμα έγινε. Από τη ρίζα του βράχου βγήκε αμέσως μπόλικο νερό, που τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ' ένα λάκκο της παλαιάς εκκλησίας κι απ' εκεί προχωρεί και βγαίνει από μια βρύση κοντά στη θάλασσα. Είναι το γνωστό αγίασμα. Το ευλογημένο νερό, που τόσους ξεδίψασε, μα και τόσους άλλους, μυριάδες ολόκληρες, που το πήραν με πίστη δρόσισε και παρηγόρησε. Και πρώτα-πρώτα το τυφλό παιδί του καπετάνιου.

Ήταν κι αυτό ένα από τα πρόσωπα του καραβιού που μετέφερε ο πατέρας. Γεννήθηκε τυφλό και μεγάλωσε μέσα σε ένα συνεχές σκοτάδι. Ποτέ του δεν είδε το φως. Δένδρα, φυτά, ζώα αγωνιζόταν να τα γνωρίσει με το ψαχούλεμα. Εκείνη την ήμερα, όταν οι ναύτες γύρισαν με τα ασκιά γεμάτα νερό κι εξήγησαν τον τρόπο που το βρήκαν στο νησί, ένα φως γλυκιάς ελπίδας άναψε στην καρδιά του δύστυχου παιδιού. Μήπως το νερό αυτό, σκέφτηκε, που βγήκε από τον ξηρό βράχο ύστερα απ' την προσευχή του παράξενου εκείνου συνεπιβάτη τους, θα μπορούσε να χαρίσει και σ' αυτόν το φως του που ποθούσε; Αφού με θαυμαστό τρόπο βγήκε, θαύματα θα μπορούσε και να προσφέρει. Με τούτη την πίστη και τη βαθιά ελπίδα ζήτησε και το παιδί λίγο νερό. Διψούσε. Καιγόταν απ' τη δίψα. Ο απόστολος, που ήταν εκεί, έσπευσε κι έδωσε στο παιδί ένα δοχείο γεμάτο από το δροσερό νερό. Όμως το παιδί προτίμησε, αντί να δροσίσει με το νερό τα χείλη του, να πλύνει πρώτα το πρόσωπο του. Και ω του θαύματος! Μόλις το δροσερό νερό άγγιξε τους βολβούς των ματιών του παιδιού, το παιδί άρχισε να βλέπει!

Κι ο απόστολος, που τον κοίταζαν όλοι με θαυμασμό, άρχισε να τους μιλά και να τους διδάσκει τη νέα θρησκεία. Το τέλος της ομιλίας πολύ καρποφόρο. Όσοι τον άκουσαν πίστεψαν και βαφτίστηκαν. Την αρχή έκανε ο καπετάνιος με το παιδί του, που πήρε και το όνομα Ανδρέας. Κι ύστερα όλοι οι άλλοι επιβάτες και μερικοί ψαράδες που ήσαν εκεί. Πίστεψαν όλοι στον Χριστό που τους κήρυξε ο απόστολος μας και βαφτίστηκαν. Φυσικά το θαύμα της θεραπείας του τυφλού παιδιού, ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα. Στο μεταξύ ο άνεμος άρχισε να φυσά και το καράβι ετοιμάστηκε για να συνεχίσει το ταξίδι του. Ο απόστολος, αφού κάλεσε κοντά του όλους εκείνους που πίστεψαν στον Χριστό και βαφτίστηκαν, τους έδωκε τις τελευταίες συμβουλές του και τους αποχαιρέτησε.

Αργότερα, μετά από χρόνια, κτίστηκε στον τόπο αυτόν που περπάτησε και άγιασε με την προσευχή, τα θαύματα και τον ιδρώτα του ο Πρωτόκλητος μαθητής, το μεγάλο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, που με τον καιρό είχε γίνει παγκύπριο προσκύνημα. Κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητές απ' όλα τα μέρη της Κύπρου, ορθόδοξοι και ετερόδοξοι κι αλλόθρησκοι ακόμη, συνέρεαν στο μοναστήρι, για να προσκυνήσουν τη θαυματουργό εικόνα του αποστόλου, να βαφτίσουν εκεί τα νεογέννητα παιδιά τους και να προσφέρουν τα δώρα τους, για να εκφράσουν τα ευχαριστώ και την ευγνωμοσύνη τους στον θείο απόστολο. Κολυμβήθρα Σιλωάμ ήταν η εκκλησία του για τους πονεμένους. Πλείστα όσα θαύματα γινόντουσαν εκεί σε όσους μετέβαιναν με πίστη αληθινή και συντριβή ψυχής.

Διαβάστε εδώ, μια Παράκληση στον Απόστολο Ανδρέα, ποίημα του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’.
Ὡς τῶν Ἀποστόλων Πρωτόκλητος, καὶ τοῦ Κορυφαίου αὐτάδελφος, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων Ἀνδρέα ἱκέτευε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν τῆς ἀνδρείας ἐπώνυμον θεηγόρον, καὶ μαθητῶν τὸν πρωτόκλητον τοῦ Σωτῆρος, Πέτρου τὸν σύγγονον εὐφημήσωμεν· ὅτι ὡς πάλαι τούτῳ, καὶ νῦν ἡμῖν ἐκέκραγεν· Εὑρήκαμεν δεῦτε τὸν ποθούμενον.

Μεγαλυνάριον
Πρώτος προσπελάσας τω Ιησού, Πρωτόκλητος ώφθης, και ακρότης των Μαθητών, Ανδρέα θεόπτα, εντεύθεν διανύεις, παθών τας αναβάσεις της αναστάσεως.




Οπτικοακουστικό Υλικό
media
Ακούστε το απολυτίκιο!
media
Ακούστε το απολυτίκιο!




Διάφορα Αρχεία
Παράκληση στον Απόστολο Ανδρέα




Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Julia Hayes© (www.ikonographics.net)
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Julia Hayes© (www.ikonographics.net)

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Μιχαήλ Χατζημιχαήλ© www.michaelhadjimichael.com
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Μιχαήλ Χατζημιχαήλ© www.michaelhadjimichael.com

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Αντρέι Ρουμπλιόβ 1408 μ.Χ.
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Αντρέι Ρουμπλιόβ 1408 μ.Χ.

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Φώτης Κόντογλου
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Φώτης Κόντογλου

Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Φώτης Κόντογλου
Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος ο Πρωτόκλητος - Φώτης Κόντογλου

Η λειψανοθήκη του Απόστολου Ανδρέα στην Πάτρα
Η λειψανοθήκη του Απόστολου Ανδρέα στην Πάτρα

Ὁ ἅγιος νέος ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Φιλούμενος ὁ Κύπριος: Ἡ ἀπαρχὴ τῶν τοῦ Χριστοῦ μαρτύρων τῆς «Νέας Ἐποχῆς»

Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου
Ὁ ἔνδοξος νέος ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Φιλούμενος, ὁ Θεῷ πεφιλημένος καὶ τὸν Θεὸν φιλήσας σφόδρα, τὸ νεοφανὲς καύχημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ὁ φύλακας Ἁγίων Τόπων καὶ τηρητὴς ἁγίων τρόπων, ἡ ἔνθεος ἀπαρχὴ τῶν μαρτύρων τῶν ἐσχάτων χρόνων, ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τῆς ἁγιοτόκου νήσου Κύπρου.
Ὁ κατὰ κόσμον Σοφοκλῆς Ὀρουντιώτης γεννήθηκε στὶς 15 Ὀκτωβρίου τοῦ ἔτους 1913 στὴν ἐνορία τοῦ Ἁγίου Σάββα στὴ Λευκωσία, ἀλλὰ ἕλκει τὴν καταγωγή του ἀπὸ τὸ χωριὸ Ὀροῦντα τῆς Μητροπολιτικῆς Περιφέρειας Μόρφου.
Γόνος εὐλαβῶν γονέων καὶ τὸν Θεὸν φοβουμένων —τοῦ Γεωργίου καὶ τῆς Μαγδαληνῆς Χασάπη— καὶ «ὑποτακτικὸς» τῆς εὐλογημένης γιαγιᾶς του Ἀλεξάνδρας, ὁ ἅγιος Φιλούμενος μυήθηκε ἀπὸ πολὺ νωρὶς σ’ ἕνα μοναχικὸ τυπικὸ ζωῆς. Παιδιόθεν ἔμαθε νὰ προσεύχεται, νὰ νηστεύει, νὰ ἐκκλησιάζεται καὶ νὰ μελετᾶ τὴν Ἁγία Γραφή, τὰ συναξάρια καὶ τοὺς βίους τῶν ἁγίων. Ἰδιαίτερα τοῦ ἄρεσε νὰ διαβάζει τὸν βίο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου, τοῦ ὁποίου ἡ βιοτὴ τόσο τὸν εἶχε θέλξει, ὥστε ἄναψε μέσα του ἔντονη τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀναχωρήσει ἐκ τοῦ κόσμου γιὰ νὰ ζήσει τὴν κατὰ Θεὸ μοναχικὴ ζωή.
Ἔτσι, τὸ καλοκαίρι τοῦ 1927, μαζὶ μὲ τὸν δίδυμο ἀδελφό του Ἀλέξανδρο (τὸν μετέπειτα ἱερομόναχο Ἐλπίδιο), ἐγκατέλειψαν τὸ πατρικό τους σπίτι καὶ μετέβησαν στὴν παλαίφατη καὶ περιώνυμη Μονὴ τοῦ Σταυροβουνίου, ὅπου κοινοβίασαν καὶ παρέμειναν γιὰ 5 χρόνια, ὑποτασσόμενοι «ἐν παντὶ» στὸν τότε ἡγούμενο, ἐνάρετο Γέροντα Βαρνάβα.
Τὸ 1934 —Θεοῦ τῇ νεύσει— τὰ δύο εὐλογημένα τοῦτα ἀδέλφια, μετὰ ἀπὸ διετὴ ἀνάρρωση ἕνεκα ἀσθένειας, ἀναχωροῦν ἀπὸ τὴν τροφὸ Μονὴ Σταυροβουνίου καὶ μεταβαίνουν στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ ἐγγραφοῦν στὸ ἐκεῖ Γυμνάσιο τοῦ Πατριαρχείου. Στὸν τρίτο χρόνο φοίτησής τους στὸ Γυμνάσιο, ὁ Σοφοκλῆς καὶ ὁ Ἀλέξανδρος κείρονται μοναχοὶ ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Τιμόθεο Θέμελη, μετονομασθέντες σὲ Φιλούμενο καὶ Ἐλπίδιο, ἀντιστοίχως. Λίγους μῆνες μετά, χειροτονήθηκαν καὶ διάκονοι. Τὸ 1943 ὁ Φιλούμενος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἕξι χρόνια ἀργότερα ἔλαβε καὶ τὸ ὀφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτη.
Ἐνῶ ὁ ἀδελφός του Ἐλπίδιος, μετὰ ἀπὸ πολυποίκιλη εὐδόκιμη διακονία στοὺς Ἁγίους Τόπους, ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γῆ, ἀκολουθώντας μία εὐλογημένη πορεία διακονίας σὲ πολλοὺς τόπους καὶ χῶρες, ὁ ἅγιος Φιλούμενος, ἀποφοιτώντας ἀπὸ τὴ Σχολὴ τοῦ Πατριαρχείου, παρέμεινε στοὺς Ἁγίους Τόπους, ὅπου ὑπηρέτησε εὐδοκίμως, ὡς μέλος τῆς Ἁγιοταφικῆς ἀδελφότητας, ἐπὶ 45 συνεχῆ χρόνια. Διακόνησε ὡς ἡγούμενος σὲ διάφορα προσκυνήματα —στὴν Τιβεριάδα, στὴν Ἰόππη, στὴ Μονὴ τοῦ Ἀρχαγγέλου, στὴ Ραμάλλα, στὸν Ἀββᾶ Θεοδόσιο, στὸν Προφήτη Ἠλία, στὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ— ἀπ’ ὅπου ὑπηρέτησε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ πόνο τὸ ἑκάστοτε ποίμνιό του.
Ὁ κόσμος, καὶ κυρίως οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, μὲ τοὺς ὁποίους συναναστρεφόταν καθημερινά, στηρίζοντάς τους πνευματικὰ καὶ ὑλικά, τὸν ἀγαποῦσαν καὶ τὸν σέβονταν. Πολλοὶ μάλιστα τὸν εὐλαβοῦνταν ὡς ἄνθρωπο ὁσιακῆς βιοτῆς, ἀφοῦ ἀπὸ πολὺ νωρὶς ἀπέκτησε τὴ φήμη ἑνὸς ἐξαιρετικοῦ ἱερομονάχου καὶ πνευματικοῦ.
Ἡ ζωή του ἦταν ἁπλὴ καὶ ταπεινή, σύμφωνη, ὅσο ἦταν δυνατόν, μὲ τὸ αὐστηρὸ μοναχικὸ τυπικό, ποὺ παρέλαβε ὡς παρακαταθήκη ἀπὸ τοὺς πρώτους πνευματικούς του πατέρες στὸ Σταυροβούνι. Συνέβη καὶ μὲ τὸν ἅγιό μας αὐτό, ποὺ λένε τὰ πατερικὰ κείμενα, ὅτι δηλαδὴ ἡ πρώτη «βαφὴ» στὴν πνευματικὴ ζωὴ παραμένει ἀνεξίτηλη. Ὁ ἴδιος ἦταν πολὺ αὐστηρὸς νηστευτής• συνήθως ἔτρωγε ἐλάχιστα καὶ χωρὶς νὰ ἔχει ἀπαιτήσεις γιὰ τὸ εἶδος τοῦ φαγητοῦ. Τὸ ἴδιο αὐστηρὸς ἦταν καὶ στὸ θέμα τῆς προσευχῆς καὶ τῆς τέλεσης τῶν Ἀκολουθιῶν. Στὶς Ἀκολουθίες, μάλιστα κατὰ τὸ διάστημα ποὺ ὑπηρέτησε ὡς Τυπικάρης στὸν μοναστηριακὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης, ἤθελε τὸ τυπικὸ καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ τάξη νὰ τηροῦνται μὲ πολλὴ ἀκρίβεια.
Ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα τὴ μελέτη —γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν καλὰ καταρτισμένος θεολογικὰ— καὶ τοῦ ἄρεσε νὰ διηγεῖται κομμάτια ἀπὸ τὰ βιβλία ποὺ διάβαζε στοὺς προσκυνητὲς ποὺ τὸν ἐπισκέπτονταν. Πολλὲς φορὲς τοῦ εἶχαν προτείνει νὰ φύγει ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ σπουδάσει καὶ ἐπιστρέφοντας νὰ ἀνεβεῖ σὲ μιὰ ψηλότερη ἐκκλησιαστικὴ τάξη. Ὁ ἅγιος ὅμως πάντοτε ἀρνιόταν, ἀφοῦ ὁ μόνος του πόθος ἦταν νὰ ἐκπροσωπεῖ θεάρεστα τὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων στὶς ποικίλες διακονίες ποὺ τοῦ ἀνέθετε, παραμένοντας ὑπόδειγμα μοναχοῦ καὶ κληρικοῦ.
Τὸ τελευταῖο προσκύνημα, στὸ ὁποῖο διορίστηκε, ἦταν τὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακώβ. Ἐκεῖ εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει πολλὲς δυσκολίες, γιατὶ συχνὰ τὸν ἐπισκέπτονταν φανατικοὶ Σιωνιστές, ἀπαιτώντας νὰ ἀφαιρέσει τὶς εἰκόνες καὶ τὸν Σταυρὸ ἀπὸ τὸν ναό. Πολλὲς φορὲς μάλιστα τὸν ἀπειλοῦσαν ὅτι θὰ τὸν σκότωναν ἂν δὲν ἔφευγε ἀπὸ τὸ προσκύνημα, ἀλλὰ αὐτὸς εἶχε πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ παραμείνει ἐκεῖ, ὅ,τι καὶ ἂν συνέβαινε.
Τὸ ἀπόγευμα τῆς 29ης Νοεμβρίου τοῦ 1979, μέρα ποὺ ἡ Ἐκκλησία μᾶς τιμᾶ τὴ μνήμη τοῦ παλαιοῦ ἁγίου μάρτυρος Φιλουμένου τοῦ ἐν Ἀγκύρᾳ, μαρτυρήσαντος ἐν ἔτει 270, «ἄγνωστοι» εἰσῆλθαν στὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ καὶ ἐπιτέθηκαν στὸν ἅγιο. Τὸν σκότωσαν, κτυπώντας τον μὲ τσεκούρι στὸ πρόσωπο, στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια. Στὴ συνέχεια βεβήλωσαν τὴν ἐκκλησία, ἐνῶ, φεύγοντας, ἔριξαν καὶ μιὰ χειροβομβίδα, καταστρέφοντας τὸν ἐσωτερικὸ χῶρο σχεδὸν ὁλοσχερῶς.
Τὸ σκήνωμα τοῦ ἁγίου μεταφέρθηκε γιὰ νεκροψία στὸ Τὲλ Ἀβὶβ καὶ παρόλο ποὺ οἱ ἀρχὲς τὸ ἔδωσαν στοὺς πατέρες τοῦ Πατριαρχείου μετὰ ἀπὸ πέντε μέρες, δὲν παρουσίαζε νεκρικὴ ἀκαμψία, ἀλλὰ ἦταν μαλακὸ καὶ εὐλύγιστο, σὰν νὰ ἦταν ἐν ζωῇ.
Ἡ κηδεία τοῦ μάρτυρος ἔγινε στὸν ναὸ τῆς Ἁγίας Θέκλας στὶς 4 Δεκεμβρίου τοῦ 1979, παρόντων τῶν Ἁγιοταφιτῶν πατέρων, συγγενῶν τοῦ ἁγίου καὶ πλήθους κόσμου, ὄχι μόνον Ὀρθοδόξων, ἀλλὰ καὶ ἑτεροδόξων καὶ μουσουλμάνων. Ἀκολούθησε ἡ ταφή του στὸ κοιμητήριο τῆς Ἁγιοταφικῆς ἀδελφότητας στὴν Ἁγία Σιών.
Τέσσερα χρόνια μετὰ τὴ μαρτυρικὴ τελείωση τοῦ ἁγίου Φιλουμένου, στὶς 30 Νοεμβρίου τοῦ 1983, λήφθηκε ἡ ἀπόφαση ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο νὰ γίνει ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του. Ὅσοι ἦταν παρόντες ὅμως στὴν ἐκταφή του, βρέθηκαν μπροστά σὲ ἕνα θαυμαστὸ γεγονός: Ὅταν ἀνοίχθηκε ὁ τάφος, τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος ἦταν ἄφθορο καὶ εὐωδιάζον, ὡς ἄνωθεν ἐπισφράγιση τῆς ἔνταξής του «ἐν σκηναῖς Ἁγίων».
Στὴ συνέχεια ξανακλείστηκε ὁ τάφος καὶ ἄνοιξε ξανὰ στὶς 26 Δεκεμβρίου τοῦ 1984. Τὸ σκήνωμα τοῦ π. Φιλουμένου βρέθηκε καὶ πάλι νὰ εὐωδιάζει καὶ νὰ διατηρεῖ μερικὴ ἀφθαρσία. Τότε, οἱ Ἁγιοταφίτες τὸ τοποθέτησαν στὸ Ἱερὸ Βῆμα τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σιών. Στὶς μέρες μας ἔχει ὁλοκληρωθεῖ στὸν τόπο μαρτυρίου τοῦ ἁγίου περικαλλὴς τρίκλιτος ναός, τοῦ ὁποίου τὸ ἕνα κλίτος εἶναι ἀφιερωμένο στὸ ὄνομά του. Ἐκεῖ μεταφέρθηκε τὸ 2008 καὶ τὸ χαριτόβρυτο σκήνωμά του. Σ’ αὐτὸ προστρέχουν καὶ πολλοὶ ποὺ εὐλαβοῦνται τὸν ἅγιο —ὄχι μόνον Ὀρθόδοξοι, ἀλλὰ καὶ ἑτερόδοξοι, ἀκόμη καὶ μουσουλμάνοι— ζητώντας τὶς πρὸς τὸν Κύριον πρεσβεῖες του. Στὶς 29 Νοεμβρίου τοῦ 2009 ἔγινε ἀπὸ τὴ Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων καὶ ἡ ἐπίσημη διακήρυξη τῆς ἁγιότητος τοῦ εὐκλεοῦς νέου ἱερομάρτυρος Φιλουμένου. Γιὰ περισσότερα βιογραφικὰ στοιχεῖα καὶ μερικὲς ἀπὸ τὶς πολλὲς θαυμαστὲς παρεμβάσεις τοῦ ἁγίου παραπέμπουμε τοὺς φιλάγιους ἀναγνῶστες στὴν πρόσφατη ἐξαίρετη καὶ ἄρτια ἔκδοση «Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Φιλούμενος ὁ Κύπριος» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου Ὀρούντης τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Μητροπολιτικῆς περιφερείας (Κύπρος, 2013). Μία μόνο θαυμαστὴ πρόρρηση τοῦ ἁγίου θὰ παραθέσω στὴν ἀγάπη σας, πρὶν μεταβῶ στὴ δεύτερη ἑνότητα τοῦ παρόντος κειμένου.
Τὸ 1978, ὁ ἅγιος Φιλούμενος, ἕνα ἔτος πρὶν ἀπὸ τὸ μαρτυρικό του τέλος, ἔτυχε νὰ συνοδεύει ἕνα λεωφορεῖο μὲ προσκυνητές. Τότε συνέβη καὶ ἕνα ἐνδιαφέρον περιστατικό, τὸ ὁποῖο διασώζει ὁ Ἁγιοταφίτης μοναχὸς Παντελεήμων.
«Ὅταν ἤμουν ἀκόμα λαϊκός», ἀναφέρει, «ἦρθα ὡς προσκυνητὴς στὰ Ἱεροσόλυμα, μὲ τὸν κ. Δημήτρη Παναγόπουλο, τὸν γνωστὸ μακαριστὸ λαϊκὸ ἱεροκήρυκα. Τὶς μέρες ποὺ ἤμασταν ἐδῶ, ξεναγὸς στὸ δικό μας λεωφορεῖο ἦταν ὁ ἅγιος Φιλούμενος. Τὴ μέρα, λοιπόν, ποὺ θὰ ἐπισκεπτόμασταν τὸ Ὄρος Θαβώρ, μόλις πήραμε τὸ δρόμο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο φαίνεται ἡ εὐρύτερη ἐκεῖ περιοχή, μᾶς εἶπε: ‘‘Παιδιά μου, θὰ σᾶς πῶ κάτι, τὸ ὁποῖο ἐσεῖς θὰ ζήσετε, ἀλλὰ ἐγὼ δὲν θὰ ζῶ γιὰ νὰ τὸ δῶ. Μέχρι ἐδῶ (στὸν κάμπο δηλαδὴ τοῦ Θαβώρ), θὰ ἔρθει ὁ ρωσικὸς στρατός. Θὰ κατέβει ἀπὸ τὸν Καύκασο καὶ θὰ κάνει πολλὲς καταστροφές. Ὁ σκοπός του θὰ εἶναι νὰ φτάσει στὰ Ἱεροσόλυμα, ἀλλὰ ἐδῶ θὰ σταματήσει• δὲν θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ πᾶνε παρακάτω.’’ Αὐτό, πιστεύω, ἦταν μία ἀποκάλυψη, ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν ἅγιο ἐκείνη τὴ συγκεκριμένη μέρα, μιὰ καὶ ὁ ἴδιος ἦταν αὐστηρὰ ὀλιγολόγος καί, ὅταν μιλοῦσε, μιλοῦσε μόνο γιὰ νὰ ὁδηγήσει τοὺς ἀνθρώπους στὸν Χριστό.»
Τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου Φιλουμένου στὶς μέρες μας ἀποκτᾶ ἰδιαίτερη σημασία, γιατί, κατὰ κάποιον τρόπο, προεικονίζει τὸ μέλλον μας. Ἕνα μέλλον, ποὺ ὁριοθετεῖται ἀπὸ τὰ παγκόσμια γεγονότα ποὺ ζοῦμε, τῶν πολιτικῶν, τῶν γεωστρατηγικῶν, τῶν κοινωνικῶν, τῶν οἰκονομικῶν ἀλλαγῶν καὶ τῶν βιαίων ἀνατροπῶν ποὺ συμβαίνουν σὲ ὅλο τὸν κόσμο, εἰδικὰ στὴν περιοχή μας, τὴν Ἀνατολικὴ Μεσόγειο, καὶ τὴν εὐρύτερη Ἀνατολή. Ἕνα μέλλον, ποὺ τροχιοδρομεῖ ἡ «Νέα Τάξη Πραγμάτων», πάντοτε ἀσφαλῶς μέσα στὸ πλαίσιο τῆς Θείας Πρόνοιας καὶ παραχώρησης, γιὰ νὰ ἐπιβάλει τὴν ὁλοκλήρωση πραγμάτωσης τῆς ἤδη ἀρξαμένης «Νέας Ἐποχῆς».
Ὅλοι στὴν ἐποχή μας εἴμαστε δέκτες ποικίλων πειρασμῶν, πληροφοριῶν καὶ μηνυμάτων, ποὺ μᾶς ἔρχονται ἀπὸ παντοῦ, τὰ ὁποῖα πολλὲς φορὲς ἀδυνατοῦμε νὰ φιλτράρουμε καὶ νὰ ἀξιολογήσουμε ἐπαρκῶς, ἰδιαιτέρως πνευματικῶς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργεῖται μεγάλη σύγχυση κι ἀνησυχία μέσα στὴ ζωή μας. Ἕνας μεγάλος σύγχρονος Γέροντας τῆς Κύπρου, πρὶν 30 περίπου χρόνια, ἀνέφερε προφητικὰ σὲ προσκυνητὲς ὅτι, μετὰ τὴν ἀνησυχία ποὺ ἤδη τότε εἶχε ἀρχίσει νὰ κατέχει τοὺς ἀνθρώπους, θὰ ἔρθει ἡ ἀπελπισία! Κι αὐτὸ ἤδη τὸ ζοῦμε καὶ τὸ βλέπουμε στὰ πρόσωπα πολλῶν ἀνθρώπων. Ἂν εἶναι κάτι, ποὺ χαρακτηρίζει τὴν ἐποχή μας, εἶναι ἡ πλήρης ἄγνοια, ἡ ἀδιαφορία καὶ ὁ ἐγκλωβισμὸς πολλῶν ἀνθρώπων στὴν πλάνη τῆς πρόσκαιρης ζωῆς, τῆς ἐνστικτώδους βιοτικῆς μέριμνας, ποὺ στερεῖται νοήματος καὶ αἰώνιας προοπτικῆς.
Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Φιλούμενος κι ὅλοι οἱ ἅγιοι διαχρονικά, μᾶς ὑπενθυμίζουν τὴν αἰώνια ζωή, τὴν αἰώνια κοινωνία μὲ τὸν Δημιουργό μας κι ὅτι ζωὴ χωρὶς τὸν Χριστό, εἶναι μιὰ ἄ-χαρη ζωή, ζωὴ δηλαδὴ χωρὶς θεία Χάρη. Μᾶς φανερώνουν μὲ τὸν βίο τους τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴ ζωὴ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, τοῦ αἰωνίου μέλλοντός μας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ βιοτὴ τῶν ἁγίων ἀποτελεῖ, γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, τὸν ὁδοδείκτη ποὺ μᾶς προσανατολίζει ὅταν χανόμαστε καὶ παρεκκλίνουμε τῆς πορείας γιὰ τὴν ὁποία κληθήκαμε, τῆς ὁμοίωσής μας δηλαδὴ μὲ τὸν Θεό. Ἰδιαιτέρως δὲ στὴν ἐποχή μας, θὰ πρέπει νὰ μελετᾶμε τοὺς βίους τῶν ἁγίων καὶ νὰ παραδειγματιζόμαστε ἀπὸ τὸ μαρτυρικό τους φρόνημα, γιατὶ ἐμεῖς καὶ τὰ παιδιά μας πιθανὸν νὰ ζήσουμε γεγονότα καὶ καταστάσεις, ποὺ μόνο ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ ἡ πίστη στὸν Θεὸ θὰ εἶναι ἱκανὴ νὰ ἀντιμετωπίσει.
Στὸν αἰώνα ποὺ εἰσήλθαμε, ὅλο καὶ πιὸ πολὺ αἰσθανόμαστε τὴν ἐξάπλωση τοῦ κακοῦ, καὶ καθημερινῶς γινόμαστε μάρτυρες αὐτῆς τῆς «Νέας Τάξης Πραγμάτων». Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ εἶναι σὰν νὰ ζοῦμε ἀνάμεσα σὲ μυλόπετρες, σὲ μιὰ ἐτσιθελικὴ ἐπιβολὴ ἐννοιῶν, λόγων, πράξεων καὶ νοοτροπιῶν, ποὺ ὑποβιβάζουν τὸν ἄνθρωπο σὲ ὑπάνθρωπο καὶ καταργοῦν τὸ πρόσωπο του, εἴτε μὲ τὴ βία, εἴτε ἐντέχνως.
Ὁ εἰκοστὸς αἰώνας χαρακτηρίστηκε ὡς αἰώνας τῆς ἐκκοσμίκευσης καὶ τῆς ἀδιαφορίας γιὰ τὰ τῆς πίστεως. Κατὰ τὴ διάρκειά του, φαινόταν ἀπολύτως λογικὸ νὰ ὁδηγοῦνται στὸν θάνατο ἑκατομμύρια ἀνθρώπων, ἐν ὀνόματι μεγάλων ἰδεῶν, ὅπως τὸ ἔθνος, ἡ φυλή, ὁ σοσιαλισμός, ἐνῶ τὸ νὰ θυσιάσει κάποιος τὴ ζωή του ὑπὲρ τῆς πίστεως φάνταζε τελείως ἀναχρονιστικὸ καὶ παρωχημένο. Ἡ λέξη «μαρτύριο» στὴ Δύση παρέπεμπε σὲ ἄλλους αἰῶνες, στοὺς διωγμοὺς τῆς ρωμαϊκῆς, τῆς ὀθωμανικῆς, ἡ ὅποιας ἄλλης περασμένης ἐποχῆς. Καί, ὅμως, στὴ Σοβιετικὴ Ἕνωση, κατὰ τὸ πρῶτο κυρίως μισὸ τοῦ 20οῦ αἰώνα, ἀναδείχθηκαν ἑκατόμβες ἁγίων τοῦ Χριστοῦ μαρτύρων.
Ἐνῶ λοιπὸν ὁ ἀναστατωμένος αὐτὸς αἰώνας πλησίαζε στὴ λήξη του, ἔχοντας ἤδη ἐφεύρει κάθε λογῆς «ὄπιο» πρὸς ἀντικατάσταση τῶν θρησκειῶν καὶ προτιμώντας σαφῶς ὁποιαδήποτε ἰδέα ἀπὸ τὸ Πρόσωπο τοῦ ζῶντος Θεοῦ, 21 χρόνια πρὶν ἀπὸ τὸ κλείσιμο τῆς δεύτερης χιλιετίας, ὁ ἀρχιμανδρίτης Φιλούμενος μαρτυρικῶς τελειοῦται εἰς τὸ ἱερὸν προσκύνημα τοῦ Φρέατος τοῦ Ἰακώβ, ἑβδομηκοντάκις διὰ πελέκεως τὴν κεφαλὴν πληγεὶς ὑπὸ φανατικοῦ Ἑβραίου. Ἡ εἴδηση τοῦ μαρτυρίου του τὸ 1979 πέρασε στὰ ψιλὰ καὶ δὲν φάνηκε νὰ ταράζει τὰ νερὰ τῆς ἀδιαφορίας τοῦ αἰῶνος, οὔτε καὶ νὰ ἀπασχολεῖ τὰ πολυάσχολα μυαλά: Μιὰ ἀκόμα δολοφονία σὲ μιὰ ταραγμένη περιοχή, ἴσως μιὰ πράξη πολιτικοῦ ἀκτιβισμοῦ.
Γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅμως, «τὴν στολισαμένην ὡς πορφύραν καὶ βύσσον τὰ αἵματα τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ μαρτύρων» τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀνέκαθεν γνωρίζει καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ μὴν ξεχνᾶ τὴ σημασία καὶ τὴ βαρύτητα τοῦ μαρτυρίου, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ὑπάρχει παρερμηνεία τοῦ γεγονότος: Ὁ θάνατος τοῦ ἁγίου Φιλουμένου, ὅπως καὶ ἡ βιοτή του, ἦταν ὁμολογία πίστεως, ὁμολογία αἵματος, σ’ ἕναν τόπο ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εὐδόκησε νὰ ἀποκαλύψει ἀπερίφραστα στὸν κόσμο ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος. Ὁ ἱερομάρτυς Φιλούμενος, σχεδὸν δύο χιλιάδες χρόνια μετὰ ἀπὸ τὸ μαρτύριο τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου, Τὸν ἀκολουθεῖ στὸν σταυρό, ἀναφαινόμενος ὡς ὁλόλαμπρος ἀστὴρ στὸ πολύφωτο στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Μὲ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Φιλουμένου, λοιπόν, ἡ ἐπὶ γῆς καὶ στρατευομένη Ἐκκλησία χάνει ἕνα Σταυροβουνιώτη, ἕνα Ἁγιοταφίτη, ἕνα Κύπριο. Ἀλλ᾽ ἡ ἐν οὐρανοῖς καὶ θριαμβεύουσα κερδίζει ἕνα οἰκουμενικὸ καὶ ὑπέρχρονο ἅγιο, ὁ ὁποῖος πρεσβεύει ὑπὲρ πάντων στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.
Σήμερα βρισκόμαστε ἀντιμέτωποι μὲ τὸ φανατικὸ Ἰσλάμ, τοῦ ὁποίου οἱ ταγοὶ κυκλοφοροῦν χάρτες κατάληψης ὅλης τῆς Εὐρώπης καὶ συνεχίζουν τὸν ἱερὸ πόλεμο κατὰ τῶν «ἀπίστων», τῶν χριστιανῶν. Καθημερινά, ἀντιμετωπίζουμε τὴν «ἐπιθετικὴ ἐκκοσμίκευση», τὴν κοσμοθεωρία τοῦ ἀθεϊσμοῦ καὶ τοῦ ἀγνωστικισμοῦ, ποὺ οἱ ἐκπρόσωποί της στὴ Δύση ἐπιβάλλουν στὰ κράτη καὶ στόχο ἔχει νὰ διαχωρίσει τὸ κράτος καὶ τὴν κοινωνία ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστη, ἀφαιρώντας της τὴ δημόσια ἔκφραση καὶ τὸν λόγο, εἰδικὰ στὴν Παιδεία, καὶ ὑποβαθμίζοντάς την σὲ ἰδιωτικὴ καὶ ἀτομικὴ ὑπόθεση. Ὁ Δυτικὸς κόσμος σήμερα ὁδηγεῖται στὴν ἀθεΐα, ἀκόμη κι ὅταν δηλώνει πίστη στὸν Χριστό.
Ὅλα αὐτὰ κι ἄλλα πολλὰ περιέχονται στὴν πολιτικὴ τῆς «Νέας Τάξης Πραγμάτων», ποὺ προαναφέραμε, ἡ ὁποία οἰκοδομεῖ τὴν παγκόσμια κυβέρνηση ποὺ θὰ ἐλέγχει οἰκονομικά, πολιτικὰ καὶ κοινωνικὰ ὅλους τοὺς λαούς, μὲ τὸ μυστικὸ χρῆμα. Πολλοὶ εἶναι οἱ μελετητές, ποὺ πίσω ἀπὸ ὅλα αὐτὰ βλέπουν τὸν «Σιωνισμό», ποὺ ἀργὰ καὶ σταθερὰ προετοιμάζει τὸ ἔδαφος ποὺ θὰ διεκδικήσει ἐν καιρῷ τὴ λατρεία ἑνὸς ψευτοθεοῦ, τοῦ Ἀντιχρίστου!
Μπορεῖ ὁ λόγος αὐτὸς σήμερα νὰ ἀκούγεται παράκαιρος, ἀναχρονιστικός, ἴσως καὶ συντηρητικὸς στὰ αὐτιὰ κάποιων, ὑπερβολικὸς ἡ συνωμοσιολογικός, ἀλλὰ τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου Φιλουμένου, οὔτε συνωμοτικὸ ἦταν, οὔτε ὑπερβολικό, ἀλλὰ ἄκρως πραγματικό. Ὁ ἅγιός μας δολοφονήθηκε ἐν ψυχρῷ ἀπὸ Ἑβραίους Σιωνιστὲς στὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακώβ, οἱ ὁποῖοι δὲν ἤθελαν νὰ λειτουργεῖται καὶ νὰ δοξάζεται ἐκεῖ ὁ Τριαδικὸς Θεός. Κι αὐτὸ τὸ γνώριζε, ἀφοῦ μία ἑβδομάδα πρὶν ἀπὸ τὸ μαρτύριό του, ποὺ συνέβη τὴν 29η Νοεμβρίου μὲ τὸ νέο ἡμερολόγιο, τὴν ἡμέρα ποὺ ἑορτάζει ὁ μάρτυς Φιλούμενος τῶν παλαιῶν χρόνων, πῆγε νὰ πάρει πρόσφορα γιὰ τὶς Λειτουργίες ποὺ ἔκανε τὶς καθημερινές, ἀπὸ ἕνα μοναστήρι, τὸ ὁποῖο ἔχει Κύπριες μοναχές, αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στὴ Βηθανία. Ἐκεῖ εἶχε ἕνα φίλο, τὸν μακαριστὸ πατέρα Θεοδόσιο, κι αὐτὸς ἄνθρωπος ἐνάρετος. «Ἦρθε στὸ μοναστήρι», ἀναφέρει ἡ ἀδελφὴ Μητροδώρα, «καὶ ζήτησε ἕνα πρόσφορο, γιὰ νὰ κάνει λειτουργία.» «Πῶς πᾶς, πάτερ Φιλούμενε;», τὸν ρώτησε ὁ πατὴρ Θεοδόσιος. «Τί νὰ κάνω, Γέροντα», τοῦ λέει, «ἐκεῖ οἱ Ἑβραῖοι μὲ ἀπειλοῦν, ὅτι θὰ μὲ σκοτώσουν. Ἂς μὲ σκοτώσουν. Τί νὰ κάνω ἄλλο; Ἕνα μαρτύριο θὰ μᾶς σώσει.»
Ὁ δὲ σημερινὸς τολμηρὸς φύλακας τοῦ Φρέατος, ὁ πατὴρ Ἰουστίνος, μοῦ εἶπε κάποτε: «Δεσπότη μου, γιὰ νὰ μείνω ἐκεῖ, ἔχω ἕξι σκύλους». Γιὰ τὸν φόβο του ἀπὸ φανατικοὺς Ἑβραίους, ἀπὸ κλέπτες, ἀπὸ ἀκραίους ἰσλαμιστὲς Παλαιστινίους καὶ γιὰ πολλοὺς ἄλλους λόγους. Καὶ τὸν ρώτησα: «Πόσους σκύλους εἶχε ὁ πατὴρ Φιλούμενος;» Καὶ μοῦ ἀπάντησε: «Εἶχε τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.»
Ἄρα, τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου μας ἦταν ἐν ἐπιγνώσει, δὲν ἦταν ἀτύχημα, οὔτε δολοφονία. Ὄχι, ἦταν μαρτύριο. Μαρτύριο, ποὺ συνεχίζει τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ θεωρεῖ τὸ μαρτύριο αὐτὸ ὡς μίμηση τοῦ πάθους τοῦ «Πρωτομάρτυρος» Χριστοῦ, κι ὡς προϋπόθεση σωτηρίας καὶ αἰωνίου κοινωνίας μὲ τὸν Ζῶντα Θεό. Ὁ Σύριος ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, ὁ δεύτερος ἐπίσκοπος τῆς Ἀντιοχείας, μαθητὴς τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου, ποὺ μαρτύρησε τὸ 117 καὶ ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴ μνήμη του στὶς 20 Δεκεμβρίου, ἀρνούμενος νὰ διασωθεῖ, ὅπως τὸν προέτρεπαν οἱ χριστιανοί, σὲ ἐπιστολή του στοὺς χριστιανοὺς τῆς Ρώμης λέει: «ἐπιτρέψατέ μοι μιμητὴν εἶναι τοῦ πάθους τοῦ Θεοῦ μου» (Ῥωμ. 6, 3).
Τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου Φιλουμένου ἀποτελεῖ ἕνα ὁρόσημο μέσα στὸν χρόνο τοῦ κόσμου. Σηματοδοτεῖ τὴ λήξη τοῦ αἰώνα τῆς ἀδιαφορίας καὶ τῆς χλιαρότητας καὶ τὴν ἔναρξη μιᾶς ἐποχῆς, ὅπου ὅλα πιὰ θὰ τίθενται καθαρὰ σὲ ὅρους πνευματικούς. Ἐκεῖνοι, ποὺ ἔδωσαν ἑβδομήντα τσεκουριὲς στὸ κεφάλι τοῦ μάρτυρος, δὲν εἶχαν κίνητρα πολιτικά, δὲν ἦταν ἄθεοι, οὔτε κοινοὶ κακοποιοί, ποὺ πῆγαν γιὰ νὰ κλέψουν. Ἔκαναν ὅ,τι ἔκαναν στὸ ὄνομα τῆς θρησκείας, ἐπικαλούμενοι τὸν «θεό». Πιθανὸν μάλιστα νὰ ἔκαναν καὶ τὶς νενομισμένες προσευχές τους πρὶν τὸν ἀνόσιο φόνο, νὰ τέλεσαν τὰ «θρησκευτικά τους καθήκοντα». Καθόλου ἀπίθανο δέ, νὰ θεωροῦν ἀκόμα πὼς τὸ ἀνοσιούργημά τους συνιστᾶ ἐπίσης «μαρτυρία πίστεως», πὼς εἶναι ἡ προσωπική τους συμβολὴ στὸν ἱερὸ πόλεμο ἐνάντια στὸ κακό. Καί, ὅπως τὸ ἐξέφρασε τὸ πανάγιο στόμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ: «ἀλλ᾽ ἔρχεται ὥρα, ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ» (Ἰω. 16,2).
Μὲ ὅσα βλέπουμε νὰ συμβαίνουν σήμερα σ’ ὅλη τὴν Ἀνατολή, τὴν Ἀσία, τὴν Ἀφρική, ἀκόμα καὶ στὴν Εὐρώπη, σκεφτόμαστε πὼς τὸ μαρτύριο τοῦ ἁγίου Φιλουμένου ἦταν κατὰ κάποιο τρόπο ἕνα προοίμιο μιᾶς νέας μαρτυρικῆς ἐποχῆς. Στὸν νέο αἰώνα μας, ὁ διωγμὸς τῆς Ἐκκλησίας τείνει πλέον νὰ λάβει μαζικὲς διαστάσεις, παραβαλλόμενος σὲ μερικὲς περιπτώσεις, ὅπως στὴ γειτονικὴ Συρία, μὲ τοὺς διωγμοὺς τῶν πρώτων αἰώνων. Ἡ ψευδαίσθηση τῆς ἀνεξιθρησκείας, ποὺ πρὸς στιγμὴν καλλιέργησε ἡ Δύση ἐν ὀνόματι τῆς κατανάλωσης, κατέρρευσε μὲ πάταγο. Σήμερα βλέπουμε στὶς τηλεοράσεις νὰ κόβουν κεφάλια, μὲ τὶς ἴδιες πάντα ἰαχὲς ἐν ὀνόματι τοῦ «μόνου θεοῦ». Ὁ 21ος αἰώνας λοιπόν, συνεχίζει νὰ εἶναι αἰώνας μαρτυρίου κι ὁμολογίας γιὰ ἐμᾶς τοὺς χριστιανούς. Ἤδη τὰ γεγονότα στὴ Συρία καὶ στὸ Ἰράκ, ὅπου ἐκεῖ φανατικοὶ μουσουλμάνοι σφαγιάζουν χριστιανοὺς μὲ τὴν ἀνοχὴ τῶν Δυτικῶν καὶ τὴν ἀπόκρυψη τῶν σφαγῶν αὐτῶν ἀπὸ πολλὰ δυτικὰ ΜΜΕ, προδιαγράφει τὸ μέλλον ποὺ ἔρχεται. Σύμφωνα μὲ τὴν ὀργάνωση Open Doors, ἡ ὁποία ὑποστηρίζει τοὺς χριστιανοὺς ποὺ ὑφίστανται διώξεις, μόνο τὸ 2013 καταγράφηκαν 1213 δολοφονίες Σύριων χριστιανῶν. Τὰ ἴδια ἔχουν συμβεῖ μὲ τὴ λεγόμενη «ἀραβικὴ ἄνοιξη» κι ἐξακολουθοῦν νὰ συμβαίνουν σὲ πολλὲς μουσουλμανικὲς χῶρες, ὅπου φανατικοὶ τζιχαντιστὲς δολοφονοῦν χριστιανούς.
Σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη, ξεκινοῦν γιὰ φόνο στὸ ὄνομα τῆς «ἀληθινῆς πίστης». Ποιός ὅμως ἔχει τὴν ἀληθινὴ πίστη; OΦιλούμενος ἔχει τὴν ἀληθινὴ πίστη, ποὺ δὲν θέλει νὰ ὑπερισχύσει, δὲν θέλει νὰ ἐπιβληθεῖ, δὲν θέλει κἂν νὰ ἀντισταθεῖ, τείνοντας τὸν τράχηλο στὸν δήμιο ἕνεκεν τῆς ἀγάπης. Κι ἡ ἀγάπη αὐτή, ποὺ εἶναι τόσο μεγάλη, ποὺ τὸν κάνει νὰ μὴ λογαριάζει τὴν ἴδια τὴ ζωή του, ἔχει θέση γιὰ ὅλους, ἀκόμα καὶ γιὰ τὸν δήμιο. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ σεπτό του σκῆνος εὐωδιάζει ἄφθορο, θυμίζοντας σὲ ὅλους μας παρήγορα, πὼς ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὶς θρησκεῖες.      
Ζοῦμε λοιπὸν σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο κι ὄχι ἀλλοῦ, κι ἔχομε ὑποχρέωση νὰ συνυπάρξουμε μὲ ὅλους καὶ μὲ ὅλα, καὶ μὲ τοὺς ἁγίους καὶ μὲ τοὺς ὑπηρέτες τοῦ ἀντίθετου πνεύματος. Ἀλλὰ γιὰ νὰ συνυπάρξεις, θὰ πρέπει πρῶτα νὰ ὑπάρχεις. Κι ὁ ἅγιος Φιλούμενος αὐτὸ τὸ ἤξερε πολὺ καλὰ καὶ τὸ ἐφάρμοζε στὴ ζωή του. Ὁ ἅγιος Φιλούμενος ἐπέλεξε συνειδητὰ νὰ εἶναι ἕνας αὐστηρὸς Ὀρθόδοξος ἱερομόναχος, ζηλωτὴς τῶν πατρώων παραδόσεων τῆς Πίστεώς μας. Αὐτὸς ἦταν ὁ Ὀρθόδοξος τρόπος ὕπαρξής του. Αὐτὸς ὅμως ὁ Ὀρθόδοξος τρόπος ὕπαρξης τοῦ ἁγίου Φιλουμένου δὲν τὸν ἐμπόδιζε, οὔτε τὸν φόβιζε νὰ συνυπάρχει μὲ Ἑβραίους, μὲ Ἄραβες Μουσουλμάνους, μὲ τὴ Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν. Γνώριζε τοὺς κινδύνους ἀπ᾽ αὐτὴ τὴ συνύπαρξη, ἀλλὰ ποτὲ δὲν ἐγκατέλειψε τὸ χρέος του ὡς Ἁγιοταφίτης, ὡς φύλακας ἁγίων Τόπων καὶ τρόπων. Αὐτὸ εἶναι ἕνα πολὺ ἰσχυρὸ μήνυμα γιὰ μᾶς, ποὺ φοβούμαστε νὰ συνυπάρξουμε μὲ τὸν διαφορετικὸ ἄνθρωπο, τὸν ξένο, τὸν ἀλλόθρησκο. Αὐτὸς ὁ φόβος μας φανερώνει ἔλλειμμα Ὀρθοδοξίας καὶ Ὀρθοπραξίας. Οἱ Ὀρθόδοξοι ἅγιοί μας ὀρθοτομοῦν λόγον ἀληθείας ἐν παντὶ καιρῷ καὶ τόπῳ, χωρὶς φόβον καὶ χωρὶς πάθος. Γι᾽αυτὸ καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἐπέλεξε τὸν ἅγιο Φιλούμενο νὰ εἶναι ὁ πρῶτος μάρτυρας τῆς «Νέας Ἐποχῆς», τῆς «Νέας Τάξης Πραγμάτων». Ὁ ἅγιος Φιλούμενος δὲν εἶναι ἁπλὰ ἕνας ἱερομάρτυρας, ἀλλὰ ὁσιομάρτυρας, γιατί, πρὶν μαρτυρήσει, ζοῦσε ὀσιακά. Ὅπως σχετικὰ καταθέτει ὁ μακαριστὸς ἐνάρετος Γέροντας Σεραφείμ, ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα• «Ὁ π. Φιλούμενος ἦταν ἅγιος ἄνθρωπος. Ζοῦσε βιοτὴν ὁσιακὴν ἀπὸ μικρός. Γι’ αὐτὸ τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς καὶ μαρτύρησε, δίνοντάς του μάλιστα μαζὶ μὲ τὴν ἀφθαρσία καὶ εὐωδία τοῦ σκήνους του καὶ τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν, ὡς ἄνωθεν ἐπισφράγιση τῆς ἔνταξής του ἐν σκηναῖς Ἁγίων.» Ἤξερε, δηλαδή, ὁ ἅγιος, νὰ συνυπάρχει μὲ τοὺς ἀλλοφύλους, διότι πάνω ἀπὸ ὅλα ἤξερε νὰ ὑπάρχει ὡς Ὀρθόδοξος χριστιανός. Ἤξερε νὰ ζεῖ τὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ νὰ πεθαίνει γιὰ τὸν Χριστό.
Εἶναι πολὺ μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ σ᾽ ἐμᾶς ἡ παρουσία τοῦ ἁγίου Φιλουμένου, ἀλλὰ κι ὅλων αὐτῶν τῶν μαρτύρων καὶ σύγχρονων ὁσίων, γιατὶ αὐτοὶ εἶναι οἱ τρόποι ζωῆς καὶ ἁγιασμοῦ στὴν Ἐκκλησία μας, ἡ μετάνοια, ἡ ὁσιότητα καὶ τὸ μαρτύριο. Κι ἂς μὴν τὰ νομίζουμε, ὅτι ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν γεγονότα τοῦ παρελθόντος• ἀντιθέτως, ἀφοροῦν ὅσο ποτὲ ἄλλοτε τὴ ζωή μας.
Τέτοιοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι δόθηκαν ὁλοκληρωτικὰ στὸν Χριστό, ἐπισφραγίζοντας μὲ τὸ μαρτυρικό τους αἷμα τὴν πίστη τους σ’ Αὐτόν, ὑπῆρχαν καὶ θὰ ὑπάρχουν ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Θὰ ὑπάρχουν, γιὰ νὰ ὑπενθυμίζουν σὲ ὅλους ἐμᾶς ὅτι πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι καὶ γιὰ τὸ μαρτύριο. Δὲν θὰ ἐπιδιώξουμε τὸ μαρτύριο τοῦ αἵματος, ἀλλά, ἂν ἔρθει ἡ ὥρα, θὰ πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ τὸ ὑπομείνουμε, γιατὶ ὁ Χριστὸς ξέρει καλύτερα ἀπὸ τὸν καθένα μας τί μᾶς συμφέρει. Κι ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ ἅγιός μας σὲ ἐπιστολὴ πρὸς τὶς ἀδελφές του Ἑλένη καὶ Ἀγγελικὴ τὸ 1973, οἱ ὁποῖες τοῦ εἶχαν ἀποστείλει ἕνα βιβλίο Προφητειῶν: «Μοῦ εἶναι βεβαίως χρήσιμον τὸ βιβλίο, ἄλλα δι’ ἡμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς δὲν ἔχει σημασίαν τὸ τί θὰ γίνη• σημασίαν ἔχει νὰ εἴμεθα ἕτοιμοι διὰ τὴν παρουσίαν τοῦ Κυρίου. Εὔχομαι νὰ μᾶς ἀξιώση ὁ Κύριος, ὅσοι ἐλάβομεν τὸ Ἅγιόν Του Ὄνομα εἰς τὸ βάπτισμα, νὰ τὸ τηρήσωμεν ἄσπιλον εἰς τὴν ἡμέραν Αὐτοῦ, διὰ νὰ λάβωμεν τὸν μισθὸν τῶν φρονίμων Παρθένων.»
Τελειώνοντας, τὸ ἐν Χριστῷ μαρτύριο βιώνεται καὶ ὡς ὑπομονὴ στὶς θλίψεις καὶ τὶς ἀσθένειες, ὡς ἀγώνας σκληρὸς πρὸς τὰ πάθη ποὺ μᾶς πολεμοῦν, ὡς μετάνοια γιὰ τὰ λάθη μας, ὡς αὐτοθυσία, ὡς ἀπάρνηση τοῦ ἰδίου τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὡς ἀκλόνητη ὁμολογία τῆς Πίστεώς μας, ἔργῳ καὶ λόγῳ. Ἀλλά, στὴν ὑψηλότερη ἔκφρασή του, πραγματώνεται διὰ τοῦ μαρτυρίου τοῦ αἵματος, μ’ ἕνα θάνατο ποὺ καταργεῖ τὸ βασίλειο τοῦ θανάτου, γιὰ νὰ θριαμβεύσει ἡ Ζωή, ἡ ὄντως Ζωή, ὁ Χριστός! Καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ νέου ἱερομάρτυρος Φιλουμένου καταδεικνύει τὸ ἀμετάβλητον τῆς κλήσεως τοῦ Χριστοῦ μέσα ἀπὸ τοὺς αἰῶνες. Σὲ καιροὺς ὀλιγοπιστίας, ἀμφιβολίας, ἀναστατώσεων, ὁ ταπεινὸς Φιλούμενος κράτησε ἀκλόνητη, σ᾽ ὅλη τὴν ἐπίγεια ζωή του, τὴ βεβαιότητα τῆς πίστεως, θέτοντας τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πάνω κι ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ ζωή του. Ἔτσι, μὲ τὸν θάνατό του χαρίζει σὲ ὅλους περίσσειαν ζωῆς. Ὁ νέος ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ τιμᾶται, ὄχι ἁπλῶς ὡς φύλακας Ἁγίων Τόπων, ἀλλὰ κυρίως ὡς φύλακας ἁγίων τρόπων. Τρόπων ζωῆς ἀληθινῆς, ζωῆς ἐν Χριστῷ, ζωῆς αἰώνιας!
Καθὼς φαίνεται, στὸν αἰώνα, τὸν ὁποῖο διανύουμε, θὰ κληθοῦμε οἱ ὅπου γῆς Ὀρθόδοξοι νὰ καταθέσουμε τὴ μαρτυρία τοῦ πεφιλημένου ἁγίου Φιλουμένου. Πρόκειται γιὰ μαρτυρία-κατάθεση Ὀρθόδοξου τρόπου ζωῆς. Τῆς καθ᾽ ἡμέραν ζωῆς.
Ταῖς τοῦ Σοῦ ἐνδόξου ἱερομάρτυρος Φιλουμένου πρεσβεῖαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν!
http://www.imconstantias.org.cy/2432.html