Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2018

Σχόλιο για την πολιτική σκέψη και ιδεολογία του Ίωνος Δραγούμη: Εθνικισμός, σοσιαλισμός, αντιβενιζελισμός, ανατολισμός


Γύρω από το όνομα του έχει αναπτυχθεί μία ολόκληρη μυθολογία, ένα συνονθύλευμα αντιφατικών λόγων: Τελικά τι ήταν ο Δραγούμης ; Δεξιός ή αριστερός; Εθνικιστής ή κοσμοπολίτης; Σοσιαλιστής ή φιλελεύθερος ; Ίσως αυτό που τον κάνει τόσο ενδιαφέρουσα προσωπικότητα είναι ότι διέλυσε αυτές τις στεγανοποιήσεις με τις οποίες σήμερα ταμπελοποιείται -σχεδόν υποχρεωτικά- ο οποιοσδήποτε πολιτικός, απλός πολίτης ή δημοσιολόγος.
του Μιχάλη Ρέττου, φιλολόγου
Διπλωμάτης, συγγραφέας, πολιτικός, φιλόσοφος, είναι κάποιες από τις ιδιότητες του. Στο πρόσωπό του συνοψίζεται ένας συμφυρμός όμορφων αντιθέσεων: ο αριστοκράτης γόνος «καθαρόλογων» που δίνει μάχες για τη δημοτική γλώσσα, ο ιδεολογικά επαναστάτης αντιδυναστικός που στέκεται στο πλευρό του Κωνσταντίνου στον Διχασμό, ο «μεγαλοϊδεάτης» που στέκεται απέναντι στην επεκτατική πολιτική του Βενιζέλου, ο «εθνικιστής» που πίστευε σε πολυεθνικά πολιτειακά σχήματα.
Σίγουρα, ο Δραγούμης είχε επιρροές από την ευρωπαϊκή φιλοσοφία, κυρίως από τον Nietzsche και τον Barres αρχικά, όμως αυτό που τον χαρακτηρίζει είναι η διάθεση διαρκούς αναζήτησης και όχι κάποια προσκόλληση σε ιδεολογικές βεβαιότητες, πράγμα που τον φέρνει στα τέλη της δεκαετίας του 1910 σε διάλογο με τον μαρξισμό, τον οποίο τελικώς δεν ασπάζεται. Ο Γιώργος Θεοτοκάς επισημαίνει αυτή τη ζωντάνια του πνεύματος του Δραγούμη και εκθειάζει το πρότυπο αυτό του ενεργού λογοτέχνη, του λογοτέχνη της δράσης . Όμως, υπάρχει ένα κεντρικό σύστημα σκέψης και στόχευσης στον Δραγούμη πίσω από τις όποιες φιλοσοφικές και ιδεολογικές αναζητήσεις. Το «σύστημα» αυτό δεν αφορά μία ιδεολογία (με την έννοια των παγιωμένων σχημάτων), αλλά την πραγματικότητα της «ρωμιοσύνης», τον τρόπο που αυτή θα μπορούσε να επιβιώσει και να αναπτυχθεί σε ένα περιβάλλον εθνικιστικών ανακατατάξεων, με κύρια απειλή τον πανσλαβισμό και τον βουλγαρικό επεκτατισμό. Με την παραπάνω σκέψη, ο νεαρός πρόξενος του Μοναστηρίου οργανώνει τις κοινότητες της Μακεδονίας στα 1904 ενάντια στον βουλγαρικό επεκτατισμό. Στο «σύστημα» είναι δυνατόν να κατανοηθεί ο ενιαίος Δραγούμης, πίσω από το σύμπλεγμα των αντιθέσεων του. Αυτός εντάσσεται στα πλαίσια της αναζήτησης του «ενιαίου ρυθμού μεταξύ εθνικισμού, σοσιαλισμού και ανατολισμού».
Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι ο Δραγούμης αντιτίθεται στην γενετήσια ιδεολογία του ελληνικού κράτους, στον εξ υπαρχής μεταπρατικό του χαρακτήρα, στον άκριτο και αναφομοίωτο «ευρωπαϊσμό» που του επιβάλλεται και στην αυθαίρετη αρχαιολατρεία που επιστρέφει είκοσι αιώνες πίσω για να αναζητήσει ταυτότητα. Λέει στον «ελληνικό πολιτισμό»:
«Και όπως ο φιλελληνισμός και η αρχαιομανία των Ευρωπαίων και η όμοια αρχαιομανία των γραμματισμένων Ρωμιών έπλασαν την αντίληψη μιας μικρής Ελλάδας στενεύοντας τα σύνορα της φυλής και ταιριάζοντάς τα με τα σύνορα της αρχαίας, ενώ ο λαός είχε ζωντανή μέσα του σαν πόσο εθνικό πάντα τη βυζαντινή παράδοση της αυτοκρατορίας, έτσι και στα άλλα, ενώ ο λαός κρατούσε τη δημοτική παράδοση, οι γραμματισμένοι με τη βοήθεια των αρχαιομαθών Φιλελλήνων οραματίζονταν με τον αρχαίο Ελληνισμό στενεύοντας τη ζωή του έθνους.» και συνεχίζει «Και οι Φιλέλληνες και οι γραμματισμένοι Έλληνες επρόβαιναν με το μυαλό τους κατά κάποιαν αφαίρεση. Η νέα Ελλάδα ήταν κατευθεία συνέχεια της αρχαίας, τα ενδιάμεσα δυο χιλιάδες χρονιά με τους δυο Ελληνικούς πολιτισμούς τους ήταν σβησμένα, Αλεξαντρινά κράτη και προ πάντων Βυζαντινό κράτος δεν είχαν υπάρξει.».
Έτσι, το όραμα του Δραγούμη για την αναγέννηση του ελληνισμού δεν αφορά αποκλειστικά το ελληνικό κράτος, αλλά αφορά κυρίως τις κοινότητες που ενυπάρχουν στα συμφραζόμενα της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο εθνικισμός του Δραγούμη δεν προσδιορίζεται από βιολογικές, φυλετικές συντεταγμένες, αλλά από τον πολιτισμό, και ο ελληνικός πολιτισμός σώζεται ατόφιος εκτός του κράτους και της αστικής ζωής, στις κοινότητες της Μακεδονίας, της Θράκης, του Πόντου, της Μ.Ασίας. Έτσι, επηρεασμένος και από τον φίλο του και θεωρητικό του κοινοτισμού Κωνσταντίνο Καραβίδα, εργάζεται προς την κατεύθυνση της αυτοκρατορίας μαζί με τον συνεργάτη του Αθανάσιο Σουλιώτη Νικολαϊδη, με τον οποίον ίδρυσε την Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως. Η οργάνωση αρχικά στόχευε στην υλοποίηση της ισοπολιτείας στα πλαίσια της οθωμανικής επικράτειας (σύμφωνα και με τις αρχικές εξαγγελίες των Νεότουρκων), ώστε να υπάρξει δυνατότητα ελεύθερης ανάπτυξης των ελληνικών κοινοτήτων σε ένα ομόσπονδο κράτος. Στην πορεία αυτό κατέστη αδύνατο εξαιτίας της στάσης των Νεότουρκων, έτσι η οργάνωση -η οποία είχε καταφέρει να εκλέξει 23 Έλληνες βουλευτές στην οθωμανική βουλή του 1908- έπαιξε ρόλο αργότερα στη συνεννόηση των βαλκανικών κρατών κατά της Τουρκίας . Η άνοδος των Νεότουρκων και συνακόλουθα του τουρκικού εθνικισμού, στις εξαγγελίες των οποίων προσέβλεψε αρχικά ο Δραγούμης, αποτέλεσε ουσιαστικά την ταφόπλακα του αρχικού ανατολικού οράματός του για μία ελληνοτουρκική συνομοσπονδία στα πλαίσια μίας αυτοκρατορίας με συνταγματική ισοπολιτεία.
Όσον αφορά τον σοσιαλισμό του Δραγούμη, αυτός δεν εντάσσεται στα πλαίσια του κρατισμού, ούτε καν του «κοινωνικού κράτους» με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα:
«Άλλα είμαι σοσιαλιστής κατά τούτο, ότι γυρεύω και εγώ μία καινούργια τάξη πραγμάτων, μία καινούργια οικονομία κοινωνική που να βοηθή όλους, τους λιγότερους και τους περισσότερους να ζουν καλά και να υψώνονται όσο μπορούν ηθικά. Δεν είμαι σοσιαλιστής, όσο ενεργεί ο σοσιαλισμός για το ισοπέδωμα των ανθρώπων προς τα κάτω». Στη συνέχεια αναφέρει ότι αυτό που πραγματικά επιθυμεί δεν είναι τόσο η «κοινωνική άνοδος» των πτωχών αλλά πρωτίστως η ηθική εξύψωσή τους: « να έχει μία υποφερτή ζωή (ο πτωχός) […] να γίνει καλλίτερος άνθρωπος, όσο μπορεί να ανέβει σε υψηλότερο ηθικό επίπεδο, να νιώθει την εθνική του καταγωγή, το έθνος του, τον εαυτό του και τα άλλα έθνη και τους άλλους ανθρώπους και να νιώθει την αλληλεγγύη που τον συνδέει με τους ανθρώπους».
Ο Δραγούμης διαφοροποιείται ρητά από τον ιστορικό υλισμό του σοσιαλισμού -προτάσσοντας την ηθική αντί της κοινωνικής εξύψωσης ως μέγιστο σκοπό-, καθώς εξίσου και από τον ατομισμό: «ο άνθρωπος, όπως και τα άλλα ζώα, είναι ζώον κοινωνικόν και δεν είναι άτομο» αναφέρει. Τον Αύγουστο του 1919, στη Σκόπελο, ο Δραγούμης στοχάζεται τη εξέλιξη του ανατολικού οράματός του και τη δημιουργία μίας καινούργιας οικονομίας της κοινωνίας στην ανατολή. Αρχικά προβλέπει τη δημιουργία συνομοσπονδίας εθνικών κρατών στην ανατολή σύμφωνα με το σύγχρονο δόγμα των εθνικοτήτων. Έπειτα, την αυτονομία των περιφερειών και των κοινοτήτων μέσα στα εθνικά κράτη και σε αυτή την οργάνωση της ανατολής «θα κολλήσει η οργάνωση των παντού εργατών προς κάποια καθολικότερη κατανομή του πλούτου (νέα οικονομική οργάνωση της κοινωνίας χωρίς συγκέντρωση του κεφαλαίου στα χέρια μερικών, συνεργατικοί συνεταιρισμοί πίστης, παραγωγής και καταναλώσεως) και θα βγει από όλα αυτά η μεταμόρφωση του κράτους σε δύο βάσεις: α) την κοινότητα αυτόνομη και β) τους συνεργατικούς συνεταιρισμούς (κράτος= ομοσπονδία αυτόνομων κοινοτήτων, περιφερειών εθνολογικών, των τωρινών κρατών εθνικών, μικτών, με σύνδεσμο οικονομικών συμφερόντων συνεργατικών» .
Ενδιαφέρον έχει, επίσης, να εξετάσουμε και τον αντιβενιζελισμό του Δραγούμη, τις ιδεολογικές (και όχι μόνο) διαφορές που είχε με τον Κρητικό ηγέτη και τα σημεία ρήξης ανάμεσά τους. Καταρχήν, να αναφέρουμε ότι ο Δραγούμης εθεωρείτο ο φυσικός επερχόμενος ηγέτης του έθνους μέχρι την άφιξη του Βενιζέλου. Μάλιστα, οι αξιωματικοί του 1909 είχαν απευθυνθεί αρχικά σε αυτόν για την ανάληψη της πολιτικής ηγεσίας του κινήματος. Επομένως, ο εν γένει παράγοντας του προσωπικού ανταγωνισμού στις μεταξύ τους σχέσεις δεν πρέπει να παραγνωριστεί, δεδομένου ότι ο Δραγούμης έχασε κατά κάποιον τρόπο τα «πρωτεία» με την άφιξη του Βενιζέλου. Ωστόσο, και οι πολιτικοϊδεολογικές τους διαφορές είναι σημαντικές. Το όραμα του Βενιζέλου για την Ελλάδα είναι σαφώς η «Μεγάλη Ιδέα», δηλαδή η επέκταση του κράτους στις περιοχές όπου υπάρχει ελληνικός πληθυσμός, όμως με τρόπο λειτουργίας και εκσυγχρονισμό σύμφωνο με τα προηγμένα κράτη της δύσης. Η βενιζελική σκέψη εστιάζει μακιαβελικά στην επέκταση και την εύρυθμη λειτουργία του κράτους κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, ενώ δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τη δραγούμεια πολυπλοκότητα της εκπόνησης μίας μεγάλης ιδέας που να λαμβάνει υπ΄ όψιν της τη διάσωση του τρόπου πολιτικής οργάνωσης που υπήρχε τότε εκτός του ελληνικού κράτους. Υπό αυτή την οπτική ο Δραγούμης είναι περισσότερο ελληνοκεντρικός και τον όποιον εκσυγχρονισμό του τον εντάσσει στα ελληνικά πολιτισμικά συμφραζόμενα, ενώ ο Βενιζέλος στοχεύει στην αναμόρφωση του κράτους σύμφωνα με απαρέγκλιτα δυτικές προδιαγραφές. Επιπλέον, ο Δραγούμης φέρεται συχνά να κατηγορεί τον Βενιζέλο για δημαγωγία, για αυταρχικότητα και κυνισμό, κάτι που προσδίδει και μία ηθική-πρακτική διάσταση στην κριτική του,« Ο βενιζελισμός είναι ποσσιμπιλισμός, είναι πολύ γήινος, είναι επιτυχία με ταχυδακτυλουργία, είναι καπατσοσύνη, επιτηδειότητα, αριβισμός, δημαγωγία [..]είναι ευρωπαϊκό φράγκικο βερνίκι, λαμπερό σοβάντισμα πρόχειρο για να φαντάζει ο κακοχτισμένος τοίχος». Ωστόσο, το σημείο τομής, όπου διακόπηκε κάθε επικοινωνία και ενδεχόμενη σύγκλιση μεταξύ των δύο ανδρών, είναι η είσοδος των αγγλογαλλικών στρατευμάτων στη Μακεδονία με πρόσκληση του Βενιζέλου και η παραβίαση ουσιαστικά της ανεξαρτησίας της χώρας το 1915. Ο Δραγούμης από αυτό το σημείο και μετά ξεκινά δριμεία κριτική έναντι του Κρητικού ηγέτη που κορυφώνεται με τη αποκοπή της Ελλάδος σε δύο κράτη μετά το κίνημα της Θεσσαλονίκης.
Παρ΄ όλα αυτά ο Δραγούμης παραμένει σε μεγάλο βαθμό μοναχικός, ακόμη και μετά την σύμπραξή του με τους υπολοίπους αντιβενιζελικούς ηγέτες. Σε επιστολή του στον αδερφό του από την Κορσική τον Οκτώβριο του 1918, αναφέρει: «Αντιπαθώντας τον Βενιζέλο δε συμπαθώ τους αντιπάλους του Βενιζέλου, ούτε τους έχω για καλύτερους τύπους Έλληνα και ανθρώπου. Συμφωνώ μόνο μαζί τους στο ότι αντιπαθούν, ασυνείδητα ίσως, τον βενιζελισμό. Αλλά και αυτοί έχουν στίγματα, τα κακά στίγματα της φυλής, π.χ. αρχαιομανία, λογομανία, στρεψοδικία, δικολαβία, ραδιουργία, συκοφαντία, ψευτιά». Τέλος, ο Δραγούμης αντιτάσσεται στα συμφέροντα που θεωρεί ότι εκπροσωπεί ο Βενιζέλος, τα οποία, αφενός, αφορούν την αστική τάξη, «την μπουρζουαζία» , στα πλαίσια του αστικού εκσυγχρονισμού, και αφετέρου, τη δημοσιουπαλληλία που ο Βενιζέλος «την αυξάνει στον αριθμό και στους μισθούς, τη φουσκώνει, την πληθαίνει, τη πολύνει, την παχαίνει».
Κλείνοντας το σχόλιο για την πολιτική ιδεολογία του Ίωνος Δραγούμη, να παραθέσουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα που συνοψίζει σε κάποιο βαθμό τη συνολική σκέψη του: «Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός πατριώτης. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να νοιώσω τον εαυτό μου άτομο. Από άνθρωπος μιας τάξης με ορισμένα συμφέροντα τάξης, γίνομαι σοσιαλιστής με την πλατιά έννοια, και θέλω μια καινούρια οικονομία της κοινωνίας μου και των άλλων κοινωνιών. Από στενός πατριώτης, γίνομαι εθνικιστής, με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν, και έχω τη συνείδησή τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές, που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους, υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια. Από άτομο γίνομαι άνθρωπος.» «Μόνο εμείς, όσοι νοιώθουμε την δική μας την πατρίδα, μπορούμε να νοιώσουμε και των άλλων τις πατρίδες. Πρώτα πρέπει να νοιώσω τον εαυτό μου καλά, έπειτα καλά το έθνος μου και έτσι φθάνω στην ανθρωπότητα. Όσοι λένε πως είναι κοσμοπολίτες και δεν περνούν από όλα αυτά τα στάδια δεν μπορούν να νοιώσουν την ανθρωπότητα».

ΠΗΓΕΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: