Η μία
τών σαββάτων, αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, είναι η Κυριακή, είναι η ημέρα που
αναστήθηκε ο Κύριος. Αλλά και μετά από οκτώ ημέρες πάλι εμφανίζεται ο Χριστός
στούς μαθητές του, ημέρα Κυριακή. Εμφανίστηκε ανάμεσά τους – μάλλον στο μέσον
τής καρδίας καθενός από αυτούς κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά – και τούς
ευλόγησε, στερεώνοντάς του στήν πίστη.
Η σημερινή
Κυριακή ονομάζεται «τού Αντίπασχα», ύστερα από το Πάσχα τής προηγούμενης Κυριακής
και εκφράζει μια αλήθεια: κάθε Κυριακή είναι Πάσχα, κάθε Κυριακή ανακυκλώνεται
η εορτή τού Πάσχα, κάθε Κυριακή έχει αναστάσιμο και λαμπρό χαρακτήρα. Δεν αποδίδεται
το Πάσχα μόνο μία συγκεκριμένη ημέρα, αλλά εορτάζεται κάθε Κυριακή, ανανεώνεται
αδιάλειπτα. Η Ανάσταση τού Χριστού είναι το σπουδαιότερο γεγονός. Είναι τό
γεγονός που ζεί συνεχώς ο νέος λαός τού Θεού, είναι η νέα δημιουργία, ο νέος κόσμος
που ζει μέσα στό φώς τής Ανάστασης.
Γι αυτό
και κάθε Κυριακή, εκτός ελάχιστων περιπτώσεων, διαβάζουμε στόν Όρθρο τα Εωθινά
ευαγγέλια που έχουν σαν θέμα τους τις εμφανίσεις τού Χριστού μετά τήν Ανάστασή του·
και ο Ιερέας, που πρέπει κανονικά να είναι ντυμένος στα λευκά, συμβολίζοντας
τόν άγγελο που αναγγέλλει τό χαρμόσυνο μήνυμα, στέκεται στήν νότια πλευρά τής
Αγίας Τράπεζας, που συμβολίζει τόν Τάφο τού Χριστού. Κατόπιν βγαίνει από το
Ιερό Βήμα-«εξέρχεται τού Τάφου»- έρχεται ανάμεσά μας στον κυρίως Ναό με το
Ευαγγέλιο μπροστά από τό μέτωπό του και οι πιστοί προσκυνούμε τόν Αναστάντα
Κύριο.
Ο απόστολος
Θωμάς δεν λογίζεται άπιστος, αλλά καλοπροαίρετος δύσπιστος. «Το ψάχνει τό
πράγμα», θέλει και τήν μαρτυρία τών αισθήσεών του· δεν τού αρκεί η προφορική
μαρτυρία τών άλλων μαθητών. Αν και ο Χριστός μακάρισε αυτούς που και χωρίς να
δούν πίστεψαν, ικανοποιεί πλήρως την καλοπροαίρετη περιέργειά του. Έχει
προσωπική κοινωνία μαζί του, τού δείχνει τα χέρια του και τήν πλευρά του και
τού προτείνει να τα ψηλαφήσει για να γευτεί τήν αλήθεια. Δεν τον αφήνει στήν
αμφιβολία. Ο Θωμάς στήν συνέχεια κάνει τήν σωτήρια ομολογία. Τόν καταυγάζει η
χάρη τής πίστης. Η πίστη είναι άκτιστη ενέργεια του Θεού, αγγίζει τήν καρδιά
τού ανθρώπου και τόν πληροφορεί απλανώς για μη ορατές, υπερβατικές αλήθειες,
για τα πράγματα τού Θεού.
Στην ουράνια
Βασιλεία τού Θεού, θα έχουμε προσωπική κοινωνία μαζί του. Εκεί δεν θα υπάρχουν
αμφισβητήσεις και αμφιβολίες, το μεσότοιχο τού φραγμού θα πέσει και θα
απολαμβάνουμε τήν αλήθεια, δηλαδή αυτόν τόν ίδιο τόν Χριστό, δεχόμενοι επ’
άπειρον τις άκτιστες ενέργειες και λουόμενοι εσαεί μέσα στα άπειρα θεία
προσόντα τής Παναγίας Τριάδος.
«Ήδη όμως
και όχι ακόμη», η θεία αυτή πραγματικότητα ξεκινάει από αυτήν κιόλας τήν ζωή. Μέσα
στην θεία Λειτουργία, οι ορθόδοξοι χριστιανοί ψηλαφούμε τόν Αψηλάφητο, ζούμε
μαζί με τόν Αναστάντα Χριστό. Υπό τα είδη τού άρτου και τού οίνου κοινωνούμε
αυτό τούτο το Σώμα και αυτό τούτο το Αίμα τού αναστημένου Χριστού. Έχουμε προσωπική
αντίληψη τού πράγματος. Στήν θεία Λειτουργία είναι παρών ο ίδιος ο Κύριος και μας
καλεί όχι απλώς να τόν δούμε και να τόν ακούσουμε ή έστω να τόν ψηλαφήσουμε,
αλλά να τόν φάγωμε και να τόν πίωμε, να τον πάρουμε μέσα μας. Κι όσο αυτό
συχνότερα επαναλαμβάνεται τόσο και περισσότερο βυθιζόμαστε μέσα στόν Χριστό,
τόσο και περισσότερο κι εκείνος εισέρχεται στα βάθη μας, ανακαινίζοντάς μας και
φωτίζοντάς τα. Εμείς εκπλησσόμαστε για τις πολλαπλές ανεπάρκειες και αναπηρίες μας
που μας τις υποδεικνύει αρχοντικά η Χάρη του, ταυτόχρονα όμως, έτσι «βυθισμένοι»
μέσα του, μοιάζουμε με ναυάγια παραμυθητικής πλησμονής, εφόσον αισθανόμαστε ότι
η αγάπη του μας ανέχεται. Χαιρόμαστε και λυπούμαστε μαζί. Κι αυτή η χαρμολύπη,
χαρακτηρίζει ή πρέπει να χαρακτηρίζει τόν άνθρωπο τού Θεού. «Πώς είστε Γέροντα»;
Ρωτούσαν τόν πατέρα Παΐσιο. «Δόξα τώ Θεώ, χάλια»! απαντούσε ο αγιασμένος
άνθρωπος τού Θεού.
Η σωτήρια
ομολογία τού αποστόλου Θωμά γίνεται προσωπική μας υπόθεση και μετά τήν θεία
Λειτουργία, έχοντας δεί τόν Χριστό, έχοντάς τον ακούσει, έχοντάς τον αισθανθεί
να πορεύεται ανάμεσά μας, και τό σημαντικότερο, έχοντάς τον πάρει μέσα μας αναστημένο,
νιώθουμε ανάγκη να διατρανώσουμε τήν χαρά μας φωνάζοντας «ο Κύριος και ο Θεός μας»!
Η διά
τών χειλέων ομολογία όμως είναι ανεπαρκής αν δεν συνοδεύεται, ή μάλλον, αν δεν
αποτελεί καρπό συντετριμμένης καρδίας. Συνήθως ομολογούμε τον Χριστός
επιφανειακά, τον προσεγγίζουμε μόνο με τα χείλη, χωρίς να «ρισκάρουμε», να
μπούμε στήν περιπέτεια, να γνωριστούμε μαζί του περνώντας, έστω, κι από την φάση
τής άρνησης και τής αμφισβήτησης, παρόμοια με τόν απόστολο Θωμά. Εκείνος πάντα μας
περιμένει. Εμείς;
Αρχιμ. Ε.Τ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου