Πρωτ. Γεωργίου Δορπαράκη
«Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπε ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος...» (῾Εβρ. ζ´ 26 )
α. ῾Η ᾽Εκκλησία μας ἐπί τῇ μνήμῃ τῶν μεγάλων αὐτῆς Πατέρων καί Διδασκάλων ἁγίων ἀρχιερέων ἔχει ἐπιλέξει ἐκεῖνο τό ἀνάγνωσμα ἀπό τήν πρός ῾Εβραίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τό ὁποῖο κάνει λόγο γιά τήν ἀρχιερωσύνη τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, προκειμένου δι᾽ αὐτοῦ τοῦ τρόπου νά φανερώσει ὅτι οἱ ἅγιοι αὐτοί Πατέρες ἔζησαν τήν ἐπί γῆς ζωή τους κατά τόν τρόπο τοῦ Κυρίου. ῞Οπως δηλαδή ὁ Κύριος ὑπῆρξε ὁ κατεξοχήν ἀρχιερεύς ἐπειδή θυσιάστηκε ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς, κατά τόν ἴδιο τρόπο καί οἱ ἅγιοι Πατέρες μετέχοντας στήν ἀρχιερωσύνη αὐτή τοῦ Κυρίου ἔζησαν τή ζωή τους ἀντιστοίχως: μέ θυσία τοῦ ἑαυτοῦ τους ὑπέρ τοῦ ποιμνίου τους καί ὑπέρ τῆς ᾽Εκκλησίας, μέ ὁσιότητα καί ἀκακία. Αὐτό ἀκριβῶς συμβαίνει καί μέ τή σημερινή ἑορτή τοῦ μεγάλου Πατρός καί Οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.
β. 1. Καί θά πρέπει νά θυμίσουμε καταρχάς ὅτι ὁ Κύριος ἐπιτέλεσε τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργο καί μέ τό κήρυγμα καί τά θαύματά Του φανερώνοντας τό προφητικό λεγόμενο ἀξίωμά Του, καί μέ τήν παντοδυναμία Του ὡς Θεός μέ τήν ᾽Ανάσταση, τήν ᾽Ανάληψη, τήν ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός καθέδρα Του, τήν ἀποστολή τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί τήν ἵδρυση τῆς ᾽Εκκλησίας Του φανερώνοντας τό βασιλικό ἀξίωμά Του, καί προπαντός μέ τήν ὅλη ἐν Πάθει ζωή Του ἀποκορύφωμα τῆς ὁποίας ἦταν ὁ Σταυρός φανερώνοντας τό ἀρχιερατικό ἀξίωμά Του. ῾Η ἀρχιερωσύνη ἰδίως τοῦ Κυρίου ἦταν αὐτή πού ἐπέφερε τό ἀποφασιστικό πλῆγμα κατά τοῦ διαβόλου καί τῆς ἁμαρτίας, συνεπῶς καί τοῦ ἀποτελέσματός της τοῦ θανάτου, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἐπάνω στόν Σταυρό βεβαιώνει τόν θυσιαστικό χαρακτήρα τῆς ἱερωσύνης, «αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» καί καταργώντας «τόν τό κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοὐτέστιν τόν διάβολον». Γι᾽ αὐτό καί «ἔδει παθεῖν τόν Χριστόν», κατά τόν προφητικό καί εὐαγγελικό λόγο.
2. Σ᾽ αὐτήν τήν ἀληθινή ἀρχιερωσύνη τοῦ Κυρίου, τύπος τῆς ὁποίας ἦταν ἡ ἱερωσύνη στήν Παλαιά Διαθήκη, μετέχουν ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ βαπτισμένοι στήν ᾽Εκκλησία – πρόκειται γιά τήν πνευματική λεγόμενη ἱερωσύνη, τό «βασίλειον ἱεράτευμα» κατά τόν ἀπόστολο - ἰδίως δέ οἱ ἀρχιερεῖς καί ἱερεῖς κατά «προσθήκην Πνεύματος» (ἱ. Χρυσόστομος) μέ τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης - ἡ λεγόμενη εἰδική ἤ χειροτονημένη ἱερωσύνη. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλοι οἱ πιστοί, λαϊκοί καί κυρίως κληρικοί, ἔχουν δεχθεῖ τή χάρη τῆς θυσίας ὡς μέλη Χριστοῦ. Κι ὅταν λέμε χάρη θυσίας ἐννοοῦμε τή χάρη τῆς ἐν ἀγάπῃ διακονίας πρός χάρη τῶν ἀδελφῶν καί ὅλου τοῦ κόσμου πού φθάνει μέχρι τοῦ βαθμοῦ τῆς πλήρους παραθεώρησης τῶν προσωπικῶν συμφερόντων ὑπέρ τῶν συνανθρώπων τους. «Αὕτη ἐστίν ἡ ἐντολή ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθώς ἐγώ ἠγάπησα ὑμᾶς. Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει, ἵνα τις τήν ψυχήν αὐτοῦ θῇ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ» (ὁ Κύριος).
῎Αν τήν ἱερωσύνη δέν τήν κατανοήσει κανείς κατ᾽ αὐτό τό πρότυπο τοῦ Κυρίου καί τῶν ἀποστόλων Του - τό ξαναλέμε: ὡς θυσιαστική ἐν ἀγάπῃ διακονία τοῦ συνανθρώπου – τότε δυστυχῶς διαστρέφεται καί ἐκφυλίζεται σέ κοσμικοῦ τύπου ἐξάσκησή της, ἡ ὁποία ἐλέγχθηκε καί καταδικάστηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο: «Οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν καί κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. Οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ἡμῖν, ἀλλ᾽ ὅστις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔστω πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος». «Οὐκ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλά διακονῆσαι». «᾽Εγώ εἰμι ἐν μέσῳ ὑμῶν ὡς ὁ διακονῶν». ῞Ολοι λοιπόν οἱ πιστοί, κατεξοχήν οἱ κληρικοί, ἔχουμε τή δυναμική τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ὅταν ἐπιβεβαιώνεται διά τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς μᾶς κάνει ἀληθινά μετόχους τῆς ἱερωσύνης τοῦ Χριστοῦ, μᾶς κάνει δηλαδή ὄντως ἱερεῖς. Αὐτή εἶναι καί ἡ πραγματική ἔννοια πού δίνει καί ὁ Κύριος γιά τόν ποιμένα. ᾽Αληθινός ποιμένας εἶναι αὐτός πού θυσιάζεται γιά τό ποίμνιό του καί πού βρίσκεται σέ ἑτοιμότητα πάντοτε νά σκύβει ἐν ἀγάπῃ πρός τά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων γινόμενος «τοῖς πᾶσι τά πάντα». «᾽Εγώ εἰμι ὁ ποιμήν ὁ καλός. ῾Ο ποιμήν ὁ καλός τήν ψυχήν αὐτοῦ τίθησιν ὑπέρ τῶν προβάτων».
3. Τέτοιος ἱερέας καί ἀρχιερέας καί τέτοιος ποιμένας κατά τό πρότυπο τοῦ Κυρίου ὑπῆρξε καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. ῞Ολη του ἡ ζωή ἦταν μία ἀδιάκοπη δοξολογία τοῦ Κυρίου καί μία ἀέναη διακονία τῶν συνανθρώπων του. Καί πρό τῆς χειροτονίας του σέ κληρικό, κατεξοχήν ὅμως μετά ἀπό αὐτήν, ἰδίως ἀφότου ἀνῆλθε στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ προσωπική του ζωή ἦταν ἡ ζωή τῶν ἄλλων. ῎Εχοντας καθαρίσει διά τῆς ἀσκητικῆς του διαγωγῆς ὅσο ἦταν δυνατόν στόν ἄνθρωπο τήν καρδιά του ἀπό τά ψεκτά πάθη – τή φιληδονία, τή φιλαργυρία, τη φιλοδοξία – δέχτηκε τίς φωτιστικές ἀκτίνες τοῦ Πνεύματος καί βίωσε τήν ἀληθινή ἀγάπη. Συνεπῶς ἡ ἀναφορά του διαρκῶς ἦταν ὁ Θεός καί ὁ συνάνθρωπος. Καί μάλιστα εἶχε κατανοήσει στόν ἀπόλυτο βαθμό ὅτι τόν Θεό Τόν συναντᾶ κανείς στό πρόσωπο καί τοῦ πιό ἐλάχιστου ἀδελφοῦ. Τό «ἐφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» τοῦ Κυρίου τό εἶχε ὡς τό στημόνι τῆς ἁγιασμένης βιοτῆς του.
Τήν ἀλήθεια αὐτήν τήν ἐπισημαίνουμε σέ πάμπολλες περιπτώσεις τῆς ἁγιασμένης ζωῆς του, φάνηκε δέ στό ἔπακρο ὅταν προήδρευσε στή Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Κωνσταντινούπολη (381). Ἐνώ ήταν ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἐν Πνεύματι φωτίστηκε ἰδιαιτέρως προκειμένου νά κατανοηθεῖ καί νά διατυπωθεῖ ἡ θεότητα τοῦ τρίτου προσώπου τῆς ἁγίας Τριάδος, τοῦ ἁγίου Πνεύματος, κάτι πού ὁδήγησε καί στή συμπλήρωση τῶν ἄρθρων τοῦ συμβόλου Πίστεως τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου: «Καί εἰς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, τό Κύριον, τό Ζωοποιόν….», ἐνῶ ἡ μεγάλη προσωπικότητά του σφράγιζε τήν ἐποχή του ἀναδεικνύμενος ὡς φαεινός ἀστήρ, δέν δίστασε νά καταθέσει τήν παραίτησή του ὅταν μικρόψυχοι ἐπίσκοποι τόν ἀμφισβήτησαν ἀπειλώντας τήν ἑνότητα τῆς Συνόδου καί τῆς πίστεως. «Εἶναι προτιμότερο νά χαθῶ ἐγώ - ἔλεγε - νά ριχτώ στή θάλασσα σάν τόν προφήτη Ἰωνᾶ, μόνο νά ὑπάρξει ἡ ἑνότητα καί νά διατρανωθεῖ ἡ ἀλήθεια». Καί γι’ αὐτόν ἀσφαλῶς ἰσχύουν τά λόγια τοῦ ἄλλου μεταγενέστερου ἀστέρα τῆς Ἐκκλησίας ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου «Καί γάρ ἀρχή καί τέλος ἀρετῆς ἁπάσης ἡ ἀγάπη» (Γιατί ἀρχή καί τέλος κάθε ἀρετῆς εἶναι ἡ ἀγάπη). Πού θά πεῖ: ἡ ὅποια ἀλήθεια τῆς πίστεως, τό ὅποιο δόγμα τῆς Ἐκκλησίας τότε λειτουργεῖ σωστά, ὅταν καταλήγει στήν ἀγάπη, ἤ ἀλλιῶς: ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκείνη πού νοηματίζει τήν ὅποια ἀναφορά στήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ.
4. Κι εἶναι εὐνόητο γιά τόν λόγο αὐτό καί τό γιατί συγκρούστηκε μέτούς διαφόρους αἱρετικούς, τόσο πού κινδύνευσε στό ἔπακρο ἡ ζωή του: διότι κριτήριό του ἦταν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι κάποια ἀνθρώπινα συμφέροντα. Κι εἶναι γνωστό ὅτι ὅποιος ἀκολουθεῖ μέ συνέπεια ῾τό εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ᾽ θά ὑποστεῖ διωγμούς, ἰδίως ἀπό τούς θεωρούμενους «ἀδελφούς», τούς ἴδιους τούς «χριστιανούς». ῾Πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται᾽. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν᾽. Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος μολονότι ὄχι μάρτυρας τοῦ αἵματος ὑπῆρξε ἐσαεί μάρτυρας τῆς συνειδήσεως, καί ὅσο ἀγωνιζόταν γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως ὡς ἱερέας καί ἀρχιερέας καί ὅσο ἀσκεῖτο στήν ἐρημία «μόνος μόνῳ Θεῶ» καί πρό τῆς εἰς ἱερωσύνην εἰσόδου του καί μετά τήν παραίτησή του ἀπό τόν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τήν ἁγιασμένη κοίμησή του.
γ. ῾Η ὁσιότητα καί ἡ ἀκακία τοῦ Κυρίου ὡς ἀρχιερέως εἶναι δεδομένο ὅτι ἔγινε ὁσιότητα καί ἀκακία ὅλων τῶν ἁγίων Του, ὅπως τοῦ σήμερα ἑορταζομένου ἁγίου Γρηγορίου, καί ἀποτελεῖ ὅριο πρός τό ὁποῖο καλούμαστε νά πορευτοῦμε ὅλοι οἱ ἐν Χριστῷ βαπτισμένοι. Κληρικοί καί λαϊκοί δηλαδή χρειάζεται νά ἐνεργοποιοῦμε καθημερινά στή ζωή μας τήν ἱερωσύνη πού λάβαμε ὡς μέλη Χριστοῦ, πού σημαίνει, καθώς εἴπαμε, νά ζοῦμε ἐν ἀγάπῃ καί ἀληθείᾳ. ᾽Αγάπη καί ἀλήθεια ὅμως ἔχουν ὡς ῾δομικό᾽ στοιχεῖο τους τή θυσία, τό προσωπικό κόστος. Πόσο εὔκολο ἄραγε εἶναι νά ῾ξεβολευτοῦμε᾽ ἀπό ἕναν ἴσως ἰδεολογοποιημένο χριστιανισμό μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου