on 15/12/2025
Ματθαίος Φιλιππάκης,
Δασολόγος, συνταξιούχος δ.υ.
Κατά την ώρα της νυχτερινής επιφυλακής, καθώς ξεφύλλιζα τα δελτία εκτελωνισμού στα πλαίσια ελέγχων εισαγωγών του προγράμματος CITES, το μάτι μου έπεσε πάνω σε μια περίεργη καταχώρηση: www…/…South Africa / Same Elefanti / Five (5) Conteiners. Τρελάθηκα! Τι γυρεύουν στη Κρήτη 5 κοντέινερ με σαμές ελεφάντων, 800.000 μανταλάκια αυτιών – σκουλαρίκια στα ντόπια, τόσα γιδοπρόβατα είχαν δηλώσει το 2002 μόνο για το Ρέθεμνος; Όλη τη νύχτα έμεινα ξάγρυπνος. Άμα δεν ημπορώ να εξηγήσω κάτι μέσα μου, δεν με παίρνει ο ύπνος. Ξημερώματα έφυγα για περιπολία στο αγροτοδασικόν οροπέδιον Καθαρού Κριτσάς και γύριζα τα βουνά με το υπηρεσιακό τζίπ της Δασικής και έπαιρνα βαθιές ανάσες για να συνέρχομαι, λόγω πού το οξυγόνο εκεί απάνω είναι και πιο λίγο. Αφού περιδιάβηκα τα «ωραία» σπίτια που είναι όλο «παράδοση» και που τα λούζει η «νομιμότητα» της αυθαιρέτου δομήσεως και αφού ξέτρεξα τον έμορφον πλην άμορφα διανεμημένο κοινοτικό κάμπο, όπου πρέπει να πηδάς τους φράχτες όπως τ΄ άλογα στον ιππόδρομο, ανήλθα υψηλά στα επέκεινα του κάμπου δάση. Και εκείθεν πάλι ανήλθα υψηλότερον εις τα αποσκελετωμένα υπαλπικά Κρητικά αόρη της Δίκτης, που προβάλλουν γυμνά ως «νοσήσαντος σώματα οστά» (Όμηρος). Προχωρούσα απογοητευμένος από τη θέαση του μαρτυρίου των ασφενδοπρινώνων, που υφίστανται τον αποδρασκελισμό του ληστή Σύνη και Προκρούστη από τα τσεκούρια, τον αποκεφαλισμό της ξύλευσης. Πετούσα πέτρες να διώχνω απ΄ τα δενδριά τις ορδές των τραγοεριφίων, που πετάγονται από κόμη σε κόμη καταβροχθίζοντας το εκπτυσσόμενον φύλλωμα και άλλα τέτοια δασικά επιστημονικά. Προς το μεσημέρι απόκαμα κουρασμένος. Ξάπλωσα κάτω από ένα πρίνο και ο ύπνος με πήρε κατάχαμα και βρέθηκα με μια πέτρα να μου πιέζει την καρδιά, που μού ΄φερνε βραχνά. Ο εφιάλτης δεν άργησε να φανεί. Άκουσα βόμβους βομβαρδιστικών Β52 να περιφέρονται στον κύκλο του οροπεδιού και να βομβαρδίζουν με σαμές ελεφάντων τα κουράδια των κριαριών τε και προβάτων, των αμνοεριφίων και τραγοαιγοειδών (βούγια δεν έχει). Έπεφτε η σαμά με το μανταλάκι -το σκουλαρίκι στα ντόπια, πάνω στ΄ αφτί τα΄ αίγας και κράτς ! … κλείδωνε μόνο του. Αλλά από το βάρος του, λόγω που έχει προδιαγραφές γι΄ αυτιά ελέφαντα, έγερνε δίπλα το οζό και έπεφτε ανήμπορο. Έτρεχε ο καημένος ο βοσκός και έκοβε με το σουγιά τ΄ αυτί τσ΄ αίγας για να ξανασηκωθεί να βόσκει. Αίματα παντού!.. πραγματικός πόλεμος. Ξύπνησα αναστατωμένος και είδα ένα τράγο να βόσκει δίπλα μου με τ΄ απ΄ αυτά του, τ΄ αμελέτητα στα ντόπια – τα κάκαλά του στα ποντιακά, γυρισμένα στο πρόσωπό μου. Ρωμαλέα, στιλπνά και χοντρομάκρουλα, σχεδόν τρεις οκάδες το καθένα, ταλανίζονταν και με κτυπούσαν στα μάγουλα. Προς στιγμήν νόμισα πως ήσαν κρεμάμενα σκουλαρίκια σε προδιαγραφές αφτιών ελέφαντα. Σαλεμένος σηκώθηκα και ροβολούσα τ΄ απότομα βουνά, χαλασιές και σάρες, μέχρις απού ΄φταξα κάθιδρος και χλωμιασμένος, στον οικισμό Αβελιακό και κάθισα στον ταβερνέ των βοσκών.
Σκηνή Πρώτη:
-ιντά ΄παθες ωρέ κουμπάρε!
-είδα κακό όνειρο.
-να σου βάλομενε πράμα να φας, ίντα ζητά η όρεξή σου;
-ψάρια για τη λαχτάρα,
είπα αστειευόμενος.
Μού ΄φεραν ένα ταψί σπαρταριστά ψάρια να διαλέξω, η ταβέρνα είχε από καιρό τουριστικοποιηθεί ως παραλιακή του βουνού. Σκαλίζοντας έπεσα πάνω σε δύο «ελεφάντινα» αφτιά χοίρων χωρίς σαμές και μανταλάκια.
-Ιντά ΄ναι ετούτανά!… είπα σαστισμένος.
-μη μιλείς κουμπάρε, εκειά χώνουμε τ΄ αυτιά για να μη μας σαμώνουν τα οζά, μόνο κάμε πως δεν τά ΄δες να τα τρώμε ασάμωτα κι΄αζίαστα (αδήλωτα και κλεμμένα).
-κι΄ άμα σας κάμει έλεγχο ο κτηνίατρος και βρεί γουρουνοαφτιά μέσα σε ψάρια;
-θα τα περάσει για γουρουνόψαρα.
Ο εφιάλτης συνεχίζεται και στον ξύπνιο μου σκέφτηκα και μου σάλεψε περισσότερο.
Σκηνή Δεύτερη:
Καθώς έτρωγα γιοντανέ με γουρουνάκι κι΄ έπινα ντόπιο κόκκινο κρασί απ΄ τη Μυρσίνη που προκαλεί παραφροσύνη, άκουσα αχό βαρύ. Τα 4Χ4 με προβολείς και υψηλά κάγκελα στην καρότσα, σπινιάριζαν σκονισμένα και φρέναραν μπροστά μου, δυό-δυό, πέντε-πέντε. Από μέσα κι΄ από πάνω πηδούσαν μαυροφόροι βοσκοί με μπαστούνες και κουδούνες, με αλούρωτα και ακολάρωτα τσομπανόσκυλα, εδώ λύκοι δεν υπάρχουν. Πήραν καρέκλες κι΄ άραξαν σ΄ ένα κύκλο γύρω μου, φωνάζοντας, βρίζοντας και κτυπώντας ρυθμικά τα μπαστουνόβεργα, πότε στο πάτωμα, πότε στα τραπέζια, πότε στις κουδούνες.
-στο διάολο να πάνε, δε θα κάμω εγώ τ΄ αφτιά των οζώ μου φρέζες.
-στα 10 σαμωμένα μου ψόφησαν τα 5 από αιμοραγία και μόλυνση.
-μπερδεύουν τ΄ αφτιά με τα μανταλάκια στα κλαδιά και για ψοφούν εκειά, για κόβονται και γένονται κουλάφτια.
-εδά βάνουν μανταλάκια από αειλιές να τα θωρούν κι΄ από τ΄ αερόπλανα.
-οι πιο έμορφες αίγες, λέγει το πρόγραμμα, θα φορούν από 2 μανταλάκια στο κάθε αφτί, 2+2=4 στο κάθε οζό κι΄ οι τράγοι από 4, 4+4=8 στο καθένα.
-εκάμανε τσι τράγους πούστηδες.
-όξω από τ΄ αόρη! νόμος είναι το δίκιο του βοσκού.
-σαν είν΄ο τράγος δυνατός δεν τον εσταίνει η μάντρα.
Και άλλα τέτοια βαρβατοειδώς απειλητικά, ων ουκ έστι αριθμός.
Εσούφρωσα και δεν εμίλιουνε γιά εθάρρουνε πως τά ΄χανε με μένα, απού μόνο εκεί απάνω από τα 1.000 και βάλε μέτρα, εκπροσωπούσα τη Δασική, ελλείψει άλλου! Καθώς με τάραζε και με ξεξυπνούσε το λιάτικο κόκκινο κρασί, μού ΄φερνε και παραφροσύνη και δεν συνερχόμουν από τον εφιάλτη μου, όπου και ενόμισα πως μ΄ ακολουθούσε και στο ξύπνιο μου. Φταίει που είμαι άνθρωπος του πνεύματος και του οινοπνεύματος (ανήσυχο μυαλό) σκέφτηκα κι΄ ήπια όλη τη καράφα, μέχρι που αποκοιμήθηκα και πάλι στου ταβερνέ το πρίνερο τραπέζι απάνου. Όταν ξύπνησα κάλεσα το Μέγα Μάντη τ΄ αοριού που προβλέπει και τον καιρό με τις δρίμες, να μου εξηγήσει τ΄ όνειρο στον ύπνο μου και τον εφιάλτη στο ξύπνιο μου. Τα λαμόγια*, μού ΄δωκε να καταλάβω, έχουν παραγγείλει τα ελεφαντί μανταλάκια από τη Νότια Αφρική, πήραν και το πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τώρα περνούνε νόμο να τα κρεμάσουν με το ζόρε στα οζά, ώστε να επιτευχθεί η αναπτυξιακή απορρόφησις χρημάτων της ζωϊκής παραγωγής και άλλα τέτοια επιστημονικά της κτηνιατρικής. Α!… έτσι εξηγείται σκέφτηκα και μου ξεσάλεψε, εν έτη 2002 που έλαβαν χώρα τα γεγονότα. Γιατρεύτηκα από μαντεία.
Σκηνή Τρίτη:
Σχεδόν 10 χρόνια μετά, πέρασα πάλι από το Αβελιακό με το υπηρεσιακό τζίπ και στην αυλή του ταβερνέ έπεσα πάνω σε συντάλλαχο. Καμιά 15 ‘νταριά βοσκοί μαυροφορεμένοι, με στριφτά μουστάκια και κατσουνωτές κουμπούρες, συζητούσαν πάλι έντονα, με αγωνία και αγανάκτηση. Κουνούσαν απειλητικά χέρια-πόδια και ραβδιά. Ως δημόσιος ταγός κατέβηκα να βάλω τάξη!… Το χούϊ της δημοσίας πατάξεως πάντοτε με ακολουθούσε στον ατρόμητο δημόσιο βίο μου, για να επιβάλλομαι στους διοικουμένους. Το ίδιο και οι ατρόμητοι βοσκοί πού με το που με είδαν, δεν με λογάριασαν, με απονομιμοποίησαν και μου χύθηκαν αγριεμένοι. Έκαμαν μπλόκο μού ΄φραξαν το δρόμο και μου ανέπτυξαν παράπονα.
-εμένα μού ΄φαγε 5 προβάτες,
-εμένα εμπήκε στο μητάτο και μού ‘φαγε τσ ΄ αθωτύρους από τη τάβλα,
-εμένα ήπιε όλο το γάλα απ΄ το σιγλί,
-εμένα μπήκε στη μάντρα, βύζαξε όλες τσ΄ αίγες και δε τυροκόμησα,
-εμένα χύθηκε στη λεχώνα γυναίκα μου …να μου την αποβυζάξει,
-εμένα μου τη ντάκαρε στο καναμπέ να μου τη………
-εμένα μου τράκαρε το προφυλακτήρα τ΄ αυτοκινήτου μου…….
– βάλε τάξη εσύ ως υπεύθυνος τρίτος, μη σε πάρει και σ΄ απολύσει ο Κύριος…
και άλλες τέτοιες βαρβατιές, απειλές, υπεύθυνες δηλώσεις και Ε9, ων ουκ έστι αριθμός.
Μεταξύ τους τα κάνουν …είπα μέσα μου … και μιλούν σε τρίτο πρόσωπο για να καλυφθούν μόλις είδανε το Υπηρεσιακό. Μου φορτώνουν και τις ευθύνες! Ζήτησα εξεταστική των πραγμάτων εκτροπή και έστησα το υπαίθριο δικαστήριο του βουνού κάτω από τις φυλλωσιές των πλατάνων. Τους διέταξα να παρουσιαστούν σε κύκλο και να καθίσουν σελάδικα (καβαλικευτά) στην καρέκλα, με τις μπαστούνες στο πάτωμα και να ΄χουν τα χέρια τους δεμένα πίσω στη πλάτη, να ελέγχω τις απότομες κινήσεις σαν θα βρέχει καρεκλοπόδαρα στο προεδρείο. Παίρνω το λόγο που μού ΄δωσαν οι άλλοι.
-ησυχία και Τάξις παρακαλώ! θα λάβω ενόρκους καταθέσεις να διαλευκάνω τα της αληθείας, ερωτώ εγώ, απαντάτε εσείς, γράφει ο δασοφύλαξ Ξυπαετός, δεύτερος ανακριτικός ορίζεται ο θηροφύλαξ Ξεματίνης..
Λαμβάνει θέσεις το υπαίθριο δικαστήριο του βουνού, έμπροσθεν δε και πέριξ εμού αναπτύσσεται το ανεξέλεχτο ακροατήριο των υψηλών ορέων, με τους εξαγριωμένους βοσκούς να κάθονται ιπαστί στην αξενάκωλη καρέκλα.. Δίνω το λόγο που παίρνουν οι άλλοι.
-το λόγο έχει ο νεαρός Δεμετζογιάννης.
-όλοι οι βοσκοί μέρα- νύχτα οπλοφορούμε και περιπολούμε, ξαναφάνηκε το θηρίο, βγαίνει από εκεί που δεν το περιμένεις, από σχίστρες, από σπηλιές, από πηγάδια, από τους θάμνους στα ρέματα, μπαίνει μέσα στα μητάτα και κατασπαράσσει ότι βρεί, ρώτα κι΄ άλλον!
-ανάθεμα στο Κατηραμένο Όφι, οπούχε 3 χρόνια να φανεί, αυτά έχω να ειπώ, ρώτα και τον άλλο.
-κι΄ εγώ τον είδα πριν 3 χρόνια και από τότε ζω έναν εφιάλτη, το είπα στο χωριό μα μη γράψεις τ΄ όνομά μου, δε με πιστεύουν και με λένε κουζουλό, πες κι΄ εσύ.
-ήμουνα στο κήπο μου όταν πετάχτηκε μπροστά μου από το πηγάδι του Κουνενογιάννη, εκεί στους Σκυλομάγκους, προς τους Έξω Ποτάμους, ευθεία πάνω από το σπίτι του Κοκολομανώλη του «Γύπα» που κάνει καφενείο στο Ξερόκαμπο, ρώτα και ΄κείνο.
-εχάλα τα δέματα και κατέβαινε τσι τροχάλους, εσείετο σα σεισμός ο τόπος, ρώτα και τον άλλο.
-βγήκε από το Τσικαλόνερο στο κάμπο και έστρωνε με 8 `χτάρια τους δρόμους και άφηνε πίσω του ίχνη σα τη συρτή κουτσούρα του υλοτομημένου δάσους, είχε κι΄ ο Δήμος πολύ καιρό να τους συντηρήσει, να ειπεί κι΄ ο παρακάτω.
-ήταν μακρύς και χοντρός όπως το τηλεγραφόξυλο, ξέφυγα γιατί έτρεξα ίσια κάτω στο χωριό ενώ αυτός έκανε 8 άρια και καθυστερούσε για να στρώνει και το δρόμο, να μιλήσει κι΄ άλλος.
-ήταν ο Κατηραμένος Όφις πού’ χε 30 χρόνια να φανεί, μη με ρωτάς άλλο, μη γράψεις για μένα μη με πούνε και μένα κουζουλό, ρώτα και τον άλλο.
-ρώτα εμένα πού με λένε κουζουλό… και δε με πειράζει να το πω,
πρόλαβε και πετάχτηκε ο περιβόητος υπερπόντιος ναυτικός «Ωνάσης» που ξεβράστηκε στα αόρη όπως ο Νώε. Ξανθά γένια, γαλανά μάτια, τύπος ξωτικού αντάρτη Μαδαγασκάρης, με ανοικτό μεταξωτό, ξωμπλιαστό υπουκάμισσο Χαβάης, σε χρώματα μπατίκ και με τη γυαλιστερή γραβάτα να κρέμεται στο αρρενωπό τριχωτό μπέτη του, δεμένη σε θηλειά κατευθείαν στο λαιμό. Έλαμπε σαν το λαγό της νύχτας που φουρκίστηκε σε αστραφταλιστό τέλι. Δεν πρόλαβα και μου πήρε το λόγο που θα τού ΄δινα.
-τον είδα με τα μάτια μου εκεί στο δέτη ενδιάμεσα στη χαλασά, δυτικά της Στραβολαγκάδας πριν 30 χρόνια που ταξίδευα. Ενθυμούμαι το στιλπνόν θηρίο, το θυμάμαι σαν να ΄ναι τώρα, L=30m. μάκρος, b= 40 cm πλάτος, γυαλιστερό κι΄ ολόμαυρο, είχε να φανεί από τη κατοχή. Ρώτα και το μπάρμπα σου το καπετάν Μιχάλη, το ντόπιο παλιό αντάρτη του ΕΛΑΣ.
-τότε ήμουν μικρό παιδί, τον είδε ο πεθερός της αδερφής μου ο Κοκολογιάννης στου Ψαρού Κορφή, σύρνουνταν κάτω κι΄ έρχοταν καταπάνω του. Τον σκότωσε μετά από πολύωρη πάλη και τον έφαγαν τα όρνεα. Αλλά κι΄ ο Κοκολογιάννης χτυπήθηκε στο μπέτη από τον Κατηραμένο Όφι , έκαμε μάτωμα και έφυγε απ΄ αυτό ως αιτία θανάτου μετά από 2 χρόνια. Τον είχε δει και ο παππούς του ο Κατρινογιώργης από τις Λίμνες, ρώτα τον που το επιβεβαιώνει .
– ήτο τότε χονδρός όφις 3 μέτρων. Είχε να φανεί από τον καιρό του Άϊ Γιώργη του Καβαλάρη που το σκότωσε στην Εριχθόνιο Δρακοσπηλιά.
Το δούλεμα πέφτει βροχή στην εξεταστική σκέφτηκα και έκαμα να το στρίψω και τους είπα.
-παιδιά τέλος η ανάκρισις, ν΄ αλλάξουμε κουβέντα.
-σα ίντα να πούμε ωρέ κουμπάρε;
μου λένε με μια φωνή οι μάρτυρες βοσκοί.
-Να ξέρετε! ότι ως ΟΠΕΚΕΠΕ προτείναμε στην Ε.Ε. ένα πρόγραμμα να σας κόψουν τις επιδοτήσεις για τσι κοκαλιάρες αίγες και τσι τσιλασμένες προβάτες σας και να σας δίνει τα χρήματα να καθαρίζετε, να κλαδεύετε, να εμβολιάζετε τα άγρια δένδρα του δάσους, καρπούς για τα πουλιά… Και την ίδια ώρα να ξεπατώνετε στα χωράφια τα καρποφόρα, ελαιώνες κι΄ αμπελώνες και να φυτεύετε αποκουντουρίδια του βουνού. Να για παράδειγμα αμπελιτσές για μπαστουνόβεργες κι΄ ασπαλαθόπευκα για φωτιές, αγκαθώδεις μαύρες για παχέα γίδια, αφάνες και κουκουλαφάνες για υγιή προβάτια και άλλα τέτοια εσπεριδοειδή της δασοπονίας για τη δάσωση των αγρών και τη μείωση του φαινόμενου της θερμοκηπίας και άλλα τέτοια επιστημονικά των μετεωρικών της αερολογίας. Συμφωνείτε; ΝΑΙ ή ΟΥ;
-ΟΥ!………ωρέ κουμπάρε.
-και τι προτείνετε στα πλαίσια του διαλόγου;
-άμα βρείς τρόπο να κεντρίζουμε τσ΄ απλατάνους και να κρεμούνε γαρδούνια … πάμε πάσο…
μού ΄παν με μια φωνή οι μαρτυρικοί βοσκοί που τους λένε απατεώνες…
-παιδιά λύεται η συνεδρίασις της εξεταστικής, ες αύριον τα σπουδαία.
Γυρίσαμε όλοι και ατενίζαμε την υψηλά πυκνή και πλούσια πρασίνου φυλλωσιά των απλατάνων, τη σκέπη του ήρωα Καπετάν Μιχάλη. Τη διαπερνούσαν ακτίνες κατά μέρη-μέρη κατά πως τα παλαμοσχιδή φύλλα κινούνταν από τον αέρα και κυρίως την έλουζαν διάχεοι δια μέσου αυτών αναλαμπές που τα πλούμιζαν με κιτρινοπράσινο φωτιστικό χρώμα, το χρώμα του Έλληνα Ηλιού. Δακρύσαμε και αναφωνήσαμεν όλοι μαζί.
-ρε τι χάνει η πατρίς! απού θα πίνουμε, χωρίς μεζέ! κρασί εισαγωγής, το «made out off Greece»
Σκηνή τέταρτη.
Σκάνδαλο «ΟΠΕΚΕΠΕ» η συνέχεια στη TV.
*Λαμόγια: η παρασιτική τάξη των νεόπλουτων της μεταπολιτευτικής γενιάς, ανέκαθεν δεξιοί της κεντροδεξιάς και ξεπλυμένοι τέως αριστεροί της κεντροαριστεράς που απαρτίζουν τον κεντρικό κορμό της «ισχυράς» Ελλάδος.
**Σκίτσο: (λεζάντα) «ο καλός ο λύκος τρώει απ΄ το μαντρί».
Φιλιππάκης Ματθαίος
Συνταξιούχος δασολόγος Δ.Υ.
Ελούντα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου