Ἀπό τή δεύτερη ἐπιστολή τοῦ θείου Παύλου πρός τόν μαθητή του Τιμό θεο προέρχεται τό σημερινό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Οἱ δύο ἐπιστολές πρός Τιμόθεον, ὅσο καί ἐκείνη πρός Τίτον, συνιστοῦν τίς λεγόμενες «Ποιμαντικές ἐπιστολές», μέ τίς ὁποῖες ὁ Πρωτοκορυφαῖος ἀπευθύνεται στούς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας, προκειμένου νά τούς συμβουλεύσει καί νά τούς ἐνισχύσει στή διευθέτηση τοῦ ποιμαντικοῦ τους ἔργου. Τό ἴδιο πράττει καί στή σημερινή διήγηση, κατά τήν ὁποία συνιστᾶ στόν Τιμόθεο νά ἐνδυναμώνεται πάντα ἀπό τή χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά κηρύττει στούς καλοπροαίρετους ἀνθρώπους τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καί νά μή διστάζει νά κακοπαθεῖ γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Γιά νά τά καταφέ ρει ὅλα αὐτά, ὅμως, τόν προτρέπει νά ἔχει πάντα στόν νοῦ καί στή σκέψη του τόν ἀναστημένο ἐκ τῶν νεκρῶν Ἰησοῦ Χριστό, δηλ. νά προσεύχεται σ’ Αὐτόν, ζητώντας φωτισμό, ἐνίσχυση καί ἄνωθεν βοήθεια.
Ἡ ἀξία τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ
Ἡ οὐσία τῶν λόγων τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀφορᾶ τή δύναμη καί τήν ἀξία τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ. Τίποτα δέν μποροῦμε νά καταφέ ρουμε στή ζωή καί στά ἔργα μας, ἄν δέν ἔχουμε στραμμένη τή σκέψη μας σ’ Ἐκεῖνον. Σύμφωνα μέ τόν μακαριστό ἱερομόναχο Αἰμιλιανό Σιμω νοπετρίτη, «ἕνας ἄνθρωπος πού δέν ξέρει νά προσεύχεται εἶναι, στήν πραγματικότητα, ἕνας ξοφλημένος ἄνθρωπος. Δέν ὑπάρχει ἐνδεχόμενο νά ἐπιτύχει στή ζωή του». Αὐτό συμβαίνει, γιατί τό μέγα ἄθλημα τῆς προσευχῆς συνιστᾶ τό ὀξυγόνο τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τή ζωτική δύνα μη τῆς ψυχῆς.
Ἡ προσευχή μας στόν Θεό, ὅμως, προϋποθέτει τήν πίστη σ’ Ἐκεῖνον καί τή βεβαιότητα τῆς παρουσίας Του στή ζωή μας. Ὅπως ἀνέφερε ὁ ἀνωτέρω ἱερομόναχος, «ἡ προσευχή εἶναι μιά στροφή πρός ἕνα πρόσωπο. Ἑπομένως, γιά νά ὑπάρχει προσευχή, πρέπει νά ὑπάρχει τό πρόσωπο αὐτό. Καί γιά νά πῶ ὅτι προσεύχομαι, πρέπει νά ὑπάρχει γιά μένα ἐνερ γός ἡ παρουσία τοῦ προσώπου αὐτοῦ. Ἐγώ μπορῶ νά οἰκειοποιοῦμαι τήν παρουσία του καί τήν ὕπαρξή του. Ὁ Χριστός, ὁ ἐνυπάρχων, ὁ παν ταχοῦ παρών, γίνεται γιά μένα παρών μέσα στή ζωή μου, διά τῆς λα τρευτικῆς μου συμμετοχῆς».
Θεμέλιο τῆς προσευχῆς ἡ ταπείνωση
Ἡ προσευχή μας προϋποθέτει ἐπίσης καί τήν ταπείνωση, τή συναί σθηση τῆς ἀναξιότητας καί τῆς ἀνεπάρκειάς μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τόν Ὁποῖον καλοῦμε νά καλύψει τά κενά καί νά συμπληρώσει τίς ἀτέλειές μας στήν πνευματική ζωή, ὅσο καί στό πνευματικό μας ἔργο. Ἐπ’ αὐτοῦ, ἡ ἐμπειρία τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως ἐδῶ τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ, σημειώνει: «Τό θεμέλιο τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ πολύ βαθιά ταπείνωση. Τίποτα ἄλλο δέν εἶναι ἡ προσευχή παρά τό κλάμα καί τό πένθος τοῦ ταπεινοῦ φρονήματος. Ὅταν λείπει ἡ ταπείνωση, ἡ προσ ευχητική ἄσκηση ἀπειλεῖται ἀπό τήν αὐταπάτη καί τή δαιμονική πλάνη».
Προοπτική τῆς προσευχῆς ἡ χριστοποίηση
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπιμένει στή μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, γιατί γνωρίζει ἐμπειρικά τή δύναμή του καί τήν ὤθηση πού πα ρέχει σ’ ἐκεῖνον πού, μέ πίστη καί ταπείνωση, τό ἐπικαλεῖται. Γνωρίζει ὅτι αὐτό τό ὄνομα μπορεῖ νά μεταμορφώσει τόν κόσμο καί νά καταστή σει τά ἀδύνατα, γιά τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις, δυνατά, μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅπως παρατηροῦσε ὁ μακαριστός ἱερομόναχος Λέβ Zιλλέ, «στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ βρίσκονται συγκεντρωμένα καί ἐνεργά ὅλα τά μυστή ρια τῆς σωτηρίας μας. Ὅταν ἐπαναλαμβάνουμε αὐτό τό ὄνομα, ἡ πραγ ματικότητα τοῦ Ἰησοῦ μπορεῖ νά εἰσδύσει μέσα μας. Νά μᾶς γεμίσει, νά μᾶς διαποτίσει μ’ ἕναν τέτοιο τρόπο, ὥστε ὁ Λόγος νά γίνει “σάρξ ἐν ἡμῖν”. Τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ εἰσχωρεῖ στήν ψυχή, ὅπως μιά σταγόνα λα διοῦ ἁπλώνεται σιωπηλά σ’ ἕνα ὕφασμα. Τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ περιέχει ὅλο τόν κόσμο, ὅπως ἡ ἀκτίνα τοῦ ἡλίου τά χρώματα τῆς ἴριδος... Ἡ ἐπί κληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ πάνω σέ ὅλα τά ὄντα ἐπιτρέπει τή μετα μόρφωση, τή “χριστοποίηση” τοῦ σύμπαντος, τήν ἀνεύρεση τοῦ ἀληθι νοῦ νοήματος».
Αὐτοῦ τοῦ μεγάλου πνευματικοῦ δωρήματος ἄς φροντίσουμε νά εἴμαστε μέτοχοι, οὕτως ὥστε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νά καταυγάζει τή ζωή μας καί οἱ ἴδιοι νά λειτουργοῦμε ὡς φωτεινά παραδείγματα προσευχῆς γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀμήν!
Ἀρχιμ. Ἐ. Οἰκ
https://apostoliki-diakonia.gr/wp-content/data/fk/2025/43_2025(3778).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου