«Της δε ευποιίας και κοινωνίας μη επιλανθάνεσθε». Το έργο της φιλανθρωπίας, της έμπρακτης δηλαδή αγάπης, το έργο των γνησίων τέκνων του Θεού, τίθεται σήμερα διά του αποστολικού αναγνώσματος ενώπιόν μας. Είναι η φιλανθρωπία το κάλεσμα του Χριστού για την συνάντηση του αδελφού με τον αδελφό. Είναι το ξεπέρασμα των ορίων που ο φίλαυτος κόσμος θέτει. Είναι ο τρόπος να γίνει η καρδιά του ανθρώπου θρόνος του Θεού.
Βεβαίως θα ήταν ανόητο για οποιαδήποτε εποχή, πόσω μάλλον για την δική μας, να υποστηρίξουμε ότι η Εκκλησία χρησιμοποιεί τον αποστολικό λόγο για να θεμελιώσει μία ηθικιστική περί αγάπης διδασκαλία. Εάν το έκανε αυτό, θα έπαυε να μαρτυρεί Ιησού Χριστό στον κόσμο, και επομένως να είναι Εκκλησία. Το κάλεσμα αυτό ξεπερνά τα όρια του χώρου και του χρόνου απευθυνόμενο στον άνθρωπο ως πρόσωπο. Έναν άνθρωπο που ιδιαιτέρως η δική μας εποχή τον έμαθε να αισθάνεται, να πάσχει, να χαίρει και να λυπάται, μα παλεύει να τον κάνει να πάψει να συναισθάνεται, να συμπάσχει, να συγχαίρει και να συλλυπείται, που βάλθηκε με άλλα λόγια να καταργήσει την εξάρτησή του από την ανάσα του αδελφού και με τον τρόπο αυτόν να τον κάνει να απολέσει την ανθρωπιά του. όλα αυτά η μητέρα μας η Εκκλησία τα γνωρίζει προβάλλοντας την φιλανθρωπία όχι μονομερώς, ως ευεργεσία δηλαδή του ελεούντος προς τον ελεούμενο, αλλά και αντιστρόφως, του ελεουμένου προς τον ελεούντα. Πρωτίστως δε, ως χαρά εσωτερική, ένα μικρό προσωπικό πάσχα και των δύο.
Η προσφορά της αγάπης, η συνάντηση με τον πάσχοντα αδελφό, είναι μια συνεχής βίωση του αποστολικού λογίου «η γάρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται». Η δύναμη και η αδυναμία είναι καταστάσεις που χαρακτηρίζουν τις ζωές των ανθρώπων, συχνά δε τους οδηγούν σε απογοητεύσεις και τραγωδίες που αφήνουν πίσω τους ανθρώπινα ράκη. Η δύναμη χωρίς το μοίρασμα με τον αδελφό, χωρίς την χαρά της επίσκεψης στην ανάγκη και την αγωνία του καθίσταται πύργος έπαρσης και εγωισμού, φυλακή της ψυχής, στυγνός ολοκληρωτισμός, ακοινωνησία, πρόγευση κολάσεως. Η αδυναμία, πάλι, χωρίς την βακτηρία του συνανθρώπου οδηγεί συχνά σε απελπισία, απόγνωση και άρνηση του ίδιου του Θεού. Όσο ο άνθρωπος προσφέρει με αγάπη και δέχεται με ταπείνωση και ευγνωμοσύνη, άσχετα αν η προσφορά είναι όλοι οι θησαυροί του κόσμου, ένα χαμόγελο ή ένα ποτήρι νερό, τόσο γεμίζει και πληρώνεται με τον Χριστό και ελεείται από τον παντελεήμονα Θεό.
Όταν η Εκκλησία καλεί τους πιστούς για την μετάληψη του τιμίου σώματος και του τιμίου αίματος του Χριστού απευθύνει την πρόσκληση: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Η φράση αυτή, προερχομένη από την θεολογία του αγίου Μαξίμου του ομολογητού, μας διδάσκει και μας πληροφορεί ότι οι αγωνιστές χριστιανοί ως δούλοι έχοντες φόβο Θεού, ως μισθωτοί έχοντες πίστη και ως γνήσια τέκνα του Θεού έχοντες αγάπη, θα εισέλθουν στην χαρά της Βασιλείας, της οποίας πρόγευση είναι η συμμετοχή μας στην θεία Ευχαριστία.
Να λοιπόν, αδελφοί, πώς η εργασία της αγάπης, που είναι ο ίδιος ο Χριστός, δεν έχει προϋποθέσεις και κρατούμενα, δεν προγραμματίζεται ούτε οροθετείται, αλλά αποτελεί για τον πιστό άνθρωπο, για τον εν Χριστώ δια του αγίου Πνεύματος αναγεννημένο και διά των ιερών μυστηρίων μονίμως αναγεννώμενο άνθρωπο, μια λειτουργία τόσο φυσική και απαραίτητη, όσο είναι η αναπνοή για τον ανθρώπινο οργανισμό. Προχώρησε ο κόσμος μας σε χίλια δύο επίπεδα. Κατέκτησε λεπτότατους επιστημονικούς στόχους. Όμως πάσχει και αιμορραγεί και σήμερα όσο και χθές, έστω σε προηγμένο πλέον επίπεδο, στο θέμα «αγάπη». Και να που μέσα στην Εκκλησία συμβαίνει δυστυχώς κάποιες φορές να πλουτίζονται ο άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί, με γνώσεις επιστημονικές, με πανεπιστημιακές περγαμηνές, και να υπολείπονται στην αγάπη, με αποτέλεσμα να φτωχαίνει και να αποεκκλησιαστικοποιείται τραγικά το εκκλησιαστικό γεγονός.
Αγάπη, λοιπόν, δηλαδή Χριστός. Χριστός, δηλαδή αγάπη. Και όλα τα υπόλοιπα ευλογημένα όταν εκείνος τα γεννά, τα προσφέρει και τα διανέμει με το πάνσοφο κριτήριό του, και όταν ο άνθρωπος μετ’ ευχαριστίας και επιγνώσεως τα αποδέχεται, τα μοιράζεται και τα χαίρεται με τους αδελφούς του, «της ευποιίας και κοινωνίας μη επιλανθανόμενος. Τοιαύτας γαρ θυσίαις ευαρεστείται ο Θεός».
Αρχιμ. Α.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου