Πρωτότυπο Κείμενο
(Ἀδελφοί, οἱ ἃγιοι Πάντες) οἵ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγάρουν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι’ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν.
Νεοελληνική Απόδοση
(Αδελφοί, οι άγιοι Πάντες) αυτοί με την πίστη κατατρόπωσαν βασίλεια, επέβαλαν το δίκαιο, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων· έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν τη σφαγή, έγιναν από αδύνατοι ισχυροί, αναδείχτηκαν ήρωες στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή εχθρικά στρατεύματα· γυναίκες ξαναπήραν πίσω στη ζωή τους ανθρώπους τους, κι άλλοι βασανίστηκαν ως το θάνατο, χωρίς να δεχτούν την απελευθέρωσή τους, γιατί πίστευαν ότι μπορούσαν ν’ αναστηθούν σε μια καλύτερη ζωή. Άλλοι δοκίμασαν εξευτελισμούς και μαστιγώσεις, ακόμη και δεσμά και φυλακίσεις. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέρασαν δοκιμασίες, θανατώθηκαν με μαχαίρι, περιπλανήθηκαν ντυμένοι με προβιές και κατσικίσια δέρματα, έζησαν με στερήσεις, υπέφεραν καταπιέσεις, θλίψεις και κακουχίες – ο κόσμος δεν ήταν άξιος να ‘χει τέτοιους ανθρώπους – πλανήθηκαν σε ερημιές και βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης. Όλοι οι παραπάνω, παρά την καλή μαρτυρία της πίστης τους, δεν πήραν ό,τι τους υποσχέθηκε ο Θεός. Αυτός είχε προβλέψει κάτι καλύτερο για μας, έτσι ώστε να μη φτάσουν εκείνοι στην τελειότητα χωρίς εμάς. Έχοντας, λοιπόν, γύρω μας μια τόσο μεγάλη στρατιά μαρτύρων, ας τινάξουμε από πάνω μας κάθε φορτίο, και την αμαρτία που εύκολα μας εμπλέκει, κι ας τρέχουμε με υπομονή το αγώνισμα του δύσκολου δρόμου που έχουμε μπροστά μας. Ας έχουμε τα μάτια μας προσηλωμένα στον Ιησού, που μας έδωσε την πίστη, την οποία και τελειοποιεί.
Σχολιασμός
Εισαγωγικά: Άγιοι και αγιότητα
Το αποστολικό ανάγνωσμα της Κυριακής αναφέρεται σε όλους τους Αγίους της Εκκλησίας. Οι Άγιοι είναι οι αψευδείς μάρτυρες της χάριτος του Αγίου Πνεύματος και της παρουσίας του Θεού μέσα στον κόσμο, είναι «φώτα θεουργικά», φίλοι του Θεού, αφού κατέχουν την αλήθεια και είναι ενωμένοι με το Θεό. Oι Άγιοι είναι το «φώς» του κόσμου κατά το λόγιου του Κυρίου και το «άλας» της γης. Είναι το φώς που διώχνει τα σκοτάδια της αμαρτίας και το άλας που συγκρατεί την κοινωνία και τον κόσμο από την πνευματική σήψη.
Στην Παλαιά Διαθήκη η λέξη Άγιος αποδίδεται μόνο στο Θεό. Κατά τον προφήτη Ησαΐα ο Θεός δεν είναι απλώς Άγιος, αλλά τρεις φορές Άγιος «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ…», θέλοντας να τονίσει την άπειρη αγιότητα του Θεού. Ακόμη η λέξη αγιότητα στην Παλαιά Διαθήκη συνδεέται με τη λατρεία στη Σκηνή του Μαρτυρίου και της Κιβωτού της Διαθήκης.
Στην Καινή Διαθήκη Άγιος είναι ο Τριαδικός Θεός, όπως αποδίδεται στον Τρισάγιο Ύμνο, αλλά και στην Αποκάλυψη του Ιωάννη ο Θεός αποκαλείται Άγιος «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος ο Θεός ο παντοκράτωρ…» (Απ. 4:8). Επίσης Άγιοι καλούνται οι Άγγελοι του Θεού (Πραξ. 3:21), οι Προφήτες και οι Απόστολοι (Εφεσ. 3:5). Ακόμη και το δαιμόνιο αναγνωρίζει το Χριστό ως άγιο του Θεού, «Τι ημίν και σοι, Ιησού Ναζαρηνέ;… Οίδα σε τις ει, ο άγιος του Θεού» (Μαρκ. 1:24, Λουκ. 4:34). Ο ίδιος ο Κύριος μας καλεί να γίνουμε άγιοι, να το μιμηθούμε φτάνοντας στη τελείωση.«Γίνεσθε μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά» (Εφεσ. 5:1). «Άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμί» (Α’ Πέτρ. 1:16).
Η αγιότητα είναι ο δρόμος της ευαγγελικής τελειώσεως, της εισόδου στον παράδεισο, πρόγευση της ανεκλάλητης χαράς της αιώνιας βασιλείας των ουρανών (Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Η αγιότητα είναι κατορθωτή σήμερα;). Αγιότητα είναι η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και μίμηση του Χριστού, αλλά και ο κυριότερος σκοπός της ζωής του ανθρώπου επί της γης.
Η Κυριακή αυτή ονομάζεται των Αγίων Πάντων. Είναι δηλαδή αφιερωμένη στη μνήμη όλων των Αγίων της Εκκλησίας, των Δικαίων και Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, των Αποστόλων, Μαρτύρων, Ομολογητών, Ιεραρχών και Οσίων. Η Κυριακή αυτή είναι η πρώτη μετά την Πεντηκοστή. Την Κυριακή της Πεντηκοστής είναι η γιορτή της επιφοίτησεως του Αγίου Πνεύματος, ενώ η Κυριακή των Αγίων Πάντων είναι η γιορτή των καρπών του Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή η γιορτή των Αγίων Πάντων τοποθετήθηκε μετά την Πεντηκοστή, για να κατανοήσουμε ότι ο αγιασμός των ανθρώπων, αποτελεί δωρεά του Αγίου Πνεύματος, πράγμα που αποδεικνύει ότι ζωή των αγίων, είτε με το μαρτύριο, είτε με τον ενάρετο βίο τους, μαρτυρεί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος στη ζωή της Εκκλησίας.
Οι άθλοι και τα μαρτύρια των Αγίων
Ο Απόστολος Παύλος στο αποστολικό ανάγνωσμα απαριθμεί τις κακουχίες που πέρασαν οι άγιοι της Εκκλησίας μας για να φτάσουν στη θέωση, στην αγιότητα.
Οι Άγιοι της Εκκλησίας έχυσαν το αίμα τους, διώχθηκαν και μαρτύρησαν υπέρ του ονόματος του Χριστού, χωρίς να φοβούνται το θάνατο. Τρανό παράδειγμα ο Απόστολος Ανδρέας, οποίος στάθηκε ενώπιον του ηγεμόνα των Πατρών, που τον απειλούσε ότι θα τον σταυρώσει, αν εξακολουθούσε να κηρύττει τον Χριστό. Ο Απόστολος απάντησε ότι «αν φοβόμουν το Σταυρό, δεν θα κήρυττα». Δηλαδή όλοι οι Απόστολοι και οι μάρτυρες (μαρτύριο του αίματος) και αργότερα οι ασκητές (μαρτύριο της συνειδήσεως) προχωρούσαν στο μαρτύριο με χαρά και χωρίς φόβο.
Ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς αναφέρει ότι «οι άγιοι είναι οι περισσότεροι τέλειοι χριστιανοί, διότι έχουν αγιασθεί εις τον μέγιστον, κατά το δυνατόν, βαθμόν διά της ασκήσεως της πίστεως εις τον Αναστάντα και αιωνίως ζώντα Κύριον Ιησούν».
Οι διωγμοί τα πρωτοχριστιανικά χρόνια αποτελούν ίσως την πιο ένδοξη περίοδο της ιστορίας της Εκκλησίας, γιατί πολλοί Χριστιανοί μαρτύρησαν με το αίμα τους, για το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ο ίδιος ο Χριστός προφητεύσε στους Αποστόλους και στον κόσμο, στην επί του όρους ομιλία Του, λέγοντας τους «Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των Ουρανών. Μακάριοι εστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού» (Ματθ. 5:10-11) και «Έρχεται ώρα, ίνα πας ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τω Θεώ» (Ιω. 16:2). Ο Απόστολος Παύλος μιλώντας γενικότερα, γράφει προς τον Τιμόθεο «Πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» (Τιμ. Β΄ 3:12).
Κατά τους διωγμούς ουδέποτε πτοήθηκαν οι χριστιανοί και οι Απόστολοι, αντιθέτως τους έκαναν να κηρύττουν με μεγαλύτερη παρρησία τον λόγο της Σωτηρίας και να θεωρούν τους διωγμούς σαν ένδειξη ιδιαίτερης χάρης του Θεού προς το πρόσωπό τους. Δηλαδή οι πιστοί της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης έδιναν μεγάλη αξία στο μαρτύριο, το θεωρούσαν το κατ’ εξοχή χάρισμα και το μεγαλύτερο αξίωμα που μπορούσε να επιθυμήσει κανείς. Όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Φιλιππησίους επιστολή «Ότι υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού, ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν» (Φιλιπ. 1:29). Αυτοί οι πρώτοι Χριστιανοί που έβαψαν με το αίμα τους τον τόπο του μαρτυρίου τους, υπήρξαν οι πρωτεργάτες της μεγάλης διαδόσεως του Χριστιανισμού στον κόσμο, δηλαδή το αίμα των πρώτων μαρτύρων της Εκκλησίας υπήρξε ο σπόρος του Χριστιανισμού, ο σπόρος του Ευαγγελίου. «Διώκετε τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (Εβρ. 12:14).
Έτσι λοιπόν, όπως οι άγιοι Απόστολοι και οι πρώτοι χριστιανοί υπήρξαν ο στόχος των διωγμών, έτσι και όσοι θέλουν να ζουν ευσεβώς καταδίωκονται από τους εχθρούς της πίστεως και του Χριστού, ώστε ο λόγος του Απ. Παύλου («Πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται») εξακολουθεί να επαναλαμβάνεται διαμέσου των αιώνων.
Εκτός από το μαρτύριο του αίματος, υπάρχει και το μαρτύριο της συνειδήσεως, το οποίο έχουν να αντιμετωπίσουν οι ασκητές και οι μοναχοί. Η υπομονή και η άσκηση αποτελεί ένα αληθινό μαρτύριο και μια μαρτυρία. Ένα συνεχές μαρτύριο της συνειδήσεως είναι η πιστή τήρηση όλων των εντολών του Ευαγγελίου (βλ. Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Η αγιότητα είναι κατορθωτή σήμερα;). Οι ασκητές αγωνίζονται συνεχώς να νικήσουν τα πάθη τους, να ταπεινώσουν τον εαυτό τους. Έχουν συνεχώς να αντιμετωπίσουν τις πολλές παγίδες του διαβόλου και τους πειρασμούς που συναντούν στη καθημερινή τους ζωή.
Σήμερα, που η λεγόμενη Νέα Τάξη πραγμάτων, μέσα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, εκφράζεται και ως μια εξουσιαστική παρουσία, η μαρτυρία της συνειδήσεώς μας προσλαμβάνει τεράστιες διαστάσεις που εγγίζουν το παρόν και το μέλλον μας, την ανθρωπιά και τον πολιτισμό μας, το ήθος και τη δημιουργικότητά μας, τη μαρτυρία και την παρουσία μας, ως ορθόδοξων χριστιανών, μέσα στον σύγχρονο κόσμο. Οι Χριστιανοί, αρνούμενοι κάθε εξουσία, καλούμαστε να γίνουμε φτωχοί και ειρηνικοί δούλοι του Χριστού, που θεμελιώνει την ελευθερία του προσώπου, φορείς παντός του πληρώματος του Θεού. (βλ. Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου, Η ζύμη του Ευαγγελίου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου