Ενας ένας οι «μύθοι» του ιστορικού της Αρχαιότητας βγαίνουν αληθινοί! Το πιο πρόσφατο παράδειγμα αφορά τους στρατιώτες του Πέρση βασιλιά Καμβύση που θάφτηκαν στην έρημο και ήρθαν τώρα στο φως μέσα από το συγκλονιστικό ταξίδι δύο δίδυμων Ιταλών σκηνοθετών. Ψάχνοντας για «σταθερές αναφοράς», ανατρέχουμε σε εποχές που έχει «στεριώσει» η ιστορία. Τότε που τα πράγματα εκτυλίσσονταν με μια σειρά και το κάθε τι είχε αίτιο και αιτιατό. Η καταγραφή αυτών των «σταθερών του χρόνου» ξεκίνησε, βεβαίως, από τον «πατέρα της Ιστορίας», τον Ηρόδοτο.
Ήταν γόνος έλληνα αποίκου της Καρίας και γεννήθηκε το 485 π.Χ. στην Αλικαρνασσό. Θα ζούσε μια εύπορη και ήσυχη ζωή, αν δεν τον ξερίζωνε από την πατρίδα του η αντίσταση στην τυραννία. Ηταν 30 χρόνων όταν βρέθηκε να περιπλανιέται στα μέρη του τότε γνωστού κόσμου, από την Κύπρο ως τη Βαβυλωνία και από την Κριμαία ως την Αθήνα, την Αίγυπτο και την Κυρηναϊκή. Κατέληξε να ιδρύσει, μαζί με τον Πρωταγόρα, την αποικία των Θουρίων, στην Κάτω Ιταλία. Εκεί έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, γράφοντας τα όσα είχε δει και είχε ακούσει. Την «παγκόσμια Ιστορία» του οι αλεξανδρινοί μελετητές τη χώρισαν σε εννέα βιβλία και έδωσαν στο καθένα το όνομα μίας από τις εννέα Μούσες.
Τα πέντε τελευταία βιβλία του περιέγραφαν αναλυτικά τους Περσικούς Πολέμους, αλλά τα τέσσερα πρώτα θεωρήθηκαν περισσότερο πολιτικο-γεωγραφικές πληροφορίες, μύθοι και ανέκδοτα για τους μακρινούς μας λαούς. Από αυτά πήγασε η «ρετσινιά» που τον ακολουθεί ως σήμερα: «ιστοριογράφος ναι, ιστορικός όχι». Άρα, αμφιβόλου αξιοπιστίας. Η ετυμηγορία αυτή των ιστορικών για τον «πατέρα της Ιστορίας» θα παρέμενε ως μία ακόμη σταθερά, αν οι ανακαλύψεις των τελευταίων ετών δεν αποδείκνυαν του λόγου του το αληθές. Μάλιστα, η πιο πρόσφατη έγινε μόλις τον Γενάρη του 2010 και αφορούσε τη «χαμένη στρατιά του Καμβύση».
Τα πέντε τελευταία βιβλία του περιέγραφαν αναλυτικά τους Περσικούς Πολέμους, αλλά τα τέσσερα πρώτα θεωρήθηκαν περισσότερο πολιτικο-γεωγραφικές πληροφορίες, μύθοι και ανέκδοτα για τους μακρινούς μας λαούς. Από αυτά πήγασε η «ρετσινιά» που τον ακολουθεί ως σήμερα: «ιστοριογράφος ναι, ιστορικός όχι». Άρα, αμφιβόλου αξιοπιστίας. Η ετυμηγορία αυτή των ιστορικών για τον «πατέρα της Ιστορίας» θα παρέμενε ως μία ακόμη σταθερά, αν οι ανακαλύψεις των τελευταίων ετών δεν αποδείκνυαν του λόγου του το αληθές. Μάλιστα, η πιο πρόσφατη έγινε μόλις τον Γενάρη του 2010 και αφορούσε τη «χαμένη στρατιά του Καμβύση».
Ο στρατός που ζύγωσε τη Σίβα
Στο τρίτο βιβλίο του, το επονομασθέν «Θάλεια», ο Ηρόδοτος διηγείται πώς ο γιος του Κύρου του Μεγάλου, ο Καμβύσης Β, ξεκίνησε το 525 π.Χ. να καταλάβει- μετά την Αίγυπτο- την υπόλοιπη Αφρική. Σχεδίασε, λέει, τρεις εκστρατείες: μία προς την Καρχηδόνα, μία προς τη Σίβα και μία προς την Αιθιοπία. Από τις Θήβες, όπου είχε καταλύσει, διέταξε τον στόλο του να κινηθεί προς την Καρχηδόνα και έστειλε ένα εκστρατευτικό σώμα 50.000 ανδρών στη Σίβα, με διαταγές να αιχμαλωτίσουν τον απείθαρχο λαό της και να κάψουν τον Ναό του Άμμωνα Δία.
Αλλά «όταν οι Πέρσες ξεκίνησαν από την πόλη Όαση εναντίον των Αμμωνίων διασχίζοντας την έρημο και ήταν περίπου στα μισά της διαδρομής μεταξύ της πόλης τους και της Όασης, κατά τη διάρκεια του φαγητού φύσηξε ένας δυνατός άνεμος και τους έθαψε όλους. Έτσι χάθηκαν…». Αυτά έγραψε, αλλά κανείς μεταγενέστερος ιστορικός δεν τον πίστεψε. Πώς γίνεται να αφανιστεί ένας στρατός 50.000 ανδρών χωρίς κανείς άλλος να το αναφέρει εκτός από τον – μη αυτόπτη μάρτυρα – Ηρόδοτο; Επομένως… φαντασίωση. Παρά το «ανιστόρητο» του θέματος, όμως, τον Απρίλιο του 1874, ο περίφημος γερμανός αιγυπτιολόγος Χάινριχ Μπρουγκς Μπέι (Ηeinrich Βrugsch Βey) προήδρευσε μίας σύσκεψης στο Ιnstitut Εgyptien, όπου κυριάρχησε ως θέμα η «φανταστική» κατάληξη του στρατού του Καμβύση. Παρών στη σύσκεψη ήταν ο Γκέραρντ Ρολφ (Gerhard Rohlf), που μόλις είχε επιστρέψει από τη διάβαση της λιβυκής ερήμου ως τον Νείλο. Στην αναφορά του (Drei Μonate in der Libyschen Wuste, Κassel 1875, σελ. 332-334) ο Ρολφ είχε συμπυκνώσει όλες τις υποθέσεις για το ποια πορεία είχε ακολουθήσει αυτός ο αναπόδεικτος στρατός.
Οι Iταλοί σκηνοθέτες
Από τότε και ως τον μήνα αυτόν κανείς αρχαιολόγος δεν φαινόταν να ασχολείται με το θέμα. Κανείς, εκτός… από δύο ιταλούς σκηνοθέτες ντοκυμαντέρ, τους δίδυμους Αντζελο και Αλφρέντο Καστιλιόνι (Α. & Α. Castiglioni). Άρχισαν να καταπιάνονται με αυτό από το 1996, όταν βρέθηκαν κοντά στη Σίβα ψάχνοντας για υπολείμματα σιδηρούχων μετεωριτών. Βρήκαν τυχαία μια μισοθαμμένη πήλινη στάμνα και υπολείμματα ανθρώπου, σε κάτι που έμοιαζε με καταφύγιο από αμμοθύελλα: ο ανιχνευτής μετάλλων του συνεργάτη τους γεωλόγου Αλί Μπακαράτ από το Πανεπιστήμιο του Καΐρου- είχε αρχίσει να χτυπάει επίμονα και ξαφνικά, ξέθαψαν ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα σκουλαρίκι πολεμιστή, χάντρες από περιδέραιο, τη λαβή από ένα χάλκινο σπαθί και αρκετές αιχμές από βέλη.
Όλα αναλύθηκαν με τη μέθοδο της θερμοφωταύγειας και βρέθηκαν να ανήκουν στην εποχή του Καμβύση! Τα δύο αδέλφια εντρύφησαν τα επόμενα χρόνια στη βιβλιογραφία των δρομολογίων καραβανιών, προκειμένου να διασταυρώσουν αν όντως τα υπολείμματα ήταν από το θρυλούμενο εκστρατευτικό σώμα των Περσών. Βρήκαν ότι όντως υπήρχε ένας «νότιος δρόμος», αλλά και ότι αρχαίοι χάρτες της περιοχής έδειχναν εσφαλμένα τον Ναό του Άμμωνα να βρίσκεται 100 χιλιόμετρα νοτιότερα από την πραγματική θέση της όασης της Σίβα. Ακολούθησαν αυτόν τον αρχαίο δρόμο και βρήκαν «τεχνητά πηγάδια», φτιαγμένα από εκατοντάδες πήλινα αγγεία χωμένα στην άμμο. Όλα ηλικίας 2.500 ετών! Έπειτα, το 2002, άκουσαν ιστορίες των Βεδουίνων για χιλιάδες κρανία και κόκαλα που ξέθαψε ο άνεμος πριν από δεκαετίες.
Ακολούθησαν τις διηγήσεις τους και, στην τελευταία τους επίσκεψη στην έρημο, βρήκαν έναν μαζικό τάφο με εκατοντάδες ξασπρισμένους και διαλυμένους σκελετούς. Ανάμεσά τους, περσικά βέλη και ένα θηλύκι από χάμουρο αλόγου – ολόιδιο με αυτά που βλέπουμε σε τοιχογραφίες της Βαβυλώνας! Τα λείψανα αυτά είχαν αποκαλυφθεί από τυμβωρύχους, που είχαν προλάβει να πουλήσουν ένα όμορφο ξίφος σε… αμερικανούς τουρίστες. Οι αδελφοί Καστιλιόνι ενημέρωσαν επίσημα τη Γεωλογική Υπηρεσία της Αιγύπτου για τα ευρήματά τους αλλά δεν πήραν απάντηση, οπότε προχώρησαν στη δημοσιοποίησή τους.
Κατά το σκεπτικό τους, η «πόλη Όαση» του Ηροδότου είναι η τωρινή Χάργκα. Από εκεί ο στρατός του Καμβύση επέλεξε να ακολουθήσει την ξεχασμένη νότια διαδρομή, προκειμένου να επιτεθούν στη Σίβα από την αφύλαχτη πλευρά της. Έπειτα από επταήμερη πορεία στην έρημο έφτασαν στο σημείο που ο χάρτης έδειχνε τη Σίβα, αλλά δεν γνώριζαν ότι βρίσκονταν ακόμη 100 χιλιόμετρα νότιά της.
Τότε, το μεσημέρι, σηκώθηκε ο φοβερός ΝΑ άνεμος της ερήμου, ο Χαμσίν, που κάλυψε τον ουρανό με άμμο. Οι στρατιώτες προσπάθησαν απεγνωσμένα να βρουν κάποιο καταφύγιο, αλλά οι περισσότεροι θάφτηκαν ζωντανοί. Επέζησαν- για λίγο- όσοι βρήκαν κάποιο απάγκιο σε κάποιο βράχο, όπως εκείνος που οι Καστιλιόνι βρήκαν το 1996.
Λείπει η… άδεια!
Επιστημονικά το θέμα δεν έχει λήξει, καθώς η Αρχαιολογική Υπηρεσία της Αιγύπτου εξέδωσε ανακοίνωση όπου δηλώνει πως οι δύο αδελφοί δεν έχουν πάρει άδεια για αρχαιολογικές ανασκαφές, οπότε όσα λένε- οι ίδιοι και οι ιταλοί αρχαιολόγοι που τους υποστηρίζουν- πρέπει να θεωρούνται ανυπόστατα. Επί της ουσίας, όμως, είναι η δεύτερη φορά που βρίσκονται τα ίχνη του Καμβύση, έστω και από μη αρχαιολόγους: τον Σεπτέμβριο του 2000 μια ομάδα γεωλόγων από το αιγυπτιακό Πανεπιστήμιο Ηelwan δήλωσε ότι βρήκε ίχνη των άτυχων Περσών, όταν αποκάλυψε ανθρώπινα οστά και υλικά κατάλοιπα κατά τη διάρκεια ερευνών για πετρέλαιο στη Δυτική Έρημο.
Τέλος, για την ιστορία ή την ιστοριογραφία, ο Ηρόδοτος μάς περιέγραψε και την κατάληξη του ίδιου του Καμβύση: ηγήθηκε του τρίτου του, εκστρατευτικού σώματος, προς την Αιθιοπία, σε μια «πορεία δίψας και πείνας». Αντί όμως να την υποστεί με το ψυχικό μεγαλείο που επέδειξε αργότερα ο Μ. Αλέξανδρος στη Γεδρωσία, ο Καμβύσης διέταξε να ρίξουν οι στρατιώτες του κλήρο, για να επιλεχθεί ένας ανά δέκα προς… κανιβαλισμό! Ακόμη όμως κι αυτή η φρικτή επιλογή δεν τους έσωσε, όπως και τον ίδιο τον Καμβύση. Μένει τώρα να βρούμε και τα δικά τους υπολείμματα, προς δόξαν του Ηροδότου.
ΥΓ.: Το βίντεο της ανεύρεσης των πρώτων στοιχείων από τους Καστιλιόνι θα το βρείτε στο Διαδίκτυο:
Γενικότερα, ένα εξαιρετικό βιβλίο για το έργο του Ηροδότου, καθώς και τις πραγματικές διαφοροποιήσεις του από εκείνο του Θουκυδίδη, είναι το «Τhe Classical Foundations of Μodern Ηistoriography», του Αrnaldo ΜomiglianoUniversity of California Ρress, 1992. Ενα άλλο, επίσης στα αγγλικά, που μας ταξιδεύει στα μέρη των περιηγήσεών του, είναι το «Τhe Way of Ηerodotus: Τravels with the Μan Who Ιnvented Ηistory», του Justin Μarozzi- Da Capo Ρress, 2008. Και φυσικά στις ελληνικές εκδόσεις στα ΑΠΑΝΤΑ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ θα βρείτε όλο το έργο του Ηροδότου, τις «Μούσες» στο αρχαίο πρωτότυπο κείμενο αλλά και σε νεοελληνική απόδοση στη διπλανή σελίδα, που θα το διαβάσετε απνευστί, μιας και εκεί ο «παππούς Ηρόδοτος» γράφει καταπληκτικά πράγματα που θα σας κόψουν την ανάσα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου