Σάββατο 17 Μαρτίου 2018

17 Μαρτίου 1821 – Υψώνεται στην Αρεόπολη η σημαία της επανάστασης

Οι πρόκριτοι της Μάνης, υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, υψώνουν τη σημαία της επανάστασης στο χωριό Τσίμοβα (σημερινή Αρεόπολη) της Λακωνίας.
Η σημασία της Μάνης για την Επανάσταση είχε επισημανθεί πολύ έγκαιρα και όχι βεβαίως τυχαία.
Το μαχητικό πνεύμα των κατοίκων, το υψηλό πολεμικό τους φρόνημα, η αυτονομία της περιοχής και η απουσία τουρκικής εξουσίας ήταν ευνοϊκοί παράγοντες για την επιτυχία της πολεμικής εξέγερσης. Στις παραμονές του Αγώνα υπήρχαν εκεί ένοπλα σώματα, υπό την ηγεσία έμπειρων αρχηγών και αρκετοί Φιλικοί είχαν μεταβεί για να προετοιμάσουν το έδαφος.
Εν τω μεταξύ, η αποτυχία της Επανάστασης στη Μολδοβλαχία οδήγησε στην Εθνική Ελληνική Επανάσταση που ξεκίνησε από την Πελοπόννησο. Ήδη από τις αρχές Μαρτίου και πριν ακόμη οριστεί η ημέρα της έναρξης των πολεμικών επιχειρήσεων, παρατηρείται επαναστατικός αναβρασμός που όλο και δυνάμωνε, παρά τα μέτρα εκφοβισμού των Τούρκων με τις συλλήψεις ομήρων και την κράτηση των αρχιερέων και προκρίτων στην Τρίπολη, μετά τη γνωστή παραπλανητική πρόσκληση.
Στη Μάνη υπήρχε διχογνωμία ως προς τον κατάλληλο χρόνο έναρξης της Επανάστασης. Στην Ανατολική Μάνη από τις αρχές Μαρτίου επικρατούσε απροκάλυπτη πολεμική κινητοποίηση με τη στρατολόγηση ανδρών και την προμήθεια πολεμοφοδίων. Στη Δυτική Μάνη, που τελούσε υπό την άμεση επιρροή του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, επικρατούσε μια φαινομενική τάξη, λόγω των δισταγμών του τελευταίου, ο οποίος ανησυχούσε πως οποιαδήποτε πρόωρη και ασυντόνιστη κίνηση των ντόπιων θα προξενούσε στρατιωτική επέμβαση των Τούρκων και ακύρωση της όλης προσπάθειας. Τους φόβους του αυτούς εξέφρασε και εγγράφως στις 11 Μαρτίου προς τους Πιέρρο-Μαγγιόρο και Γεωργάκη Γρηγοράκηδες, γιούς του παλιού μπέη της Μάνης.
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης (1773-1848) ήταν ο τοπικός ηγεμόνας από το 1815. όταν ανέλαβε από το σουλτάνο το αξίωμα του μπέη της Μάνης (εξ ου και Πετρόμπεης), τίτλο που μέχρι τότε κατείχε ο Θεοδωρόμπεης Γρηγοράκης, ο οποίος είχε καθαιρεθεί. Χάρη στο αξίωμα αυτό και στις αναμφισβήτητες ικανότητές του, ο Πετρόμπεης κατάφερε να επιβληθεί στην περιοχή. τόσο στους Έλληνες. όσο και στους Τούρκους και να αποκτήσει μεγάλη επιρροή. Από το 1818 είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον Κυριάκο Καμαρινό και αργότερα μύησε και ο ίδιος τους κυριότερους αρχηγούς της Μάνης. Υπήρξε συνετός και έμπειρος αρχηγός, ένθερμος πατριώτης, διορατικός και δεν ενθουσιαζόταν εύκολα.
Οι διαβεβαιώσεις του Παπαφλέσσα για επέμβαση της Ρωσίας στην επικείμενη ελληνική ένοπλη εξέγερση. με την κήρυξη ρωσοτουρκικού πολέμου και την αποστολή ένοπλης δύναμης στην Ελλάδα και για την ύπαρξη πληθώρας οικονομικών μέσων. δεν έπειθαν το διστακτικό Μαυρομιχάλη, ο οποίος προσπαθούσε να διασταυρώσει τις πληροφορίες του από τον Καποδίστρια και την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας. Πίστευε. ότι οποιαδήποτε βεβιασμένη και ασυντόνιστη κίνηση. θα έβαζε σε μεγάλο κίνδυνο την όλη προετοιμασία.

Οι τουρκικές αρχές ήδη υποψιάζονταν τον Πετρόμπεη. εξαιτίας της απειθαρχίας του να συλλάβει τον Κολοκοτρώνη και τον Παπαφλέσσα και σχεδία­ζαν την αντικατάστασή του από τη θέση του μπέη. Ο τελευταίος ξεγέλασε τις ανησυχίες του εχθρού. με την αποστολή του γιου του Αναστάση στην Τρίπολη. στη σχετική πρόσκληση των Τούρκων.
Οι Μανιάτες οπλαρχηγοί ήταν πλέον πεπεισμένοι για την επί­σπευση των πολεμικών επιχειρήσεων. Σύμφωνα δε με τοπική παράδοση, στις 17 Μαρτίου στην Αρεόπολη – Τσίμοβα οι καπεταναίοι της Μάνης. με επι­κεφαλής τον Κατσάκο Μαυρομιχάλη. κήρυξαν την Επανάσταση και έγινε δοξολογία στο ναό των Ταξιαρχών. Παράδοση που επιβεβαιώνεται. από τις πληροφορίες του Φιλήμονος και του Ιωάννη-Γενναίου Κολοκοτρώνη, γιου του Θεόδωρου. Κατά τον Κολοκοτρώνη, οι Έλληνες «διενοούντο περί της ενάρξεως του πολέμου» και «όθεν την 17ην Μαρτίου οι πρόκριτοι της Μάνης συνεννοήθησαν να λάβωσι τα όπλα κατά των Τούρκων».
Ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, γιός του Θεόδωρου, γράφει:
«Αναπτυσσομένης της ιδέας περί της Επαναστάσεως, ο σπινθήρ της Ελευθερίας ήναπτε τον ενθουσιασμό των Ελλήνων, οίτινες διενοούντο περί της ενάρξεως του πολέμου. Όθεν την 17ην Μαρτίου οι πρόκριτοι της Μάνης συνεννοήθησαν να λάβωσι τα όπλα κατά των Τούρκων.»
Στη μικρή πλατεία μπροστά από το ναό, στη θέση «Κοτρώνι», υψώθηκε η επαναστατική σημαία, που είχε κατασκευαστεί πρόχειρα από λευκό ύφασμα και μαύρο σταυρό. Σύμφωνα με την ίδια παράδοση και όπως συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, οι ιερείς ευλόγησαν τη σημαία και οι οπλαρχηγοί, μεταξύ των οποίων και ο Πετρόμπεης, ορκίστηκαν ότι θα αγωνιστούν για την ελευθερία του έθνους. Η ημέρα της 17ης Μαρτίου έχει κηρυχθεί από το κράτος, ως τοπική εθνική εορτή της Αρεόπολης.
Ο όρκος των Μανιατών μπροστά στους Ταξιάρχες:
«Ορκίζομαι,
εις το όνομα του Παντοδύναμού μας Θεού,
εις το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού
και της Αγίας Τριάδος,
να χύσω και την υστέραν ρανίδα του αίματός μου,
υπέρ πίστεως και Πατρίδος.
Ορκίζομαι,
να μη βλέψω εις τα όπισθεν,
εάν δεν αποδιώξω τον εχθρόν της Πατρίδος
και της Θρησκείας μου.
Ορκίζομαι,
«Ταν ή επί Τας» και «Νίκη ή Θάνατος»
υπέρ Πίστεως και Πατρίδος.
Η επιλογή της περιοχής αυτής για την κή­ρυξη της Επανάστασης δεν κρίθηκε τυ­χαία, αφού η Τσίμοβα – Αρεόπολη ήταν, επί ηγεμονίας Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, η «πολιτική πρωτεύουσα» της Μάνης, ο εκεί μεγάλος πύργος, του αποτελούσε το διοικητή­ριό του και εκεί έμεναν τα ισχυρότερα μέλη της οι­κογένειάς του. Επίσης η Τσίμοβα αποτέλεσε το κέ­ντρο του επαναστατικού αγώνα της Μάνης. Στη συνέχεια, άρχισε η πολεμική προετοιμασία και οργανώθηκαν δύο στρατιωτικά τμήματα, της Ανατολικής και της Δυτικής Μάνης, τα οποία έ­δρασαν χωρισμένα, αλλά ταυτόχρονα υπό τους το­πικούς τους αρχηγούς, το μεν πρώτο προς Λακε­δαίμονα και το δεύτερο προς Καλαμάτα.
Το μεσημέρι της 22ας Μαρ­τίου μια στρατιά 2.500 ανδρών, με επικεφαλής τον Πετρόμπεη, εξόρμησε προς τις πεδιάδες της Μεσ­σηνίας. Μαζί του ήταν πολλά μέλη της οικογένει­άς του, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και καπετάνιοι της Δυτικής Μάνης: ο Μούρτζινος, οι Καπετανάκηδες, οι Κουμουντουράκηδες, ο Παναγιώτης Βενετσανάκος, ο Κυβέλος, ο Χριστέας κ.ά. Το πρωί της επόμενης μέρας είχαν πλέον εισέλθει στην Καλαμάτα, μαζί τους ήταν οι Παπαφλέσσας, Αναγνωσταράς, Νικηταράς και οι άλλοι οπλαρχη­γοί, που φυλούσαν τους γύρω λόφους, αφού πρώτα απέκοψαν κάθε προσπάθεια διαφυγής των Τούρ­κων προς Τρίπολη. Ο Αρναούτογλου παρέδωσε την πόλη χωρίς αντίσταση, έπειτα από σχετικό πρωτόκολλο και αφού διασφαλίστηκε η ζωή των Τούρκων.
Το μεσημέρι της 23ης Μαρτίου, στις όχθες του χειμάρρου Νέδωνος και μπροστά από τη βυζαντι­νή εκκλησία των Αγίων Αποστόλω,ν έγινε πανη­γυρική δοξολογία, κατά την οποία 24 ιερείς και ιε­ρομόναχοι ευλόγησαν τις σημαίες των αγωνιστών και τους όρκισαν για τον απελευθερωτικό αγώνα. Ακολούθησε σύσκεψη των οπλαρχηγών και των προκρίτων, κατά την οποία αποφασίστηκε η σύστα­ση επαναστατικής επιτροπής, της «Μεσσηνιακής Γερουσίας» ή «Συγκλήτου», με σκοπό το συντονι­σμό του επαναστατικού αγώνα. Η ηγεσία δόθηκε στον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ο οποίος έλαβε τον τίτλο του «αρχιστράτηγου των σπαρτιατικών δυ­νάμεων».
Την ίδια μέρα ο Πετρόμπεης, ως πρόεδρος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, απέστειλε «προειδοποίησιν εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς», γνωρίζο­ντας την Επανάσταση των Πελοποννησίων και ζη­τώντας βοήθεια για την Ελλάδα «εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθητε […] όσον τάχος την φιλάνθρωπον συνδρομήν και διά χρημάτων και διά ό­πλων, και διά συμβουλής», διαβεβαιώνοντας για την έμπρακτη απόδειξη της ευγνωμοσύνης της. Η «προειδοποίησις» αυτή αποτελεί το πρώτο διπλω­ματικό έγγραφο της επαναστατημένης Ελλάδας προς τις ξένες δυνάμεις.

Ο ιστορικός της επανάστασης Σπυρίδων Τρικούπης, ο οποίος μίλησε με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, τον Λόντο, τον Ζαΐμη και άλλους προκρίτους της Αχαΐας, γράφει για την έναρξη της επανάστασης.
«Ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα, ότι εν Μονή της Αγίας Λαύρας ανυψώθη κατά πρώτων η σημαία της Ελληνικής Επαναστάσεως. Την ιδέα ταύτην εξέφρασα και εγώ εν τω επικήδειώ μου λόγω εις Ανδρέα Ζαΐμη, πριν εξακριβώσω την αλήθεια»
Όπως γίνεται αντιληπτό, ακόμα και ο ιστορικός της εποχής Σπυρίδων Τρικούπης, δυσκολεύτηκε να εντοπίσει την πραγματική ημερομηνία και τοποθεσία, όπου έλαβε χώρα η έναρξη της Εθνεγερσίας. Τα μαζικά κινήματα στην Πελοπόννησο, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα εξέγερσης και φυσικά οι πολιτικοί τοπικισμοί οδήγησαν σε λαθεμένα συμπεράσματα.
Εδώ άξιο λόγου είναι, ότι την πρώτη επίσημη ελληνική ιστορία που διδάχτηκε στα σχολεία, δεν την έγραψαν Έλληνες ιστορικοί ή πρωταγωνιστές των γεγονότων της εποχής, αλλά ξένοι συγγραφείς (φιλέλληνες) όπως ο Πούκεβιλ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, καταγραφή πλήθους ανακριβειών και πολιτικών αναγωγών, μακριά από την ισχύουσα ιστορική πραγματικότητα.
Ο Πολεμιστής Της Ειμαρμένης

Δεν υπάρχουν σχόλια: