Ελάχιστοι μας διαβάζουν,
ελάχιστοι ξέρουν
τη γλώσσα μας,
μένουμε αδικαίωτοι
κι αχειροκρότητοι
σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά,
όμως αντισταθμίζει
που γράφουμε Ελληνικά.
Δανάη Γεωργιάδου, Φιλόλογο καθηγήτρια, Β.Δ.
Τιμούμε τη μαθητιώσα νεολαία μας, που, 60 χρόνια πριν, ανέλαβε ένα άνισο αγώνα για ελευθερία κι εθνική αξιοπρέπεια, και χάρισε στο νησί μας μερικές από τις ενδοξότερες σελίδες της μακραίωνης ιστορίας του. Τα ελληνικά νιάτα της Κύπρου, επιβάλλοντας το τέλος της Αγγλικής αποικιοκρατίας, τίμησαν την εθνική καταγωγή τους και απέδειξαν άλλη μια φορά, πως Γλώσσα κι Εθνική Συνείδηση αποτελούν για το νησί μας έννοιες άρρηκτα συνυφασμένες και αλληλοσυμπληρούμενες.
Ελληνική γλώσσα και ελληνική συνείδηση στην Κύπρο έχουν ζωή 3,5 χιλιάδων χρόνων. Από τη μέρα που για πρώτη φορά Έλληνες, οι Μυκηναίοι, έφτασαν στο νησί ως έμποροι και σταδιακά το αποίκισαν διαδίδοντας τον πολιτισμό τους, άρχισε σε αυτό να μιλιέται η ελληνική γλώσσα. Η πρώτη μορφή ελληνικής που μεταφέρθηκε στην Κύπρο ήταν η αρκαδοκυπριακή διάλεκτος, μια από τις πανάρχαιες διαλέκτους στις οποίες ήταν κερματισμένη η ελληνική γλώσσα τους αιώνες εκείνους, και γρήγορα επικράτησε στις γλώσσες των προηγούμενων κατοίκων, οι οποίοι εξελληνίστηκαν πλήρως και αφομοιώθηκαν. Η μοίρα των Κυπρίων ταυτίστηκε πλέον με αυτή των υπολοίπων Ελλήνων, καθώς ανάμεσά τους ίσχυσαν αυτά που χρόνια αργότερα ο Ηρόδοτος θα περιγράψει ως «πανελλήνιους δεσμούς»: το όμαιμον, ομόθρησκον, ομόγλωσσον και ομότροπον.
Στα αρχαιότερα έργα της ελληνικής γραμματείας, τα ομηρικά έπη, γίνεται αναφορά στην Κύπρο: στην Ιλιάδα μαθαίνουμε για τον θώρακα που χάρισε στον Αγαμέμνονα ο βασιλιάς της Κύπρου Κινύρας, ενώ στην Οδύσσεια για την Παφία Αφροδίτη. Στην Κύπρο ακόμα, σύμφωνα με την παράδοση, εγκαταστάθηκαν μετά τον Τρωικό πόλεμο Αχαιοί ήρωες και ίδρυσαν βασίλεια, με πιο γνωστό τον Σαλαμίνιο Τεύκρο. Στον Κύπριο Στασίνο αποδίδεται η συγγραφή των Κυπρίων Επών, του ποιήματος που διασώζει την προϊστορία του Τρωικού πολέμου, ενώ Κύπριος είναι και ο Ζήνων ο Κιτιεύς, ο ιδρυτής της Στοάς στην Αθήνα, μιας από τις σημαντικότερες φιλοσοφικές σχολές της αρχαιότητας.
Παράλληλα με τη διάδοση της ελληνικής γλώσσας στην Κύπρο, αναπτύχθηκε και γραφή που την απέδωσε, η κυπροσυλλαβική – συγγενής, όπως αποδείχτηκε, με τη Γραμμική Β των Μυκηναίων – ενώ κατά την Αρχαϊκή περίοδο διαδόθηκε και το ελληνικό αλφάβητο, που σύντομα επικράτησε παντού.
Αδιάψευστο μάρτυρα της αφομοιωτικής δύναμης των Αχαιών στους αυτόχθονες κατοίκους, και του πλήρους εξελληνισμού της Κύπρου, αποτελούν και τα πολλά τοπωνύμια που δόθηκαν τότε. Κερύνεια, Λάπηθος, Αιγιαλούσα, Αίπεια, Πεντάγυια, και άλλα, παραπέμπουν πολλά σε ομώνυμα μέρη της Ελλάδας και επιβιώνουν ακόμα και σήμερα, με τη σταθερότητα που επιδεικνύουν πάντοτε οι ονομασίες της γης.
Τον 5ο αι. π.Χ. παρουσιάζονται στην Κύπρο δείγματα εθνικής συνείδησης των Ελλήνων. Με αρχηγό τον βασιλιά της Σαλαμίνας Ονήσιλο, οι Κύπριοι επαναστάτησαν εναντίον των Περσών ενισχυμένοι από ιωνικά καράβια, που ήρθαν να ανταποδώσουν τη βοήθεια που είχαν προσφέρει οι Κύπριοι στην Ιωνική επανάσταση. Λίγα χρόνια αργότερα οι Αθηναίοι υπό τις διαταγές του Παυσανία και του Κίμωνα εξεστράτευσαν για απελευθέρωση της Κύπρου. Ένα από τα πιο συγκινητικά εκθέματα του Κυπριακού Μουσείου αποτελεί η επιτύμβια στήλη του πολεμιστή Διονυσίου από την Καρδία της Θράκης, που ήρθε με τον Κίμωνα από τη βορειότερη εσχατιά του ελληνισμού στην Κύπρο κι έδωσε τη ζωή του στον κοινό εθνικό αγώνα.
Οι ισχυροί δεσμοί και η εθνική συνείδηση που αναπτύχθηκε, τέθηκαν σοβαρά σε κίνδυνο τον 4ο αιώνα π.Χ., όταν η Περσική βαρβαρότητα προσπάθησε να αποκόψει την Κύπρο από τον υπόλοιπο ελληνισμό. Στα σχέδια των κατακτητών αντιτάχθηκε το παράστημα του Σαλαμίνιου βασιλιά Ευαγόρα, που, όχι μόνο απέτρεψε τον εκβαρβαρισμό, αλλά αντίθετα ενίσχυσε τους δεσμούς με τη μητροπολιτική Ελλάδα και τόνωσε το φρόνημα των κατοίκων.
Την απελευθέρωση της Κύπρου από τους Πέρσες πέτυχε τελικά ο Μέγας Αλέξανδρος, το έργο του οποίου έφερε τα επόμενα χρόνια κοσμοϊστορικές αλλαγές. Τα σύνορα του ελληνισμού έφτασαν μέχρι την Ινδία, και μια νέα μορφή ελληνικής γλώσσας άρχισε να δημιουργείται τώρα, απλούστερη, κατανοητή, και ενιαία πλέον για όλο τον ελληνικό κόσμο. Η ελληνιστική Κοινή, όπως ονομάστηκε, επικράτησε και στην Κύπρο στο τέλος του 4ου π.Χ. αι., όταν το νησί ενσωματώθηκε στο κράτος των Πτολεμαίων.
Απλωμένοι σε όλο το νησί είναι και οι πάμπολλοι αρχαιολογικοί χώροι και τα έργα τέχνης που σώζονται σήμερα, κι αποδεικνύουν με τον τρόπο τους την ελληνική ταυτότητα της Κύπρου. Έγκωμη, Σαλαμίνα, Κούριο, Παλαίπαφος, Σόλοι, Αίπεια, Ελληνιστική Πάφος – με τα θέατρα, τα ιερά, τις κατοικίες, τους αθλητικούς χώρους και τα δημόσια κτήρια τους – διαλαλούν την αρχέγονη δύναμη του ελληνισμού να επιβάλλεται με τον πολιτισμό και με το πνεύμα του.
Στην ελληνική γλώσσα οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας δίδαξαν στην Κύπρο τον λόγο του Θεού και εδραίωσαν τον Χριστιανισμό. Ο ελληνικός πολιτισμός μεταβλήθηκε σε ελληνοχριστιανικό κι επιβεβαιώθηκε, έτσι, ξανά η κοινότητα των γλωσσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών της Κύπρου με τον υπόλοιπο Ελληνισμό.
Η πορεία της Κύπρου εξακολουθεί να είναι πολυκύμαντη και τους αιώνες που ακολουθούν. Αραβικές επιδρομές κατά τη Βυζαντινή περίοδο, Φράγκοι και Ενετοί κατακτητές που ακολουθούν, επιχειρούν να αλλοιώσουν την ελληνική φυσιογνωμία του νησιού και να λυγίσουν την εκκλησία του. Νέοι κίνδυνοι, τέλος, για τη φυσική και εθνική της επιβίωση περιμένουν την Κύπρο το 1571, όταν, με την ήττα της Αμμοχώστου, αρχίζει η μακρά περίοδος της Τουρκοκρατίας.
Παρά τα δεινά και τους αιώνες κατοχής, όταν το 1878 οι Βρετανοί παραλαμβάνουν την Κύπρο από τους Τούρκους, αντιμετωπίζουν ένα λαό, που είχε φρόνημα ακμαίο, κι ήταν ετοιμοπόλεμος σε κάθε κέλευσμα της ελληνικής ιστορίας. Πόλεμος του 1897, Βαλκανικοί, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Εκστρατεία. Μπροστά σε αυτά τα δεδομένα, οι Βρετανοί εφαρμόζουν πολιτική διαβρωτική για την εθνική υπόθεση. Δεν επεχείρησαν απλώς να εξαλείψουν τον πόθο της Ένωσης με την Ελλάδα, αλλά, ειδικά μετά τα Οκτωβριανά του 1931, πολέμησαν συστηματικά για να αλλοιώσουν την ελληνική φυσιογνωμία του νησιού.
Στις δημογραφικές απογραφές οι Έλληνες Κύπριοι καταγράφονταν ως να μην είχαν ταυτότητα, απλώς ως «μη μουσουλμάνοι». Η χρήση της ελληνικής γλώσσας στη διοίκηση περιορίστηκε πολύ, με αποτέλεσμα ο λαός να δυσκολεύεται στις συναλλαγές του, ενώ κι εκεί ακόμα όπου γινόταν μετάφραση από την αγγλική, της ελληνικής προηγείτο πάντοτε μετάφραση στην τουρκική. Μεγάλη ανθελληνική πολεμική υπέστη και η παιδεία της Κύπρου: συστηματικές προσπάθειες για μείωση των ωρών διδασκαλίας των ελληνικών υπέρ των αγγλικών, αναίτια απέλαση από την Κύπρο των Ελλαδιτών καθηγητών, συχνό κλείσιμο των σχολείων με ασήμαντες αφορμές, συλλήψεις και προσαγωγές μαθητών.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η βρετανική ιμπεριαλιστική ιδεολογία, σε συνεργασία με ακαδημαϊκούς, προκειμένου να αποδείξουν ότι η Κύπρος δεν έχει καταγωγή από την Αρχαία Ελλάδα, έπλασαν τη θεωρία των Ετεοκυπρίων. Σύμφωνα με αυτήν, οι Κύπριοι δεν είναι Έλληνες, αλλά ανήκουν σε ένα προελληνικό λαό που επιβίωσε από την αρχαιότητα στην Αμαθούντα. Επόμενο βήμα για τους Βρετανούς ήταν η επινόηση μιας νεοφανούς κυπριακής «εθνότητας», που δεν ήταν ούτε ελληνική, ούτε τουρκική, ούτε άλλη συγκεκριμένη, και στην οποία ανήκουν, δήθεν, όλοι οι σημερινοί κάτοικοι της Κύπρου! Με περηφάνεια, αλλά και πόνο ψυχής, ο Σεφέρης διαπιστώνει στα ταξίδια του στην Κύπρο, λίγο πριν το ξέσπασμα του αγώνα της ΕΟΚΑ, πως «Υπάρχουν σε μια γωνιά της γης 400 χιλιάδες ψυχές από την καλύτερη, την πιο ατόφια Ρωμιοσύνη, που προσπαθούν να τις αποκόψουν από τις πραγματικές τους ρίζες και να τις κάνουν λουλούδια θερμοκηπίου».
Τα σχέδια των Βρετανών απέτυχαν και η κυριαρχία τους έφτασε στο τέλος με τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1955-59. Ο Ελληνισμός της Κύπρου πέτυχε όχι το ευκταίο, αλλά το εφικτό. Ο πόθος εκατοντάδων ετών για Ένωση με την Ελλάδα δεν πραγματοποιήθηκε, ο αγώνας όμως της κυπριακής νεότητας χάρισε στην Κύπρο την ανεξαρτησία της και απέδειξε για άλλη μια φορά αυτό που εύστοχα διαπίστωσε ο Περικλής στον Επιτάφιό του, πως για τους Έλληνες «τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸδ᾿ ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον». Για αυτή την ελευθερία και ευδαιμονία πολέμησαν οι αγωνιστές μαθητές της ΕΟΚΑ, αυτήν οφείλουμε κι εμείς σήμερα να υπηρετήσουμε, με το νησί μας κατά το ήμισυ και πάλι τουρκοπατημένο.
Κυρίες και Κύριοι,
Το πέρασμα των χρόνων απέδειξε πως τον πόθο της ελευθερίας και τη φιλοσοφική αξία της αριστοτελικής ευδαιμονίας δεν υπάρχει γλώσσα που την απέδωσε πιο αληθινά από την ελληνική. Γιατί, Ελευθερία και Γλώσσα αποτελούν για τους Έλληνες έννοιες ταυτόσημες, και για τον Διονύσιο Σολωμό τις μόνες δυο του έγνοιες, την πεμπτουσία του έργου του και της ζωής του.
Ακόμη κι αν οι φυσικοί ομιλητές της γλώσσας μας σήμερα δεν είναι πολλοί σε ολόκληρο τον κόσμο, η αξία και η εκφραστική της δύναμη θα εξακολουθήσει να είναι ανεπανάληπτη, αν συνεχίσουμε να την καλλιεργούμε με αγάπη και σεβασμό, τόσο ως έθνος όσο και στην ιδιαίτερή μας πατρίδα. Ίσως να μην είναι τυχαίο που κάποιοι από τους στίχους που αποδίδουν πιο έντονα την περηφάνεια των Ελλήνων για τη γλώσσα και τη συνείδησή τους, ανήκουν σε Κύπριο ποιητή, τον Κώστα Μόντη: «Ελάχιστοι μας διαβάζουν, ελάχιστοι ξέρουν τη γλώσσα μας, μένουμε αδικαίωτοι κι αχειροκρότητοι σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά, όμως αντισταθμίζει που γράφουμε Ελληνικά.»
* ΟΜΙΛΙΑ ΠΟΥ ΕΚΦΩΝΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΩΝ 60 ΧΡΟΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΤΟΥ 1955-59 ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ «ΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΣ ΗΡΩΑ ΜΑΘΗΤΗ» ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου