on 22/04/2024
Σοφία Ε. Παυλάκη,
Δικηγόρος, M.Sc., μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας
Εισήγηση σε ημερίδα με θέμα: «Πρόληψη – Διάσωση Ανθρώπων, Ζώων και Οικοσυστημάτων» που διοργάνωσε η Πανελλαδική Φιλοζωική και Περιβαλλοντική Ομοσπονδία (ΠΦΠΟ), το Σάββατο 20 Απριλίου 2024, στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων – Αμφιθέατρο Αντώνη Τρίτση (Ακαδημίας 50).
Η παρούσα Εισήγηση έχει ως θέμα το νομικό πλαίσιο για τα δάση τα οποία συνιστούν έναν παράγοντα καθοριστικό για την άγρια ζωή καθώς σε αυτά διατηρούν τα ενδιαιτήματα και τις φωλιές τους τα περισσότερα είδη ζώων. Το Σύνταγμα του 1975 περιέλαβε, για πρώτη φορά στην ιστορία των ελληνικών Συνταγμάτων, διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος αποτελώντας, έως και σήμερα, το πλέον οικολογικό Σύνταγμα στον πλανήτη. H καθιέρωση της υποχρέωσης του Κράτους για περιβαλλοντική προστασία, στη διάταξη του άρθρου 24, απηχεί κανόνες δικαίου νοµικά δεσμευτικούς και για τις τρεις συντεταγµένες εξουσίες: τον νομοθέτη, τη διοίκηση και τον δικαστή.
Από το άρθρο 24 του Συντάγματος απορρέει υποχρέωση της πολιτείας να προβαίνει σε θετικές ενέργειες για την προστασία του περιβάλλοντος µε τη λήψη των απαιτούμενων μέτρων, παρεµβαίνοντας ακόµα και στην οικονοµική ή άλλη ατοµική ή συλλογική δραστηριότητα. Η δασική προστασία και η αναδάσωση κατοχυρώνονται ρητά στις διατάξεις των άρθρων 24 παρ. 1 και 117 παρ. 3 Συντ., ενώ µε την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 24, αποδίδεται η έννοια του δάσους, κρίσιµη για τη συγκρότηση της οποίας είναι η οργανική ενότητα της βλάστησης.
Τα δασικά οικοσυστήματα υπάγονται έτσι σε αυστηρό καθεστώς προστασίας, ενώ επιβάλλεται η απαγόρευση της μεταβολής του προορισμού τους και η υποχρέωση αναδάσωσης σε περίπτωση καταστροφής τους. Στο πλαίσιο αυτό ψηφίστηκε ο εκτελεστικός του Συντάγματος νόµος 998/1979 για την προστασία των δασών, ενώ και ο Δασικός Κώδικας αποτελούσε ήδη ένα άρτιο νομοθέτημα, με τη θαυμαστή συστηματική κατάταξη της ύλης που ρυθμίζει, έχοντας ενσωματώσει τα πολύτιμα πορίσματα και τις αρχές της επιστήμης της δασολογίας και αποτελώντας, επί δεκαετίες, τη «ραχοκοκαλιά» του έργου της Δασικής υπηρεσίας.
Παρ’ όλα αυτά, στα χρόνια που ακολούθησαν την ψήφιση του Συντάγματος του 1975 και του ν. 998/1979, παρατηρήθηκε μία άνευ προηγουμένου καταστρατήγηση των Συνταγματικών κανόνων, της Δασικής νομοθεσίας και της αρχής της νομιμότητας που επιτάσσει η δράση της δημόσιας διοίκησης και της εκτελεστικής εξουσίας να εναρμονίζεται με τους υπέρτερης νομοθετικής ισχύος κανόνες της Συνταγματικής τάξης. Ήδη, από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, ξεκίνησε μία αθρόα εισαγωγή, στο 6ο κεφάλαιο περί επιτρεπτών επεμβάσεων του ν. 998/79, μιας ατελείωτης σειράς ανθρωπογενών δραστηριοτήτων στα δάση που κάθε άλλο παρά συνάδουν με την οικολογική τους αξία και την αποστολή τους.
Σε πολλά νομοσχέδια που έρχονται στο κοινοβούλιο προς ψήφιση, ακόμα και για άσχετα θέματα, διαπιστώνουμε αποσπασματικές ή και «φωτογραφικές» διατάξεις, που εισάγουν όλο και περισσότερες επιτρεπτές επεμβάσεις στα δάση, αντίθετες με την προστασία και τη λειτουργίας τους, σε βαθμό που σήμερα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι στα δάση μας, ακόμα και στα πιο πολύτιμα από αισθητικής και οικολογικής απόψεως, επιτρέπονται σχεδόν τα πάντα!
Παράλληλα ξεκίνησε η συστηματική απαξίωση του σπουδαίου και αναντικατάστατου ρόλου της Δασικής υπηρεσίας στον νευραλγικό τομέα της δασικής διαχείρισης και προστασίας, με την υποστελέχωση και την αποδόμησή της, τον περιορισμό της σε ρόλο απλού παρατηρητή και την ανάθεση των αρμοδιοτήτων της σε φορείς ή ακόμα και σε ιδιώτες, στους οποίους ωστόσο το Σύνταγμα, η νομοθεσία και οι καταστατικοί σκοποί τους δεν απονέμουν αρμοδιότητες δασικής διαχείρισης, αποκατάστασης και προστασίας. Μερικά παραδείγματα για αυτό είναι τα εξής:
Πρώτον, η αφαίρεση της δασοπυρόσβεσης από τις δασικές υπηρεσίες και η υπαγωγή της στο Πυροσβεστικό Σώμα με τον ν. 2612/1998, μολονότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αναγνωρίσει ότι η διάσπαση του φορέα δασοπροστασίας και η ανάθεση στο ΠΣ της δασοπυρόσβεσης δεν συνιστά πρόσφορο και αποτελεσματικό σύστημα δασικής προστασίας, και ότι μόνο πρόσφορο σύστημα προστασίας των δασών είναι εκείνο της ενιαίας προστασίας τους από τις Δασικές αρχές (ΣτΕ 3342/1999, ΣτΕ Ολ 2753/1994).
Δεύτερον, οι απευθείας αναθέσεις των αναδασώσεων και της αποκατάστασης δασικών οικοσυστημάτων, που καταστρέφονται από πυρκαγιά ή άλλη αιτία, σε εξωθεσμικούς φορείς, συνήθως εταιρικούς κολοσσούς μέσω του καινοφανούς θεσμού του «αναδόχου αναδάσωσης» (βόρεια Εύβοια, Δαδιά κ.ά.) (άρθ. 42 παρ. 3 ν. 998/79, όπως ισχύει μετά την ΠΝΠ της 13/8/2021 που κυρώθηκε με τον ν. 4824/2021), αντίθετα με τους κανόνες της δασικής και περιβαλλοντικής νομοθεσίας, αλλά και της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των δημοσίων έργων και του ανταγωνισμού, ενώ το κράτος διαθέτει προς τούτο τις Δασικές του υπηρεσίες οι οποίες, με πολύ χαμηλότερο κόστος, σε σχέση με τα υπέρογκα κονδύλια που δαπανώνται, είναι βέβαιο ότι θα μπορούσε να φέρει σε πέρας το σχετικό έργο με επιτυχία.
Άλλο παράδειγμα γι’ αυτό είναι η ανάθεση στη ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ της διενέργειας όλων των κλαδεύσεων και της υλοτομίας στα δάση από τα οποία διέρχονται δίκτυά της (άρθ. 5 ν. 998/1979 συνδ. άρθ. 71 ν. 4876/2021 όπως ισχύει μετά τον ν. 5069/2023), παρ’ όλο που από τους καταστατικούς σκοπούς της ΔΕΔΔΗΕ δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο, οι δε κλαδεύσεις και υλοτομίες που της έχουν ανατεθεί δεν αντιμετωπίζουν το δάσος ως προστατευόμενο οικοσύστημα, αλλ’ ως «εμπόδιο» που θα πρέπει να εκλείψει για να περάσει η ενέργεια.
Ένα ακόμα καίριο πλήγμα για τα δάση συνιστά η συστηματική απώλεια δασικής γης που προκαλείται από την ανοχή και την επιχειρούμενη νομιμοποίηση της αυθαίρετης δόμησης στα δάση την οποία επιτείνουν και πρόσφατα νομοθετήματα, όπως ο ν. 4685/2020 που εξαίρεσε τα αισθητικά δάση από την περιβαλλοντική νομοθεσία (άρθ. 19 ν. 1650/86), ο ν. 5024/2023 (άρθ. 4 παρ. 6-7, 5 παρ. 2β’) που επέτρεψε την εξαγορά καταπατημένων ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες στα οποία εμπεριέχονται δάση και οικότοποι, αλλά και ο ν. 5037/2023 (άρθ. 216) που επέτρεψε την απόδοση παρανόμως εκχερσωθέντων δασών στην αγροτική χρήση αντίθετα με το άρθρο 117 παρ. 3 Συντ. και τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας που έχει κρίνει τέτοιες νομοθετικές επιλογές αντισυνταγματικές.
Στις επαχθέστατες αυτές τακτικές που ασκούνται σήμερα στα δάση, δυστυχώς μέσω της ίδιας της νομοθεσίας και της δράσης της διοίκησης, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε με έμφαση τις εγκαταστάσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) που επιτρέπονται αθρόα, όχι μόνο στα δάση αλλά και στις αναδασωτέες εκτάσεις και μάλιστα και πριν την ανάκτηση της δασικής βλάστησης (άρθ. 13ο παρ. 1 ν. 1822/1988, 2 παρ. 1-4α’ ν. 2941/2001, 6 παρ. 1β’-δ’, 4 Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου των ΑΠΕ/αποφ. 49828/2008, ΣτΕ Ολ 2499/2012), μολονότι το Σύνταγμα απαγορεύει απόλυτα κάθε δραστηριότητα σε αυτές πλην του έργου της αναδάσωσης και ενώ δεν υπήρξε, ποτέ έως και σήμερα, έστω μία επίσημη μελέτη «κόστους – οφέλους» από την οποία να έχουμε μία εικόνα του τι κερδίζουμε σε σχέση με αυτό που θυσιάζουμε για τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ στα βουνά και στα δάση μας.
Τέλος, επισημαίνεται και η εκχώρηση δημόσιας δασικής κτήσης σε ιδιώτες επενδυτές, μέσω του ΤΑΙΠΕΔ, με χαρακτηριστική περίπτωση τη μεταβίβαση τμήματος δημόσιου δάσους στη Βυτίνα, το 2014, κατ’ εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-15 (ν. 3986/2011) παρ’ όλο που, κατά την αντίθετη νομολογία του Αρείου Πάγου και του Ε’ Τμήματος ΣτΕ (ΑΠ 207/2010, ΣτΕ 805/2016), τα δημόσια δάση υπάγονται στην έννοια των κοινοχρήστων πραγμάτων τα οποία είναι εκτός συναλλαγής, ανήκουν στη δημόσια κτήση και αποτελούν στοιχείο του ζωτικού χώρου του ανθρώπου, ο δε αποκλεισμός της πρόσβασης σε αυτά συνιστά παράνομη προσβολή της προσωπικότητας. Σημειωτέον ότι η έγκριση των παραχωρήσεων αυτών συντελείται με αποφάσεις του Δ’ Τμήματος του ΣτΕ (ΣτΕ 4883/2014 Τμ. Δ’) το οποίο όμως δεν διαθέτει αρμοδιότητα για θέματα δασών και φυσικού περιβάλλοντος, ενώ με τον τρόπο αυτό ιδιωτικοποιούνται δημόσια δάση μέσω ΤΑΙΠΕΔ παρακάμπτοντας το ζήτημα της δασικής προστασίας, για την οποία το Δ’ Τμήμα ΣτΕ δεν έχει αρμοδιότητα να κρίνει.
Ωστόσο, η κτήση του δημοσίου επί των δασών του εγγυάται τον πρωταρχικής σημασίας δημόσιο σκοπό της εθνικής κυριαρχίας, εφ’ όσον η ελληνική Πολιτεία, για να είναι βιώσιμη και κυρίαρχη, πρέπει να διαθέτει την αναγκαία εδαφική επάρκεια και τον έλεγχο του φυσικού περιβάλλοντος. Για τούτο και η διάταξη του άρθρου 2 του ν. 998/1979 ορίζει ότι «τα δάση συνιστούν εθνικό κεφάλαιο» για την προστασία του οποίου το κράτος έχει υποχρέωση να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους.
Πέραν αυτών, καθοριστική σημασία για την ελεύθερη απόλαυση των δασών και εν γένει των περιβαλλοντικών αγαθών από τον άνθρωπο, στις παρούσες αλλά και στις μέλλουσες γενεές, έχει ο σεβασμός και η διατήρηση αναλλοίωτου του κοινόχρηστου χαρακτήρα τους τον οποίο επιβάλλουν ο δημόσιος σκοπός τον οποίο υπηρετούν -με την εις το διηνεκές απόλαυση της φύσης από το κοινό- και η θεώρησή τους ως στοιχείων που συναποτελούν τον ζωτικό χώρο του ανθρώπου.
Το Σύνταγμά μας εισήγαγε το οικολογικό κριτήριο της διαχείρισης και προστασίας του δάσους και του περιβάλλοντος, μέσα από την αρχή της αειφορίας (άρθ. 24 Συντ.) που διαπνέει ολόκληρο το οικοδόμημα της δασικής και περιβαλλοντικής μας νομοθεσίας. Και όμως σήμερα, με το σύνολο σχεδόν του περιβάλλοντος και του δασικού πλούτου της χώρας υποβαθμισμένο ή και κατεστραμμένο από πολιτικές που ακολουθήθηκαν συστηματικά ενάντια στη συνταγματική τάξη, ζητάμε να ξαναγυρίσουμε στο οικονομικό κριτήριο της εκμετάλλευσης της φύσης που έχει εγκαταλειφθεί, εδώ και πάνω από μισό αιώνα, ως ανεπαρκές ή και επικίνδυνο, ήδη από τα πρώτα χρόνια της εποχής της Μεταπολίτευσης.
Με λίγα λόγια, ζητάμε με κάθε τρόπο να καθυποτάξουμε το περιβάλλον στο κέρδος με:
– Την απαξίωση των φυσικών του διεργασιών μέσα από αθρόες, ενάντιες στη φυσική λειτουργία του επεμβάσεις,
– Την υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων που επιβάλλει ο καταναλωτικός τρόπος ζωής,
– Την καταστροφή ακόμα και σπάνιων οικοσυστημάτων, με όλη τους τη βιοποικιλότητα και τα τοπία, στο βωμό της αχαλίνωτης κερδοφορίας και των ολοένα πιο σύνθετων και διογκούμενων οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων που επιτάσσουν την αέναη δημιουργία πηγών πλουτισμού, και
– Τη συστηματική ιδιοποίηση της δημόσιας κτήσης και των φυσικών πόρων από το ιδιωτικό κεφάλαιο, στο όνομα της ανάπτυξης και των επενδύσεων.
Σε μεγάλο βαθμό, οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν στον τόπο μας μετά την ψήφιση του Συντάγματος του ’75, είχαν ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της φύσης αντί για τη βιώσιμη διαχείρισή της, με την κατάσταση σήμερα να έχει φτάσει σε ανεξέλεγκτα επίπεδα κυρίως μέσω της νομοθετικής διαδικασίας και των αποφάσεων της διοίκησης που λαμβάνονται καθημερινά.
Και όλα αυτά κατ’ επίκληση συνήθως της ανάγκης αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής για την ανάσχεση της οποίας, ωστόσο, ο ίδιος ο ευρωπαϊκός Κανονισμός 841/2018 έθεσε ως κύριο μοχλό τη βιώσιμη διαχείριση των υφισταμένων δασών και τη δημιουργία νέων!
Απέναντι σε όλα αυτά καλούμαστε, πιο επιτακτικά από ποτέ, να πάρουμε θέση σήμερα καθώς τα ζητήματα που τίθενται μας αφορούν όλους. Το Σύνταγμά μας παρέχει τα αναγκαία εχέγγυα δασικής προστασίας, αρκεί να ακολουθηθεί από τις ανάλογες νομοθετικές επιλογές και από τις πολιτικές που θα επιτρέψουν να εμπεδωθούν και να υλοποιηθούν οι επιταγές του στην πράξη.
Μέσα σε όλα αυτά τα δεινά αξίζει να σημειώσουμε τη γενναία και μοναδική σε αξία και συμβολισμό προσφορά των περιβαλλοντικών κινημάτων και οργανώσεων, όπως η Π.Φ.Π.Ο., που αποδεικνύουν -σε πείσμα των καιρών- πως η ανθρώπινη ευαισθησία παραμένει ισχυρή και παρούσα, έχοντας πολλά και σημαντικά ακόμα να δώσει στην προστασία του περιβάλλοντος, των ζώων και των δασών.
Σας ευχαριστώ πολύ!
Η παρούσα Εισήγηση αφιερώνεται ξεχωριστά στην αγαπημένη μου φίλη Βάσω Κράπη που, χάρη στην αγάπη και τη φροντίδα της, ένα μεσημέρι στη Θεσσαλονίκη πήρα το μικρό μου αδεσποτάκι, τη Χαρούλα, που έφερε στη ζωή μας χαρά, ευτυχία και ομορφιά! Της εύχομαι να έχει πάντοτε επιτυχίες και να συνεχίζει με δύναμη και ελπίδα τον θαυμαστό αγώνα της για τα μικρά και αβοήθητα πλασματάκια της συμπρωτεύουσας.
* Για την Εισήγηση αντλήθηκαν αναφορές από: α) Το έργο της Μαρίας Καραμανώφ, Αντιπροέδρου ΣτΕ ε.τ., Προέδρου του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας, «Τα όρια των ιδιωτικοποιήσεων – Βιώσιμο Κράτος και Δημόσια κτήση», εκδ. Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος, Αθήνα 2014, ιδίως σελ. 151επ. και από την Εισήγησή της με θέμα: «Η εξέλιξη της δασικής προστασίας στην Ελλάδα – Το παρελθόν, το παρόν και το δυστοπικό μέλλον» στην εκδήλωση που διοργάνωσε η Οικολογική Εταιρεία Ν. Έβρου, υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Ανατ. Μακεδονίας Θράκης – Περιφερειακής Ενότητας Έβρου, στο Νομαρχείο Αλεξανδρούπολης, την 22α Νοεμβρίου 2023, β) Το άρθρο του Σωτ. Ρίζου, Προέδρου ΣτΕ ε.τ., «Το κράτος και το δάσος», εφημ. «Καθημερινή της Κυριακής», φύλλο της 5ης Σεπτ. 2021, kathimerini.gr, καθώς και γ) Από τα ακόλουθα άρθρα μου και τις εκεί μνημονευόμενες πηγές: «Η αειφορία των δασών στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο» (https://dasarxeio.com/2019/05/19/67704/), «Δάση και προστατευόμενες περιοχές» (https://dasarxeio.com/2023/08/30/128382/), «Φύση και Ελευθερία» (https://dasarxeio.com/2024/03/24/134528/), «Νομικά ζητήματα από την εξαγορά καταπατημένων δασών και οικοτόπων του ν. 5024/2023» (https://dasarxeio.com/2024/02/02/132768/), «Κλαδεύσεις και υλοτομίες από τη …ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ;» (https://dasarxeio.com/2023/11/29/131115/), «Περί εκχερσώσεων και άλλων δαιμονίων…» (https://dasarxeio.com/2023/03/26/123726/), «Κανονισμός (ΕΕ) 841/2018 – Ακόμα μία χαμένη ευκαιρία για τα ελληνικά δάση;» (https://dasarxeio.com/2020/06/30/82876/), «Η συνταγματική προστασία του περιβάλλοντος (άρθρο 24 Συντ.)» (https://dasarxeio.com/2017/03/13/42574/), «Μεταβίβαση δημοσίων δασών στο ΤΑΙΠΕΔ» (https://dasarxeio.com/2016/07/23/32961/) και «Ο κοινόχρηστος χαρακτήρας των δασών στη νομολογία των ανωτάτων δικαστηρίων» (περιοδικό «Περιβάλλον & Δίκαιο», τ. 4/2017 σελ. 704, https://dasarxeio.com/2018/04/02/54853/. Σχετική και η παρέμβασή μου με τίτλο: «Ζητήματα παραχώρησης δημόσιας δασικής κτήσης στην πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας», στο πλαίσιο επιστημονικής ημερίδας με θέμα: «Η Προστασία των Δασών υπό το πρίσμα του Κτηματολογικού Δικαίου», που διοργάνωσε η Εταιρεία Νομικών Βορείου Ελλάδος (ΕΝΟΒΕ), την 17η Μαρτίου 2017, στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, δημοσιευμένη στη σειρά «Εταιρεία Νομικών Βορείου Ελλάδος», τόμος 73, Θεσσαλονίκη 2017).
* Οι φωτογραφίες δασικών τοπίων ανήκουν στον αγαπημένο μου φίλο Μιχάλη Μαρίνο, δασοφύλακα του Δασαρχείου Έδεσσας. Τραβήχτηκαν σε κάποια απ’ τις αμέτρητες περιπολίες στο πεδίο, στις εξοχές του ακριτικού Βόρρα (Kajmakčalan), και τον ευχαριστώ πολύ που μου τις παραχώρησε για τη δημοσίευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου