Στό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς παρούσης Κυριακῆς ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμολογεῖ τήν διάπυρη ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς του καί τήν προσευχή του πρός τόν Θεό γιά τήν σωτηρία τῶν Ἰσραηλιτῶν καί, φυσικά, ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος, Ἰουδαίων καί Ἐθνικῶν. Οἱ Ἰσραηλίτες, ὅπως τονίζει ὁ Ἀπόστολος, ἔχουν ζῆλο γιά τόν Θεό, ἀλλά χωρίς ἐπίγνωση. Γι’ αὐτό δέν δέχθηκαν νά πιστεύσουν στόν Χριστό, καθότι ἀγνοοῦσαν ὅτι ἡ πίστη πρός Αὐτόν δικαιώνει, δηλαδή σώζει τόν ἄνθρωπο. Προσπαθοῦσαν νά δικαιωθοῦν ἀπό τά δικά τους ἔργα. Μέ τόν προφήτη Μωυσῆ καί διαμέσου τοῦ νόμου, δηλαδή τῆς παραδόσεως τῶν ἐντολῶν, ἄρχισε ὁ Θεός νά παιδαγωγεῖ τούς ἀνθρώπους γιά νά τούς ὁδηγήσει σταδιακά στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος «ἀποδείχθηκε γιά ἐμᾶς ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ δικαίωση, ὁ ἁγιασμός καί ἡ ἀπολύτρωσή μας» (Α΄ Κορ. 1,30).
Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Νόμου καί ἡ Χάρις τοῦ Χριστοῦ
Ὁ Ἀπόστολος ἀφαιρεῖ κάθε δυνατότητα αὐτονομίας τοῦ νόμου ἀπό τόν ἄνθρωπο, ὅταν τόν ὀνομάζει «παιδαγωγόν εἰς Χριστόν» (Γαλ. 3,24). Γιατί ἡ φανέρωση τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ γίνεται στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μέ τήν ἐνσάρκωσή Του, ὡς χάρις, δωρεά, χάρισμα, εὐεργεσία πρός τόν ἄνθρωπο πού τήν ἀποδέχεται μέ τήν πίστη.
Τά ὅρια τοῦ νόμου εἶναι ἡ προκοπή τοῦ ἀνθρώπου στόν παρόντα βίο. Ὅμως, ἡ ἐπαγγελία τῆς πίστεως εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ δικαίωση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή ἡ σωτηρία του ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο καί ἡ μετοχή του στήν αἰώνια ζωή καί δόξα τοῦ Θεοῦ, κάτι πού ὑπερβαίνει τίς δυνατότητες τοῦ νόμου.
Μέ μία φράση θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι δικαίωση καί χάρις εἶναι ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ ἐντός τοῦ πιστοῦ καί ἡ ζωή τοῦ πιστοῦ ἐντός τοῦ Χριστοῦ. Ἑπομένως, ὁ Χριστός σώζει τόν ἄνθρωπο διά τῆς πίστεως ὅταν τόν ἑνώνει στόν Θεανθρώπινο Ἑαυτό Του, τό Σῶμα Του, τήν Ἐκκλησία, καί τόν λυτρώνει ἀπό τά «ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας» (Ρωμ. 6,23), τόν μισθό πού δίνει ἡ ἁμαρτία, δηλαδή τόν θάνατο. Ὁ Κύριος προσφέρει στόν ἄνθρωπο «τό φάρμακον τῆς ἀθανασίας, τό ἀντίδοτον τοῦ μή ἀποθανεῖν» (Ἅγιος Ἰγνάτιος Θεοφόρος), πού εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του, ἡ θεία Εὐχαριστία.
Τοιουτοτρόπως ὁ Ἀπόστολος ὑπογραμμίζει ὅτι τό τέλος καί ὁ σκοπός τοῦ νόμου εἶναι ὁ Χριστός, γιά τήν δικαίωση καθενός πού τόν πιστεύει. Ἄρα ἡ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελεῖ ὀντολογικό καί ὄχι ἠθικό μόνο γεγονός. Γι’ αὐτό οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ στήν Καινή Διαθήκη δέν ἀποτελοῦν νόμο ἀλλά δεῖκτες ἐλευθερίας. Ἡ ἠθική ζωή εἶναι καρπός μετοχῆς στήν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ
Ὁ Ἀπόστολος προσωποποιεῖ τήν δικαίωση πού προέρχεται ἀπό τήν πίστη καί τήν ἐμφανίζει μέ θεολογική καί ποιητική ἐνάργεια νά ἀπευθύνεται μέ τά λόγια τοῦ Μωυσῆ (Δευτ. 9,4. 30,12-14) πρός κάθε ἕναν πού θέλει νά πιστεύσει, καί νά τοῦ λέει: «Μήν πεῖς μέσα στήν καρδιά σου “ποιός μπορεῖ νά ἀνεβεῖ στόν οὐρανό;”, γιά νά κατεβάσει δηλαδή τόν Χριστό· “ἤ ποιός μπορεῖ νά κατεβεῖ στόν Ἅδη;”», γιά νά ἀνεβάσει δηλαδή τόν Χριστό ἀπό τούς νεκρούς. Ἀλλά τί λέει πάλι ὁ Μωυσῆς; Εἶναι κοντά σου ὁ λόγος, στό στόμα σου καί τήν καρδιά σου. Ὁ λόγος δηλαδή τῆς πίστεως πού ἐμεῖς κηρύττουμε. Γιατί, συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος, ἄν ὁμολογήσεις μέ τό στόμα σου ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Κύριος καί πιστεύσεις στήν καρδιά σου ὅτι ὁ Θεός τόν ἀνέστησε ἀπό τούς νεκρούς, θά σωθεῖς. Ὥστε δέν χρειάζεται νά ἀναζητεῖ κανείς τόν Χριστό στούς οὐρανούς ἤ τήν ἄβυσσο, γιατί βρίσκεται πολύ κοντά μας, μέσα μας, ἀρκεῖ νά πιστεύσουμε ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ πού ἐνανθρώπησε γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Πολύ ἐμπνευσμένα ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἐπισημαίνει ὅτι «Ἐν τῇ διανοίᾳ σου καί τῇ γλώσσῃ σου ἡ σωτηρία. Οὐ μακράν ὁδόν βαδίσαντας οὐδέ πέλαγος πλεύσαντας οὐδέ ὄρη παρελθόντας, οὕτω δεῖ σωθῆναι». Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅπως κηρύττει ὁ Παῦλος, «καρδίᾳ γάρ πιστεύεται εἰς δικαιοσύνην, στόματι ὁμολογεῖται εἰς σωτηρίαν». Δηλαδή, ὅποιος πιστεύει μέ τήν καρδιά του ὁδηγεῖται στήν δικαίωση καί ὅποιος ὁμολογεῖ μέ τό στόμα του ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Κύριος, αὐτός σώζεται. Ἡ πίστη μᾶς δικαιώνει καί ἡ ὁμολογία μᾶς σώζει. Ὁμολογία, ὅμως, πού δέν εἶναι ἁπλός λόγος, ἀλλά ἔκφραση εὐαγγελικῆς ζωῆς, ἤθους ἐκκλησιαστικοῦ, ἀγάπης καί ἐλπίδος.
Ἀρχιμ. Ν. Κ.
https://apostoliki-diakonia.gr/gr_main/fk/2023/28_2023(3658).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου