Ἡ σημερινή ἀποστολική περικοπή ἀφορᾶ στό θέμα τῶν εἰδωλοθύτων, τό ὁποῖο ἀπασχόλησε τήν Ἐκκλησία στήν ἀρχή τῆς ἱστορικῆς της πορείας. Μέ ἄκρα συντομία ἄς σημειώσουμε ὅτι τά εἰδωλόθυτα ἦταν σφάγια ἀπό τίς θυσίες πού προσέφεραν οἱ ἐθνικοί στά εἴδωλα. Συνήθως πρόσφεραν ὡς θυσία τά πόδια καί τά ἐντόσθια τοῦ ζώου, τά ὁποῖα ἔριχναν στήν φωτιά τοῦ βωμοῦ, ἐνῶ τά ὑπόλοιπα μέρη του τά ἔτρωγαν σέ δεῖπνα ἤ τά πωλοῦσαν στήν ἀγορά.
Ἀρκετοί χριστιανοί πού προέρχονταν ἀπό τούς ἐθνικούς καί ἐξακολουθοῦσαν νά διατηροῦν οἰκογενειακές καί κοινωνικές σχέσεις μαζί τους, μετεῖχαν σέ συνεστιάσεις ὅπου παρετίθεντο εἰδωλόθυτα. Δέν εἶχαν ὅμως συνειδησιακό πρόβλημα νά φάγουν ἀπό αὐτά, ἀφοῦ, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Παῦλος, «κανένα εἴδωλο δέν ἔχει πραγματική ὕπαρξη στόν κόσμο καί κανείς ἄλλος θεός δέν ὑπάρχει παρά μόνο ἕνας» (Α΄ Κορ. 8,4). Ἔτσι, πιστεύοντας ἀκράδαντα στόν Χριστό, δέχονταν ὅτι δέν ὑπάρχει τίποτε ἀπόβλητο καί ἀκάθαρτο στήν δημιουργία τοῦ Θεοῦ καί ὅτι ὅλα εἶναι προορισμένα νά ἐξαγιασθοῦν ἀπό τόν Θεό.
Χριστιανοί μέ ἀδύναμη συνείδηση
Ὑπῆρχαν ὅμως καί χριστιανοί μέ ἀσθενική συνείδηση καί πίστη, δηλαδή ἐξακολουθοῦσαν νά φοβοῦνται τά εἴδωλα, καθώς θεωροῦσαν ὅτι τρώγοντας ὁ πιστός ἀπό τά εἰδωλόθυτα μολύνεται καί ἁμαρτάνει. Τέλος, ὑπῆρχε καί τό ἐνδεχόμενο ὁρισμένοι πιστοί πού ἔβλεπαν ὁμοπίστους τους μέ δυνατή συνείδηση καί πίστη νά ἐσθίουν ἀπό τά εἰδωλόθυτα, καί μάλιστα σέ εἰδωλολατρικούς ναούς, νά τούς μιμηθοῦν καί ἐκεῖνοι· ἀλλά μέ τήν ἐσφαλμένη ἐντύπωση ὅτι πρόκειται γιά κάτι πράγματι ἱερό καί ἄξιο σεβασμοῦ καί ὄχι γιά ἁπλή τροφή.
Ὁ κίνδυνος διασπάσεως τῆς ἑνότητας τῶν πιστῶν ἐξαιτίας τοῦ ζητήματος αὐτοῦ ἦταν μεγάλος. Οἱ ἔχοντες ἀδύναμη συνείδηση κατέκριναν ὅσους ἔτρωγαν ἀπό τά σφάγια τῶν θυσιῶν ὅτι διακυβεύουν τήν πίστη, ἀναμειγνύοντάς την μέ τήν εἰδωλολατρία. Καί οἱ ἔχοντες δυνατή συνείδηση ἔλεγαν γιά τούς πρώτους ὅτι δέν ἔχουν ἀπαλλαγεῖ ἀκόμη ἀπό τήν ἐπίδραση τῶν εἰδώλων καί ὅτι ἡ πίστη τους στόν Χριστό δέν ἦταν ἀκλόνητη καί δυνατή.
Ὁ κίνδυνος σκανδαλισμοῦ
Ὁ Ἀπόστολος ἐπισημαίνει ὅτι δέν εἶναι ἡ τροφή πού καθορίζει τήν θέση μας ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ. Ἡ χρήση τῆς τροφῆς –καί μάλιστα τῶν εἰδωλοθύτων πού ἀποτελοῦν τό συγκεκριμένο «βρῶμα» γιά τό ὁποῖο ὁμιλεῖ– εἶναι κάτι ἀδιάφορο καί μέ δευτερεύουσα σημασία. Οὔτε ἄν φᾶμε, δηλαδή, κερδίζουμε κάτι, οὔτε ἄν δέν φᾶμε χάνουμε. Ὡς ἐκ τούτου, ἐφιστᾶ τήν προσοχή τῶν πιστῶν στόν κίνδυνο σκανδαλισμοῦ. Προσέχετε, τούς λέγει, μήπως τό δικαίωμα καί ἡ ἐλευθερία σας νά ἐσθίετε ἀπό τά εἰδωλόθυτα γίνει «πρόσκομμα», ἀφορμή νά σκοντάψουν καί νά πέσουν ἐκεῖνοι πού ἔχουν ἀδύνατη πίστη.
Ἐλευθερία καί ἀγάπη
Ὁ Ἀπόστολος ἀνάγει τό θέμα στήν πραγματική του διάσταση, δηλαδή στήν σχέση ἐλευθερίας καί ἀγάπης ἤ ἐλεύθερης ἀγάπης καί ἀγαπώσης ἐλευθερίας. Δεδομένου ὅτι ρίζα καί αἰτία τοῦ ἐν λόγῳ προβλήματος ἦταν οἱ διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ τῶν πιστῶν. Τά εἰδωλόθυτα ἦταν μόνον ἡ ἀφορμή. Ὁ χριστιανός ὀφείλει νά καλλιεργεῖ τήν συνείδηση ὅτι ἡ ἐλευθερία δέν μπορεῖ νά λειτουργήσει ξεχωριστά ἀπό τήν ἀγάπη του πρός τόν συνάνθρωπο. Οἱ συνέπειες αὐτονομήσεως καί χειραφετήσεως τῆς ἐλευθερίας ἀπό τήν ἀγάπη εἶναι ὀλέθριες, γιατί ὁ ἀδύναμος στήν πίστη περιμένει ἀπό τόν δυνατό συναντίληψη καί συγκατάβαση. Στό σημεῖο αὐτό μποροῦμε νά διακρίνουμε τό μεγαλεῖο τοῦ χριστιανικοῦ ἤθους· πάνω ἀπό τό δικαίωμα πού μᾶς παρέχει ἡ ἐλευθερία, τίθεται ἡ θυσία, τήν ὁποία μᾶς ἐμπνέει ἡ ἀγάπη.
Ἡ ἐλευθερία πού παραβλέπει τήν ἀγάπη ἐκφυλίζεται· ὁ πιστός, ὅμως πού τηρεῖ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, μέ πρώτη αὐτήν τῆς ἀγάπης, μένει καί ὡριμάζει στήν ἐλευθερία. Καθότι οἱ εὐαγγελικές ἐντολές φυλάσσουν «τούς ὅρους τῆς δοθείσης ἡμῖν ἐλευθερίας», ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἐρημίτης, καί ἀποκαλύπτουν στόν ἄνθρωπο τήν θεία ζωή, τήν ζωή τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης.
Εἴθε νά βιώνουμε καί ἐμεῖς τήν ἐλευθερία ὡς ἀγάπη καί νά συντελοῦμε μέ τήν σιωπή, τήν προσευχή, τόν λόγο καί τό ἦθος μας στήν ἐνδυνάμωση τῆς πίστεως τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν μας.
Ἀρχιμ. Ν. Κ.
https://apostoliki-diakonia.gr/gr_main/fk/2023/08_2023(3638).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου