Κυριακή 29 Μαΐου 2022

Κυριακή του Τυφλού.

 

Κυριακή του Τυφλού.

Πρεσβυτέρου Αθανασίου Μηνά

Μέ τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων ὁ ἄνθρωπος ἐκδιώχθηκε ἀπό τόν Παράδεισο καί ἔγινε πάλι γῆ καί χῶμα, ἀπό τό ὁποῖο ἐπλάσθηκε. Σήμερα ὁ Χριστός, μέ τό θαῦμα πού ἀκούσαμε, πλάθοντας ἀπό πηλό καί σάλιο (ἄκτιστη ἐνέργεια), καινούρια μάτια, κράζει δυνατά γιά νά ἀκούσει ὁ κάθε ἄνθρωπος τά ἑξῆς: Δέν θέλω νά εἶσαι γῆ, πεσμένος αἰώνια, ἀλλά ζητῶ ἀπό σένα νά ἔλθεις ξανά στόν οὐρανό. Νά δεῖς τήν άγαθότητά μου, ὥστε ὁδηγώντας σε φωτεινόν, ἄρτιον πρός τά ἄνω νά παραμείνεις ἐκεῖ, στόν Παράδεισο, αἰώνια. Φεύγα ἀπό τόν τόπο τοῦ ξεπεσμοῦ, τοῦ πόνου καί τῆς ὀδύνης.

Ἀπομακρύνσου καί μετακόμισε στόν οὐρανό ὑγιής, γι’ αὐτό σοῦ δίνω τό φῶς, τά μάτια ἀπό χῶμα, ὥστε νά θυμηθεῖς ὅτι ἐγώ εἶμαι ὁ Πλάστης ἐξ ἀρχῆς, μέ τόν Πατέρα καί τόν Παράκλητο. Κήρυξε σέ ὅλους καί ὁμολόγησε ὅτι τό πολίτευμα εἶναι πλέον στόν οὐρανό καθώς καί ἡ πατρίδα σου. Συνεπῶς ἐκεῖ δέν μπορεῖ ὁ Σατανᾶς νά σέ φθάσει καί νά σέ γκρεμίσει.

Σεβαστή γερόντισσα ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε μέ τά ἴδια του τά χέρια, μᾶς ἔκανε κτήτορες τῆς οὐράνιας τροφῆς, μᾶς ἔδωσε τήν ἐξουσία ὥστε ὅλη ἡ δημιουργία νά μᾶς ὑποτάσσεται, νά μᾶς ὑπηρετεῖ, φυλάσσοντας αὐτήν.

Ἐντούτοις, πέρασε ἀνάμεσα ἕνας ἐχθρός. Διέβαλλε τόν Θεόν καί μᾶς ἀπάτησε, μᾶς τύφλωσε. Μᾶς ἀπογύμνωσε ἀπό κάθε θεϊκή ἀξία καί καταντήσαμε τυφλοί, φτωχοί, ζητιάνοι, ἡμιθανεῖς. Εἶναι αὐτά τά ἔπαθλα τῆς διαβολικῆς ἀπάτης. Αὐτά εἶναι τά γνωρίσματα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μέ τήν πτώση. Αὐτό τό ἐλεεινό δράμα εἰσῆλθε στή φύση.

Ἀλλά ὁ Δημιουργός δέν ἀνεχόταν νά βλέπει γιά πάντα τό πλάσμα του νά συντρίβεται ἀπό τόν διάβολο. Λυπόταν τήν ντροπιασμένη φύση μας, τήν τύφλωσή μας. Καί ἐλέησε τήν εἰκόνα του, τόν ἄνθρωπο πού ἦταν σέ πλάνη.

Γεννιέται, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου γιά νά καλύψει τήν γύμνωσή μας, να ἰάσει τό τραῦμα καί νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τά σκοτάδια, τήν τύφλωση καί τήν ἄγνοια.

Ἔτσι ἔρχεται σήμερα καί συναντᾶ τόν τυφλό τῆς Εὐαγγελικῆς μας περικοπῆς. Παίρνει καί πάλι χῶμα, τό πλάθει μέ τό σάλιο Σου καί δημιουργεῖ ἔτσι καινούρια μάτια. Στήν πεσμένη ἀνθρωπότητα, φανερώνοντας ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Πλάστης, ὁ Δημιουργός ἐξ ἀρχῆς καί τώρα εὐεργετεῖ τό πλάσμα Σου καί τοῦ ἀφαιρεῖ τήν τύφλωση καί τήν πτωχεία.

Τόν κάνει πλούσιο, μέ φῶς καί ζωή, ἀνάσταση καί εἰρήνη, πολίτη τοῦ Παραδείσου, ὄχι πλέον χοϊκό, σαρκικό, ἀλλά οὐράνιο, ἰσάγγελο. Ἐντούτοις ὁ διάβολος ταράζεται, χρησιμοποιεῖ, ὅπως ἀκούσαμε, τά ὄργανά του, τούς Ἰουδαίους. Καί προσπαθεῖ νά συκοφαντήσει τόν Μεσσία πού εἶναι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή. Χρησιμοποιοῦν τά ὄργανα τοῦ Σατανᾶ, οἱ Ἰουδαίοι, κάθε μέσο. Φθάνουν στό ἔσχατο σημεῖο τῆς ἀθλιότητας, νά ὑποστηρίξουν ὅτι ὁ
Χριστός εἶναι ἁμαρτωλός. Καί προτρέπουν, πιέζουν τόν πρώην τυφλό νά δοξάσει ἀλλότριο Θεό καί ὄχι τόν ἀληθινό πού εἶναι ὁ Χριστός, πού περπατεῖ ἀνάμεσά μας καί τοῦ ἔδωσε τό φῶς.

Ὅμως ὁ εὐεργετηθείς πρώην τυφλός, δέν βλασφημεῖ, δέν ἔδωσε δόξα στόν διάβολο, ἀντιστάθηκε, τούς ξεσκεπάζει καί τούς ντροπιάζει, λέγοντας τους ἀμαθεῖς καί τυφλούς, ἐκφράζοντας ἔτσι τήν ἀπορία του.

Βέβαια ἐκδιώκεται ἀπό τήν συναγωγή τους, ὅμως ἐκεῖ ἔξω συναντᾶ τόν Χριστό-Μεσσία, τόν προσκυνᾶ, τόν ὁμολογεῖ Υἱό τοῦ Θεοῦ, Σωτῆρα, γίνεται μαθητής Του καί κηρύττει παντοῦ, ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, ἀπεσταλμένος ἀπό τόν Πατέρα γιά νά δοῦν οἱ τυφλοί τό φῶς καί αὐτοί δέ πού νόμιζαν καί νομίζουν πώς τάχα βλέπουν, νά παραμένουν τυφλοί στό σκοτάδι τῆς ἀπιστίας καί τῆς κακίας τους.

Ὡς ἐμεγαλύνθη τά ἔργα Σου Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας. Σ’ Αὐτόν, τόν Πατέρα, τόν Υἱόν καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Κράτος, ἡ Βασιλεία καί ἡ Δόξα εἰς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


Δεν υπάρχουν σχόλια: