του Βαγγέλη Γεωργίου,
Ρητορικά το «Είμαι Κύπριος» του προέδρου της Κομισιόν δείχνει την ΕΕ να συμπαρατάσσεται με την Κύπρο απέναντι στην Τουρκία. Στην πράξη όμως οι Ευρωπαίοι δεν πρόκειται να θίξουν την Τουρκία. Η ΕΕ, παρά την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά την πολιτική της από εποχής εισβολής. O εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ Ομέρ Τσελίκ έστειλε απειλητικό μήνυμα στον Αναστασιάδη να «θυμάται το 1974». Άραγε στην Ελλάδα και την Ευρώπη πόσοι θυμούνται την ευρωπαϊκή στάση, όταν το φθινόπωρο του 1974 βγήκε από τα χείλη του Βέλγου υπουργού Εξωτερικών και πρώην Προέδρου του Συμβουλίου της ΕΟΚ Renaat Van Elslande, το ανεκδιήγητο «κατανοούμε την εισβολή«;
Λίγες μόνο εβδομάδες μετά την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο και την κατάρρευση της Χούντας στη Ελλάδα, η βελγική πρεσβεία στην Αθήνα θα λάμβανε ένα πολύ «θυμωμένο» τηλεγράφημα. Αποστολέας ήταν το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών. Είχε προηγηθεί συνέντευξή Τύπου στη βελγική τηλεόραση του Renaat Van Elslande, η οποία άφησε άφωνη την Αθήνα. Ο Ευρωπαίος πολιτικός, μιλώντας για το Κυπριακό, εξέφρασε την «κατανόηση» της αρχικής επιθετικής τουρκικής ενέργειας κατόπιν «προκλήσεως» του χουντικού «προέδρου» Νίκου Σαμψών!
Οι ελληνικές διπλωματικές υπηρεσίες πήραν φωτιά. Λίγο πριν υπογράψει το χαρτί της αίτησης για την ένταξη της Ελλάδος στην ΕΟΚ (1975), οι Ευρωπαίοι «κατανοούσαν» μια εθνική τραγωδία. Αμέσως ο διπλωμάτης καριέρας υφυπουργός Εξωτερικών, Δημήτρης Μπίτσιος, μέσω του τηλεγραφήματος, διαμαρτυρήθηκε πως με μια τέτοια τοποθέτηση επιδοκιμαζόταν ουσιαστικά η τουρκική επιθετικότητα!
Βέβαια κάτι τέτοιο ήταν αστήρικτο καθότι οι κινήσεις του Σαμψών, φερέφωνου της ελληνικής χούντας, είχαν ως στόχο τον Μακάριο και όχι τους Τουρκοκύπριους. Οι Τούρκοι δεν εισέβαλαν για να αποκαταστήσουν την νομιμότητα αλλά για να χειραγωγήσουν την ανωμαλία προς όφελός τους. Ακόμα και ο λιγότερο αποτελεσματικός υπάλληλος της λιγότερο αποτελεσματικής υπηρεσίας πληροφοριών στην Ευρώπη το γνώριζε αυτό. Μέχρι την ώρα που ολοκληρώθηκαν οι πολεμικές επιχειρήσεις δεν υπήρχε αμφιβολία για τις προθέσεις της Άγκυρας.
Écart de langage
Τότε λοιπόν ο Δρακούλης τον διέκοψε ευγενικά λέγοντάς του «ως Έλλην ανέμενα να ακούσω κατά τη μετάδοση της συνέντευξης και κάποια επίκριση για την τουρκική εκβιαστική αδιαλαξία«. Ο Βέλγος, από τη πλευρά του, εξέφρασε την λύπη του που οι δημοσιογράφοι δεν επέμειναν στην συνέντευξη για το Κυπριακό «οπότε αφεύκτως θα απεδοκίμαζε» την αδιαλλαξία των Τούρκων στις συζητήσεις που διεξάγονταν στη Γενεύη. Δηλαδή ο επικεφαλής της βελγικής διπλωματίας περίμενε ερωτήσεις για να ξεκαθαρίσει την επίσημη θέση ενός ευρωπαϊκού κράτους για μια αιματηρή εισβολή.Η γλωσσική «αδεξιότητα» παρόλα αυτά επικάλυψε την προφανή αποστασιοποίηση της βελγικής κυβέρνησης -και όχι μόνο- από την ελληνοτουρκική διαφορά εις βάρος της ελληνικής πλευράς. Η συζήτηση ξεκίνησε με παράπονα και έληξε με ειρωνεία. Αποχωρώντας ο Έλληνας πρέσβης από το δωμάτιο άκουσε τον Renaat Van Elslande να του λέει με ένα χαμόγελο: «ελπίζω τελικώς ότι δεν θα εγκαταλείψετε το ΝΑΤΟ…«. Η ΕΟΚ και αρκετά κράτη μέλη έδιναν πολύ λιγότερη σημασία στην Κύπρο, από εκείνη που διαφήμιζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις στην ελληνική κοινή γνώμη.
Ο θιγμένος Κύρκος
Η Ελλάδα τελικά έκανε αίτηση για να εισχωρήσει στο κλαμπ των μονοπωλείων -όπως έλεγε ο φιλοκοινοτικός Λεωνίδας Κύρκος- αλλά η κατάσταση για το Κυπριακό παρέμενε διχοτομημένη. Την Άνοιξη του 1977, η γραφική Μυτιλήνη φιλοξενούσε σύνοδο της Μικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ελλάδος-ΕΟΚ στην οποία θα συζητιόνταν τα ανθρώπινα δικαιώματα.Τότε, συμμετείχαν ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, ευρωβουλευτές, υπουργοί και όλη η ελληνο-ευρωπαϊκή αφρόκρεμα. Τότε λοιπόν, ο Ολλανδός σοσιαλιστής Ladan, κούνησε το δάχτυλο στους Έλληνες διότι η χώρα τους «καταδικάζει τους αντιρρησίες συνείδησης«! Ενώ χιλιάδες Κύπριοι αναζητούσαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα που έπεσαν θύματα του «Αττίλα», τον σοσιαλιστή βουλευτή τον ενοχλούσε το καθεστώς για τους αντιρρησίες συνείδησης σε μια χώρα που απειλούνταν με πόλεμο!
Όσο συνέβαιναν όλα αυτά, η ελληνική διπλωματία έριχνε νερό στο κυπριακό «κρασί» της προκειμένου να μην προκαλέσει δυσφορία στους Ευρωπαίους. Η Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία, δηλαδή η προσπάθεια τήρησης μιας κοινής ευρωπαϊκής στάσης σε διεθνή ζητήματα, πήρε αποστάσεις από το Κυπριακό. Για την ελληνική πλευρά η διασφάλιση της ειρήνης διερχόταν μέσω του σεβασμού του διεθνούς δικαίου και των βασιζόμενων σ’ αυτό αποφάσεων του ΟΓΕ.
Στη Γενική Συνέλευση όμως του ΟΗΕ το 1978, στην απόφαση περί μη αναμίξεως σε εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών, η Ελλάδα ψήφισε υπέρ καθώς η Αθήνα ενίσχυε την αρχή της μη επέμβασης στα εσωτερικά άλλων κρατών, βλέπε Κυπριακή Δημοκρατία. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών παρατηρούσε πως το ζήτημα του αμερικανικού εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, ως αντίδραση στην εισβολή, δεν απασχόλησε ιδιαίτερα τους Ευρωπαίους σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας. Το αντίθετο μάλιστα, τα κράτη-μέλη, δηλαδή οι μελλοντικοί αλληλέγγυοι εταίροι, έβρισκαν συνεχώς την ευκαιρία να επαναλαμβάνουν πως κακώς επεβλήθη το εμπάργκο!
Ωστόσο, η Ελλάδα βρισκόταν σε μια κρίσιμη στιγμή για την ένταξή της στην ΕΟΚ και έπρεπε να δείξει μια εικόνα εναρμόνισης με τις κοινοτικές θέσεις. Έτσι στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ το 1979 η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, για το ίδιο ζήτημα, έκανε αποχή ώστε να μην φανεί ότι αποκλίνει από τους μελλοντικούς εταίρους…Θέλαμε να μπούμε στην ΕΟΚ γαρ.
Ενταγμένοι πλην διαψευσμένοι
Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος κατάφεραν να ενταχθούν στην ΕΟΚ/ΕΕ δίχως όμως να κεφαλαιοποιηθεί αυτό στην επιτυχή διαχείριση της τουρκικής απειλής, παρά τη ρητορική των πολιτικών δυνάμεων που επεδίωξαν την ένταξη. Ο εξευρωπαϊσμός της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και οι οργουελιανές πρακτικές επίλυσης του ζητήματος προφανώς δεν γέρνουν την πλάστιγγα προς το δίκαιο.Την ίδια στιγμή, η Κομισιόν εγκρίνει χρηματοδοτικά προγράμματα για να προετοιμάσει τους Τουρκοκυπρίους για επανένωση. Διότι και αυτοί είναι «πολίτες μιας χώρας της ΕΕ, ακόμη και αν ζουν σε μέρος της Κύπρου που δεν υπόκειται στον κυβερνητικό έλεγχο» απολαμβάνοντας έτσι όλα τα «δικαιώματα των Ευρωπαίων πολιτών» όπως λέει η Κομισιόν.
Η ελληνική και κυπριακή στρατηγική οφείλει να επανεξετάσει την ανύπαρκτη βαρύτητα των Βρυξελλών στην προώθηση των ελληνοκυπριακών συμφερόντων, ειδικά σήμερα που στο παιχνίδι έχουν μπει τα ενεργειακά αποθέματα της υποσχόμενης κυπριακής -και ελληνικής- ΑΟΖ. Η ευελιξία και η ταχύτητα των περιφερειακών συμμαχιών μπορούν να ωφελήσουν περισσότερο από ένα άτεγκτο διαφορετικού πολιτικού προσανατολισμού μπλοκ δίχως το τελευταίο να απορρίπτεται. Επιπλέον, δεν επιβάλλουν απαραίτητα την αλλοτρίωση της εθνικής πολιτικής προς την κατεύθυνση που θέλουν οι άλλοι, όπως συνέβη το 1979.
Το «Είμαι Κύπριος» του Γιούνκερ δεν πρέπει να παρεξηγηθεί στην Ελλάδα, όπως συνέβη και με τον Renaat Van Elslande. Το ευρωπαϊκό écart de langage ροκανίζει τον χρόνο εις βάρος της Ελλάδας, ενώ για την τελευταία «η κατάσταση είναι αφόρητη«, όπως έλεγε απογοητευμένα ο διπλωμάτης Βύρων Θεοδωρόπουλος.
slpress.gr
πηγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου