1. Η εὐλογία τῆς Υπαπαντῆς τοῦ Κυρίου
Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ συμπίπτει μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου. Στὴ Δεσποτικὴ καὶ Θεομητορικὴ αὐτὴ ἑορτὴ ἑορτάζουμε τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν γέροντα Συμεών, ὅταν ἡ Θεοτόκος Μαρία καὶ ὁ δίκαιος Ἰωσὴφ ἔφεραν τὸν νεογέννητο Χριστό, ὡς βρέφος σαράντα ἡμερῶν, στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος.
Οἱ σκηνὲς ποὺ ἐκτυλίχθηκαν ἦταν μοναδικὲς σὲ ἱεροπρέπεια καὶ ἀποκαλυπτικὲς ὡς πρὸς «τὸ ἀπ’ αἰῶνος ἀπόκρυφον μυστήριον». Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς μᾶς φανερώνει μία πτυχὴ αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου. Γράφει ὁ θεῖος Ἀπόστολος: «Χωρὶς πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται»· δηλαδὴ εἶναι ἀναντίρρητο καὶ ὁμολογημένο ὅτι τὸ μικρότερο καὶ κατώτερο εὐλογεῖται ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο καὶ ἀνώτερο.
Πράγματι αὐτὴ εἶναι ἡ σωστὴ τάξη: ὁ ἀνώτερος νὰ εὐλογεῖ τὸν κατώτερο. Αὐτὴ ἡ τάξη ὅμως, ὅπως μᾶς ἐξηγεῖ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος, ἀνετράπη σὲ μιὰ περίπτωση στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅταν ὁ πατριάρχης Ἀβραὰμ δέχθηκε νὰ τὸν εὐλογήσει ὁ Μελχισεδέκ. Γιὰ τὸν Μελχισεδὲκ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἦταν βασιλιὰς τῆς Σαλὴμ καί ἱερέας, χωρὶς νὰ ἀναφέρει οὔτε πότε γεννήθηκε, οὔτε πότε πέθανε, οὔτε ἀπὸ ποιὸν κατάγεται. Τὸ παράδοξο δέ, ποὺ ὑπογραμμίζει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος, εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Μελχισεδέκ, ἂν καὶ δὲν ἦταν ἱερέας μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν ἱερατικὴ φυλὴ τοῦ Λευί, εὐλόγησε τὸν πατριάρχη Ἀβραάμ. Ἔτσι ἀποδείχθηκε ἀνώτερος ὁ Μελχισεδὲκ ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ καὶ τοὺς ἀπογόνους του τῆς φυλῆς τοῦ Λευί.
Παρόμοια ἀνατροπὴ συνέβη καὶ στὸ γεγονὸς ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα. Δὲν εὐλόγησε ὁ πρεσβύτης Συμεὼν τὸν νεογέννητο Χριστὸ ἀλλά, δοξάζοντας τὸν Θεό, δέχθηκε ὁ ἴδιος τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸ θεῖο Βρέφος ποὺ ἀξιώθηκε νὰ κρατήσει στὴν ἀγκαλιά του. Ὅπως ψάλλουμε στὸ Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι «ὁ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε». Αὐτὸς εἶναι ἡ πηγὴ κάθε εὐλογίας καὶ σ’ Αὐτὸν προστρέχουμε κι ἐμεῖς γιὰ νὰ λάβουμε χάρη καὶ ἔλεος.
2. Η συγκατάβαση τοῦ Νομοθέτη
Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος δὲν εἶχε βέβαια καμία ἀνάγκη νὰ ὑποταχθεῖ στὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ποὺ προέβλεπε τὴν ἀφιέρωση τῶν πρωτοτόκων στὸ Ναὸ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὅπως σημειώνει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, «οὐ κατὰ νόμον ἐντολῆς σαρκικῆς γέγονεν, ἀλλὰ κατὰ δύναμιν ζωῆς ἀκαταλύτου». Δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἔγινε ἱερεὺς ὄχι σύμφωνα μὲ κάποιο νόμο ποὺ οἱ ἐντολές του ἀναφέρονται σὲ ἐξωτερικὰ καὶ πρόσκαιρα πράγματα, καὶ γενικότερα στὴ σωματικὴ καθαρότητα· ἀλλὰ ἔγινε ἱερεὺς μὲ τὴ θεϊκή Του δύναμη. Καὶ ἡ δύναμη αὐτὴ εἶναι δύναμη ζωῆς ποὺ δὲν καταλύεται ἀπὸ τὸν θάνατο, ἀλλὰ εἶναι αἰώνια.
Τὸ γεγονὸς ὅμως ὅτι συμμορφώνεται ὁ Θεάνθρωπος Κύριος σὲ νομικὲς διατάξεις, ὅπως ἡ Περιτομὴ καὶ ἡ προσφορά Του ὡς Βρέφους στὸ Ναὸ μὲ τὴν καθορισμένη θυσία, φανερώνει τὴν ἄφατη ταπείνωση καὶ τὴν ἄπειρη συγκατάβασή Του. Πράγματι «ἀκατάληπτόν ἐστι», ὅπως ψάλλει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος, τὸ ὅτι «ἀγκαλίζεται χερσίν, ὁ Πρεσβύτης Συμεών, τὸν τοῦ Νόμου Ποιητὴν καὶ Δεσπότην τοῦ παντός».
Ὅμως, ἂν ὁ Κύριος ὑπῆρξε ἀκριβὴς τηρητὴς τοῦ ἀτελοῦς Μωσαϊκοῦ Νόμου, ὁ ὁποῖος εἶχε δοθεῖ γιὰ τὴν παιδαγωγία τῶν ἀνθρώπων, πολὺ περισσότερο προσεκτικοὶ καὶ ἀκριβεῖς καλούμαστε νὰ εἴμαστε ἐμεῖς στὴν ἐφαρμογὴ τοῦ τέλειου Νόμου ποὺ Ἐκεῖνος μᾶς ἀποκάλυψε!
3. Ο αἰώνιος Αρχιερεὺς
Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς καταλήγει μὲ τὸν προφητικὸ λόγο: «Σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ». Ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι μαρτυρία ποὺ δίνει ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὸν Χριστὸ ὅτι εἶναι «ἱερεὺς αἰώνιος κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ».
Ὅπως ἤδη ἀναφέρθηκε, μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ ὁ ἱερεὺς Μελχισεδὲκ φαίνεται σὰν νὰ ἦταν ἀγέννητος καὶ ἀθάνατος, χωρὶς προγόνους ἢ ἀπογόνους κι ἑπομένως αἰώνιος ἱερεύς, ἀφοῦ δὲν μετέδωσε τὴν ἱερωσύνη σὲ κάποιον ἀπόγονό του. Ὅλα αὐτὰ τὰ στοιχεῖα τὸν καθιστοῦν προτύπωση τοῦ Θεανθρώπου, ὁ Ὁποῖος ὡς ἄνθρωπος εἶναι ἀπάτωρ, δὲν ἔχει δηλαδὴ πατέρα, ἐνῶ ὡς Θεὸς εἶναι ἀμήτωρ, χωρὶς μητέρα, διότι γεννήθηκε μόνο ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα· καὶ εἶναι ἀρχιερέας αἰώνιος, «κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ», χωρὶς νὰ Τὸν διαδεχθεῖ κανείς.
Πράγματι ὁ Κύριος εἶναι ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς Ἀρχιερεύς, ὁ Ὁποῖος προσέφερε μιὰ γιὰ πάντα τὴν ὑπέρτατη θυσία τοῦ Γολγοθᾶ· καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή Του ζεῖ στὸν αἰώνα καὶ μεσιτεύει γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους στὸν Θεό, διότι ὡς Νικητὴς τοῦ θανάτου εἶναι Αὐτὸς ποὺ μπορεῖ νὰ σώζει ὅσους καταφεύγουν στὸ ἔλεός Του.
Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ συμπίπτει μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου. Στὴ Δεσποτικὴ καὶ Θεομητορικὴ αὐτὴ ἑορτὴ ἑορτάζουμε τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου ἀπὸ τὸν γέροντα Συμεών, ὅταν ἡ Θεοτόκος Μαρία καὶ ὁ δίκαιος Ἰωσὴφ ἔφεραν τὸν νεογέννητο Χριστό, ὡς βρέφος σαράντα ἡμερῶν, στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος.
Οἱ σκηνὲς ποὺ ἐκτυλίχθηκαν ἦταν μοναδικὲς σὲ ἱεροπρέπεια καὶ ἀποκαλυπτικὲς ὡς πρὸς «τὸ ἀπ’ αἰῶνος ἀπόκρυφον μυστήριον». Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς μᾶς φανερώνει μία πτυχὴ αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου. Γράφει ὁ θεῖος Ἀπόστολος: «Χωρὶς πάσης ἀντιλογίας τὸ ἔλαττον ὑπὸ τοῦ κρείττονος εὐλογεῖται»· δηλαδὴ εἶναι ἀναντίρρητο καὶ ὁμολογημένο ὅτι τὸ μικρότερο καὶ κατώτερο εὐλογεῖται ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο καὶ ἀνώτερο.
Πράγματι αὐτὴ εἶναι ἡ σωστὴ τάξη: ὁ ἀνώτερος νὰ εὐλογεῖ τὸν κατώτερο. Αὐτὴ ἡ τάξη ὅμως, ὅπως μᾶς ἐξηγεῖ ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος, ἀνετράπη σὲ μιὰ περίπτωση στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅταν ὁ πατριάρχης Ἀβραὰμ δέχθηκε νὰ τὸν εὐλογήσει ὁ Μελχισεδέκ. Γιὰ τὸν Μελχισεδὲκ ἡ Ἁγία Γραφὴ μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἦταν βασιλιὰς τῆς Σαλὴμ καί ἱερέας, χωρὶς νὰ ἀναφέρει οὔτε πότε γεννήθηκε, οὔτε πότε πέθανε, οὔτε ἀπὸ ποιὸν κατάγεται. Τὸ παράδοξο δέ, ποὺ ὑπογραμμίζει ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος, εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Μελχισεδέκ, ἂν καὶ δὲν ἦταν ἱερέας μὲ καταγωγὴ ἀπὸ τὴν ἱερατικὴ φυλὴ τοῦ Λευί, εὐλόγησε τὸν πατριάρχη Ἀβραάμ. Ἔτσι ἀποδείχθηκε ἀνώτερος ὁ Μελχισεδὲκ ἀπὸ τὸν Ἀβραὰμ καὶ τοὺς ἀπογόνους του τῆς φυλῆς τοῦ Λευί.
Παρόμοια ἀνατροπὴ συνέβη καὶ στὸ γεγονὸς ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα. Δὲν εὐλόγησε ὁ πρεσβύτης Συμεὼν τὸν νεογέννητο Χριστὸ ἀλλά, δοξάζοντας τὸν Θεό, δέχθηκε ὁ ἴδιος τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸ θεῖο Βρέφος ποὺ ἀξιώθηκε νὰ κρατήσει στὴν ἀγκαλιά του. Ὅπως ψάλλουμε στὸ Κοντάκιο τῆς ἑορτῆς, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι «ὁ χεῖρας τοῦ Συμεὼν εὐλογήσας ὡς ἔπρεπε». Αὐτὸς εἶναι ἡ πηγὴ κάθε εὐλογίας καὶ σ’ Αὐτὸν προστρέχουμε κι ἐμεῖς γιὰ νὰ λάβουμε χάρη καὶ ἔλεος.
2. Η συγκατάβαση τοῦ Νομοθέτη
Ὁ Θεάνθρωπος Κύριος δὲν εἶχε βέβαια καμία ἀνάγκη νὰ ὑποταχθεῖ στὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, ποὺ προέβλεπε τὴν ἀφιέρωση τῶν πρωτοτόκων στὸ Ναὸ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ὅπως σημειώνει ὁ θεῖος Ἀπόστολος, «οὐ κατὰ νόμον ἐντολῆς σαρκικῆς γέγονεν, ἀλλὰ κατὰ δύναμιν ζωῆς ἀκαταλύτου». Δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἔγινε ἱερεὺς ὄχι σύμφωνα μὲ κάποιο νόμο ποὺ οἱ ἐντολές του ἀναφέρονται σὲ ἐξωτερικὰ καὶ πρόσκαιρα πράγματα, καὶ γενικότερα στὴ σωματικὴ καθαρότητα· ἀλλὰ ἔγινε ἱερεὺς μὲ τὴ θεϊκή Του δύναμη. Καὶ ἡ δύναμη αὐτὴ εἶναι δύναμη ζωῆς ποὺ δὲν καταλύεται ἀπὸ τὸν θάνατο, ἀλλὰ εἶναι αἰώνια.
Τὸ γεγονὸς ὅμως ὅτι συμμορφώνεται ὁ Θεάνθρωπος Κύριος σὲ νομικὲς διατάξεις, ὅπως ἡ Περιτομὴ καὶ ἡ προσφορά Του ὡς Βρέφους στὸ Ναὸ μὲ τὴν καθορισμένη θυσία, φανερώνει τὴν ἄφατη ταπείνωση καὶ τὴν ἄπειρη συγκατάβασή Του. Πράγματι «ἀκατάληπτόν ἐστι», ὅπως ψάλλει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος, τὸ ὅτι «ἀγκαλίζεται χερσίν, ὁ Πρεσβύτης Συμεών, τὸν τοῦ Νόμου Ποιητὴν καὶ Δεσπότην τοῦ παντός».
Ὅμως, ἂν ὁ Κύριος ὑπῆρξε ἀκριβὴς τηρητὴς τοῦ ἀτελοῦς Μωσαϊκοῦ Νόμου, ὁ ὁποῖος εἶχε δοθεῖ γιὰ τὴν παιδαγωγία τῶν ἀνθρώπων, πολὺ περισσότερο προσεκτικοὶ καὶ ἀκριβεῖς καλούμαστε νὰ εἴμαστε ἐμεῖς στὴν ἐφαρμογὴ τοῦ τέλειου Νόμου ποὺ Ἐκεῖνος μᾶς ἀποκάλυψε!
3. Ο αἰώνιος Αρχιερεὺς
Τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς καταλήγει μὲ τὸν προφητικὸ λόγο: «Σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ». Ὁ λόγος αὐτὸς εἶναι μαρτυρία ποὺ δίνει ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὸν Χριστὸ ὅτι εἶναι «ἱερεὺς αἰώνιος κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ».
Ὅπως ἤδη ἀναφέρθηκε, μέσα στὴν Ἁγία Γραφὴ ὁ ἱερεὺς Μελχισεδὲκ φαίνεται σὰν νὰ ἦταν ἀγέννητος καὶ ἀθάνατος, χωρὶς προγόνους ἢ ἀπογόνους κι ἑπομένως αἰώνιος ἱερεύς, ἀφοῦ δὲν μετέδωσε τὴν ἱερωσύνη σὲ κάποιον ἀπόγονό του. Ὅλα αὐτὰ τὰ στοιχεῖα τὸν καθιστοῦν προτύπωση τοῦ Θεανθρώπου, ὁ Ὁποῖος ὡς ἄνθρωπος εἶναι ἀπάτωρ, δὲν ἔχει δηλαδὴ πατέρα, ἐνῶ ὡς Θεὸς εἶναι ἀμήτωρ, χωρὶς μητέρα, διότι γεννήθηκε μόνο ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα· καὶ εἶναι ἀρχιερέας αἰώνιος, «κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ», χωρὶς νὰ Τὸν διαδεχθεῖ κανείς.
Πράγματι ὁ Κύριος εἶναι ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς Ἀρχιερεύς, ὁ Ὁποῖος προσέφερε μιὰ γιὰ πάντα τὴν ὑπέρτατη θυσία τοῦ Γολγοθᾶ· καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή Του ζεῖ στὸν αἰώνα καὶ μεσιτεύει γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους στὸν Θεό, διότι ὡς Νικητὴς τοῦ θανάτου εἶναι Αὐτὸς ποὺ μπορεῖ νὰ σώζει ὅσους καταφεύγουν στὸ ἔλεός Του.
Πηγή: Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
http://www.gonia.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου