Επιτρέπονται όλες οι τροφές
Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2025
Μνήμη πάντων των Χριστιανών που πέθαναν μαρτυρικά για τη δόξα του Χριστού, από πείνα, δίψα, κρύο και μαχαίρι

Μνήμη πάντων των Χριστιανών που πέθαναν μαρτυρικά για τη δόξα του Χριστού, από πείνα, δίψα, κρύο και μαχαίρι
| Ημερομηνία Εορτής: | 29/12/2025 |
| Τύπος εορτής: | Σταθερή. Εορτάζει στις 29 Δεκεμβρίου εκάστου έτους. |
| Άγιοι που εορτάζουν: | Μνημη Παντων Των Χριστιανων Που Πεθαναν Μαρτυρικα Για Τη Δοξα Του Χριστου, Απο Πεινα, Διψα, Κρυο Και Μαχαιρι |
| Τελευταία ενημέρωση: | 31/03/2013 17:48 |
| Περιεχόμενα: | |
| |
Βιογραφία
Σωθήναι πάντας τους βροτούς Σώτερ θέλων,
Eις τούτο κρίσεις μηχανάσαι πανσόφως.
Αυτή τη μέρα η Εκκλησία μας όρισε να γιορτάζουμε τη μνήμη όλων των Χριστιανών, που μαρτύρησαν για την πίστη του Χριστού και τα ονόματα τους δεν μας είναι γνωστά.
Η γιορτή αυτή μας διδάσκει, ότι το βλέμμα του Θεού δεν είναι όμοιο με του ανθρώπου. Διότι οι άνθρωποι, συνήθως δοξάζουν και τιμούν αυτούς που γίνονται γνωστοί και διάσημοι, ενώ ο Θεός βλέπει γνωστούς και αγνώστους, διάσημους και άσημους, αρκεί όλοι να πράττουν ευσυνείδητα το θέλημα του. Έτσι και ο μικρότερος των χριστιανών αυτών, θα λάμψει ασύγκριτα περισσότερο από τους πιο φαντασμένους και αστραφτερούς βασιλείς της γης, όταν έλθει η ώρα της τελικής δικαίωσης.
Tελείται δε η αυτών Σύναξις εν τω Nαώ της Yπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου εν τοις Xαλκοπρατείοις.
ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Β´ 13 - 23
Ερμηνευτική απόδοση Π. Τρεμπέλα
13 Ὅταν δὲ ἀνεχώρησαν οἱ μάγοι, ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου ἐφάνη εἰς τὸ ὄνειρόν του εἰς τὸν Ἰωσὴφ καὶ τοῦ εἶπε· Σήκω καὶ παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα του καὶ φεῦγε εἰς τὴν Αἴγυπτον καὶ μένε ἐκεῖ, ἕως ὅτου σοῦ εἴπω.Φύγε, διότι πρόκειται ὁ Ἡρῴδης νὰ ζητήσῃ τὸ παιδίον μὲ τὸν σκοπὸν νὰ τὸ θανατώσῃ. 14 Ὁ Ἰωσὴφ δὲ ἐσηκώθη καὶ παρέλαβε νύκτα τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα του καὶ ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Αἴγυπτον. 15 Καὶ ἦτο ἐκεῖ, μέχρις ὅτου ἀπέθανεν ὁ Ἡρῴδης, διὰ νὰ ἐπαληθεύσῃ τελείως ἐκεῖνο, ποὺ ἐλέχθη ἀπὸ τὸν Κύριον διὰ μέσου τοῦ Προφήτου, ὁ ὁποῖος εἶπεν· Ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς τὸν τόπον τῆς γεννήσεώς του. 16 Τότε ὁ Ἡρῴδης, ὅταν εἶδεν ὅτι οἱ μάγοι τὸν ἐξηπάτησαν καὶ τὸν ἐγέλασαν, ἐθύμωσε πολὺ καὶ ἔστειλε στρατιώτας, οἱ ὁποῖοι ἐθανάτωσαν ὁλα τὰ παιδιά, ποὺ ἦσαν εἰς τὴν Βηθλεὲμ καὶ εἰς ὅλα τὰ περίχωρα καὶ σύνορά της, ἀπὸ ἡλικίας δύο ἐτῶν καὶ κάτω, σύμφωνα μὲ τὸν χρόνον, τὸν ὁποῖον ἐξηκρίβωσεν ἀπὸ τοὺς μάγους. 17 17 Τότε ἔλαβε πλήρη πραγματοποίησιν ἐκεῖνο, ποὺ ἐλέχθη ἀπὸ τὸν προφήτην Ἱερεμίαν, ὁ ὁποῖος ἐπροφήτευσε καὶ εἶπε· 18 18 Φωνὴ σπαρακτικὴ ἠκούσθη εἰς τὸ χωρίον τῆς φυλῆς Βενιαμὶν Ραμᾶ, θρῆνος καὶ κλάματα καὶ ὀδυρμὸς πολύς.Ἡ σύζυγος τοῦ Ἰακὼβ Ραχήλ, ποὺ ἦτο ἐκεῖ θαμμένη, διὰ τῶν ἀπογόνων τῆς μητέρων, ποὺ ἐστερήθησαν τὰ μικρά τους, κλαίει τὰ τέκνα της, καὶ δὲν ἤθελε μὲ κανένα τρόπον νὰ παρηγορηθῇ, διότι τὰ ἀθῷα αὐτὰ παιδιὰ δὲν ὑπάρχουν πλέον εἰς τὴν ζωήν. 19 Ὅταν δὲ ἀπέθανεν ὁ Ἡρῴδης, ἰδοὺ ἐφάνη εἰς τὸ ὄνειρόν του εἰς τὸν Ἰωσὴφ ἄγγελος Κυρίου ἐν Αἰγύπτῳ 20 20 καὶ τοῦ εἶπε· Σήκω καὶ πάρε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα του καὶ πήγαινε μὲ τὴν ἡσυχίαν σου εἰς τὴν χώραν τῶν Ἰσραηλιτῶν.Διότι ἔχουν πλέον ἀποθάνει ἐκεῖνοι, ποὺ ἐζήτουν τὴν ζωὴν τοῦ παιδιοῦ. 21 21 Αὐτὸς δέ, ἀφοῦ ἐσηκώθη, ἐπῆρε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα του καὶ ἦλθεν εἰς τὴν Παλαιστίνην. 22 Ἀλλ’ ὅταν ἤκουσεν, ὅτι ὁ Ἀρχέλαος ἐβασίλευεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν ἀντὶ τοῦ πατρός του Ἡρῴδου, ἐφοβήθη νὰ μεταβῇ ἐκεῖ.Καὶ καθὼς ὡδηγήθη εἰς ὄνειρον ἀπὸ τὸν Θεόν, ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ἦτο ἡγεμὼν ὁ ὀλιγώτερον σκληρὸς ἀπὸ τὸν ἀδελφόν του Ἀρχέλαον Ἡρῴδης ὁ Ἀντίπας. 23 Καὶ ἀφοῦ ἦλθε, κατοίκησεν εἰς πόλιν ποὺ λέγεται Ναζαρέτ, διὰ νὰ πραγματοποιηθῇ ἐκεῖνο, ποὺ ἐλέχθη ἀπὸ τοὺς προφήτας, ὅτι ὁ Ἰησοῦς θὰ ὀνομασθῇ ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του περιφρονητικῶς Ναζωραῖος.
ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΑΣ Α´ 11 - 19-----------† ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ. «Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος, Δαυὶδ τοῦ προφητάνακτος καὶ Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου». Τῶν ἁγίων Δισμυρίων τῶν ἐν Νικομηδείᾳ καέντων μαρτύρων (†302). Γλυκερίου μάρτυρος, Σίμωνος ὁσίου τοῦ ἐν Ἄθῳ, τοῦ μυροβλύτου.
Ερμηνευτική απόδοση Π. Τρεμπέλα
11 Σᾶς γνωστοποιῶ δέ, ἀδελφοί, ὅτι τὸ εὐαγγέλιον, ποὺ ἐκηρύχθη εἰς σᾶς ἀπὸ ἑμέ, δὲν εἶναι ἐπινόημα ἀνθρώπου. 12 Διότι ὄχι μόνον οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι, ἀλλὰ καὶ ἐγὼ δὲν παρέλαβον αὐτὸ ἀπὸ ἄνθρωπον, οὔτε τὸ ἐδιδάχθην ἀπὸ ἄνθρωπον, ἀλλὰ παρέλαβον αὐτὸ κατ’ εὐθεῖαν δι’ ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀμέσως μοῦ ἐφανέρωσε καὶ μοῦ ἀπεκάλυψε τὸν Ἰησοῦν Χριστόν. 13 Ὅτι δὲ μὲ ὑπερφυσικὴν ἀποκάλυψίν μου παρεδόθη ἀπὸ αὐτὸν τὸν Θεὸν τὸ εὐαγγέλιον, ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὴν κατὰ τὸ παρελθὸν δρᾶσίν μου. Διότι ἠκούσατε τὴν διαγωγήν, ποὺ ἔδειξα κάποτε, ὅταν ἠκολούθουν τὸν νόμον καὶ τὰ ἔθιμα τῶν Ἰουδαίων. Ἠκούσατε δηλαδή, ὅτι ὑπερβολικὰ κατεδίωκον τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ καὶ προσεπάθουν νὰ τὴν καταστρέψω. 14 Καὶ προώδευα εἰς τὸν Ἰουδαϊσμὸν περισσότερον ἀπὸ πολλοὺς συνομήλικάς μου εἰς τὸ ἔθνος μου καὶ ἐδείκνυον περισσότερον ἀπὸ αὐτοὺς ζῆλον ὑπὲρ τῶν παραδόσεων, ποὺ παρελάβομεν ἀπὸ τοὺς πατέρας. 15 Ὅταν ὅμως εὐηρεστήθη ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος μὲ ἐξεχώρισε καὶ μὲ ἐξέλεξεν ἀπὸ τὸν καιρὸν ἀκόμη, ποὺ ἤμην εἰς τὴν κοιλίαν τῆς μητρός μου, καὶ μὲ ἐκάλεσε διὰ τῆς χάριτός του, χωρὶς ἐγὼ ἀπὸ τὰ ἔργα μου νὰ εἶμαι ἄξιος διὰ μίαν τέτοιαν ἐκλογήν, 16 διὰ νὰ ἀποκαλύψῃ τὸν Υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς μου, διὰ νὰ τὸν κηρύττω μεταξὺ τῶν ἐθνῶν, εὐθὺς δὲν συνεβουλεύθην σάρκα καὶ αἷμα, δηλαδὴ ἄνθρωπόν τινα οἰονδήποτε. 17 Οὔτε ἀνέβην εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα πρὸς συνάντησιν τῶν Ἀποστόλων, ποὺ εἶχον κληθῆ πρὸ ἑμοῦ εἰς τὸ ἀποστολικὸν ἀξίωμα, ἀλλὰ ἐπῆγα εἰς τὴν Ἀραβίαν καὶ πάλιν ἐπέστρεψα εἰς τὴν Δαμασκόν. 18 Ἔπειτα, μετὰ τρία ἔτη ἀφ’ ὅτου ἐπέστρεψα εἰς τὸν Χριστόν, ἀνέβην εἰς Ἱεροσόλυμα διὰ νὰ γνωρίσω τὸν Πέτρον καὶ ἔμεινα πλησίον τοῦ δεκαπέντε ἡμέρας. 19 Ἄλλον δὲ ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους δὲν εἶδον παρὰ μόνον τὸν Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν τοῦ Κυρίου.
ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Τή σημερινή τελευταία Κυριακή τοῦ χρόνου, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμι λεῖ γιά τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, τό ὁποῖο δέν εἶναι ἀνθρώπινο δημι ούργημα καί ἐφεύρημα, ἀλλά καρπός τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Κυρίου στήν ἀνθρωπότητα. Προηγουμένως, εἶχε ἐκφράσει τή στενοχώρια του στούς Γαλάτες, καθώς πληροφορήθηκε ὅτι κάποιοι ἀπ’ αὐτούς εὔκολα μεταπήδησαν ἀπό τό Εὐαγγέλιο τῆς ἀλήθειας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ σέ ἄλλες δι δασκαλίες, σέ ἕτερα «εὐαγγέλια», πού δίδασκαν ψευδόχριστοι καί ψευ δοπροφῆτες, μέ σκοπό τήν ταραχή τοῦ ποιμνίου τῆς Ἐκκλησίας καί τή διαστροφή τῆς Εὐαγγελικῆς ἀλήθειας. Αὐτή ἡ Ἀποστολική ἀναφορά στό Εὐαγγέλιο, στόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, δηλαδή πού μεταδίδεται καί θά δι δάσκεται ἀνελλιπῶς στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, μέχρι τό τέλος τῆς ἱστορίας, μᾶς δίνει τήν ἀφορμή καί τήν εὐκαιρία νά ἐπαναπροσδιορίσουμε μέσα μας τήν ἔννοια τοῦ Εὐαγγελίου καί νά ἐκτιμήσουμε καί πάλι τήν ἀξία τοῦ θείου λόγου.
Ἡ ἀναζήτηση τῆς θεϊκῆς ἀλήθειας
Ὁ κόσμος μας σήμερα εἶναι κορεσμένος ἀπό τόν λόγο· πολιτικό, δημοσιογραφικό, ἐπιστημονικό, ἀνθρώπινο καί κοσμικό. Τίς περισσότερες φορές, ὁ λόγος αὐτός προκαλεῖ δυσφορία καί ἐκπέμπει ἀποφορά. Διε γείρει τή σκέψη ἤ τήν ἀποκοιμίζει. Ἐξεγείρει τά ἔνστικτα, προκαλεῖ, θωπεύει, ἐνθουσιάζει πρόσκαιρα ἤ ἀπογοητεύει. Πάντα, ὅμως, ἐξυπηρετεῖ μιά σκοπιμότητα· νά χειραγωγήσει τόν ἀκροατή, νά ἐλέγξει τή σκέψη του καί νά τόν καθυποτάξει στή λογική τοῦ ἐκφραστῆ του, πού, συνή θως, εἶναι ἰδιοτελής καί καιροσκοπική. Γι’ αὐτό, ὁ κοσμικός λόγος, ἄν καί πληθωρικός, ἀφήνει ἀνικανοποίητο τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ὅμως, τήν ἴδια στιγμή, ἀρνεῖται νά ἀκούσει καί νά ἀφουγκραστεῖ ἕναν ἄλλο Λόγο πού εἶναι συνεπής, σταθερός, δίκαιος, εἰρηνικός, ἀλλά καί ἐλεγκτικός, ἀγαπητικός καί ἀνεκτικός, εὐεργετικός καί σωτήριος. Καί αὐτός ὁ Λόγος εἶναι ὁ Χριστός, προσφερόμενος σέ κάθε διψασμένη ψυχή, πού κουράστηκε ἀπό τά ἀνθρώπινα λογοπαίγνια καί ἀναζητεῖ τή θεϊκή ἀλήθεια.
Ἡ ἀναγκαιότητα τοῦ θείου λόγου
Ἀπό αὐτόν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ὅπως διδάσκεται μέσα στήν Ἐκκλησία, ἔχει ἀνάγκη ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Σύμφωνα μέ τή θαυμαστή γραφίδα κεκοιμημένου Μητροπολίτη: «Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι τόσο ἀναγκαῖος γιά τήν πνευματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου ὅσο εἶναι καί τό ψωμί γιά τή σω ματική του συντήρηση. “Ἄρτῳ μέν σῶμα τρέφεται, λόγῳ δέ θείῳ ψυχή στηρίζεται”, διδάσκει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Ὁ ἄρτος, ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, εἶναι τόσο ἀναγκαῖος ὅσο καί ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος, μᾶλλον δέ, σέ ὁρισμένες περιπτώσεις, ὁ θεῖος λόγος εἶναι ἀναγκαιότερος ἀπό τήν ὑλική τροφή. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ὁ Κύριος δέν μακάρισε τούς χορτάτους, ἀλλ’ ἀντίθετα, τούς ἐταλάνισε: οὐαί ὑμῖν οἱ ἐμπεπλησμένοι, εἶπε. Μακάρισε, ὅμως, τούς πεινασμένους καί εἶπε μακάριοι οἱ πεινῶντες, καί ἐκείνους πού ἀκοῦνε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ: μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λό γο τοῦ Θεοῦ, χαρά σ’ ἐκείνους πού ἔχουν τήν εὐκαιρία νά ἀκοῦν, μά καί θέλουν νά ἀκούσουν. Γιατί, πάντα μένει σάν ἕνα ἀναπάντητο ἐρώτημα, πόσοι πεινᾶνε καί διψᾶνε γιά νά ἀκούσουν λόγο Θεοῦ; Δέν εἶναι χωρίς σημασία ἐκεῖνο πού ἀκοῦμε νά λέει ὁ Χριστός, ὅταν τελειώνει κάποια διδαχή Του: “ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω”».
Τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ μεγαλύτερος θησαυρός τῆς ζωῆς μας· ἡ ἀπάντηση στά ἐρωτήματά μας· ἡ διέξοδος στά ἀδιέξοδά μας· ἡ λύση τῶν προβλημάτων μας. Ἄραγε, ἔχουμε ἀντιληφθεῖ αὐτή τήν ἀλή θεια ἤ ἀντιμετωπίζουμε τό Εὐαγγέλιο ὡς ἕνα κοινό βιβλίο σάν ὅλα τά ἄλλα πού στολίζουν τή βιβλιοθήκη μας; Νιώσαμε ὅτι, ἀγγίζοντάς το, ἀγγίζουμε τόν ἴδιο τόν Χριστό πού ἀποκαλύπτεται διαρκῶς μέσα στίς σελίδες του; Κάναμε τό Εὐαγγέλιο καθημερινή ἀνάγκη τῆς ζωῆς μας ἤ περιοριστήκαμε στήν ἐπιδερμική προσέγγισή του, στό πλαίσιο τῆς λει τουργικῆς μας ζωῆς; Διδάξαμε στά παιδιά μας τή σπουδαιότητά του; Μάθαμε, πρῶτα ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, νά κάνουμε τρόπο ζωῆς τό ἅγιο περιεχόμενό του;
Ἕνα νέο ἔτος ἀνατέλλει ἐμπρός μας. Εἶναι σάν μιά νέα ζωή νά γεν νιέται στόν κόσμο. Ἄς δοῦμε αὐτή τή συγκυρία ὡς εὐκαιρία γιά τήν προ σωπική μας ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση, ὅπου τό γάλα, τό ψωμί καί τό νερό τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς θά γίνουν τό Εὐαγγέλιό Του! Γένοιτο!
Ἀρχιμ. Ἐ. Οἰκ.
https://apostoliki-diakonia.gr/wp-content/data/fk/2025/52_2025(3787).pdf
Δικαστικό φρένο στο ΔΕΔΔΗΕ για τις ρευματοκλοπές - «Χιονοστοιβάδα» οι καταγγελίες για μαζικές διακοπές ρεύματος
Γιατί απορρίφθηκε με δικαστική απόφαση η αγωγή του ΔΕΔΔΗΕ για αποζημίωση λόγω ρευματοκλοπής.
Μπαντσέν Λογγίνος: Θα υπερασπιστώ τα δικαιώματα των παιδιών μου.
Posted on 28 Δεκεμβρίου, 2025

Χθες, εκπρόσωποι του Κεντρικού Επιτελείου Χερσαίων Δυνάμεων CCC πήραν τον γιο μου — τον Ζαρ Ζόρια Μιχαήλοβιτς. Ζητώ από όλους να βοηθήσουν στην απελευθέρωσή του, επειδή είναι ορφανός, και εσείς αφήνετε τα παιδιά του ορφανά. Έχω ήδη θάψει δύο από τους γιους μου χωρίς ούτε ένα σεντ βοήθειας από το κράτος. Έχω τέσσερις ανάπηρους πολέμου — επίσης χωρίς ούτε ένα σεντ υποστήριξης. Εγώ ο ίδιος υποβάλλομαι σε θεραπεία. Θα έρθω και θα υπερασπιστώ τα δικαιώματα των παιδιών μου. — Μητροπολίτης Λογγίνος (Ζαρ)
Κυριακή μετά την του Χριστού Γέννηση.
Posted on 28 Δεκεμβρίου, 2025

Πρεσβυτέρου Αθανασίου Μηνά
«Τότε Ἡρώδης… ἐθυμώθη λίαν καί …ἀνεῖλε πάντας τούς παῖδας τούς ἐν Βηθλεέμ…».
Θυμός καί ὀργή διακατέχουν τόν αἰσχρότατον καί ληρώδη Ἠρώδη. Δόλος καί φονική διάθεση χαρακτηρίζουν τήν συμπεριφορά του. Δολοφόνος ὄντας, θανάτωσε ἀθῶα παιδιά γιατί στό σατανοκίνητο μυαλό του εἰσῆλθε ἡ ἰδέα, ὅτι δῆθεν κινδύνευε ἡ ἐξουσία του.
Σαφέστατα, ἁγία γερόντισσα, τό κορύφωμα τῶν κακῶν λέγεται δολιότης· προσκόλλησις στίς ἡδονές καί τίς ἐξουσίες τοῦ κόσμου τούτου· πυρετός καί ἀγάπη γιά τήν ὕλη καί τά αἰσθητά πού καί μεταφράζεται φιλοδοξία. Αὐτή πού ἐκ φύσεως θέλγει πάντοτε κατ’ αἴσθηση, ἔχει δέ τήν ἐπωνυμία καί καλεῖται φιληδονία. Διότι ὁ καθένας ἀπό τούς προσκολλημένους στίς ἡδονές εἶναι παράλυτος στήν ψυχή, κατακείμενος ἐπάνω στήν κλίνη τῆς ἡδυπάθειας καί τῆς δῆθεν φαινομενικῆς ἀνέσεως.
Κατ’ αὐτόν τόν τρόπον, ἀδελφοί, ζοῦσε ὁ θηριώδης Ἡρώδης. Δηλαδή, ὅπως στίς ἄγριες λόχμες καί στά δάση τῶν ἀγκαθιῶν φωληάζουν τά θηρία καί τά ἐρπετά τῆς γῆς, ἔτσι καί ὁ κάκιστος Ἡρώδης ζοῦσε κάτω ἀπό κάθε εἴδους κακίας καί μοχθηρίας, καθώς καί φονικῆς διαθέσεως πού τρέφει καί τρέχει τήν ψυχή πρός τήν ἀπώλεια.
Ἐν τούτοις ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναφέρεται στήν πολύτιμη ἐκείνη δοξολογία τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων καί τῶν ποιμένων, πού παραδόθηκε στούς ἀνθρώπους κατά τήν γέννηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία»· καί τήν ὁποία εὐαγγελίστηκε Ἄγγελος στούς ποιμένες πού εὑρίσκονταν ἐκείνη τήν νύκτα στήν ἀναχώρηση ἀπό τά πλήθη τῶν ἀνθρώπων καί στήν ἡσυχία.
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ στήν 29η τοῦ μηνός Δεκεμβρίου τήν μνήμην τῶν ὑπό τοῦ Ἠρώδου ἀναιρεθέντων νηπίων, τά ὁποῖα νήπια τιμῶνται ὡς μάρτυρες, πρωτομάρτυρες τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως γιά τήν μαρτυρία τοῦ Ἰησοῦ. Συγκαταλέγονται δέ στό Ἑορτολόγιο τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας κοντά σ’ ἐκείνους τούς Ἁγίους, πού πληγώθηκαν βαθιά ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Χριστοῦ. Ἑορτάζονται δίπλα σ’ αὐτούς πού δέν χόρταινε ἡ πρόθεσή τους ἀπό τούς κόπους καί τούς ἱδρῶτες τῆς ἀσκήσεως καί πού ὁμολόγησαν καί μαρτύρησαν τό ὄνομα τοῦ γεννηθέντος λυτρωτοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, στόν κόσμο. Νιώθοντας δηλαδή ὅπως οἱ πολλοί διψασμένοι δέν βρίσκουν μέ τό τί καί πῶς νά σβήσουν τήν φλόγα τῆς προθέσεώς των.
Θεωροῦμε, χριστιανοί μου, ὅτι ὅλοι οἱ μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ κυριεύθησαν ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ γεννηθέντος λυτρωτοῦ Ἰησοῦ.Ἔτσι ξεπερνοῦσαν οἱ ἴδιοι τούς ἑαυτούς των μέ τόν σφοδρό ἔρωτα τοῦ Θεοῦ καί πάλι ἔβλεπαν πάντοτε, ὅτι δέν μποροῦσαν νά φτάσουν τήν πύρινη πρόθεση καί προαίρεσή τους νά ὑποστοῦν βάσανα γιά τόν Χριστό (βλέπε συνάντηση Ἁγίας Εὐφημίας μέ τόν Ἅγιο Παΐσιο).
Σ’ αὐτήν ἀκριβῶς τήν χορεία κατέταξε καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τά σφαγιασθέντα ἅγια Νήπια καί μαζί πολλές ἐκ τῶν μητέρων τους, πού θυσιάστηκαν ἀπό τόν αἱμοσταγῆ Ἡρώδη καί ἑορτάζουμε σήμερα καί αὔριο τήν ἁγία μνήμη τους.
Συνεπῶς μαθαίνουμε μέ τήν ἄδικη σφαγή τῶν νηπίων, ὅτι ὅποιος εἶναι ἀλαζονικός καί ἐξαρτᾶται ἀπό τήν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του δέν θά ἀποκτήσει ποτέ τήν χάρη τῆς ταπεινώσεως μέσα στό φῶς τῆς κατανύξεως, μέ τήν ὁποία χορηγεῖται φῶς σοφίας Θεοῦ, ὅπως ἔχει δοθεῖ σ’ ἐκείνους πού ἔχουν συντριβεῖ στήν καρδιά, σύμφωνα καί μέ τόν λόγο τῆς Γραφῆς: «ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς».
Ἀντίθετα, ὅπως συνέβη στόν αἰσχρότατο Ἡρώδη, θά τόν σκεπάσει ἡ νύχτα τῶν παθῶν, ὅπου περιφέρονται ὅλα τά θηρία τοῦ δάσους τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως καί τά λιονταρόπουλα1 τῆς οἰήσεως· δηλαδή οἱ δαίμονες τῆς κενοδοξίας καί τῆς πορνείας πού οὐρλιάζουν καί ζητοῦν ποιόν νά καταπιοῦν2 καί νά τόν ρίξουν στήν ἄβυσσο τῆς ἀπογνώσεως.
Στῶμεν καλῶς ἀδελφοί· στῶμεν μετά φόβου. Σήμερα τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ ἑνώθηκε ἀχωρίστως μέ τό μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ μιᾷ Ὑποστάσει τῆς Ὑπεραγίας Τριάδος· ἡ Ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀφ’ ἧς στιγμῆς ἔγινε ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος, παρέμεινε στόν ἐπίγειο κόσμό μας καί σέ ὅλους τούς κόσμους ὡς Θεάνθρωπος-Ἐκκλησία.
Ἔτσι μέ τήν Ἐνανθρώπιση τοῦ Θεοῦ Λόγου γνωρίζουμε πώς «φυτεία» πού δέν ἐφύτευσε ὁ Πατήρ στόν κόσμο θά ἐξολοθρευτεῖ· δηλαδή κάθε κοσμική ἐξουσία ἤ δύναμη πού ἀντιτάσσεται στόν Χριστόν θά καταστραφεῖ· θά σβήσει καί θά ἐξαφανιστεῖ. Ὁ ἑκάστοτε μιμητής τοῦ Ἡρώδου, διώκτης καί δόλιος πού μισεῖ καί πολεμάει τόν γεννηθέντα Χριστόν, ὁδηγεῖται στό τέλος στήν ἀπώλεια, στήν λησμονιά, στήν περιφρόνηση τῆς Ἱστορίας.
Σημαντικότερο ἐν τούτοις καί ἀπό τά πλέον σημαντικά, θαυμαστότερο καί ἀπό τά πλέον θαυμαστά, εἶναι τό γεγονός ὅτι ἡ ἴδια ἡ Ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ Λόγου ἔγινε, λόγω τῆς ὑπερμέτρου φιλανθρωπίας Του, αἰώνια «Ὑπόστασις» τῆς ἁγίας ἡμῶν Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Αὐτό τό γεγονός γιορτάσαμε καί γιορτάζουμε.
Δέν ὑπάρχει ἀδελφοί μου, θεῖος πλοῦτος, θεία δόξα, θεία ἀγαθά πού νά μήν ἔγιναν διά τοῦ θαυμαστοῦ Θεανθρώπου παντοτινά δικά μας, παντοτινά ἀνθρώπινα. Λοιπόν, ἄς ψάλλουμε ξανά καί ξανά καί σήμερα καί πάντοτε: «Χριστός γεννᾶται· δοξάσατε. Χριστός ἐξ οὐρανῶν· ἀπαντήσατε. Χριστός ἐπί γῆς · ὑψώθητε. Ἄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καί ἐν εὐφροσύνῃ, ἀνυμνήσατε λαοί· ὅτι δεδόξασται».
Στόν γεννηθέντα Χριστόν, ἡ Δόξα, ἡ Μεγαλοπρέπεια καί ἡ Ἐξουσία εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.
1(Ψαλμ.103, 20-21)
2(Α΄ Πέτρου, 5,8)
Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2025
Οι Χαλασοχώρηδες: Μία σάτιρα του Παπαδιαμάντη για τα πολιτικά και εκλογικά ήθη — Κεφάλαιο Θ’
Έξω, ου μακράν του τόπου της εκλογής, τα πρακτορεία ειργάζοντο δραστηρίως. Το πρακτορείον των Χαλασοχώρηδων έκειτο απέναντι ακριβώς του δημοτικού σχολείου και η μία θύρα αντίκρυζε με την θύραν του σχολείου, η άλλη ήτο κρυφή. Διά της δευτέρας εισήρχοντο οι εκλογείς, επλησίαζον, οδηγούμενοι υπό του Λάμπρου εις γραφείον τι με καινουργή κάγκελλα, αχρωμάτιστα, έσωθεν των οποίων εκάθητο εν μέσω καταστίχων και πλησίον ημιανοίκτου συρταρίου ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος. Εκεί, οι εκλογείς ήκουον «τον κρυφό το λόγο», εφωδιάζοντο με δύο ή τρία «φυσέκια» και εξήρχοντο διά της άλλης θύρας, όπου ο Λάμπρος ο Βατούλας τους προέπεμπεν επιτηρών αυτούς, διά να βλέπη, αν θα μετέβαινον κατ’ ευθείαν εις τον τόπον της εκλογής. Οι πλείστοι, είτε διότι είχαν επισκεφθή ήδη και το άλλο πρακτορείον, είτε διότι δεν τους επέτρεπεν η συνείδησίς των να λάβωσι και από τα δύο μέρη «κουκουλόσπορο», επήγαιναν κατ’ ευθείαν· μερικοί όμως, ενώ εκαμώνοντο ότι επερίμεναν να εύρουν σειράν διά να εισέλθουν, με τρόπον «το έστριβαν». Τότε ο Λάμπρος ο Βατούλας προσεποιείτο γενναιοτέραν αγανάκτησιν παρ’ όσην πράγματι ησθάνετο. Διότι δεν ήτο και πολύ ευχαριστημένος κατά την ημέραν εκείνην της εκλογής.
Τούτο δε, διότι οι ίδιοι άνθρωποι του κόμματός του τον είχον διαβάλει παρά τω Αλικιάδη και Καψιμαΐδη, ευρόντες λαβήν την φανεράν προσπάθειαν και τον ζήλον, όν εδείκνυεν ο Λάμπρος προς τον Χαρτουλάριον, προτιμών τούτον μάλλον ως βουλευτήν ή ενδυναμώνων, διά της προς αυτόν παρεχομένης ανωφελούς άλλως συνδρομής, τους Γεροντιάδην και Αβαρίδην. Όθεν οι δύο υποψήφιοι οι υποστηριζόμενοι υπό του κόμματος των Χαλασοχώρηδων, τείναντες το ούς εις τας διαβολάς ταύτας, απέσυραν από του Λάμπρου μέρος της προς αυτόν παρεχομένης εμπιστοσύνης και έδωκαν τα πιστά εις τον κυρ-Μανουήλον τον Στεριωμένον, εις χείρας τού οποίου ενεπιστεύθησαν και τα εκλογικά έξοδα.
Ήτο δε ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος «καλός νοικοκύρης», εμποροπαντοπώλης και κτηματίας και σύμβουλος του δήμου ισόβιος, τόσον, ώστε μίαν φοράν μόνον, ότε ήλθε δέκατος τέταρτος, ήτοι δεύτερος παραπληρωματικός, ο ίσκιος του ή η καλή του τύχη «εψωμόφαγε» μετ’ ολίγας εβδομάδας δύο των προ αυτού πλειοψηφησάντων και ούτως εισήλθεν εις το δημοτικόν συμβούλιον ως ενεργόν μέλος.
Ήτο δε άνθρωπος με επιρροήν, διότι ήξευρε να κάμνει «ευκολίας» εις τους χωρικούς. Μίαν οκάν αχύρου έδιδε τον χειμώνα εκ της προμηθείας του, μίαν οκάν κριθής ελάμβανε το θέρος εκ του αλωνίου. Είχεν όλας τας αρετάς του μύρμηγκος και υπερείχεν αυτού κατά μίαν, ότι ήτο δανειστής. Μίαν οκάν ελαίας έδιδε την μεγάλην τεσσαρακοστήν εις πτωχήν χήραν, μίαν οκάν έλαιον ελάμβανε το φθινόπωρον εις την αποθήκην, όπου είχεν αραδιασμένας περί τας δύο δωδεκάδας μεγάλους πίθους κτιστούς, ασβεστωμένους και χωμένους εις την γην. Περίεργον δε ότι, ενώ τα σταθμά του μαγαζίου του ήσαν όχι λιποβαρέστερα ή των άλλων παντοπωλών, τα μέτρα της αποθήκης του εφημίζοντο ως σωστά και μάλιστα ως πρόσβαρα.
Δι’ όλων αυτών των μέσων, ως και διά τινων χρηματικών δανείων, τα οποία εδάνειζεν εις τους χωρικούς «το διάφορο κεφάλι», είχεν αποκτήσει ου μικράν περιουσίαν, δημοπρατήσας τας οικίας ή τας αμπέλους χωρικών τινων, οίτινες ουδ’ έλειψαν έκτοτε από πλησίον του, ούτε έχθραν ή μνησικακίαν εφαίνοντο τρέφοντες προς αυτόν, αλλά τουναντίον μάλιστα εφαίνοντο ως να του ήσαν υπόχρεοι. Τούτο δε, διότι εις τα χωρία και εις τας μικράς πόλεις οι πτωχοί άνθρωποι δεν έχουσι κανέν μέσον πώς να γλυτώσουν από τας χείρας των μικρεμπόρων, των μικροκεφαλαιούχων και των δικολάβων. Αυτοί οι τύραννοί των είναι και οι προστάται των. Ο ίδιος, όστις επώλησε χθες τον βουν ή τον αγρόν του δείνος γεωργού, ο ίδιος θα δανείση αύριον τον αυτόν γεωργόν ή θα τον πιστώση, επιφυλαττόμενος μετ’ ου πολύ να του πωλήσει την οικίαν ή την άμπελον. Και μετά τινα χρόνον, ότε δεν θα έχη πλέον ούτε αγρόν, ούτε βουν, ούτε άμπελον, ούτε οικίαν, αυτός πάλιν ο τύραννος, αυτός ο προστάτης θα τον μισθώση, όπως καλλιεργεί αντί ευτελούς αμοιβής τον κατεσχημένον, τον πρώην ιδικόν του αγρόν ή άμπελον. Και ούτω αληθεύει κοινή τις παροιμία λεγομένη περί της λάσπης, εις την οποίαν, όσον προσπαθεί ν’ απαλλαγή τις, τόσον βαθύτερα χώνεται, ή περί της ψώρας, ήτις όσον μοχθεί να την εξαλείψει τις, τόσον πληθύνεται. Το αυτό και χειρότερον συμβαίνει, αν ο χωρικός εδοκίμαζεν εις το ήμισυ της οδού να απαλλαχθεί του πρώτου καλοθελητού, ορφανευμένος από τον βουν και τον αγρόν, σώζων την οικίαν και άμπελον. Θα αντικαθίστα απλώς τον καλοθελητήν, θα ήλλαζε προστάτην και τύραννον αλλά δεν θα εγλύτωνεν ούτε την άμπελον ούτε την οικίαν. Ο νέος καλοθελητής θα εφήρμοζεν απλώς το αυτό σύστημα με την επί το χείρον διαφοράν προς ζημίαν του χωρικού, ότι θα ησθάνετο ολιγώτερον προς αυτόν οίκτον. Τρίτος τρόπος θα ήτο να καταφύγη ο χωρικός εγκαίρως προς τον δικολάβον. Αλλ’ ο δικολάβος είναι το χείριστον κακόν. Θα εδίδασκε τον χωρικόν την στρεψοδικίαν και το ψεύδος, θα τον έπειθε να ψευδορκήση, θα του μετέδιδε τα πρώτα σπέρματα της δικομανίας και της φυγοπονίας και θα του έτρωγεν επίσης τον βουν, τον αγρόν ή την οικίαν και την άμπελον.
Εις τούτον λοιπόν τον κυρ-Μανουήλον τον Στεριωμένον είχαν δώσει πάσαν εμπιστοσύνην ο Αλικιάδης και ο Καψιμαΐδης, παραγκωνίσαντες τον Λάμπρον Βατούλαν, όστις, πλην του πλεονεκτήματος των πλησίον του Γιαννάκου του Χαρτουλαρίου εκδηλώσεών του, εζήτησε να παρηγορηθή κατ’ άλλον τρόπον και εκ του μέρους τούτου. Την ημέραν της εκλογής, παρουσιαζόμενος κάθε τέταρτον, κάθε είκοσι λεπτά εις το πρακτορείον, εισερχόμενος, εξερχόμενος, δρομαίος, πολύφροντις, σπογγίζων επί του μετώπου τον ιδρώτα με λευκόν λινομέταξον μανδήλιον, εισέβαλλεν οπίσω από τα κάγκελλα, διέκοπτεν αποτόμως πάσαν συνεννόησιν ή διαπραγμάτευσιν του Στεριωμένου μετά ψηφοφόρων ή ψηφοθηρών, έκυπτεν εις το ους του, του ωμίλει και εις απάντησιν ο κυρ-Μανουήλος πότε μορφάζων, πότε στενάζων, πάντοτε σκυθρωπός, τού έθετεν εις την παλάμην άλλοτε έν, άλλοτε δύο δεκάρικα, δύο ή τρία φυσέκια χαλκίνων κερμάτων και ο Λάμπρος επί ατμού αμέσως έφευγεν, ετρέπετο δεξιά ή αριστερά προς τον δρόμον της συνοικίας, διά να επανέλθει και πάλιν μετά είκοσι λεπτά ή ημισείαν ώραν. Ιδού τι συνέβαινεν. Ο Λάμπρος την ημέραν εκείνην είχε βάλει εις πράξιν την μέθοδον «των κρυφών εκλογέων». Διηγείτο εκάστοτε εις τον κυρ-Μανουήλον τον Στεριωμένον ότι είχε δύο εκλογείς, δύο σίγουρους ψήφους, κρυφούς, οι οποίοι ως νοικοκυραίοι άνθρωποι, βλέπεις, πτωχοί και υπερήφανοι εσυστέλλοντο να παρουσιασθώσι φανερά εις το «πρακτορείον» διά να πάρουν λεπτά. Ο κυρ-Μανουήλος προσεποιείτο ότι τον επίστευε· δεν ηδύνατο ν’ αρνηθεί απολύτως την πληρωμήν, καθόσον δεν είχεν οδηγίας να φθάσει έως εκεί από τον Αλικιάδην και τον Καψιμαΐδην.
Εφρόντιζε μόνον ως καλός διαχειριστής και ως καλύτερος έμπορος «να κόφτει» κάτι τι από τας απαιτήσεις του Λάμπρου. Εάν εκείνος εζήτει εικοσιπεντάρικον, ο κυρ-Μανουήλος έδιδεν έν δεκάρικον και δύο φυσέκια των τεσσάρων δραχμών· εάν του εζήτει δύο δεκάρικα, έδιδε δύο πεντάρικα και έν φυσέκιον μ’ εξήντα πεντάρες.
Ο Λάμπρος εγόγγυζεν εκάστοτε λέγων ότι «δεν θα ταιριασθούν οι άνθρωποι με τόσα», ο δε Μανουήλος εμορμύριζεν εν σπουδή:«Κοίταξε να τους καταφέρεις, δεν έχουμε πολλά λεπτά». Και ο Βατούλας ελάμβανε τα χρήματα κι εκινείτο να εξέλθει.
Ο κυρ-Μανουήλος ο Στεριωμένος τον εκράτει τότε και απήτει να του είπει τουλάχιστον τα ονόματα των «κρυφών εκλογέων», διά να τα σημειώσει εις το κατάστιχον, αλλ’ ο Λάμπρος διεμαρτύρετο με τόνους αισθηματικούς, πρόθυμος να κοκκινίσει αυτός, διά να παράσχει δείγμα του πώς θα εκοκκίνιζαν οι πελάται του κι έλεγε: «δεν κάνει να εκθέσουμε τους ανθρώπους· τότε καλύτερα να λείπει»! Κι ενώ αι χείρες αι κρατούσαι τα χαρτονομίσματα και τας δεσμίδας των κερμάτων ετείνοντο μακραί προς στιγμήν, ως διά να επιστρέψωσι τα χρήματα εις το γραφείον του Μανουήλου, με βλέμμα εναγωνίου προσδοκίας παρακολουθούντος την κίνησιν, αίφνης αι χείρες αύται εχώνοντο βραχείαι εις τα θυλάκια της ιδίας περισκελίδος του, αποθέτουσαι τα χρήματα εκεί.
Το πρακτορείον του άλλου κόμματος έκειτο επίσης ουχί μακράν του σχολείου, αλλ’ όπισθεν, εις ολιγώτερον κεντρικόν μέρος και η θύρα του δεν αντίκρυζε τον τόπον της εκλογής. Όθεν, επειδή ήτο δύσκολον απ’ αυτού του πρακτορείου να επιτηρώσι τους ψηφοφόρους, όσοι εξερχόμενοι μετέβαινον εις τον τόπον της εκλογής ίνα ψηφοφορήσωσιν, ο Μανόλης ο Πολύχρονος ένευε συνήθως εις δύο ή τρεις των στενωτέρων φίλων να τους συνοδεύωσιν, ενίοτε δε και αυτός ο ίδιος τους προέπεμπεν εις τας κάλπας. Ήτο δε λεπτόν και ακανθώδες το πράγμα. Ο συνοδεύων ώφειλε να μη δεικνύει ότι συνοδεύει. Ώφειλε να τους εμβιβάζει με τρόπον εις τον τόπον της εκλογής, χωρίς να κάμνει ότι αυτός τάχα τους ωδήγησε και τους προέπεμψεν όπως ψηφοφορήσωσιν. Οι εντροπαλώτεροι των εκλογέων, σχεδόν όλοι, με όλην την μέθην ήν είχον τινές αυτών, εστενοχωρούντο και διεμαρτύροντο λέγοντες ότι «τι; πρόβατα είμαστε, να μας πάν’ έτσι;». Εν τοσούτω ενομίζετο επάναγκες να τους επιτηρώσιν. Οι πονηρότεροι των ψηφοφόρων μη απαξιούντες να λάβωσι «βαμβακόσπορον» και από τα δύο κόμματα έβαινον μετά της υστεροβουλίας, όπως επισκεφθώσι και το άλλο πρακτορείον, το οποίον έκειτο κατέμπροσθεν του εκλογικού τμήματος. Τινές δε, αν και δεν το επεθύμουν χάριν του διπλού χορηγήματος, αλλ’ εφοβούντο τα μίση και τους κατατρεγμούς, και δεν ήθελον να εκτεθώσι και απέναντι του κόμματος των Χαλασοχώρηδων. Ολίγοι μόνον εκλογείς εφόρουν φανερά το σημείον του κόμματος, άσπρην κορδέλλαν ως Χαλασοχώρηδες ή κοκκίνην ως Ανδρογυνοχωρίστρες. Πολλοί δε, αν και εβιάζοντο υπό των κομματαρχών των δύο μερίδων να φορέσωσιν εις απόκεντρον μέρος το λευκόν ή ερυθρόν σήμα, ευθύς ως επρόβαλλαν εις την αγοράν, το απέσπων από της κομβιοδόχης των και το έκρυπταν εις το θυλάκιον.
Ο «βαμβακόσπορος», τον οποίον έδιδαν τα δύο κόμματα εις τους ψηφοφόρους, ανεβοκατέβαινεν από δύο φυσέκια έως τέσσαρα και πέντε ή από μίαν σιχνάτσα έως τρεις και τέσσαρας. Είχαν φέρει επί κραβάτου και τον γερο-Κώσταν τον Γιουλάρην, δυστυχή παραλυτικόν, ίνα ψηφοφορήσει υπέρ των Χαλασοχώρηδων. Αλλοκότως δε πένθιμον ήτο το θέαμα του ταλαιπώρου πρεσβύτου, βασταζομένου επί φορείου υπό τριών ρωμαλέων ανδρών, εισκομιζομένου εις τον τόπον της εκλογής, περιαγομένου έμπροσθεν των καλπών, μετά κόπου κινούντος τον βραχίονα και ρίπτοντος εις το «σκασμένον» στόμιον τα σφαιρίδια. Είχαν φέρει από τα Καλύβια και τον μπαρμπα-Γιώργην τον Ξοπούλην, αγροίκον, όστις από τριάκοντα ετών δεν είχε καταβή εικοσάκις εις την πόλιν και τούτο μόνον εν καιρώ εκλογών. Του είχον τάξει ζεύγος τσαρουχίων και μίαν τραγόκαπαν και ούτως επείσθη να έλθει. Κατήλθε περί την μεσημβρίαν με όλον το αιπόλιόν του, μη εμπιστευόμενος να το αφήσει προς ώραν εις την φροντίδα άλλου βοσκού. Έφερε τας αίγας του έως εις τα πρόθυρα του σχολείου, εισήχθη εις το πρακτορείον των Χαλασοχώρηδων, είτα ευθύς μετέβη εις τον τόπον της εκλογής κρατών και την πήραν του ανηρτημένην υπο την αριστεράν μασχάλην, μόλις πεισθείς ν’ αφήσει την μαγκούραν του έξω της θύρας. Εισήλθεν, εχαιρέτησε την επιτροπήν και τους παρεστώτας, ειπών «γεια σας». Εψηφοφόρησεν, εξήλθεν αμέσως και συρίξας συνήγαγε το αιπόλιόν του και απήλθεν εν βοή και κωδωνισμώ.
Οι Ανδρογυνοχωρίστρες έδωκαν αντί χαρτονομίσματος εξώφυλλα σιγαροχάρτου επίχρυσα και κυανίζοντα εις τον Γιάννην Ψειροκόνιδαν, βλάκα εκ γενετής, ον από εβδομάδος δεν έπαυσαν εμπράκτως να διδάσκωσιν όπως μάθει να διακρίνει το λευκόν και το μέλαν της κάλπης, αποστηθίσει δε και των υποψηφίων τα ονόματα.
Έδωκαν προσέτι τρία παλαιά σβάντζικα αυστριακά εις τον μαστρο-Δημητρόν τον Λογαριασμόν, όστις δεν είχε μάθει ν’ αναγνωρίζη άλλο νόμισμα, όπως ψηφοφορήση υπέρ των ιδικών των. Είχε προσαχθή το πρωί φορών την κοκκίνην σκούφιαν του «αποκαής» ακόμη από την εσπερινήν κραιπάλην και δεν εχρειάσθη περισσότερον από δύο μαστίχας διά να μεθύσει εντελώς. Τον είχε προσαγάγει, μέγαν επιδεικνύων ζήλον, ως νεοφώτιστος υπέρ του κόμματος, ο Κωνσταντής ο Καλόβολος και οδηγών αυτόν τον επαρουσίασεν εις τον Μανόλην. Δεν ετύχομεν ευκαιρίας να είπωμεν ότι οι δύο εμπιστευμένοι φίλοι, ο Κωνσταντής ο Καλόβολος και ο Γιάννης της Κ’σάφους, τα είχαν γυρίσει εν τω μεταξύ αμφότεροι. Τώρα ο Γιάννης ήτο υπέρ των Χαλασοχώρηδων, διότι είχεν εύρει εκεί, φαίνεται, το συμφέρον του, ο δε Κωνσταντής είχε μεταστή προς τους Ανδρογυνοχωρίστρες απλώς διότι τα είχε γυρίσει ο Γιάννης. Ούτω καθίστατο προβληματικόν του λοιπού και το σπουδαίον στοίχημα, το οποίον τους ηνάγκασε να στοιχηματίσωσιν ο Μανόλης ο Πολύχρονος, καθ’ α ιστορήσαμεν εν τη εισαγωγή της παρούσης πραγματείας.
Περί την μεσημβρίαν δε ήλθεν ο μπαρμπα-Στεφανής ο Μόσκοβος, παλαιός ναυτικός, μικρόσωμος, ταχέως και δυσκρινώς ομιλών, ψημένος από την θαλασσίαν άλμην, μελαψοκοκκινισμένος από τας τρικυμίας του πελάγους, φέρων δύο τολύπας πυρόφαια μαλλία περί τους κροτάφους και δύο στοίβας χονδρών και ακανθωδών τριχών περί τας γνάθους. Εξελθόντα του πρακτορείου, ο Μανόλης ο Πολύχρονος έκαμεν απόπειραν να τον συνοδεύσει μέχρι του τόπου της εκλογής, προσπαθών ν’ αρχίσει μετ’ αυτού ομιλίαν επί τετριμμένου θέματος·
- Ε! πώς τα βλέπεις τα πράματα, μπαρμπα-Στεφανή;
- Πώς θέλεις να τα βλέπω, εμορμύρισε δυσφορών ο παλαιός θαλασσινός.
- Απ’ το άλλο κόμμα σκύλιασαν… Δεν είδες τι πηλάλα την έχουν;
- Ας πα να σκυλιάσουν όλοι, έγρυξεν ο μπαρμπα-Στεφανής.
- Εγώ λέω θα τους ρίξουμε κάτω, επανέλαβε, κατά βήμα παρακολουθών αυτόν βαδίζοντα, ο Μανόλης.
Αίφνης στραφείς προς αυτόν ο μπαρμπα-Στεφανής·
- Για να σου πω, κυρ-Μανόλη, του είπε με την ραγδαίαν και όχι πολύ καθαρεύουσαν προφοράν του· μη θαρρείς πως είμαι βολικό πράμα, για να με μπαρκάρης εσύ στο σκολειό μέσα;… Εμένα εύκολα δε με τσουρμάρεις…οι άνθρωποι δεν είναι μπαούλα για να τους μπατάρετε σεις όπως θέλετε, μπάτει από δω, μπάτει από κει…μη σας χρειάζεται ακόμα κανένας κάβος, καμμιά γούμενα, για να μας δέσετε, μη μπας και σας σκαπουλάρουμε;…τίποτες αμπάσες μούδες μη θέλετε, για να μας αρμενίζετε πρύμα; Καλούμα από δω, όρτσα από κει, φούντα εκεί! Εμένα, για να σου πω, εύκολα-εύκολα δεν μπορείς να με σκαντζάρεις με το μυαλό το δικό σου. Ίσα τρίγκο, ίσα παρουκέτο, μάινα μπαμπαφίγκο! Για καμμιά τσομπανοφλοέρα μ’ επήρες και μου κόλλησες στα νερά, σαν να σου κατέβηκε να σου τραβήξω γιουντέκι ή ν’ αρμενίσουμε κουσέρβα; Αβάρα! Σία! Ανοιχτά!
Ο Μανόλης δεν ηδυνήθη να μη γελάσει κι έσπευσε να απαλλάξει τον μπαρμπα-Στεφανήν της φορτικής συνοδείας του.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/anthology/8/248
Κεφάλαιο Η’
Κυριακή μετά την Χριστού Γέννησιν - Περὶ των μάγων. (+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
Περὶ τῶν μάγων
«Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων...» (Ματθ. 2,13)
+Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης.
Θὰ προσπαθήσω, ἀδελφοί μου, νὰ πῶ ἁπλᾶ λόγια. Γιατὶ θέλω ὅλοι νὰ καταλαβαίνουν τὸ κήρυγμα.
Τὰ εὐαγγέλια, ποὺ ἀκοῦμε τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες, μιλᾶνε γιὰ ὅσα ἔγιναν κατὰ τὴ γέννησι τοῦ Χριστοῦ. Μιλᾶνε γιὰ τὴ Βηθλεέμ, γιὰ τὸ σπήλαιο, γιὰ τὸν ἀστέρα, γιὰ τοὺς ἀγγέλους, γιὰ τοὺς βοσκούς, γιὰ τὰ ζῷα. Μιλᾶνε ἀκόμα γιὰ τοὺς μάγους. Μ᾿ αὐτοὺς ἀρχίζει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο (βλ. Ματθ. 2,13-23)· «Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων…». Γιὰ τοὺς μάγους λοιπὸν ἂς μιλήσουμε κ᾿ ἐμεῖς. Οἱ μάγοι θὰ γίνουν διδάσκαλοί μας.
Τί μᾶς διδάσκουν; Πολλὰ πράγματα.
* * *
• Πρῶτα – πρῶτα πρέπει νὰ ξέρουμε, ὅτι οἱ μάγοι αὐτοὶ δὲν ἔχουν καμμιά σχέσι μὲ τοὺς σημερινοὺς μάγους. Δυστυχῶς σήμερα ὑπάρχουν μάγοι καὶ μάγισσες σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο καὶ στὴν πατρίδα μας· ἡ μαγεία κάνει θραῦσι σὲ πόλεις καὶ χωριά. Λένε μερικὰ λόγια «θεοτικά»· ἀλλ᾿ ἐνῷ στὰ χείλη ἔχουν αὐτά, στὴν καρδιὰ ἔχουν τὸ διάβολο. Εἶνε ὄργανα τοῦ διαβόλου, σκοτεινὰ πρόσωπα, καὶ πλανοῦν τοὺς ἀνθρώπους. Ἔχουν μεγάλη πέρασι· θησαυρίζουν.
Ἡ μαγεία κάνει τὶς ψυχὲς νὰ φοβοῦνται. Πολλὲς φορὲς μᾶς ἔρχονται ἄνθρωποι τρέμοντας. –Τί ἔχεις; λέω. –Φοβᾶμαι, ὅτι θὰ μᾶς συμβῇ κακὸ στὸ σπίτι. –Γιατί; –Νά, χθὲς τὸ πρωὶ σηκωθήκαμε καὶ βρήκαμε στὴν αὐλὴ κέρατα, κόκκαλα, μαλλιά, κουμπιά, βελόνες, χαρτιά. Μάγια μᾶς κάνανε. Λέω· –Πιστεύεις στὸ Χριστό; –Πιστεύω. –Ἔ, ἀφοῦ πιστεύεις, ποιός εἶνε πιὸ δυνατός, ὁ διάβολος ἢ ὁ Χριστός; Λέει· –Ὁ Χριστός. –Ἔ, ἅμα πιστεύῃς καὶ ἔχῃς τὸ Χριστὸ μαζί σου, μὴ φοβᾶσαι τίποτα. Ὅλοι οἱ διάβολοι, ὅλοι οἱ μάγοι νὰ πέσουνε, δὲν μποροῦν νὰ σοῦ κάνουν τίποτε ἀπολύτως.
• Ἀφοῦ οἱ μάγοι δὲν εἶχαν σχέσι μὲ τὴ σατανικὴ μαγεία, τί ἦταν λοιπόν; Ἦταν σοφοὶ ἐπιστήμονες ἀστρονόμοι, ἄνθρωποι ποὺ ζοῦσαν μὲ φόβο Θεοῦ καὶ μελετοῦσαν βιβλία. Τὴ νύχτα ἀγρυπνοῦσαν κάνοντας παρατηρήσεις στὸν οὐρανό. Ὤ ὁ οὐρανός, τί μεγάλο θαῦμα! Ἑκατομμύρια ἀστέρια. Τὰ ἔβλεπαν καὶ θαύμαζαν τὸ Δημιουργό. Καὶ μιὰ βραδιά, παρατηρώντας, εἶδαν ἕνα ἐξαιρετικὰ λαμπρὸ ἀστέρι· διέφερε ἀπ᾿ ὅλα τὰ ἄλλα στὴ λάμψι, στὶς κινήσεις, στὴν ὅλη ἐμφάνισι. Συμφώνησαν ὅλοι· Αὐτὸ σημαίνει, ὅτι γεννήθηκε ὁ ἀναμενόμενος βασιλεύς!
Δηλαδή, τὸ Χριστὸ δὲν τὸν πίστεψαν μόνο ψαρᾶδες καὶ βοσκοί· τὸν πίστεψαν καὶ σοφοὶ ἐπιστήμονες. Πράγματι καὶ τότε καὶ σήμερα, παντοῦ στὸν κόσμο, ἄνθρωποι ποὺ ξέρουν γράμματα καὶ καλλιεργοῦν τὶς ἐπιστῆμες, καθηγηταὶ σπουδαῖοι (ἀστρονόμοι, ἱστορικοί, γιατροί, φυσικοὶ κ.ἄ.) πιστεύουν στὸ Χριστό, ὅπως πίστευαν οἱ μάγοι. Στὴ Μύκονο, ἕνα νησὶ τουριστικό, μιὰ Κυριακὴ ὅταν χτύπησε ἡ καμπάνα, κανείς ἀπὸ τοὺς ἄλλους τουρίστες δὲν πῆγε· προτίμησαν τὸ μπάνιο. Ἕνας μόνο πῆγε. Ποιός ἦταν; Ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους ἐπιστήμονες· ὁ Μπράουν, αὐτὸς ποὺ ἀνακάλυψε τὸν πύραυλο ποὺ πετοῦνε τώρα στὰ ἄστρα. Αὐτός, μολονότι ἑτερόδοξος, πῆγε ὣς τὴν ἐκκλησία. Κ᾿ ἐδῶ κάτι φοιτητάκια, ποὺ πῆγαν σὲ σχολὲς μὰ δὲν ἔμαθαν τίποτα –σὲ λίγο τὰ διπλώματα στὴν Ἑλλάδα δὲν θά ᾿χουν καμμιά ἀξία, κάτι δασκαλάκια, κάτι καθηγηταὶ ποὺ δὲν ξέρουν οὔτε τὸ ἄλφα τῆς ἐπιστήμης, σοῦ λένε· Δὲν πιστεύουμε. Ἐνῷ ἕνας ἐπιστήμονας διεθνοῦς φήμης, ὅπως αὐτός, ἔδειξε πίστι.
• Μᾶς διδάσκουν λοιπὸν οἱ μάγοι, πρῶτον ὅτι δὲν ἔχουν καμμιά σχέσι μὲ τὴ σημερινὴ μαγεία, δεύτερον ὅτι καὶ οἱ ἐπιστήμονες πιστεύουν καὶ ὁμολογοῦν τὸ Χριστό. Τί ἄλλο; Ἦταν μακρινὴ ἡ πατρίδα τους. Ἡ ἀπόστασι ἀπὸ τὴν Περσία μέχρι τὴ Βηθλεὲμ εἶνε 2.000 περίπου χιλιόμετρα. Χρειάζονταν μῆνες, χρόνια γιὰ νὰ φτάσουν. Ἀφοῦ λοιπὸν εἶδαν τὸ λαμπρὸ ἀστέρι, φόρτωσαν τὶς καμῆλες τους μὲ πολύτιμα δῶρα, ἀνέβηκαν σ᾿ αὐτὲς καὶ ξεκίνησαν. Μακρινὸ τὸ ταξίδι. Πέρασαν βουνά, λαγκάδια, ποτάμια, γεφύρια… Κινδύνεψαν ἀπὸ θεριά, ἀπὸ λῃστάς, ἀπὸ καιρικὲς συνθῆκες. Ἀλλὰ παρηγοριά τους ἦταν τὸ ἀστέρι, ποὺ σὰ νὰ τοὺς φώναζε· Συνεχίστε, βαδίστε, μὴν κουραστῆτε!… Καὶ νά, ὕστερα ἀπὸ τόσο δρόμο φτάνουν καὶ προσκυνοῦν στὸ σπίτι τὸ Χριστό. Δόξασαν τὸ Θεὸ ποὺ τοὺς ἀξίωσε, καὶ κατόπιν ἔφυγαν γιὰ νὰ ἐπιστρέψουν στὴ χώρα τους.
Θὰ πῇ τώρα κάποιος· Ἄχ νά ᾿μουν κ᾿ ἐγὼ τότε ἐκεῖ μαζὶ μὲ τοὺς μάγους, νὰ μπῶ στὸ σπήλαιο νὰ προσκυνήσω τὸ Χριστό!… Δὲν εἶνε ὅμως ἀνάγκη. Γιατί; Διότι ἐδῶ εἶνε ἡ Βηθλεέμ (κάθε ἐκκλησία εἶνε σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ)· ἐδῶ εἶνε ὁ Χριστός! Τὸ πιστεύεις; Τότε ἔλα στὴν ἐκκλησία. Πόσα βήματα εἶνε; Οἱ μάγοι ξεκίνησαν ἀπὸ τόσο μακριά· ἐδῶ ποιός πατάει; Κοιμοῦνται! Ἂν ἀρρωστήσουμε, τρέχουμε στὸ γιατρό, ὅσο μακριὰ κι ἂν εἶνε, καὶ ξοδεύουμε ὅλη τὴν περιουσία μας, γιὰ νὰ γίνουμε καλά. Δηλαδὴ τὸ σῶμα, τὸ τομάρι μας, ἔχει μεγαλύτερη ἀξία. Μὰ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε μόνο σῶμα· εἶνε καὶ ψυχή. Χτυπάει λοιπὸν ἡ καμπάνα; ἔλα στὴν ἐκκλησία νὰ λατρεύσῃς τὸ Θεό. Εἰ δ᾿ ἄλλως, οἱ μάγοι θὰ εἶνε κατήγοροί μας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως· διότι ἐκεῖνοι βάδισαν χιλιόμετρα, κ᾿ ἐμεῖς οὔτε λίγα μέτρα γιὰ τὸ Χριστό.
• Οἱ μάγοι εἶνε τέλος ἀξιομίμητοι, γιατὶ δὲν πῆγαν στὸ Χριστὸ μὲ ἄδεια χέρια. Ἔφεραν μαζί τους δῶρα πολύτιμα, μεγάλης ἀξίας· χρυσό, λιβάνι, σμύρνα. Τὸ χρυσάφι (ποὺ εἶνε ὁ βασιλιᾶς τῶν μετάλλων), διότι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου. Τὸ λιβάνι (ἔνδειξι λατρείας), διότι εἶνε Θεὸς καὶ τοῦ πρέπει λατρεία. Καὶ τὴ σμύρνα (ποὺ ἄλειφαν τοὺς νεκρούς), διότι καὶ ὁ Χριστὸς θὰ ὑπέμενε θάνατο, καὶ κατὰ τὴν ταφὴ τὸν ἄλειψαν μὲ σμύρνα. Κ᾿ ἐμεῖς λοιπὸν πρέπει νὰ προσφέρουμε δῶρα στὸ Χριστό. Τί δῶρα ἆραγε τοῦ ἀρέσουν;
Οἱ μάγοι, κατὰ τὴν παράδοσι, ἦταν τρεῖς. Λέει ὅμως μιὰ ἱστορία, ὅτι ὑπῆρχε κ᾿ ἕνας τέταρτος μάγος. Αὐτὸς ἔχασε τὸ δρόμο, περιπλανήθηκε καὶ ἄργησε νὰ φτάσῃ στὰ Ἰεροσόλυμα. Εἶχε πάρει μαζί του τρία πολύτιμα πετράδια γιὰ τὸ Χριστό. Ἀλλὰ καθὼς περπατοῦσε, βλέπει στὸ δρόμο κάποιον νὰ λυγίζῃ καὶ νὰ πέφτῃ κάτω· ἦταν ἐξαντλημένος ἀπὸ ἀρρώστια καὶ κινδύνευε νὰ πεθάνῃ. Τὸν σπλαχνίστηκε, βγάζει καὶ τοῦ δίνει τὸ ἕνα πετράδι. Πάρ᾿ το, λέει, γιὰ τὸ γιατρό, νὰ γίνῃς καλά. Παρακάτω βλέπει κάτι κακούργους, ποὺ εἶχαν πιάσει ἕνα παιδάκι κ᾿ ἦταν ἕτοιμοι νὰ τὸ σφάξουν. Τοὺς προλαβαίνει καὶ τοὺς δίνει τὸ ἄλλο πετράδι, καὶ γλύτωσε τὸ παιδί. Κάπου ἀλλοῦ τέλος εἶδε μιὰ δυστυχισμένη κοπέλλα, ποὺ τὴν εἶχαν ἁρπάξει καὶ τὴ ἔσερναν παλιάνθρωποι νὰ τὴν ἀτιμάσουν. Ἐπεμβαίνει κ᾿ ἐδῶ, τοὺς δίνει τὸ τελευταῖο πετράδι, καὶ σῴζει τὴν κόρη ἀπὸ τὰ νύχια τους. Ἔτσι ἄργησε. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια περιπλάνησι ἐπὶ τέλους ἔφτασε. Πότε ἔφτασε; Τὴ Μεγάλη Παρασκευή, τὴν ὥρα ποὺ σταύρωναν τὸ Χριστό. –Ὦ Χριστέ, λέει, δὲν πρόλαβα νὰ σὲ προσκυνήσω βρέφος. Τώρα πιὰ σὲ βλέπω πάνω στὸ σταυρό! Σοῦ ἔφερνα καὶ δῶρα, ἀλλὰ δυστυχῶς στὸ δρόμο ἀναγκάστηκα καὶ τὰ ἔδωσα, γιατὶ ἦταν μεγάλη ἀνάγκη. Χριστέ, συχώρεσέ με… Τότε ἀκούει τὸ Χριστὸ νὰ τοῦ λέῃ· –Παιδί μου, μὴ λυπᾶσαι. Τὸ πετράδι ποὺ ἔδωσες γιὰ νὰ γιατρευτῇ ὁ ἄρρωστος, τὸ πετράδι ποὺ ἔδωσες γιὰ νὰ σωθῇ τὸ παιδὶ ἀπὸ τὴ σφαγή, καὶ τὸ πετράδι ποὺ ἔδωσες γιὰ νὰ γλυτώσῃ ἡ κοπέλλα τὴν ἀτίμωσι, εἶνε σὰ νὰ τὰ ἔδωσες σ᾿ ἐμένα. Νά ᾿σαι εὐλογημένος! Γιατὶ ὅ,τι κάνετε σ᾽ ἕνα φτωχό, εἶνε σὰν τὸ κάνετε σ᾿ ἐμένα (πρβλ. Ματθ. 25,40).
* * *
Αὐτὰ εἶνε τὰ διδάγματα τῶν μάγων. Ἂς ἑτοιμάσουμε λοιπὸν κ᾿ ἐμεῖς τὰ δῶρα μας. Τί δῶρα; Δὲν ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός. Καὶ τὸ χρυσάφι δικό του εἶνε, καὶ τὸ ἀσήμι καὶ τὰ δέντρα καὶ τὰ ζῷα καὶ τὰ ποτάμια καὶ τὰ ἀστέρια καὶ ὁ ἥλιος, ὅλα εἶνε δικά του. Ὅλο τὸ σύμπαν εἶνε δικό του. Κάποιο ἄλλο δῶρο θέλει. Τί ζητάει; Κάτι ἀνώτερο. Τὸν ἀκοῦτε τί λέει; Παιδί μου, «δῶσε μου τὴν καρδιά σου» (Παροιμ. 23,26).
Ἐσύ, ποῦ ἔχεις δώσει τὴν καρδιά σου; Δὲ λέω· ν᾿ ἀγαπᾷς τὸ παιδί σου, τὸν ἄντρα σου, τὴ γυναῖκα σου, τὸ φίλο σου…· ἀλλὰ παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους καὶ ἀπ᾿ ὅλα νὰ ἔχῃς τὸ Χριστό.
Σὲ μιὰ περιοδεία, ποὺ ἔκανα ὡς ἱεροκήρυκας, συνήντησα κάποτε ἕνα χαριτωμένο παιδάκι. Τὸ ρώτησα· –Ἀγαπᾷς τὴ γιαγιά; –Ναί. –Πόσο τὴν ἀγαπᾷς; –Τόσο, κ᾿ ἔδειξε μὲ τὰ δάχτυλα. –Τὸν πατέρα καὶ τὴ μητέρα; –Τόοσο, κ᾿ ἔδειξε μὲ τὰ χέρια. –Τὸ Χριστό; –Τόοοσο πολύ! κι ἄνοιξε διάπλατα τὴν ἀγκαλιά του…
Τὸ ἀθῷο παιδάκι! Ἐμεῖς τὸ Χριστό; Ψέματα λέμε ὅτι τὸν ἀγαποῦμε. Ὅποιος τὸν ἀγαπάει, ἐφαρμόζει τὶς ἐντολές του. Ἂς προσπαθήσουμε λοιπὸν νὰ τοῦ δώσουμε τὴν καρδιά μας. Νὰ τὴν πλύνῃ, νὰ τὴν καθαρίσῃ, νὰ γίνουμε πραγματικοὶ Χριστιανοί. Καὶ μαζὶ μὲ τοὺς μάγους, μὲ τοὺς βοσκοὺς καὶ τοὺς ἀγγέλους νὰ ὑμνοῦμε καὶ νὰ δοξάζουμε Πατέρα, Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα εἰς αἰῶνα αἰῶνος· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Παπαγιάννη – Φλωρίνης τὴν 29-12-1985. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 29-12-2003, ἐπανέκδοσις 1-11-2025.
Εγγραφή σε:
Σχόλια (Atom)



