«Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΝ»
Τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
ΠΟΛΛΟΙ καλοπροαίρετοι χριστιανοί, ζώντας ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους, πού ἀγνοοῦν τό Χριστό ἤ Τόν ἀρνοῦνται συνειδητά και μέ φανατισμό, προβληματίζονται καί θέλουν νά βροῦν κάποιον νά τούς στηρίξει καί νά τούς προφυλάξει ἀπό διάφορους πνευματικούς κινδύνους, πού καθημερινά ἀντιμετωπίζουν. Μέ ἐνδιαφέρον θέλουν νά πληροφορηθοῦν τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο βίωναν τόν Χριστό οἱ Ἅγιοι, γιατί σ᾽ αὐτούς ἔχουν μεγάλη ἐμπιστοσύνη.\
Ὁ Γέροντας Πορφύριος ἔλεγε ὅτι «ζωή χωρίς Χριστό, δέν εἶναι ζωή. Πάει τέλειωσε. Ἄν δέν βλέπεις τό Χριστό σέ ὅλα σου τά ἔργα καί τίς σκέψεις, εἶσαι χωρίς Χριστό».
Αὐτό ἦταν τό βίωμα τοῦ ἁγίου Γέροντα. Ὅ,τι εἶχε τό στήριζε στόν Χριστό. Οἱ σκέψεις του ἦταν τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἐπιθυμίες του ἐπίσης. Τά ἔργα του, μικρά καί μεγάλα, ἦταν τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή, ὅλα ἦταν σύμφωνα μέ τό θέλημα καί τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ πλήρης ἀφοσίωση στόν Χριστό λείπει ἀπό τούς σημερινούς χριστιανούς. Θά ἔλεγα καί ἀπό τούς περισσότερους κληρικούς καί μοναχούς. Μέ τά λόγια τους εἶναι κοντά στό Χριστό καί μέ τά ἔργα τους πολύ μακριά του.
Γι᾽ αὐτό καί δέν μποροῦν νά κατανοήσουν τούς βιωματικούς λόγους τῶν Γερόντων, οἱ ὁποῖοι διαφέρουν πολύ ἀπό τά εὔκολα κηρύγματα καί τίς συνήθεις ἠθικολογίες. Καί τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά ὑποφέρουν ὅπως οἱ ἄπιστοι καί οἱ ἄθεοι. Ὡστόσο, ὁ Γέροντας Πορφύριος ἤθελε οἱ πιστοί νά ἔχουν ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό, γιατί εἶναι ἡ πηγή τῆς εὐτυχίας καί ὄχι δυστυχίας. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτος ὁ λόγος του καί πολύ διαφωτιστικός:
«Ὁ Χριστός εἶναι φίλος μας, εἶναι ἀδελφός μας, εἶναι ὅ,τι καλό καί ὡραῖο. Εἶναι τό πᾶν. Ὁ Χριστός δέν ἔχει κατήφεια, οὔτε μελαγχολία, οὔτε ἐνδοστρέφεια. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος βασανίζεται ἀπό διάφορους λογισμούς καί ἀπό καταστάσεις, πού κατά καιρούς τόν πίεσαν καί τόν τραυμάτισαν. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ χαρά, εἶναι ἡ ζωή, εἶναι τό φῶς, τό φῶς τό ἀληθινό, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται, νά πετάει, νά τά βλέπει ὅλα, νά τούς βλέπει ὅλους, νά πονάει γιά ὅλους, νά τούς θέλει ὅλους μαζί Του, κοντά Του».
Ὅμως, γιατί δέν συμβαίνει αὐτό; Ποιό ἐμπόδιο τελικά ὑπάρχει, πού δέν μποροῦν νά ὑπερβοῦν οἱ ἄνθρωποι; Ἀφοῦ πιστεύουν καί ἔχουν ἀγαθή προαίρεση, γιατί βασανίζονται ἀπό τούς κακούς λογισμούς, τή μελαγχολία καί τίς θλίψεις. Γιατί ἡ χαρά τοῦ Χριστοῦ δέν γίνεται δική τους χαρά, γιατί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ δέν γίνεται καί δικό τους; Στά ἐρωτήματα αὐτά ὑπάρχει μία ἀπάντηση: Οἱ ἄνθρωποι δέν ἀνταποκρίνονται στά μηνύματα, πού τούς στέλνει ὁ Χριστός, γιατί εἶναι πνιγμένοι στίς ἀτέλειωτες βιοτικές μέριμνες καί δέν ἔχουν αὐξημένο πνευματικό ἐνδιαφέρον. Εἶναι χαρακτηριστικά τά ὅσα ἔλεγε γιά τό θέμα αὐτό ὁ Γέροντας τῆς Πάτμου Ἀμφιλόχιος: «Πολλές φορές ἔρχεται ὁ Χριστός καί σοῦ χτυπᾶ. Τόν βάζεις νά καθίσει στό σαλόνι τῆς ψυχῆς σου καί σύ ἀπορροφημένος ἀπό τίς ἀσχολίες σου ξεχνᾶς τό μεγάλο ἐπισκέπτη. Ἐκεῖνος περιμένει νά ἐμφανιστεῖς, περιμένει καί ὅταν πλέον ἀργήσεις πολύ, σηκώνεται καί φεύγει. Ἄλλη φορά πάλι εἶσαι τόσο ἀπασχολημένος, πού τοῦ ἀπαντᾶς ἀπό τό παράθυρο. Δέν ἔχεις καιρό οὔτε νά τοῦ ἀνοίξεις».
Οἱ βιοτικές μέριμνες ὁδηγοῦν στή ραθυμία καί στή μείωση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιά τήν πνευματική ζωή. Ξοδεύεται ὅλος ὁ χρόνος σ᾽ αὐτές καί σταδιακά λησμονεῖται ὁ σκοπός τῆς ζωῆς.
Ὅταν δέ ὑπάρχει καί τό πάθος τῆς πλεονεξίας, δέν μπορεῖ νά ἐλπίζει κανείς ὅτι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά ἀνανήψουν καί νά ἀφοσιωθοῦν στόν Χριστό. Πάντα χρειάζεται τό μέτρο στίς δραστηριότητες, γιά νά ὑπάρχει χρόνος καί γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς.
Ορθόδοξος Τύπος, 6 /9/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου