Ἡ πίστη μας ἔρχεται νά ἐξηγήσει τίς συνεχεῖς ἐναλλαγές πού ζοῦμε ἀνάμεσα στόν θάνατο ὡς κατάργηση τῶν στοιχείων πού, μέχρι νά ἔρθει ὁ Χριστός, θεωροῦνταν ὡς τά ἀπαραίτητα χαρακτηριστικά τοῦ κόσμου καί τοῦ ἀνθρώπου καί τό νέο ξεκίνημα ζωῆς πού ἔφερε ὁ σταυρός τοῦ Κυρίου. Πάνω στόν σταυρό καταργήθηκε ἡ δύναμη τῆς ἁμαρτίας, τό νά κάνουμε δηλαδή θεό τόν ἑαυτό μας ἀπομακρυνόμενοι ἀπό τή σχέση μέ τόν ἀληθινό Θεό. Καταργήθηκε ἡ δύναμη τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, ὁ ὁποῖος δόθηκε στούς Ἰουδαίους ὡς παιδαγωγία γιά νά μπορέσουν νά ἀποδεχτοῦν τόν Χριστό καί ἐκεῖνοι τόν κατέστησαν κριτήριο αὐτάρκειας, μέ ἀποτέλεσμα νά αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν τό δικαίωμα νά δεσμεύουν καί τόν ἴδιο τόν Θεό, γιά τό ποιοί σώζονται καί ποιοί ὄχι. Καταργήθηκε αὐτό πού φαινόταν ἀδύνατο, τό νά μπορεῖ δηλαδή ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τόν Θεό ὅπως εἶναι καί σ’ αὐτή τή ζωή καί, κυρίως, στήν αἰωνιότητα. Οὐδείς δίκαιος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μποροῦσε νά σωθεῖ μέχρι τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, διότι ὁ Θεός δέν εἶχε λάβει σάρκα. Ὁ κτιστός, ὁ δημιουργημένος δηλαδή καί στόν χρόνο πορευόμενος ἄνθρωπος μποροῦσε νά γνωρίζει ὅτι ὑπάρχει ὁ ἄκτιστος Θεός, ἀλλά δέν μποροῦσε νά τόν κοινωνήσει.
«Τό ἀπρόσληπτον ἀθεράπευτον»
Μέ τήν πρόσληψη τῆς φύσης μας ἀπό τόν Θεό στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, «τό πρώην ἀθεράπευτον» θεραπεύεται. Προϋπόθεση τῆς θεραπείας ὅμως εἶναι ὁ θάνατος. Στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ δέν πεθαίνει ἡ θεότητα. Ἀλλά καί ἡ ἀνθρώπινη φύση δέν ὑφίσταται τίς συνέπειες τοῦ χρόνου καί τῆς κτιστότητος, ὅπως σέ ὅλους ἐμᾶς, διότι ὁ Χριστός δέν ἐνανθρώπησε μέ τόν φυσικό τρόπο ὅλων τῶν ἀνθρώπων, «ἐξ ἀνδρός καί γυναικός», ἀλλ’ «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου». Ἔτσι ἡ σάρκα τοῦ Χριστοῦ δέν γνώρισε τήν ἀποσύνθεση πού φέρνει ὁ θάνατος. Καί ἡ ψυχή του ὅμως παρέμεινε σέ κοινωνία μέ τόν Θεό, ὅπως γινόταν καί ὅσο ὁ Χριστός ἦταν στή ζωή, καθώς σῶμα καί ψυχή ἦταν ἑνωμένα μέ τή θεότητα.
Ἡ ἀνάσταση, ἐπιλογή ἐλευθερίας
Μέ τήν Ἀνάστασή του ὁ Χριστός συνανέστησε στό πρόσωπό του ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἡ παρουσία του στόν Ἅδη ἔκανε τίς ψυχές πού τόν περίμεναν, χωρίς νά μποροῦν νά κοινωνήσουν μέ τόν Θεό, νά ἔχουν πλέον μαζί τους τόν πρωτότοκο τῶν νεκρῶν. Καί μαζί του συναναστήθηκαν ὅσοι τόν πίστεψαν. Περιμένουν πλέον νά ἑνωθοῦν καί πάλι μέ τά σώματά τους στή Δευτέρα Παρουσία. Ὅσοι τόν ἀρνήθηκαν, παραμένουν μέ τή θέλησή τους ἀκοινώνητοι μέ τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπο. Κι αὐτοί θά ἀναστηθοῦν, διότι «κοινή ἡ ἀνάστασις». Θά προσλάβουν κι αὐτοί τά σώματά τους, ἀλλά στόν καινούργιο κόσμο θά παραμένουν ἠθελημένα χωρίς σχέση μέ τόν Θεό.
Πεθαίνω γιά νά ζήσω
Ὁ Χριστός ἐπάνω στόν σταυρό μᾶς καλεῖ ὅλους νά τόν ἀκολουθήσουμε. Νά πεθάνουμε ὡς πρός τό κακό γιά νά ἀναστηθοῦμε. Νά μήν ἔχουμε τήν ψευδαίσθηση ὅτι ὅλα στή ζωή μας θά εἶναι ρόδινα, ἐφόσον πιστεύουμε. Ὅτι ἀκολουθώντας τόν Θεό δέν θά πονέσουμε. Ὅτι κοντά στόν Χριστό, ἐπειδή θά ξεπεράσουμε τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας, θά εἴμαστε σ’ αὐτή τή ζωή εὐτυχισμένοι, ἀμέριμνοι, χωρίς κόπο καί πόνο. Τό ἀντίθετο μᾶλλον θά συμβεῖ. Ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «ἐγώ διά νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω» (Γαλ. 2,19). «Κι ἀληθινά, μέ κριτήριο τόν νόμο, ἔχω πεθάνει γιά τή θρησκεία τοῦ νόμου, γιά νά βρῶ τή ζωή κοντά στόν Θεό». Ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ δέν εἶναι ἐπιβράβευση γιατί τηροῦμε νόμους καί κανόνες. Εἶναι ἀγώνας, πού ἔχει μαζί του θάνατο. Δέν εἶναι ἀλλαγή συμπεριφορᾶς, ὅπως ἔκαναν οἱ τηρητές τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, ὥστε νά φαινόμαστε συνεπεῖς ἔναντι τοῦ Θεοῦ καί νά ἀπαιτοῦμε τά καλά καί συμφέροντα ὄχι γιά τίς ψυχές μας, ἀλλά γιά τή θέση μας στόν κόσμο. Εἶναι ἀλλαγή τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖο πορευόμαστε καί σκεφτόμαστε καί ζοῦμε. Ὁ Παῦλος μᾶς λέει ὅτι ὅποιος ἀκολουθεῖ τόν Χριστό στόν σταυρό, ἔχει ἀφήσει στήν ἄκρη κάθε προσδοκία δικαίωσης. Ἐμπιστεύεται, ἀγαπᾶ, προσεύχεται, ὑπομένει καί θά λάβει τόν στέφανο τῆς ζωῆς.
Ὁ Χριστός εἶναι παρών στή ζωή μας καί μᾶς βοηθᾶ νά σηκώσουμε τούς δικούς μας σταυρούς. Δέν εἶναι ἥττα ὁ σταυρός. Εἶναι μιά καινούργια ἀρχή κάθε στιγμή, μαζί μέ τόν Χριστό. Ἄς βροῦμε αὐτή τήν ὁδό τῆς χαρμολύπης, τήν ὁδό τοῦ θανάτου καί τῆς ἀνάστασης στήν Ἐκκλησία, προσδοκώντας τή χαρά τῆς αἰωνιότητας!
π. Θ.Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου