του Βαλεριανού Μουρτζανάκη, Φοιτητή του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου πανεπιστημίου
Η ρωμαϊκότητα, ένας όρος που την σήμερον ημέρα, και μόνο με την ανάγνωση του, παραπέμπει εύλογα τους περισσότερους αναγνώστες στην Ρώμη και την αυτοκρατορία της. Δηλαδή εκείνη ακριβώς την πολιτική οντότητα που ήτο αρχαία τω χρόνω, λατινική τη γλώσση και τω πολιτισμώ και παγανιστική τη θρησκεία. Ομοίως, θα προβλημάτιζε αρκετούς η ερώτηση: Τι και αν υπήρξε μιαν άλλη ρωμαϊκή αυτοκρατορία; Μια αντίστοιχη χιλιόχρονη υπερδύναμη, η οποία παραδόξως ονομαζόταν και αυτή «ρωμαϊκή», όμως ήταν μεσαιωνική, ελληνική –ως επί το πλείστον- γλωσσικά και πολιτισμικά και χριστιανική. Αυτή ήταν η Βυζαντινή, όρος επίπλαστος από δυτικούς χρονογράφους του 16ου αιώνα, δηλαδή αφότου είχε απέλθει η έως τότε γνωστή σε όλους «Ρωμανία». Ρωμαϊκότητα λοιπόν ή Ρωμιοσύνη – συνώνυμος όρος, μια έννοια «θαμπή» στο νεοελληνικό εθνικό φαντασιακό ιδίως σε πολλούς νέους, ο οποίος δεν ετέθη «παρασκηνιακός» τυχαία.
Η εξελικτική πορεία του επίμαχου και επίζηλου αυτού επιθετικού προσδιορισμού, του «Ρωμαίος» ή «Ρωμιός», έμελλε να μονοπωληθεί από την Δύση, τους δυτικοευρωπαίους δηλαδή, και όχι από την Ανατολή και τους ανατολικούς ρωμαίους. Ημερομηνία σταθμός, το 1453 οπότε η άλωση της Πόλης λειτούργησε ως καταλύτης στη ήδη από τότε υπάρχουσα διαπάλη μεταξύ των δυτικών ηγεμόνων και των φύσει συνεχιστών του ρωμαϊκού κράτους, δηλαδή των Ελλήνων Ρωμιών. Τούτων δοθέντων, σε αρκετούς αναγνώστες θα εγείρεται η περιέργεια ως προς το πώς το εθνικό επίθετο «Έλλην» απέβη συνώνυμο του πολιτικού «Ρωμιός» -εμφανέστερα από το 1204 και εντεύθεν. Η ευθεία απάντηση και ταυτοχρόνως χαρακτηριστικό δείγμα της αντιζηλίας της εποχής δεν δύναται να είναι άλλη από την απόκριση του αυτοκράτορα Ιωάννη Γ’ Δούκα Βατάτζη στον πάπα Γρηγόριο Θ’. Ο ελέω θεού βασιλεύς δεν παρέλειψε δηλαδή ναι επισημάνει στον πάπα πως το γένος των Ελλήνων δεν εμφορείται μονάχα από το ίδιόν του –κατά τον πάπα, την σοφία, αλλά πως στους ιδίους κληροδοτήθηκε η κοσμική εξουσία του ρωμαϊκού κράτους από τον Μέγα Κωνσταντίνο. Αυτήν ακριβώς την ειδοποιό διαφορά του γένους των Ελλήνων με τα έτερα δυτικοευρωπαϊκά ο πάπας και οι ομοϊδεάτες του δυτικοί άρχοντες επεχειρούσαν να αποσπάσουν από του Ρωμιούς Έλληνες. Στην προκειμένη, στην πρότερη επιστολή του πάπα, ο επίσκοπος της Ρώμης αποσιωπά όσον αφορά το φλέγον αυτό ζήτημα της εποχής, λόγω της φραγκοκρατίας, το οποίο ο αυτοκράτορας σηματοδοτεί στην απάντησή του.
Που κείται σήμερα η Ρωμιοσύνη; Υπάρχουν πολλές θεωρήσεις ως προς την διαδοχή και την παρακαταθήκη της. Είναι πάντως βέβαιο πως δεν έγκειται στον επίσημο λόγο του νεοελληνικού κράτους. Στον σύγχρονο ελληνικό χώρο μονάχα διαιωνίζεται από την ορθόδοξη εκκλησία. Το αίτιο της απουσίας αυτής καθίσταται έως σήμερον το πολιτικό δίπολο ανάμεσα στη άυλη υπόσταση και συνέχιση της Ρωμανίας – ήτοι « Η Ρωμανία και αν επέρασεν ανθεί και φέρει και άλλο»- και στους «συμμάχους» μας δυτικούς ως προς την κτήση του «Imperium Romanum» όπως σημειώνει η διακεκριμένη βυζαντινολόγος Ελένη Γλυκατζή Αρβελέρ . Θα ήτο πράγματι «υπέρ του δέοντος» μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα σήμερα να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ρωμαϊκή οικουμενική πολιτική ιδεολογία και με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και φιλοσοφία. Θα διατάρασσε τον δυτικό αξιακό νομιμοποιητικό λόγο και δη θα μετουσίωνε την θέση της Ελλάδας περιφερειακά, αλλά και παγκοσμίως. Αδιαμφισβήτητο επίσης, το γεγονός ότι ένα κράτος όπως η ελληνική δημοκρατία σήμερα ή τα ελληνικά επαναστατημένα εδάφη του 1825 δεν εδύναντο να χαράσσουν αυτοβούλως την εσωτερική κρατική ιδεολογία και εξωτερική πολιτική δίχως την παρεμβολή των εκάστοτε ισχυρότερων και υπευθύνων της υπάρξεως –ήδη πριν την σύσταση της χώρας- έως σήμερα της Ελλάδας ως κράτος υπό τις επιβεβλημένες συνθήκες των. Εξάλλου, η ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία υφιστάμενη πανταχόθεν πιέσεις ηττήθηκε και ως εκ τούτου εάλω και ο ελληνισμός έως σήμερα.
Εν κατακλείδι, παρά την προσμονή και την καθήλωση του κρατικού σύγχρονου λόγου στην αρχαία ιστορία του γένους «παραμερίζοντας» την Ρωμιοσύνη εν συνόλω με τις παρεπόμενές της αρχές, δεν επετεύχθη η επισκίασή της στους ευρύτερους λαϊκούς κόλπους των Ελλήνων, εξαιτίας διαφόρων παραγόντων – θέμα για επόμενο άρθρο. Απλούστατα πάντως, διότι δεν καθίστατο εφικτό να τεθούν σε «παρασκηνιακή λειτουργία» οι της κλασικής αρχαιότητας ύστεροι 23 αιώνες ένδοξης ιστορίας, αν προσμετρήσουμε και τους ελληνιστικούς χρόνους, βάσει των οποίων προέκυψε η «ελληνική ανατολή», στην μνήμη ενός ολόκληρου έθνους. Επί της ουσίας, η ανάγνωση της ιστορίας του γένους, η οποία ξεπερνάει τα σημερινά στενά εγχώρια όρια της Ελλάδος, δηλαδή οι 23 αιώνες, συντελεί πλέον σε μια «ανεπιθύμητη» προσέγγιση, η οποία συνεπάγεται πολλούς θιγόμενους εξωτερικά και κατά τα πρόσφατα χρόνια της ελληνικής ιστορίας και εσωτερικά. Δυστυχώς όμως για αυτήν την σύγχρονη ιδεοληψία η ιστορία της Ελλάδας εκτός των σημερινών αδιαπέραστων εσχατιών φέρει «βαρύ» φορτίο, ώστε να λησμονηθεί. Για παράδειγμα το θέμα της Ελλάδος δεν συγκρίνετο με την «αίγλη» πολλών αντιστοίχων της Μ. Ασίας σε όλα τα επίπεδα. Το κέντρο βάρος του ελληνισμού είχε προ πολλού «μετατοπιστεί» εν προκειμένω στην Ανατολή. Άλλωστε, όπως είχε διεπιστώσει η προαναφερθείσα βυζαντινολόγος «Η Ελλάδα είναι το μόνο βαλκανικό κράτος που δεν απελευθέρωσε την πρωτεύουσά του».
https://cognoscoteam.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου