Ὁλοένα καὶ πλησιάζουμε στὴ μεγάλη ἑορτὴ τοῦ Πάσχα. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ἑορτάσουμε τὴν Ἀνάστασι, χρειάζεται ψυχικὴ προετοιμασία. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς προσπαθεῖ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς μὲ τὶς πυκνότερες ἀκολουθίες, τοὺς ὡραίους ὕμνους καὶ τὰ τροπάρια.
Τὴν Τετάρτη ποὺ μᾶς ἔρχεται εἶνε ἡ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος καὶ θ᾽ ἀκούσουμε· «Ψυχή μου ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι…». Καὶ ἡ σημερινὴ Κυριακή, ἡ Τετάρτη τῶν Νηστειῶν, εἶνε μία προετοιμασία γιὰ τὸ μεγάλο γεγονός.
Ἀκούσατε τὸ εὐαγγέλιο. Ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος μᾶς διηγεῖται ἕνα ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα, ποὺ ἔκανε κάνει καὶ θὰ κάνῃ ὁ Κύριός μας. Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἀποδεικνύει, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ βασιλεὺς τῶν ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, ὁ νικητὴς τῶν δαιμόνων, ὁ πραγματικὸς φίλος κάθε ἀνθρώπου ποὺ βασανίζεται.
Τὸ ἱστορικὸ τοῦ θαύματος εἶνε γνωστό, δὲν θὰ τὸ διηγηθῶ λεπτομερῶς. Σύντομα λέω μόνο, ὅτι ἕνα παιδὶ ἀρρώστησε. Μακάρι νὰ ἦταν ἄρρωστο· αὐτὸ ἀπ᾽ τὸ ὁποῖο ἔπασχε ἦταν χειρότερο ἀπὸ ἀρρώστια· τὸ παιδὶ ἦταν δαιμονόπληκτο.
Ὁ σατανᾶς, ποὺ εἶνε μιὰ πραγματικότης κι ἂς μὴ τὸ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, μπῆκε μέσα του σὰν ἀγκάθι, ῥίζωσε καὶ τὸ τυραννοῦσε. Ἔπεφτε στὸ νερό, στὴ φωτιά, ἀπὸ γκρεμούς, ἄφριζε, ἔτριζε τὰ δόντια, τοῦ ἔδεσε τὴ γλῶσσα νὰ μὴ μιλάῃ, τοῦ ἔφραξε τ᾽ αὐτιὰ νὰ μὴν ἀκούῃ· ἦταν ἕνα τρισάθλιο ὄν. Τό ᾽βλεπε ὁ πατέρας καὶ καιγόταν.
Τὸ πῆγε σὲ πολλούς· κανείς δὲν μπόρεσε νὰ τὸ θεραπεύσῃ. Μόνο ὁ Χριστὸς τὸ θεράπευσε· πῶς; μόνο μὲ τὸν παντοδύναμο λόγο του. Μὲ ὅση εὐκολία ὁ γιατρὸς βγάζει τὸ σάπιο δόντι ποὺ πονάει, μὲ ἀκόμη μεγαλύτερη ὁ Χριστὸς ἔβγαλε μέσα ἀπ᾽ τὸ παιδὶ τὸ πονηρὸ πνεῦμα.
Τὸ παιδὶ ἐλευθερώθηκε, ἔγινε καλά, μιλοῦσε, ἄκουγε. Χαρὰ στὸν πατέρα! Κι ὁ πατέρας ἔπεσε στὰ πόδια καὶ εὐχαριστοῦσε τὸ Χριστό. Αὐτὸ μὲ συντομία εἶνε τὸ θαῦμα.
Ὅποιος τὸ διαβάζει ὅμως καὶ προσέξῃ τὸ διάλογο μεταξὺ Χριστοῦ καὶ πατέρα, θὰ τοῦ γεννηθῇ μιὰ ἀπορία. Ἐμεῖς ξέρουμε καὶ πιστεύουμε ἀκραδάντως ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς καὶ ὡς Θεὸς εἶνε παντογνώστης, τὰ ξέρει ὅλα· δὲν ὑπάρχει λεπτομέρεια τῆς ζωῆς μας ποὺ νὰ μὴν τοῦ εἶνε γνωστή.
Ἤξερε λοιπὸν τὸν πατέρα, ἤξερε καὶ τὰ μυστικὰ τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ καλύτερα ἀπ᾽ αὐτόν. Συνεπῶς ἤξερε καὶ πότε τὸ δαιμόνιο μπῆκε στὸ παιδί. Ἀφοῦ λοιπὸν ἤξερε, γιατί ρωτάει «Πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ;», ἀπὸ πότε τοῦ συνέβη αὐτό; (Μᾶρκ. 9,21). Ἀγνοοῦσε ὁ Χριστός; Ὄχι.
Γιατί τότε ρώτησε;
Ἐρώτησε, γιὰ νὰ δώσῃ ἀφορμὴ στὸν πατέρα ν᾽ ἀπαντήσῃ. Καὶ μὲ τὴν ἀπάντησι ποὺ ἔδωσε, τὸ «Παιδιόθεν» ποὺ εἶπε, ὅτι τὸ κακὸ ἦταν ἀπ᾽ τὰ μικρά του χρόνια, θέλησε ὁ Χριστὸς νὰ παρατηρήσῃ – νὰ ἐλέγξῃ τὸν πατέρα γιὰ ἀμέλεια· διότι καὶ αὐτὸς ἦταν ὑπεύθυνος γιὰ τὸ κατάντημα τοῦ παιδιοῦ· ἔδειξε ἀδιαφορία, δὲν φρόντισε.
Στὴν ἀρχή, ποὺ ἡ «φωτιὰ» ἦταν μικρή, δὲν τὴ ἔσβησε· ἄφησε καὶ φούντωσε, κι ὅταν πιὰ τὸ κακὸ ῥίζωσε, τότε ἔτρεξε καὶ ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλ᾽ αὐτὴ ἡ ἐρώτησι τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀπάντησι τοῦ πατέρα εἶνε ἔλεγχος γιὰ τοὺς περισσοτέρους γονεῖς· ποὺ θά ᾽πρεπε σήμερα νά ᾽νε ὅλοι στὴν ἐκκλησία, ν᾽ ἀκούσουν τὸ εὐαγγέλιο αὐτό· εἶνε ἕνας ἔλεγχος τῶν γονέων.
Ὦ πατεράδες καὶ μανάδες μὲ μικρὰ παιδιά· τὰ καμαρώνετε, τὰ λέτε ἀγγελούδια. Εἶνε ἆραγε; Μακάρι νὰ ἦταν. Τὰ παιδιά, ποὺ ἀγαπᾶτε καὶ θυσιάζεστε γι᾽ αὐτά, μὴ λησμονεῖτε ὅτι εἶνε παιδιὰ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας, ἔχουν μέσα τους διάφορες κακίες καὶ ἐλαττώματα.
Βλέπεις αὐτὸ τὸ ἀγγελούδι κι ἅμα δὲν γίνῃ τὸ θέλημά του, γίνεται μέσα στὸ σπίτι τύραννος· ἂν δὲν γίνῃ τὸ θέλημά του, πεισμώνει, πέφτει κάτω χτυπιέται κι ἀφρίζει σὰν τὸ δαιμονισμένο τοῦ εὐαγγελίου. Εἶνε μικρὸ δαιμόνιο τὸ πεῖσμα; Νὰ σκεφτῆς, μάνα, πολὺ καλά· ἀλλοίμονο ἂν αὐτὸ τὸ πεῖσμα αὔριο μεγαλώσῃ.
Βλέπεις ἐσὺ ἡ ἄλλη μάνα τὸ παιδί, ποὺ δὲν τολμάει νὰ τὸ πειράξῃ ἄλλο παιδί, ἀλλὰ μὲ τὴν παραμικρὴ ἀφορμὴ θυμώνει, ὁρμάει, ἁρπάζει πέτρες ἢ ὅ,τι ἄλλο βρῇ γιὰ νὰ χτυπήσῃ τὸ ἀδελφάκι του; Ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς ἔριδος, τῆς φιλονικίας. Εἶνε μικρὸ τὸ δαιμόνιο αὐτό;
Βλέπεις τὸ ἄλλο ἀγγελούδι σου, ποὺ τὸ λὲς «χρυσό μου», καὶ μόλις δώσῃ κανεὶς στὸ ἄλλο παιδὶ μιὰ κούκλα ἢ κάτι ἄλλο, κιτρινίζει σὰ λεμόνι. Τί ἔχει μέσα του; Ἔχει τὸ σοβαρὸ ἐλάττωμα ποὺ λέγεται φθόνος. Εἶνε μικρὸ τὸ ἐλάττωμα αὐτό, νὰ φθονῇ τὸ ἀδελφάκι του γιατὶ τὸ χάιδεψαν ἢ τοῦ ᾽δωσαν ἕνα παιχνιδάκι;
Βλέπεις ἐσὺ μάνα τὸ ἄλλο ἀγγελούδι σου νὰ ἔχῃ μιὰ μανία καταστροφῆς· ὅ,τι βρῇ μπροστά του τὸ σπάζει, βασανίζει ζῷα, σκοτώνει πουλιά, περιπαίζει τοὺς γέρους. Ἔχει τὸ δαιμόνιο τῆς κακίας καὶ μοχθηρίας· οἱ ψυχολόγοι λένε ὅτι, ἂν δὲν τὸ προσέξῃς θὰ γίνῃ σαδιστής, νὰ χαίρεται ὅταν σφάζει τὸν ἄλλο.
Τὰ παιδιὰ εἶνε μῆλα ὡραῖα ἀπ᾽ ἔξω, ἀλλὰ μέσα ἔχουν σκουλήκι, ἔχουν μέσα τὸ κακό. Τί πρέπει νὰ γίνῃ; Πρέπει νὰ τὰ προσέξουμε ὅσο εἶνε μικρὰ καὶ τὸ κακὸ σὲ μικρὴ ἔκτασι.
Κάποιος ὀνομαστὸς πνευματικὸς πατέρας, γιὰ νὰ διδάξῃ τὰ παιδιά του ὅτι πρέπει ἀπὸ μικροὶ νὰ φροντίζουν, γιατὶ τὰ πολυχρόνια πάθη εἶνε δυσίατα ἂν ὄχι ἀθεράπευτα, τοὺς πῆγε μιὰ μέρα στὸ περιβόλι, ὅπου ὑπῆρχαν διάφορα δέντρα. Βλέπετε, λέει, αὐτὸ τὸ μικρό θάμνο; ξερριζῶστε τον. Τὸν ξερρίζωσαν μὲ εὐκολία. Βλέπετε ἐκεῖνο τὸ δεντράκι; ξερριζῶστε το.
Τὸ ξερρίζωσαν. Βλέπετε τὴ λεμονιά; ξερριζῶστε την. Ἐδῶ δυσκολεύτηκαν λίγο. Βλέπετε τὴν ἀμυγδαλιά; γιά προσπαθῆστε. Προσπάθησαν ὅλοι μαζί, μὰ δὲν μπόρεσαν· εἶχε τὶς ῥίζες βαθειά. Καταλάβατε τί θέλω νὰ σᾶς πῶ;
Τὰ ἐλαττώματα στὴν ἀρχὴ εἶνε σὰν τὰ μικρὰ δεντράκια· εὔκολα τὰ ξερριζώνεις· ἂν ἀφήσῃς ὅμως τὸ κακὸ καὶ μεγαλώσῃ μαζὶ μὲ τὴν ἡλικία, τότε γίνεται γέρικο πλατάνι, καὶ δὲν ξερριζώνεται. Γι᾽ αὐτὸ ἀπαιτεῖται προσοχὴ ἀπὸ τὴ μικρὴ ἡλικία. Θά ᾽θελα νά ᾽χα μπροστά μου ὅλους τοὺς γονεῖς, νὰ κρούσω τὸν κώδωνα καὶ νὰ τοὺς φωνάξω·
Προσοχή! ὄχι στὰ πορτοφόλια, ὄχι στὰ κτήματα, ὄχι στὶς δουλειές, ἀλλὰ στὰ παιδιά. Προσοχὴ στὶς συναναστροφὲς μὲ φίλους καὶ φιλενάδες· μιὰ κακὴ συναναστροφὴ μπορεῖ νὰ καταστρέψῃ τὸ παιδί.
Τὸ εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, τὸ εἶπαν οἱ ἀρχαῖοι, τὸ εἶπε κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί», καταστρέφουν τὸν ἄνθρωπο οἱ κακὲς παρέες (Α΄ Κορ. 15,33). Προσοχὴ ἀκόμη στὰ ἀναγνώσματα (βιβλία, περιοδικά, μυθιστορήματα)· ἕνα βιβλίο κακὸ εἶνε φαρμάκι, θανατώνει.
Προσοχὴ στὶς ταινίες – τὰ θεάματα· ἀπὸ ᾽κεῖ βγαίνουν ἐγκληματίες. Προσοχὴ στὶς ἐκδρομές· μπορεῖ ἀπὸ μιὰ ἐκδρομὴ τὸ παιδὶ νὰ γυρίσῃ ῥάκος. Προσοχὴ μέρα – νύχτα.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προσοχὴ τί ἄλλο χρειάζεται; Κάτι ποὺ τὸ λησμόνησαν οἱ γονεῖς· τιμωρία. Ναί· ἀλλοίμονο ἂν δὲν τιμωρῇς τὸ παιδί. Χαρὰ στὸν πατέρα καὶ τὴ μάνα ποὺ ἔχει τὸ κουράγιο νὰ τιμωρῇ· ὅταν πεθάνουν, τὸ παιδὶ θὰ θυμᾶται ὄχι τὰ χάδια ἀλλὰ τὶς τιμωρίες τους. Βλαστημάει τὸ παιδὶ μπροστά σου, λέει αἰσχρά, κ᾽ ἐσὺ γελᾷς; Φωτιὰ σ᾽ ἐσένα, φωτιὰ καὶ σ᾽ αὐτό.
Ἀλλὰ παραπάνω ἀπὸ τὴν προσοχὴ καὶ τὴν τιμωρία χρειάζεται καλὸ παράδειγμα ἀπὸ τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα. Τὸ παιδὶ δὲν προσέχει τὰ λόγια· προσέχει τὴ διαγωγή, τὴ ζωή. Μόνο γονεῖς ποὺ ζοῦν τὸ Χριστὸ μποροῦν νὰ φυτέψουν στὰ παιδιὰ χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ νὰ τὰ κάνουν παιδιὰ τοῦ Χριστοῦ μας.
Εἶπα προσοχή, τιμωρία, παράδειγμα, μὰ κάτι λησμόνησα· παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα αὐτά, πατέρα – μάνα, στὰ γόνατα, στὴν προσευχή! νὰ παρακαλῆτε τὸ Θεὸ νὰ φωτίζῃ τὰ παιδιά σας· ἂν δὲν τὰ φωτίσῃ, δὲν θὰ γίνῃ τίποτα.
Δύσκολο πρᾶγμα ἡ ἀνατροφὴ καὶ ἀγωγὴ ἑνὸς παιδιοῦ, σήμερα μάλιστα. Κι ἂν οἱ γονεῖς ἀμελήσουν, ἡ τιμωρία θά ᾽νε μεγάλη. Ἕνας μελλοθάνατος κακοῦργος φώναζε στὴ μάνα του· Ἐσὺ φταῖς, γιατὶ ὅταν ἔκλεψα ἕνα ἀβγὸ δὲ μοῦ ᾽σπασες τὸ χέρι, ἔτσι ἔφτασα νὰ γίνω ἐγκληματίας.
Ἂς προσέξουμε λοιπὸν ὅλοι. Νὰ στρέψουμε τὴν προσοχὴ στὸ παιδί. Τὸ κράτος –τὸ λέω μὲ λύπη– δὲν προσέχει. Κι ὄχι μόνο αὐτό· δυστυχῶς αὐτὸ εἶνε ὁ μεγαλύτερος διαφθορεὺς τῆς νεότητος. Μὲ πλῆθος τρόπους σπρώχνει στὴ διαφθορά. Γι᾽ αὐτὸ εἶνε δύσκολη ἡ ἀγωγή.
Ἂν προσέξουμε, ἀπὸ αὐτὰ τὰ μικρὰ παιδιὰ θὰ βγῇ μιὰ νέα γενεά, χαρὰ τοῦ σπιτιοῦ, χαρὰ τῶν ἀγγέλων, χαρὰ τοῦ Χριστοῦ μας. Ἂν τ᾽ ἀφήσουμε χωρὶς φροντίδα, τότε κρίμα στὰ χρήματα, στὰ σπίτια, στὰ γεφύρια…· ἅμα μεγαλώσουν, θὰ γίνουν φαῦλοι, διαρρῆκτες, ἐπικίνδυνοι ἄνθρωποι, θὰ βάλουν φωτιὰ νὰ τὰ κάψουν ὅλα.
Νὰ προσέξουμε τὰ παιδιά! φωνάζει τὸ εὐαγγέλιο· γιὰ νά ᾽χουμε τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Μεταμορφώσεως Βύρωνος – Ἀθηνῶν τὴν 8-4-1962.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Μεταμορφώσεως Βύρωνος – Ἀθηνῶν τὴν 8-4-1962.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου