Πρόκειται για αναγκαία όπλα στη φαρέτρα της ΕΕ, αφού συμπεριλαμβάνονται σε μια σειρά βασικών προϊόντων και τεχνολογιών που θα στηρίξουν την ικανότητα του μπλοκ να απαλλαγεί ή τουλάχιστον να μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο και CEO του ομίλου Mytilineos, Ευάγγελο Μυτιληναίο «η Ευρώπη θα επιβαρυνθεί με εκατοντάδες δισεκατομμύρια για αμυντικές δαπάνες, αλλά και με το κόστος της πράσινης μετάβασης, εάν οι ευρωπαίοι δεν βάλουν μυαλό και δεν συγχρονίσουν την πράσινη μετάβαση, με τις δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας».
Το επιστέγασμα αυτής της δήλωσης είναι πως η πράσινη μετάβαση έχει κόστος. Ένα κόστος το οποίο η Ευρώπη θα δυσκολευτεί να καλύψει, ενώ δεν δίνονται τα κίνητρα σε επιχειρήσεις και βιομηχανίες να στηρίξουν αυτή τη μετάβαση. Το μόνο σίγουρο είναι πως η αδράνεια μακροπρόθεσμα θα στοιχίσει περισσότερο. «Οι πόροι στρέφονται αφειδώς προς έργα αμφιβόλου αποτελεσματικότητας και χρονισμού και υστερούν σήμερα από το αντίστοιχο αμερικανικό IRA. Το ευρωπαϊκό σχέδιο για τις πρώτες ύλες και την αυτονομία δεν προβλέπει χρηματοδότηση, απλά σου λένε ότι θα παίρνεις την άδεια πιο γρήγορα». Ο κ. Μυτιληναίος τόνισε μεταξύ άλλων ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση εξήγγειλε μεν την Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες ύλες (CRM), αλλά…«ξέχασε» να εξειδικεύσει πώς θα χρηματοδοτηθεί. «Η προσωπική μου εκτίμηση είναι πως δεν θα χρηματοδοτηθεί, απλώς οι επενδύσεις θα αδειοδοτούνται πιο εύκολα», σχολίασε ο ίδιος.
Υπενθυμίζεται πως η Mytilineos υπέβαλε επενδυτική πρόταση ύψους 350 εκατ. ευρώ που περιλαμβάνει τρία κρίσιμα μεταλλεύματα (βωξίτη, αλουμίνιο και γάλλιο), όπως ανακοίνωσε ο Πρόεδρος και CEO Ευάγγελος Μυτιληναίος σε εκδήλωση της Eurometaux με θέμα τη διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής βιομηχανικής στρατηγικής για την ΕΕ. Ο κ. Μυτιληναίος, τόνισε ότι οι γεωπολιτικές εξελίξεις αποτελούν τη βασική πηγή ανησυχίας για τις επιχειρήσεις αυτή την περίοδο και υπογράμμισε επίσης την ανάγκη για συνεργασία της πολιτικής τάξης με τον επιχειρηματικό κόσμο σημειώνοντας ότι το συμφέρον είναι κοινό.
H απομάκρυνση από το πετρέλαιο και τα ορυκτά καύσιμα εγείρει ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές γεωπολιτικές εντάσεις, την ενεργειακή ασφάλεια και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Η έκθεση υποστηρίζει ότι υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με το εάν η προσφορά κρίσιμων ορυκτών, ιδίως του χαλκού, μπορεί να συμβαδίσει με τη ραγδαία αυξανόμενη ζήτηση που προκαλείται από τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. O κόσμος ιστορικά δυσκολεύεται να παράγει χαλκό σε μεγάλους όγκους και αυτή η πρόκληση αναμένεται να ενταθεί. Την ίδια ώρα, η παραγωγή κρίσιμων ορυκτών συγκεντρώνεται σήμερα σε λίγες χώρες, κυρίως στην Κίνα. Αυτή η συγκέντρωση δημιουργεί προβληματισμό αναφορικά με πιθανές διακοπές του εφοδιασμού λόγω γεωπολιτικών εντάσεων ή περιορισμών στις εξαγωγές. Η Κίνα που προσπαθεί να λάβει τη μερίδα του λέοντος έχει χρησιμοποιήσει στο παρελθόν την δεσπόζουσα θέση της για να χειραγωγήσει τον εφοδιασμό ορυκτών σπανίων γαιών. Ωστόσο, δεν είναι δυνατή η ακριβής πρόβλεψη της μελλοντικής ζήτησης για κρίσιμα ορυκτά λόγω της πολύπλοκης αλληλεπίδρασης διαφόρων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογικών εξελίξεων, των πολιτικών αποφάσεων και της δυναμικής της αγοράς. Οι περισσότερες προβλέψεις βασίζονται σε στατικές υποθέσεις και ενδέχεται να μην λαμβάνουν υπόψη τις πιθανές αλλαγές στην αποδοτικότητα, την ανακύκλωση και την υποκατάσταση.
Εντούτοις, εντοπίζονται αρκετές αστοχίες της αγοράς που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την ομαλή λειτουργία των αγορών κρίσιμων ορυκτών. Αυτές περιλαμβάνουν την έλλειψη διαφάνειας στα δεδομένα σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση και τη λειτουργία της αγοράς, την απουσία προθεσμιακών αγορών για τα περισσότερα ορυκτά και την ανεπαρκή τιμολόγηση των εξωτερικών παραγόντων, όπως η ρύπανση και η κατανάλωση νερού. Η ανάπτυξη αποτελεσματικών πολιτικών για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων είναι δύσκολη λόγω των αβεβαιοτήτων που περιβάλλουν το μέλλον των αγορών κρίσιμων ορυκτών. Υπάρχουν επίσης ερωτήματα σχετικά με τον κατάλληλο συνδυασμό δυνάμεων της αγοράς και παρεμβάσεων, καθώς και για το ενδεχόμενο οι πολιτικές να αποτύχουν αν δεν σχεδιαστούν προσεκτικά.
Η άνοδος στην τιμή του χαλκού τα κάνει όλα πιο δύσκολα
Η ενεργειακή μετάβαση ενδεχομένως θα οδηγήσει την Ευρώπη σε νέες εξαρτήσεις, με τον χαλκό και το λίθιο να βρίσκονται στο επίκεντρο. Σημειώνεται πως ο χαλκός βρέθηκε στο υψηλότερο επίπεδο από το 2022, με την τιμή του ενός τόνου να έχει ξεπεράσει τα 10.200 δολάρια μετά από ένα ισχυρό ράλι που τροφοδοτήθηκε από τις προβλέψεις για αυξανόμενο παγκόσμιο έλλειμμα προσφοράς. η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει ξεκινήσει συνομιλίες με πιθανούς επενδυτές για την ανάληψη μεριδίου της First Quantum Minerals στα ορυχεία της καναδικής First Quantum Minerals στη Ζάμπια αξίας έως και 3 δισ. δολαρίων. Η αναζήτηση δεν περιορίζεται όμως μόνο σε αμερικανικές εταιρείες, με οντότητες από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Ιαπωνία και τη Σαουδική Αραβία, όλες φιλικές προς τα αμερικανικά συμφέροντα, να εκφράζουν ενδιαφέρον για τη συμμετοχή στα περιουσιακά στοιχεία της FQM.
Το αντίπαλο δέος της Ευρώπης είναι η Κίνα. Στόχος είναι το εν λόγω μέταλλο να κρατηθεί εκτός κινεζικού ελέγχου και να μην δημιουργηθεί μία υπερδύναμη στην παγκόσμια προμήθεια κρίσιμων μετάλλων και ορυκτών. Σύμφωνα με τη Wall Street Journal o διαγωνισμός, που αναμένεται να ολοκληρωθεί αργότερα φέτος, αποτελεί μέρος ενός παγκόσμιου ράλι για την απόκτηση περισσότερου χαλκού, ο οποίος αποτελεί βασικό υλικό για την κατασκευή ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων και για τα καλώδια μεταφοράς και κέντρα δεδομένων που τροφοδοτούν την επανάσταση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Η ζήτηση για χαλκό αναμένεται να αυξηθεί καθώς ορισμένα ορυχεία κλείνουν ή περιορίζουν την παραγωγή. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του χαλκού έχουν αυξηθεί κατά 20% φέτος. Οι ΗΠΑ δεν διαθέτουν υπουργείο εξόρυξης, κρατικό ταμείο πλούτου ή μεγάλη εγχώρια εξορυκτική βιομηχανία. Αυτό την έχει φέρει σε μειονεκτική θέση έναντι της Κίνας.
Σημειώνεται πως το 2023, η συνολική αξία του εμπορίου (εισαγωγές συν εξαγωγές) πρώτων υλών μεταξύ της ΕΕ και του υπόλοιπου κόσμου ανέρχεται σε 165 δισεκατομμύρια ευρώ. Σύμφωνα με τη Eurostat, οι εξαγωγές (68 δισ. ευρώ) ήταν χαμηλότερες από τις εισαγωγές (97 δισ. ευρώ), με αποτέλεσμα το εμπορικό έλλειμμα να ανέλθει σε 29 δισ. ευρώ. Μεταξύ 2013 και 2023, το συνολικό εμπόριο πρώτων υλών της ΕΕ αυξήθηκε κατά 37%, που αντιστοιχεί σε μέση ετήσια αύξηση 3,2%. Κατά την περίοδο αυτή, οι εξαγωγές αυξήθηκαν ταχύτερα (3,8%) από ό,τι οι εισαγωγές (2,8%). Η χώρα μας, με ανεξερεύνητο ορυκτό πλούτο που αποτιμάται στα 72 δισ. ευρώ, μπορεί να γίνει ο πρωταγωνιστής των εξελίξεων στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως. Βάσει της ανάπτυξης τεχνολογιών εξόρυξης και επεξεργασίας, η Ελλάδα έχει δείξει τη δυναμική της στο μεταλλευτικό τομέα εδώ και πολλά χρόνια.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάνει ένα σημαντικό βήμα για να εξασφαλίσει τον εφοδιασμό της με κρίσιμα ορυκτά, τα οποία είναι απαραίτητα για τους πράσινους και τους ψηφιακούς στόχους της Ένωσης. Ο Νόμος της ΕΕ για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες, που τίθεται σε ισχύ στις 23 Μαΐου, αποσκοπεί στη μείωση της εξάρτησης από την Κίνα για ορυκτά όπως το λίθιο και ο χαλκός, τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για τα ηλεκτρικά οχήματα και τις ανεμογεννήτριες, σύμφωνα με το Reuters. Για να το πετύχει αυτό, η Επιτροπή θα προκηρύξει διαγωνισμούς για έργα που βελτιώνουν τον εφοδιασμό της ΕΕ. Σε αυτά τα έργα, που περιλαμβάνουν την επεξεργασία, την ανακύκλωση και την εξόρυξη, θα μπορούσαν να χορηγηθούν πολύ πιο γρήγορα άδειες (15-27 μήνες) εάν κριθούν στρατηγικά σημαντικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου