Σάββατο 11 Μαΐου 2024

Ρετρό 40.0: Το θαύμα της κινούμενης εικόνας του Χριστού στο Ειρηνοδικείο Αθηνών την Μεγάλη Εβδομάδα του 1981

 

Επιμελείται και σχολιάζει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης


Στις 24 Φεβρουαρίου 1981 είχε γίνει ο μεγάλος σεισμός των 6,7 Ρίχτερ στις Αλκυονίδες νήσους που στοίχιζε την ζωή σε 21 ανθρώπους, ενώ μόλις λίγες ημέρες πριν, δηλ. στις 8 Φεβρουαρίου, είχαμε θρηνήσει και πάλι 21 νεκρούς από την τραγωδία της «Θύρας 7» του Σταδίου Καραϊσκάκη (πολύ περίεργη σύμπτωση το γεγονός ότι και σε άλλες τραγωδίες ο αριθμός των νεκρών έχει φθάσει τους «21»: βλ. π.χ. τις 21 πνιγμένες μαθήτριες στην Γεωργιούπολη της Κρήτης την 4η Μαΐου 1972 και τους 21 μαθητές στο δυστύχημα των Τεμπών της 13ης Απριλίου 2003).

Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, την Μ. Τετάρτη της 22ας Απριλίου 1981, ένα μεγάλο χριστιανικό θαύμα συντελέσθηκε στον 6ο όροφο του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που τότε στεγαζόταν στον κτήριο της οδού Αναξαγόρα 6-8.

Όπως αναφέρεται στο σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελεύθερος Κόσμος» (Μ. Πέμπτη, 23 Απριλίου 1981, σελ. 1):

«Μεγάλη συγκίνησις, δέος αλλά και κάποια αναστάτωσις εδημιουργήθη χθες το μεσημέρι εις το μέγαρον όπου στεγάζεται το Ειρηνοδικείον Αθηνών, εις την οδόν Αναξαγόρα 6-8, παρά την Ομόνοιαν και την γύρω περιοχήν, από ένα γεγονός, που κατά πολλούς είχε διαστάσεις θαύματος. Μία εικών του Χριστού φέροντος τον ακάνθινον στέφανον, ήρχισε να κινήται παλμικώς, χωρίς όσοι την έβλεπαν να είναι εις θέσιν να εξηγήσουν το φαινόμενον.

Τα γεγονότα εξετυλίχθησαν ως εξής:

Στις 2.45 το μεσημέρι η [37χρονη] υπάλληλος του Ειρηνοδικείου κ. Ευθυμία Κουτσολέλου, εισήλθε εις το γραφείον του προϊσταμένου της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου κ. Ν. Πικουλάκη (εις τον 6ον όροφον του μεγάρου) να αφήση κάτι έγγραφα. Ξαφνικά άκουσε ένα ρυθμικό θόρυβο που στην αρχή νόμισε ότι προερχόταν σαν από κάποια ωρολογιακή βόμβα.

Έστρεψε το βλέμμα της προς το μέρος του θορύβου και είδε κατάπληκτη την εικόνα να κινήται. Θέλοντας να διαπιστώση αν πρόκειται για σεισμό ή όχι, κύτταξε προς τον ηλεκτρικό λαμπτήρα. Εν συνεχεία πήγε στο διπλανό γραφείο, όπου επίσης υπάρχει μια εικόνα στον τοίχο. Δεν διέκρινε, όμως, καμμία κίνησι στην εικόνα αυτή. Εφώναξε τους συναδέλφους της, ερεύνησαν στα γύρω γραφεία και διαδρόμους μήπως υπήρχε κανένα μηχάνημα, που η λειτουργία του θα μπορούσε να προκαλή τις σχετικές δονήσεις στον τοίχο του γραφείου του κ. Πικουλάκη. Δεν βρήκαν τίποτε.

Εν συνεχεία, οι συνάδελφοι της κ. Κουτσουλέλου πήγαν μαζί της στο γραφείο του κ. Πικουλάκη, όπου κατάπληκτοι και αναστατωμένοι είδαν και αυτοί την εικόνα να κινήται παλμικά, ν’ απομακρύνεται η βάσις της 3-4 εκατοστά από τον τοίχο και να επανέρχεται προκαλώντας ένα ρυθμικό θόρυβο.

Οι υπάλληλοι ανέβασαν μία καθαρίστρια της υπηρεσίας σ’ ένα κάθισμα και εκείνη με τα χέρια της ακινητοποίησε την εικόνα. Όταν, όμως, απεμάκρυνε τα χέρια της, η εικόνα άρχισε πάλι να κινήται.

Το φαινόμενο συνεχίσθηκε επί μερικά λεπτά, αυξάνοντας την συγκίνησι και το δέος των υπαλλήλων, οι οποίοι έσπευσαν να ειδοποιήσουν την Άμεσο Δράσι της Αστυνομίας, ενώ το γεγονός, που άρχισε να διαδίδεται στην περιοχή, προεκάλεσε συρροή πολλών εργαζομένων και περιέργων. Πολλοί έσπευσαν ν’ αγοράσουν λαμπάδες, τις οποίες άναψαν μπροστά στην εικόνα, ενώ ειδοποιηθέντες έφθασαν στο Ειρηνοδικείο δύο ιερείς από τον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου [Σ.Σ.: πρόκειται για τους αρχιμανδρίτες Θεόκλητο Στράγκα και Σωφρόνιο Γιαννόπουλο], που έψαλαν επί τόπου μία δέησι. Εν τω μεταξύ η εικόνα σταμάτησε να κινήται.

Στις 3.15 μ.μ., όμως, η εικόνα άρχισε πάλι να κινήται. [Ακολούθως] ειδοποιήθηκαν ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Σταμάτης, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Αθηνών κ. Φαφούτης, ενώ έσπευδαν στο Ειρηνοδικείο Αθηνών τηλεοπτικά συνεργεία, δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερς.

Αστυνομικοί του 6ου αστυνομικού τμήματος ερεύνησαν μήπως στο διπλανό κτίριο ή κάπου κοντά λειτουργούσε κανένα μηχάνημα, από το οποίο να προέρχονταν δονήσεις του τοίχου που προκαλούσαν την κίνησι της εικόνας. Δεν διεπιστώθη, όμως, κάτι τέτοιο κι έτσι πολλοί άρχισαν να μιλούν για θαύμα, ενώ άλλοι έλεγαν ότι μάλλον πρόκειται για τηλεκινητικό φαινόμενο. Οι κινήσεις της εικόνας συνεχίσθηκαν μέχρι τις 5 το απόγευμα.

[…] Η συρροή πιστών και περιέργων συνεχιζόταν ώς αργά το βράδυ, ενώ εγνώσθη ότι ο κ. Φαφούτης έδωσε εντολή να μη απομακρυνθή η εικόνα από την θέσι της για να συνεχισθή η διερεύνησι του φαινομένου».

Στο ρεπορτάζ της Τόνιας Κονταξή από το φύλλο και πάλι της εφημερίδας «Ελεύθερος Κόσμος» της Μ. Παρασκευής, 24 Απριλίου 1981 (σελ. 6), επιβεβαιώνεται ότι «Και χθες εκινείτο ο εικών», ενώ παρατίθενται τα λόγια ενός πολίτη, ονόματι Γ. Παναγιώτου, ο οποίος, αν και μετέβη στο Ειρηνοδικείο με διάθεση να εξερευνήσει το, κατ’ αυτόν «δήθεν μυστήριο», εν τέλει έκανε την εξής δήλωση:

«Είμαι συγκλονισμένος κυριολεκτικά, γιατί ανέβηκα να δω την εικόνα σχεδόν γελώντας και κοροϊδεύοντας. Αστειευόμουν μάλιστα όταν στην αίθουσα είδα ακίνητη την εικόνα. Ήμουν έτοιμος να φύγω και κατεβαίνοντας να πειράξω και όσους ήσαν μαζεμένοι κάτω και συζητούσαν το γεγονός, όταν ξαφνικά είδα την εικόνα να τρέμη και να κινήται, άλλοτε πιο γρήγορα και άλλοτε αργά. Όλοι γύρω μου άρχισαν να φωνάζουν. Ήταν κάτι συγκλονιστικό. Έψαξα τους τοίχους γύρω, προσπάθησα να αφουγκρασθώ μήπως γινόταν κάποιος σεισμός, αλλά τίποτε. Στο τέλος άφησα κάθε προσπάθεια, έμοιαζα με τον άπιστο Θωμά και σταυροκοπήθηκα».

Από το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ελεύθερος Κόσμος» της 29ης Απριλίου 1981 πληροφορούμαστε ότι «η εικών που κινείται» μετεφέρθη εις τον Άγιον Κωνσταντίνον της Ομονοίας:

«Το συγκλονιστικόν φαινόμενον της “εικόνος που κινείται” εις το Ειρηνοδικείον, συνεχίσθη και χθες, πρώτην ημέραν λειτουργίας του Ειρηνοδικείου αφ’ ης διέκοψε διά το Πάσχα, την παρελθούσαν Πέμπτην. Ως γνωστόν, μία εικών του Ιησού Χριστού φέροντος τον ακάνθινον στέφανον, ήρχισε να κινήται επί του τοίχου του 6ου ορόφου του Ειρηνοδικείου της οδού Αναξαγόρα και το γεγονός απησχόλησεν τον Τύπoν και την τηλεόρασιν.

Χθες η εικών εκινείτο πάλιν και πολλά άτομα έσπευσαν να την προσκυνήσουν.

Εν τω μεταξύ, ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Γ. Σταμάτης με έγγραφον εντολήν του προς τον προϊστάμενον του Ειρηνοδικείου Αθηνών πρόεδρον Πρωτοδικών κ. Βαθρακοκοίλην παρέσχε την άδειαν όπως η εικών παραδοθή εις την επιτροπήν του Ιερού Ναού Αγίου Κωνσταντίνου πλατείας Ομονοίας, προκειμένου να εναποτεθή εντός του Ναού.

Η επιτροπή είχε προηγουμένως προβή εις σχετικόν διάβημα προς τον προϊστάμενον του Ειρηνοδικείου, ο οποίος με την σειράν του εζήτησε τας απόψεις του υπουργείου.

Κατόπιν αυτού, οι επιθυμούντες πιστοί θα δύνανται να προσκυνήσουν την εικόνα ελευθέρως, πράγμα που δεν ήτο ευχερές εις το Ειρηνοδικείον».

Στο υπ’ αριθμ. 1817/28/4/1981 πρωτόκολλο παραδόσεως και παραλαβής της θαυματουργής εικόνας αναγράφονται τα ακόλουθα:

«Εν Αθήναις, σήμερον την 28ην Απριλίου 1981, ημέραν Τρίτην και ώραν 12.55 μ.μ., εν τω γραφείω του Προϊσταμένου του Ειρηνοδικείου Αθηνών Βασ. Βαθρακοκοίλη, παρουσία και της Γραμματέως Ευθυμίας Κουτσολέλου, παρεδόθη, εν συνεχεία της υπ’ αριθμ. 2667/81 παραγγελίας του Υπουργού Δικαιοσύνης, προς φύλαξιν εν τω Ιερώ Ναώ Αγίου Κωνσταντίνου εις τον Αρχ/την Θεόκλητον Στράγκαν, Πρόεδρον του εκκλησιαστικού συμβουλίου του ύπερθεν Ναού, μία εικόνα εικονίζουσα τον Ιησούν Χριστόν φέροντα ακάνθινον στέφανον, ήτις μέχρι τούδε ήτο ανηρτημένη εν τω γραφείω του Γραμματέως του Ειρηνοδικείου».

Φυσικά, δεν έχασαν την ευκαιρία κάποιοι άθεοι ψευτοπροοδευτικοί να χλευάσουν το συντελεσθέν μέγα θαύμα στην αίθουσα του Ειρηνοδικείου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το δημοσίευμα της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» με τον τίτλο «"Κουνήθηκε" η εικόνα και ... πλάκωσαν παπάδες και T.V.» (φύλλο της Μ. Πέμπτης, 23.4.1981, σελ. 6).

Η ίδια εφημερίδα συνέχισε και την επόμενη ημέρα τον χλευασμό της με ρεπορτάζ του Γ. Κανελλάκη (24.4.1981, σελ. 7):

«Χώρος προσκυνήματος κινδυνεύει να γίνει το Ειρηνοδικείο της οδού Αναξαγόρα 6-8 πίσω από το Δημαρχείο, αφού από προχτές το μεσημέρι, που είπαν ότι έγινε το “θαύμα” της εικόνας, μέχρι χτες είχε κατακλυστεί από πιστούς. […] Το Ειρηνοδικείο απαλλάχτηκε από την παρουσία των... προσκυνητάδων στις 2.05 μετά το μεσημέρι, που έφτασε η ώρα να κλείσουν τα γραφεία και να σχολάσουν οι εργαζόμενοι».

Μάλιστα, σε ο συντάκτης του ρεπορτάζ παραθέτει και την άποψη του ιερέως της εκκλησίας «Αγία Ειρήνη» της Πλάκας Γ. Κατινά, ο οποίος προσπάθησε να αναποδογυρίσει προπαγανδιστικά την ορθόδοξη αλήθεια, αναπόσπαστο στοιχείο της οποίας είναι αναμφισβήτητα και τα θαύματα που τελούνται από τον ίδιο τον Χριστό, την Παναγία ή τους Αγίους:

«Όχι απλώς στηλιτεύω τέτοια περιστατικά, μα δηλώνω ότι προκαλούν κατάφωρη αγανάκτηση, γιατί προσβάλλουν ανεπανόρθωτα το ορθόδοξο θρησκευτικό ιδεώδες, μα και υποτιμούν την νοημοσύνη του ελληνικού λαού, ο οποίος δεν είναι πλέον τόσο ευάλωτος σ’ αυτό το σημείο. Ακόμα, δεν είναι διατεθειμένος να γίνει αντικείμενο εμπορικής εκμετάλλευσης. Φθάνει που τόσοι άλλοι τον εκμεταλλεύονται σε ποικιλόμορφες μορφές νομιμοποιημένης αδικίας. Ο Χριστός δίνει τόσες άλλες παρουσίες, και προσφέρει τόσες ευκαιρίες στον άνθρωπο για μετάνοια κι αλλαγή ζωής. Αυτό όταν ο άνθρωπος το επιτύχει ομολογουμένως, είναι το μεγαλύτερο θαύμα».

Το θαύμα του Ειρηνοδικείου κατεγράφη και από την εφημερίδα «Η Βραδυνή» στο φύλλο της 23ης Απριλίου 1981, όπου παρατίθενται δηλώσεις πιστών που περιέγραψαν το βίωμά τους.

ΚΟΥΤΣΟΛΕΛΟΥ ΕΥΘΥΜΙΑ:

«Ναι ήταν θαύμα. Μας δίνει το μήνυμα να μετανοήσουμε. Εγώ εύχομαι το μήνυμα αυτό να φέρη την πίστη σ’ όλη την Ελλάδα».

ΠΙΣΙΜΙΣΗ ΓΙΑΝΝΟΥΛΑ:

«Σημάδι του Θεού είναι αυτό!».

ΣΚΙΑΔΑΣ ΔΗΜ. (Αστυφύλαξ):

«Σταμάτησα την εικόνα με το χέρι μου… Συνέχισε όμως να κινήται και να ανασηκώνεται κατά 2-3 πόντους από τον τοίχο…».

ΜΑΡΑΘΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ:

«Τέτοιο πράγμα δεν έχω ξαναδεί…. Ο Θεός μας καλεί κοντά του… Ας πιστέψουμε».

ΚΑΜΠΟΣΟΣ ΠΑΝΑΓ.:

«Κλαίω από τη συγκίνησι… Είναι θαύμα… Μην το συζητάμε… Ο Κύριος που σταυρώνεται μας έστειλε το μήνυμά του…».

Στην ίδια εφημερίδα φιλοξενήθηκε και η κάθε άλλο παρά πειστική δήλωση του Κ. Αντωνακέα, Προέδρου του Κέντρου Μεταφυσικών Ερευνών:

«Είναι φαινόμενο τηλεκινήσεως. Κάποιος θρησκευόμενος, με την σκέψι του, μετακινούσε την εικόνα».

Προκαλεί αλγεινή εντύπωση η επιφυλακτική στάση που τήρησε η Εκκλησία, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Η Βραδυνή». Η θέση της Εκκλησίας ήταν η εξής:

«Φαινόμενα υπερφυσικά που έχουν σχέσι με εικόνες ή παραστάσεις θείων προσώπων παρουσιάζονται κατά καιρούς και συνήθως εμφανίζονται ως θαύματα. Η Εκκλησία μας και η Θεολογική Επιστήμη ειδικώτερα, κρατούν συνήθως μια σοβαρή επιφύλαξη ως προς την αιτία των φαινομένων αυτών».  

Μετά το θαύμα του Ειρηνοδικείου, κυκλοφόρησε το βιβλίο του Θεοκλήτου Α. Στράγκα (1909-1991) με τίτλο «Ιστόρημα Κινηθείσης εν Ειρηνοδικείω Αθηνών ΕΙΚΟΝΟΣ ΝΥΜΦΙΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ και λάλημα Λαού, θρησκευομένου και μη εις ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ» (Δευτέρα έκδοσις, Αθήναι 1986).

Στον πρόλογο του βιβλίου, ο Αρχιμ. Θεόκλητος Στράγκας βεβαιώνει τους πιστούς περί του ότι (σελ. 4):

«Το φαινόμενον αυτό, το λίαν συγκλονιστικόν, κατέστη ορατόν εις τους περισσοτέρους εξ ημών, εντός του δικαστηριακού συγκροτήματος, αποκλειομένης ούτω μεθοδικής τινος θαυματοπλασίας και θαυματολογίας, καθ’ ον χρόνον και περίοδον η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΝΥΜΦΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ κράζει, μεγάλη τη φωνή “ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΝ ΜΑΘΕΤΕ ΟΙ ΕΝΟΙΚΟΥΝΤΕΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ”. Το φαινόμενον αυτό δέον όπως εμβάλη ημάς και άπαντας τους ανθρώπους εις σκέψεις και έλεγχον συνειδήσεως, εάν δηλαδή οι άνθρωποι, άρα και ημείς οι ατενίζοντες την κινηθείσαν εικόνα του ΝΥΜΦΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, δικαιοσύνας επιτελούμεν, και αν η ζωή μας επί της γης αναλίσκεται σύμφωνα προς το θέλημα του ΝΥΜΦΙΟΥ ΙΗΣΟΥ. Ου θέλημα είναι, έκαστος λεγόμενος Χριστιανός να δύναται να λέγη “Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί ΧΡΙΣΤΟΣ”. Αδελφοί μου, τω ΝΥΜΦΙΩ ΧΡΙΣΤΩ σχώμεν τα καρδίας. Πρόσχωμεν εαυτούς και αλλήλους. Στώμεν καλώς. Στώμεν μετά φόβου Θεού, πονηροί γαρ εισί και έσονται αι επερχόμεναι ημέραι, ως τούτο αποκαλύπτουσι τόσον αι κινήσεις της εικόνος του ΝΥΜΦΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, όσον και αι κινήσεις των σπαρασσομένων εν πολέμω εις τα σημεία εκείνα της γης, άτινα συμπίπτουσι και συμφωνούσι προς τα κινήσεις της θαυμαστής εικόνος, ήτις εκινήθη ουχί εκ Βορρά προς Νότον, αλλ’ εξ Ανατολών προς Δύσιν. […]

Τούτου του συγκλονιστικού υπερφυσικού φαινομένου το ασφαλές και αψευδές έδει να διαλαλήσωσι πρώτοι, όσοι είχον την ευτυχίαν να το ίδωσιν ομοθυμαδόν αποκαλυπτόμενον εν πλήρει μεσημβρία, όντες εν εγρηγόρσει και συναισθήσει και ψυχραιμία, αυτοί έδει να διαβεβαιώσωσιν ότι είδον την εικόνα του ΝΥΜΦΙΟΥ να κινείται, ουχί εξ οφθαλμαπάτης, παραισθήσεως ή τινος φαντασιώσεως, αλλ’ εξ ελαχίστης αποστάσεως, διά ρυθμικών κινήσεων επιτρεψασών ου μόνον την μέτρησιν του μήκους και του χρόνου αυτών, και δη μετά προηγηθέντος ικανού θορύβου, αλλά και την ποικιλότροπον έρευναν και δοκιμασίαν αυτών, αυτοί έδει να βροντοφονήσωσι και διαλαλήσωσιν “O ΝΥΜΦΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΣ όντως εν εικόνι Του ΕΚΙΝΗΘΗ”.

Και τω όντι ούτως εγένετο! Από την πρωίαν της επομένης ημέρας και επί πολλάς ημέρας, εν πάση λεπτομερεία εδημοσιογραφήθησαν εις τα εφημερίδας τα περί της κινηθείσης Ιεράς Εικόνος του ΝΥΜΦΙΟΥ, άτινα καταχωρίζομεν εν συνεχεία ταύτα εις Β΄ έκδοσιν, όμως συμπληρωθέντα τινά τούτων και επαυξηθέντα διά τινων άλλων ωφελίμων ιστορημάτων όντων αξιολόγων και επαυξηθέντα τινά και αφαιρεθέντα, θεωρηθέντα ως αρκετόν εστί ευρίσκεσθαι αυτά μόνον εις Α΄ έκδοσιν τούδε του ιστορήματος».

Ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Κακουλίδης έγραψε, από την πλευρά του, το εξής σχόλιο (σελ. 88):

«Κατά την χριστιανικήν αντίληψιν, το Θαύμα είναι ένα έκτακτον, ορατόν και αισθητόν γεγονός, που οφείλεται όχι εις φυσικάς αιτίας και δυνάμεις, αλλ’ αποκλειστικά εις την άμεσον υπερφυσικήν ενέργειαν και επέμβασιν του Θεού, με σκοπόν την ψυχοσωματικήν ωφέλειαν και σωτηρίαν του ανθρώπου. Η επέμβασις δε του Θεού είναι ανωτέρα των φυσικών δυνάμεων και γίνεται χωρίς να καταργήται και να βλάπτεται η φυσική αρμονία, η λειτουργία και η τάξις της δημιουργίας. Το αεροπλάνο δεν καταργεί τον φυσικό νόμο της βαρύτητος, αλλά τον υπερνικά με την δύναμιν των μηχανών του. Η ρύθμισις του ωρολογίου, η επιτάχυνσις ή επιβράδυνσις της πορείας του δεν καταργεί την λειτουργίαν του, αλλά την τελειοποιεί. Όταν ένας μηχανικός κατασκευάση μια μηχανή και την παραδώση εις το εμπόριον, την εγκαταλείπη πλέον, αποχωρίζεται και αποξενούται από αυτήν. Ο Θεός όμως δεν κάνει το ίδιο. Έπλασε τον κόσμον, αλλά δεν τον εγκατέλειψε. Διαρκώς επιβλέπει, συντηρεί και κυβερνά τον κόσμον, διαρκώς αναθεωρεί και επιδιορθώνει το έργον του, διότι και ο διάβολος προσπαθεί να το βλάψη και να το καταστρέψη. Ο κόσμος είναι έργον της αγάπης και παντοδυναμίας του Θεού. Παρακολουθεί και ενισχύει τους φυσικούς νόμους της λειτουργίας του. Κάνει νέους συνδυασμούς των υπαρχουσών δυνάμεων προς παραγωγήν νέων αποτελεσμάτων. Ευρίσκεται εις διαρκή επαφήν και συνεργασία με τον άνθρωπον και τον καθοδηγεί προς τον τελικόν του σκοπόν και προορισμόν. Αυτή ακριβώς η επέμβασις του Θεού αποτελεί το ΘΑΥΜΑ, το οποίον δεν γίνεται ούτε διά ψυχαγωγίαν, ούτε δι’ επίδειξιν, αλλά δι’ ανώτερον σκκοπόν, ψυχικής ή σωματικής σωτηρίας του ανθρώπου.

Το ΘΑΥΜΑ δεν είναι απαραιτήτως κάτι το “κοσμογονικόν και το συγκλονιστικόν”. Είναι μια απλή και πρακτική γλώσσα επικοινωνίας του Θεού με τον άνθρωπον. Είναι ένα μήνυμα του Θεού, μια στοργική φωνή, απαλή και συνεργασία του Θεού με τον άνθρωπον. “Πολυμερώς και πολυτρόπως ο Θεός λαλεί και ενεργεί”. Το Θαύμα δεν είναι απαραιτήτως αστραπές και βροντές. Άλλωστε, “στου κωφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα”. Φώτισε τον τυφλόν όσο θέλεις με χιλιάδες προβολείς και μυριάδες ήλιους. Μηδέν το αποτέλεσμα. Ανεστήθη ο Λάζαρος και οι άπιστοι τον κορόιδευαν! Ανεστήθη ο Χριστός και ποίοι επίστευσαν; “Και ουκ εποίησεν εκεί δυνάμεις και θαύματα διά την απιστίαν αυτών” (Ματθ. 13, 58). Το θαύμα, άλλωστε, δεν δημιουργεί πίστιν, αλλά προϋποθέτει και αμείβει την πίστιν. Το θαύμα είναι καρπός της πίστεως και όχι αίτιον της πίστεως. Πιστεύομεν πρώτα εις το πρόσωπον του Χριστού και μετά εις τα θαύματα. Όχι αντιστρόφως, πρώτον εις τα θαύματα και μετά εις τον Χριστόν. Ειδ’ άλλως, δυνατόν να έχωμεν και αρνητικά αποτελέσματα. Το θαύμα βιούται ψυχικά, δεν κατανοείται λογικά και νοησιαρχικά. Όλα όμως αυτά προϋποθέτουν Θεόν. Όχι απλώς “μίαν ανωτέραν και υπερφυσικών δύναμιν”, αόριστον, αφηρημένην και απρόσωπον, αλλά Θεόν πραγματικόν, αληθινόν και προσωπικόν. Όλα αυτά προϋποθέτουν ενσυνείδητον και προσωπικήν πίστιν εις το πρόσωπον του Χριστού. Όχι απλώς εις την “χριστιανικήν φιλοσοφίαν, εις θρησκευτικά ιδεώδη και εις χριστιανικάς παραδόσεις”, αλλά πίστιν και αφοσίωσιν εις το Θεανδρικόν πρόσωπον του Σωτήρος και Λυτρωτού Ιησού Χριστού. Μέσα εις τον χώρον και την ατμόσφαιραν αυτής της αληθινής χριστιανικής Πίστεως συμβαίνουν καθημερινώς άπειρα θαύματα: μικρά και μεγάλα, υλικά και πνευματικά, ορατά και αόρατα. Άλλοι τα βλέπουν, τα αντιλαμβάνονται, τα αισθάνονται, τα αποκρυπτογραφούν, τα πιστεύουν και άλλοι όχι…. Ανάλογα με την ψυχικήν όρασιν του ανθρώπου και την βούλησιν του Θεού. Ο πιστός και αληθινός χριστιανός ζη καθημερινώς μέσα εις το Θαύμα της Πίστεως, της Φύσεως, της Δημιουργίας, της Ζωής, όπως το ψάρι μέσα εις την θάλασσαν. Το ΘΥΜΑ του Ειρηνοδικείου Αθηνών ήτο μία σταγόνα βροχής μέσα εις την θάλασσαν των θαυμάτων… Μακάριοι και οι ιδόντες και οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες…».

Το θαύμα της κινούμενης εικόνας του Χριστού στο Ειρηνοδικείο Αθηνών ιστορείται και στο βιβλίο του μακαριστού Αρχιμανδρίτη Δανιήλ Γούβαλη (1940-2009) «Το Θαύμα της Πίστεως» (Γ΄ έκδ., 1985, σελ. 103-107).

Σε αυτό αναφέρεται και ένα άλλο θαύμα σχετιζόμενο με την συγκεκριμένη εικόνα:

«Λ.χ. την Τετάρτη του Πάσχα, στις 7.00 το απόγευμα, οι δύο πολυέλαιοι που βρίσκονταν κοντά στην εικόνα άρχισαν να ταλαντεύωνται προς μεγάλη έκπληξι των πιστών που περίμεναν στην σειρά για προσκύνημα».

Το συμβάν αυτό καταγράφεται και στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Απογευματινή» της 30ής Απριλίου 1981.

Δυστυχώς, στο ίδιο φύλλο αυτής της εφημερίδας (σελ. 3) προβλήθηκε ως πιθανή ερμηνεία για τις παλμικές δονήσεις της εικόνας του Χριστού η «τηλεκινησία», δηλ. «η ικανότητα ενός ψυχικού υποκειμένου να κινείς ένα ακίνητο αντικείμενο χωρίς τη χρήση κάποιας γνωστής φυσικής δύναμης».

Μάλιστα, η «Απογευματινή» απευθύνθηκε στον Παναγιώτη Χατζησταυράκη, ποινικολόγο και μέλος του Ινστιτούτου Παραψυχολογίας, ο οποίος, όταν του ετέθη υπ’ όψιν το γεγονός ότι την Τρίτη, 28.4.1981, ο ιερέας κρέμασε την εικόνα σε άλλο καρφί, αφαιρώντας από το πίσω μέρος της ένα μικρό χαρτάκι και μετά την επανατοποθέτησε στην παλιά της θέση, απάντησε παντελώς με πειστικά ως εξής:

«Με το χαρτάκι η στατική τριβή ήταν μικρότερη. Δηλαδή, η επιφάνεια της εικόνας δεν ακουμπούσε ολόκληρη στον τοίχο κι επομένως ήταν δυνατό να τηλεκινηθεί με ασθενέστερο μαγνητικό πεδίο».

Όπως, όμως, βεβαιώνει η αυτόπτης μάρτυς-γραμματέας του Ειρηνοδικείου κ. Ευθυμία Κουτσολέλου, αφ’ ενός η εικόνα του Χριστού δεν εκινείτο συνεχώς αλλά κατά διαστήματα και αφ’ ετέρου κανένα ύποπτο πρόσωπο με τηλεκινητικές ικανότητες δεν εντοπίσθηκε στον χώρο όπου βρισκόταν η εικόνα.    

Στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ελεύθερη Ώρα» της 30ής Απριλίου 1981 είχε δημοσιευθεί επικριτικό σχόλιο για την αδιαφορία της Αρχιεπισκοπής σε σχέση με τις προσπάθειες που έγιναν να αποδοθεί το φαινόμενο της κινήσεως της εικόνας του Χριστού σε τηλεκινητικά αίτια. Ο συντάκτης του άρθρου «Σημεία των καιρών» με το ψευδώνυμο «Ωριακός» σημείωνε:

«Δεν είναι δυνατόν να αφήνεται το Χριστεπώνυμο πλήθος ανενημέρωτο από την ηγεσίαν της Εκκλησίας μας και να περιπίπτη βορά των αθέων και απίστων, οι οποίοι ευκαιρίας δοθείσης, βάλλουν κατά της θρησκείας, διακωμωδούντες τους πάντες και τα πάντα. Η εσκεμμένη προσπάθειά τους να παρουσιάσουν το φαινόμενο της εικόνος του Ιησού Χριστού ως τηλεκινητικόν (!) διάφοροι ευδιάφθοροι ψευδοειδήμονες είναι οι μονίμως παραμονεύοντες να πλήξουν την μοναδική λυτρωτική κοίτη εις την σημερινή εξαθλίωσι των ανθρώπων, που δεν είναι τίποτε άλλο από την Πίστι εις τον Θεόν.

Είναι πάρα πολύ δύσκολο να καταλάβη κανείς γιατί τόση σιωπή: Καλά γι’ άλλα θέματα, που πιθανόν να υπάρχουν ετερόδοξοι απόψεις, αλλά για θέματα ως είναι το συγκλονίζον από θρησκευτικόν έξαρσιν γεγονός της εικόνος του Ιησού Χριστού, η ηγεσία της εκκλησίας μας απέχει διακριτικά, έχουσα αφήσει τον χειρισμό εις τον υπουργόν Δικαιοσύνης κ. Γ. Σταμάτην, εις τους ιερείς του Αγίου Κωνσταντίνου και εις τους πιστούς, οι οποίοι κατά χιλιάδες προεσέρχονται για να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα.

Δεν θα έβλαπτε μιά ανακοίνωση από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, η οποία θα δώση την εξήγησι του φαινομένου και θα διαφυλάξη το κύρος της Θρησκείας μας εις τρόπον ώστε να προβληματισθούν οι παραπαίοντες από τις περισφίγξεις των ατίμων πλοκάμων του αθεϊσμού, οι οποίοι και πάλι εξαπέλυσαν τον ρύπον τους και εδημιούργησαν δυσπιστία και σχόλια που δεν κολακεύουν ούτε την Εκκλησία μας, αλλά ούτε και εμάς τους ιδίους. Πέρα δε απ’ αυτό θα καταλάβουν και οι νεολαίοι μας –και δυστυχώς είναι πάρα πολλοί οι ξεστρατισμένοι– ότι με το να πιστεύουν εις τον Θεόν δεν είναι ντεμοντέ, ενώ “μοδέρνοι” θεωρούνται οι κουχουδεΐζοντες. Ακριβώς –εφ’ όσον παρακολουθούν πιστά την μόδα– το αντίθετο συμβαίνει. Ο παρατηρούμενος βαβελισμός δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα από τα πολλά και ποικίλα σημεία των καιρών...».

Σημειωτέον ότι είναι καταγραμμένη και η μαρτυρία πιστών που έχουν δει να κινούνται τα μάτια του Χριστού της θαυματουργής εικόνας μέσα στην εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας.

Την Μεγάλη Τετάρτη (και Πρωτομαγιά) του 2024, o γράφων παρευρέθη για πρώτη φορά στην λειτουργία του Μυστικού Δείπνου του Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας. Στην μέση της λειτουργίας έγινε η καθιερωμένη διακοπή, προκειμένου οι πιστοί να ακούσουν την αυτόπτη μάρτυρα κ. Ευθυμία Κουτσολέλου να αφηγείται από τα βάθη της ψυχής της το βίωμά της και εν συνεχεία να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα.

Το πάθος με το οποίο η ευλογημένη Ευθυμία Κουτσολέλου εξιστόρησε όσα θαυματουργά είδε με τα μάτια της να συμβαίνουν μέσα στην αίθουσα του Ειρηνοδικείου κονιορτοποιεί και την παραμικρή αμφιβολία που μπορεί να ενέβαλε σε πειρασμό κάποιον δύσπιστο.

Η κ. Ε. Κουτσολέλου την ώρα που αφηγείται το βίωμά της μέσα στον ιερό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας

Με αφορμή τον 42ο εορτασμό της κινήσεως της θαυματουργής εικόνας του Ειρηνοδικείου είναι απαραίτητο το εξής σχόλιο:

Το θαύμα βιώνεται ως αναπόσπαστο στοιχείο της θρησκείας μας σε αντίθεση με τον βλάσφημο εξορθολογισμό που επιχειρείται από καιρού εις καιρόν εκ μέρους της Ιεραρχίας, η οποία, εμφορούμενη από την ανάποδη λογική, έφθασε να μεταχειρίζεται ακόμη κι έναν εξ ορισμού θαυματουργό Σταυρό ως instrumentm sceleris, δηλ. ως όργανο εγκλήματος (βλ. υπόθεση π. Δημητρίου Λουπασάκη).

Μάλιστα, με εγκύκλιο που είχε εκδώσει η Σύνοδος στις 20 Ιουνίου 2022 και είχε διαβασθεί στους ναούς, καλούνταν οι πιστοί να μην παρασύρονται από όσους «εμφανίζουν ιερά αντικείμενα που δακρύζουν, αιμορροούν και παρουσιάζουν διάφορα άλλα έκτακτα και θαυμαστά φαινόμενα», αποσιωπώντας όλες εκείνες τις περιπτώσεις επαληθεύσιμων διά γυμνού οφθαλμού θαυμάτων που, ιδίως κατά την τριετία του ενσκήψαντος λοιμού, συνετελέσθησαν, και εξακολουθούν να συντελούνται, εντός ιερών ναών.

Αμέτρητοι πιστοί, του γράφοντος συμπεριλαμβανομένου, την Μ. Πέμπτη τόσο του 2023 όσο και του 2024, αξιώθηκαν να δουν με τα ίδια τους τα μάτια να αιμορροεί ευωδιάζων ο Εσταυρωμένος σε ιερό ναό των Αθηνών, αλλά και να δακρυρροεί η εικόνα της Παναγίας της Παρηγορήτριας στον Άγιο Δημήτριο του Βύρωνα Αττικής1.

Άραγε, η μη ρητή αναφορά της εν λόγω εγκυκλίου στα δύο αυτά αναμφισβήτητα πρόσφατα θαύματα σημαίνει ότι τούτα δεν καλύπτονται από την γενικόλογη θέση της εγκυκλίου, σύμφωνα με την οποία «η Εκκλησία αναμφισβήτητα αποδέχεται και τα άγια αντικείμενα και τις άγιες Εικόνες και την εκδήλωση ποικίλων φαινομένων της θείας Χάριτος διά μέσου αυτών» και, αντιθέτως, ότι εμπίπτουν στις «καταστάσεις που προβάλλονται ταχύτατα και γίνονται αμέσως γνωστές» εξαιτίας της «κυριαρχίας του διαδικτύου» και άρα «χρειάζονται πολλή προσοχή και διάκριση»;

Ή μήπως, ακόμη χειρότερα, τα εν λόγω θαύματα –και πάλι σύμφωνα με την διατύπωση της επίμαχης εγκυκλίου– αποτελούν «καταστάσεις» που τις «προκαλεί ο διάβολος μέσω πλανεμένων ανθρώπων», οι οποίοι «είναι τα ζιζάνια που φύτευσε ο διάβολος στον αγρό του Κυρίου για να μην τελεσφορήσει το έργο της Θείας Οικονομίας για την σωτηρία των ανθρώπων»;

Εύστοχα οι συντάκτες της εγκυκλίου επικαλούνται την αρχή του κηρύγματος του Χριστού στην επί του Όρους ομιλία, εφιστώντας την προσοχή των πιστών στην εμφάνιση ψευδοπροφητών, οι οποίοι έρχονται προς αυτούς με ενδύματα προβάτων, αλλά από μέσα είναι άρπαγες λύκοι.

Η υπενθύμιση αυτή είναι ιδιαιτέρως ωφέλιμη σε καιρούς κατά τους οποίους μέσα στους κόλπους της εκκλησίας δρουν επαίσχυντα ως λυκοποιμένες εκείνοι ακριβώς οι ιερείς που θα έπρεπε να κατευθύνουν με προστατευτική διάθεση τα εξ ορισμού ευάλωτα στην χειραγώγηση πρόβατα, αντί να συντονίζονται «θαυματουργικώ» τω τρόπω με τους πολιτικούς, τους γιατρούς και τους δημοσιογράφους, μιλώντας την ίδια ξύλινη γλώσσα, ενίοτε δε υπερθεματίζοντας διά της ευρηματικής δημιουργίας σοκαριστικών διλημμάτων του τύπου «εδώ είναι το εμβόλιο, εκεί ο τάφος».

Πάντως, ουδείς πιστός πρέπει να αιφνιδιάζεται από την τάση αμφισβήτησης των θρησκευτικών θαυμάτων σε μια εποχή, χαρακτηριστικό της οποίας είναι η ιατρικοποίηση της κοινωνίας και η θεοποίηση της επιστήμης και της τεχνολογίας.

Όποιοι κληρικοί θεωρούν ότι τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού, ως προς τα οποία πυκνώνουν ολοένα και περισσότερο οι αποδείξεις ότι ότι ήταν μια σατανική-δηλητηριώδης παγίδα σε βάρος των τρομοκρατημένων πολιτών, είναι το μεταφορικώς νοούμενο «θαύμα της επιστήμης» δεν γίνεται να έχουν μάτια για τα κυριολεκτικά θαύματα της θρησκείας μας!

Θα ήταν ιδιαιτέρως ωφέλιμο για τους «αρνητές των θαυμάτων» να παρακολουθήσουν –ει δυνατόν πολλές φορές, ώστε να το εμπεδώσουν– το βίντεο με την αφήγηση του θαύματος που πραγματοποίησε στις 19.4.2017 η Παναγία η Ακρωτηριανή Σερφιώτισσα στην Αρχιλοχία Βασιλική Πλεξίδα, σώζοντάς την μετά την συντριβή του στρατιωτικού ελικοπτέρου στο Σαραντάπορο Ελασσόνας.

Έκτοτε, η διασωθείσα Βασιλική διαλαλεί το θαύμα της με κάθε ευκαιρία, εκπληρώνοντας την επιθυμία της Παναγίας, η οποία της ζήτησε να κηρύττει το θαύμα για να δυναμώσει η πίστη όλων για τα έσχατα γεγονότα.

Εν τούτοις, η Σύνοδος ουδόλως συγκινήθηκε, ώστε να βγάλει κάποια εγκωμιαστική και προπάντων αφυπνιστική εγκύκλιο.

Αποκαρδιωτική είναι η περίπτωση του δημοσιογράφου Αλέξανδρου Βέλιου, ο οποίος, καίτοι προσβεβλημένος από την επάρατη νόσο, αρνήθηκε να επισκεφθεί ένα θαυματουργό μοναστήρι στην Μάνη, με το εξής σκεπτικό:

«Κι αν υπάρξει θαύμα, τι θα λέω; Πώς θα δικαιολογήσω ότι έγινε θαύμα σε μένα, πώς θα το δικαιολογήσω με βάση τα πιστεύω μιας ολόκληρης ζωής;».

Έτσι απαντούν άνθρωποι που είναι παγιδευμένοι στις ιδεολογίες τους, μέσα στον παραπλανητικό ιστό των οποίων νιώθουν ασφαλείς. Προτιμούν, λοιπόν, να συνεχίσουν να αυτοεξαπατώνται, προκειμένου να μη χρειαστεί να γκρεμίσουν το διανοητικό οικοδόμημά τους, το οποίο είχαν χτίσει πάνω σε κινούμενη άμμο, και να το ξαναχτίσουν πάνω σε στέρεο έδαφος.

Το φαινόμενο είναι γνωστό στο πεδίο της ψυχολογίας με τον όρο «γνωστική ασυμφωνία». Βάσει αυτού του φαινομένου εξηγείται περίφημα για ποιον λόγο η συμπαγής πλειοψηφία των εμβολιασμένων πολιτών αρνείται να παραδεχθεί ότι τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού ήταν πειραματικά και εν δυνάμει υγειοβλαπτικά-θανατηφόρα.

Μολονότι, πάντως, το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού λαού φαίνεται πως δεν έχει ακόμη αποκοπεί από τις ορθόδοξες ρίζες του και προσέρχεται μαζικά στους ιερούς ναούς για να προσκυνήσει θαυματουργές εικόνες, λείψανα αγίων ή άλλα λατρευτικά αντικείμενα, είναι απογοητευτική η εικόνα που παρουσιάζουν αρκετοί πιστοί, οι οποίοι, ακόμη και σήμερα, πραγματοποιούν το προσκύνημα φορώντας μάσκα!

Τούτο σημαίνει ότι, στον Θαυμαστό Ανάποδο Κόσμο της εποχής του κορωνοϊού, πέρα από το γεγονός ότι τα θαύματα θεωρείται ότι συντελούνται πρωτίστως, αν όχι αποκλειστικώς, στο πεδίο της επιστήμης και της τεχνολογίας αλλ’ όχι της θρησκείας, οι θαυματουργές εικόνες και τα λοιπά λατρευτικά αντικείμενα μετατρέπονται σε δυνάμει μολυσματικές πηγές, οπότε εφαρμόζεται η σοφή παροιμία του λαού μας «όποιος φυλάει τα ρούχα του έχει τα μισά».

Δηλαδή, όποιος πιστός θέλει να αποκλείσει το ενδεχόμενο να μολυνθεί από την θαυματουργή εικόνα π.χ. της Παναγίας ή από οποιοδήποτε άλλο λατρευτικό και ευλογημένο αντικείμενο ενός ιερού ναού, προτού φέρει το πρόσωπό του σε άμεση επαφή με αυτά, θα πρέπει να φορέσει το εμβληματικό αξεσουάρ της Νέας Εποχής που κληρονομήσαμε μετά τον θάνατο της Παλιάς Εποχής, δηλαδή την μάσκα!

Κι αφού οι προπαγανδιστές της υγειονομικής δικτατορίας κατάφεραν να πανικοβάλουν τους πιστούς πολίτες μέσω της διαρκούς επικλήσεως της φονικής ιδιότητας του πανταχού παρόντος «αόρατου εχθρού» (σε ένα κρεσέντο τρομολαγνείας, κάποιοι έφθασαν να τον αποκαλέσουν μέχρι και «ανθρωποφάγο»!), πείθοντάς τους ότι καλός και υπεύθυνος πολίτης είναι όποιος προστατεύει τον εαυτό του και τους άλλους φορώντας μάσκα αυξημένης προστασίας, ήτοι πουλόμασκα, ή –ακόμη καλύτερα (διάβαζε: ακόμη χειρότερα)– διπλή μάσκα, ήταν πολύ εύκολο να τους πείσουν, αντιστοίχως, ότι την ίδια στάση πρέπει να τηρούν και ως καλοί Χριστιανοί, προκαλώντας τους αμνησία σε σχέση με τα πάλαι ποτέ αυτονόητα ταμπού που ίσχυαν την Παλιά Εποχή, δηλαδή ότι: η Εκκλησία δεν δέχεται τα καρναβάλια και τους καρνάβαλους εν ώρα λειτουργίας, προσκυνήματος ή έστω ατομικής προσευχής εντός των ιερών ναών.

Άραγε, οι συντάκτες της κατάπτυστης εγκυκλίου, οι οποίοι μίλησαν για τον «διάβολο» που προκαλεί «θαυματουργικές καταστάσεις μέσω πλανεμένων ανθρώπων», γιατί δεν μπήκαν ποτέ μέχρι σήμερα στον κόπο να υπενθυμίσουν στο ποίμνιο ότι η μάσκα είναι το λατρεμένο αντικείμενο του διαβόλου και άρα ότι οι πιστοί που πατούν το πόδι τους μέσα στους ιερούς ναούς και ασπάζονται εικόνες αγίων φορώντας μάσκα, στην πραγματικότητα ασπάζονται μια εωσφορική συνήθεια;

Πόσο δίκιο είχε ο π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος, όταν έλεγε ότι:

«Η Νέα Εποχή δεν θέλει να αδειάσει τις εκκλησίες. Θέλει να αλλάξει το φρόνημα όσων καταφεύγουν σ’ αυτές»2.

Μεγάλο δίκιο, όμως, είχε και ο μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας Αυγουστίνος Καντιώτης, ο οποίος μετέφερε τα λόγια του επιστήθιου φίλου του Χριστόφορου Καλύβα:

«Ρὲ Αὐγουστῖνε, δὲν κατάλαβες τί θὰ γίνῃ; Ὁ σατανᾶς μεταχειρίστηκε ὅλα τὰ μέσα γιὰ νὰ διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία. Θὰ μεταχειριστῇ εἰς τοὺς ἐσχάτους καιροὺς καὶ ἕνα τελευταῖο ὅπλο· θὰ ντύσῃ παπᾶδες καὶ δεσποτάδες πρόσωπα τῆς ἐξουσίας του, θὰ τοὺς φορέσῃ ἐγκόλπια καὶ θὰ τοὺς δώσῃ πατερίτσες. Καὶ διὰ μέσου αὐτῶν τῶν ἀρχιερέων θὰ διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία». Ὁ σατανᾶς, κατέληγε ο διορατικός Μητροπολίτης, θὰ ἐμφανισθῇ μὲ ῥάσα, μὲ ἄμφια, μὲ πατερίτσες καὶ μπαστοῦνες!3

Με όσα βιώνουμε, λοιπόν, στην εποχή του κορωνοϊού, μπορούμε να συμπληρώσουμε τα παραπάνω λόγια με την εξής διαπίστωση:

Εις τους εσχάτους καιρούς του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου μας, οι πιστοί θα είναι άπιστοι και οι ιεροί ανίεροι, το δε θρησκευτικό θαύμα θα είναι ανάξιο λόγου, ενώ το τεχνοεπιστημονικό θαύμα θα είναι το γεγονός της χρονιάς.

Δώστε στον κόσμο εμβόλια για να γλυτώσει από επιδημίες και πάρτε του τις δακρυρροούσες εικόνες και τους αιμορροούντες Εσταυρωμένους, για να γλυτώσει η ψυχή του από το αβάσταχτο βάρος!

Κατόπιν τούτου, αξίζει στο σημείο αυτό να καταγραφεί η έκκληση που απηύθυνε εντός του ιερού ναού του Αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας η κ. Κουτσολέλου προς τον Ιησού Χριστό ώστε να σώσει την Ελλάδα:

«Τι μέρα κι αυτή, Χριστέ μας, βρέθηκες ολομόναχος στον Κήπο της Γεσθημανής, προσευχόμενος, η πιο ευγενέστερη απ’ όλες τις προσευχές που λυτρώνει τις αμαρτίες όλου του κόσμου.

Χριστέ μας, περιέλαβες σ’ αυτή την προσευχή ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, από τον Αδάμ μέχρι τον τελευταίο άνθρωπο που θα γεννηθή από γυναίκα, κι έγινε ο ιδρώτας σου σαν θρόμβοι αίματος που κατέβαιναν στη γη – είναι αδύνατον ν’ απεικονίσουμε τον πόνο σου, Χριστέ μας. Κανένας δεν γνώρισε τόσο πόνο, όσο αισθάνθηκες εσύ... και μετά για 30 αργύρια σε προδώσανε, μπήκε στη μέση ο Σατανάς, στον Ιούδα, και σε οδήγησαν στο πραιτώριο για να δικασθής σαν κοινός εγκληματίας.

Εμείς οι αμαρτωλοί τολμάμε να πούμε, ζούμε τον πόνο σου, κοιτάζοντας τον Σταυρό σου με δέος και φόβο και σε παρακαλούμε, καθάρισέ μας από κάθε ρύπο σωματικό και πνευματικό και κάνε μας να έχουμε καθαρό πνεύμα, ταπείνωση, υπομονή, αγάπη, ευγένεια, ειρήνη, θάρρος και σοφία.

Ω Χριστέ μας, σε παρακαλούμε, ελέησέ μας, λύτρωσέ μας από τη θλίψη και την αθλιότητά μας. Δώσε και αύξησε σε μας τη δύναμη να σε αγαπούμε σύμφωνα με τις εντολές σου με όλη μας την καρδιά, ψυχή, διάνοια, δύναμη και όλη μας την ύπαρξη.

Φώτισέ μας και αγίασέ μας, άκουσέ μας στην θλίψη μας και ανόρθωσέ μας να σε υπηρετήσουμε άξια.

Ω, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του ζώντος Θεού, σε παρακαλούμε και σε ικετεύουμε, μη μας απομακρύνεις από το πρόσωπό σου, μην οργισθής για την ασέβειά μας.

Φανερώσου σε μας, Φως του κόσμου, διάνοιξε τις καρδιές μας και στήριξέ μας να σε γνωρίσουμε.

Με φόβο και πίστη στεκόμαστε μπροστά σου και ζητούμε το έλεός σου να μας δεχθή και να μας στηρίξεις με το Άγιο Πνεύμα Σου.

Σε ικετεύουμε, άκουσέ μας και ελέησέ μας!».

Το χειρόγραφο της κ. Ευθυμίας Κουτσολέλου, το οποίο ανέγνωσε προτού ξεκινήσει την αφήγησή της για την θαυματουργή κινούμενη εικόνα του Χριστού
H ευλογημένη Ευθυμία Κουτσολέλου δίπλα στην θαυματουργή εικόνα που πρώτη αντίκρισε να κινείται μέσα στην αίθουσα του Ειρηνοδικείου

2

Βλ. Δάφνη Βαρβιτσιώτη, Νέα Εποχή. Εξέλιξη ή χειραγώγηση;, εκδ. Αθ. Σταμούλη, Αθήνα 2004, σελ. 22.

Δεν υπάρχουν σχόλια: