π.
Δημητρίου Μπόκου
Ὅταν ὁ Θεὸς ἔβγαλε τὸν λαό του ἀπὸ τὴ
δουλεία τῆς Αἰγύπτου, μεσολάβησαν 40 ὁλόκληρα χρόνια πορείας καὶ περιπλάνησης
(λόγῳ τῆς ἀνυπακοῆς τους) στὴν ἔρημο, μέχρι νὰ φτάσουν στὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Ὅλα
αὐτὰ τὰ χρόνια ἕνα τεράστιο πλῆθος ἀνθρώπων (κάπου δύο ἑκατομμύρια λαός!)
τρεφόταν ἀπ’ εὐθείας ἀπ’ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ. Κάθε μέρα ἔβρεχε τὸ «μάννα», μιὰ σκόνη
σὰν χιόνι, ἀπ’ τὴν ὁποία ἔφτιαχναν τὸ «ψωμί» τους. Σὲ εἰδικὲς περιπτώσεις τοὺς
ἔστειλε σύννεφα ἀπὸ ὀρτύκια γιὰ νὰ φᾶνε κρέας καὶ πήγασε ποταμοὺς ἀπὸ ἄνυδρους
βράχους γιὰ νὰ πιοῦν. Ὅλα αὐτὰ ὅμως κόπηκαν, ὅταν οἱ Ἑβραῖοι ἔφτασαν σὲ κατοικημένες
περιοχές, ἀπ’ ὅπου μποροῦσαν νὰ προμηθεύονται τὰ ἀπαραίτητα.
Ἔδειξε μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ὁ Θεός, ὅτι
φροντίζει ἄμεσα γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ἐκεῖνος δὲν ἔχει καμμιὰ
δυνατότητα νὰ ἐξασφαλίσει ἀπὸ μόνος του τὰ πρὸς τὸ ζῆν. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος
διαβιώνει σὲ ἀνθρώπινη κοινωνία, ἡ εὐθύνη αὐτὴ βαραίνει τὰ μέλη τῆς κοινωνίας αὐτῆς.
Γι’ αὐτὸ καὶ μᾶς συνιστᾶ ὁ Θεός, ἐμεῖς, μὲ τὶς δικές μας δυνάμεις, νὰ φροντίζουμε γιὰ
τὰ ἀναγκαῖα. Μὲ τὴν ἐργασία καὶ τὴ δική μας φροντίδα πρέπει νὰ ἐξασφαλίζουμε τὸν
ἐπιούσιο. Δὲν τὸν ρίχνει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἐκεῖνος θὰ φροντίσει μόνο γιὰ ὅσα
δὲν φτάνει ἀνθρώπου χέρι νὰ κάνει.
Μὲ τὴν ἴδια λογικὴ ἐμπιστεύεται σὲ
μᾶς καὶ τοὺς φτωχοὺς συνανθρώπους μας. Ἐφ’ ὅσον κάποιοι ἔχουμε φαγητὸ καὶ ροῦχα,
πρέπει νὰ τὰ μοιραστοῦμε μὲ ὅσους δὲν ἔχουν.
Ὁ Θεὸς τοὺς φέρνει στὴν πόρτα μας, ὅσο
βλέπει ὅτι ὅλο καὶ κάτι ἔχουμε ἐμεῖς. Ὅταν σὲ μᾶς δὲν ἀπομένει ἀπολύτως τίποτε,
τότε ἀναλαμβάνει δράση ὁ Θεός.
Ἐδῶ μπαίνει ἡ δική μας μεγάλη εὐθύνη.
Ὁ Θεὸς μεταθέτει στοὺς δικούς μας ὤμους τὴ φροντίδα γιὰ τὸν κάθε μας συνάνθρωπο.
Καὶ ὁ καθένας μας δίνει ἐξετάσεις στὸ κατὰ πόσο ἀναλαμβάνει τὴν εὐθύνη αὐτὴ ἢ τὴν
ἀποποιεῖται μὲ διάφορες εὔλογες δικαιολογίες, ποὺ ὅλες μαζὶ συμποσοῦνται σὲ μία:
«Δὲν ἔχουμε νὰ δώσουμε»!
Ὅμως…
Μιὰ παγωμένη νύχτα ἔφτασε σ’ ἕνα
στρατόπεδο συγκεντρώσεως (γκουλὰγκ) στὴ Σιβηρία μιὰ φάλαγγα καμιόνια φορτωμένα
κατάδικους. Στὸν θάλαμο τοῦ (κρατουμένου) π. Ἀρσενίου ἔστειλαν εἴκοσι πέντε
καινούργιους. Οἱ παλιοὶ κρατούμενοι τοὺς εἶπαν νὰ βολευτοῦν στὰ ἄδεια παγωμένα
ξυλοκρέβατα, μακριὰ ἀπὸ τὶς σόμπες. Ὁ π. Ἀρσένιος ὅμως εἶπε νὰ τοὺς περιποιηθοῦν,
γιατί, ὅπως ἦταν καταπονημένοι, νηστικοὶ καὶ παγωμένοι, πολλοὶ θὰ ξεψυχοῦσαν ὣς
τὸ πρωί.
-
Ἄσ’ τους νὰ ψοφήσουν! εἶπε ἕνας. Ἐμεῖς θὰ τοὺς γλυτώσουμε;
Μὰ ὁ π. Ἀρσένιος πρόσταξε:
-
Βγάλτε ὅ,τι τρόφιμα ἔχετε στὸ τραπέζι.
Στὴν προτροπή του ἔβγαλαν ὅλοι ὑπάκουα
ὅ,τι ξεροκόμματα εἶχαν φυλαγμένα. Καὶ οἱ παλιοὶ ἀφήνοντας τὰ ζεστά τους
κρεβάτια, πῆγαν ὅλοι νὰ κοιμηθοῦν στὰ κρεβάτια ποὺ ἦταν μακριὰ ἀπ’ τὶς σόμπες.
Οἱ καινούργιοι ἔφαγαν, ζεστάθηκαν, ἐπέζησαν
ὅλοι. Στοὺς ἄλλους θαλάμους πολλοί, παγωμένοι καὶ νηστικοί, πέθαναν.
Ἂν λοιπὸν κρατούμενοι ποὺ λιμοκτονοῦσαν
οἱ ἴδιοι, εἶχαν τὸν τρόπο νὰ ταΐσουν καὶ νὰ ζεστάνουν εἴκοσι πέντε κατάδικους στὴν
παγωνιὰ τῆς Σιβηρίας, ἐμεῖς τί δικαιολογία ἔχουμε ὥστε νὰ μὴ δίνουμε; Θὰ λέμε
μόνο «ἔχει ὁ Θεός»; Μὰ ὁ Θεὸς λέγει: «Ὅσο ἔχετε ἐσεῖς, ἐγὼ δὲν ἔχω τίποτε. Τὰ δικά
μου χέρια εἶστε τώρα ἐσεῖς».
Ὥστε λοιπὸν ὄχι ὁ Θεός, ἀλλὰ ἐμεῖς πρέπει τώρα νὰ φροντίζουμε
τοὺς ἄλλους, καὶ μάλιστα ὅπως ἀκριβῶς θὰ τοὺς φρόντιζε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Κάθε μέρα, ὅλο τὸν
χρόνο καὶ ὄχι μόνο τὶς μεγάλες μέρες (Χριστούγεννα-Πάσχα), ὁ Θεὸς περιμένει ἀπὸ
μᾶς νὰ ἐκτελέσουμε τὴ μία καὶ μοναδική του ἐντολή: Νὰ «ἀγαπῶμεν
ἀλλήλους» (Α΄
’Ιω. 3, 11).
Σὲ μιὰ οἰκογένεια δὲν δικαιολογεῖται
νὰ δυστυχεῖ κανένας. Τὸ ἴδιο καὶ στὴν Ἐκκλησία, τὴν πραγματική μας οἰκογένεια,
ἀφοῦ «ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν» (Α΄ Κορ. 10, 17),
ὅπου ἀνύσταχτη πρέπει νά ’ναι ἡ φροντίδα μας γιὰ τὸν κάθε ἄλλον, συνοδευμένη φιλότιμα
ἀπὸ τὴν πλούσια καλή μας διάθεση. Ἀλλιῶς δὲν ἔχει νόημα. «Τί τὸ ὄφελος, ἐὰν πίστιν λέγῃ τις ἔχειν, ἔργα δὲ μὴ ἔχῃ; Μὴ δύναται ἡ
πίστις σῶσαι αὐτόν»; Ἐὰν κάποιος ἀδελφὸς
ἢ ἀδελφὴ εἶναι γυμνοὶ και στεροῦνται τὴν αναγκαία καθημερινὴ τροφή, καὶ
τοὺς εἰπεῖ κάποιος ἀπὸ σᾶς: Πηγαίνετε στὸ καλό, ζεσταθῆτε και χορτάστε, χωρὶς ὅμως
νὰ τοὺς δώσετε τὰ αναγκαῖα γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ σώματος, τί τὸ ὄφελος; «…ὥσπερ γὰρ τὸ σῶμα χωρὶς πνεύματος νεκρόν ἐστιν,
οὕτω καὶ ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ἰακ.
2, 14-16· 26).
Ἡ καλή μας διάθεση δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαντλεῖται
μόνο σὲ λόγια, ἀλλὰ νὰ μετουσιώνεται πρόθυμα σὲ ἔργα ἀγάπης. Τὸ περιεχόμενο τῆς
καρδιᾶς μας νὰ εἶναι «σπλάγχνα οἰκτιρμῶν».
Σ’ αὐτὸ συνίσταται ἡ ὅλη ἀξία τοῦ ἀνθρώπου καὶ μὲ αὐτὸ τὸ μέτρο θὰ μετρηθεῖ ἕκαστος
«ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ἰω. 12, 48).
Αὐτὴ τὴν ἐλεήμονα καρδιὰ μᾶς ζητάει
ὁ Θεός. Τὰ πάντα
δηλαδή. Τὸν ἑαυτό μας ὁλόκληρο. Μὲ ἡμίμετρα δὲν θὰ ξεμπλέξουμε ἀπὸ τὸν
Χριστό. Ἐπειδὴ πρῶτος Ἐκεῖνος θυσιάστηκε, δόθηκε ὁλόκληρος σὲ μᾶς. Καὶ περιμένει
συνεπῶς, κατὰ φυσικὴ ἀκολουθία, μιὰ παρόμοια δική μας ἀντικίνηση ἀγάπης (διὰ
μέσου τοῦ πλησίον) πρὸς αὐτόν. Διότι «ἐκ
τοῦ πλησίον ἐστὶν ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος» (Γεροντικό). Ἡ ὁδὸς ποὺ περνάει ἀπὸ τὸν πλησίον κρύβει μέσα της μιὰ τεράστια προοπτική: Ἐκβάλλει στὴν ἀπόλυτη
κοινωνία ἀγάπης, ὅπως αὐτὴ ὁρίζεται ἀπὸ τὸν Χρυσόστομο: «Ἡμεῖς καὶ ὁ Χριστὸς ἕν ἐσμεν».
Τί καὶ πόσο λοιπὸν εἴμαστε
διατεθειμένοι νὰ προσφέρουμε ἐμεῖς στὸν Χριστό;
Σαρακοστὴ 2013
Ἀ
ν τ ι ύ λ η
Ἱ.
Ναὸς Ἁγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
Τηλ.
26820-25861/23075/6980 898 504
E-mail: antiyli.gr@gmail.com
Διαδίδω τὴν «Ἀ ν τ ι ύ λ η»
Ἐκτυπώνω/προωθῶ σὲ φιλικά μου e-mails
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου