Σέ ὅλες του τίς ὁμιλίες ὁ Ἰησοῦς ἑρμηνεύει τόν λόγο τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτοντας τό θέλημά του. Δέν ἀπευθύνεται στό κοινό πού ἔχει ἀπέναντί του γιά μία ἁπλή ἀνακεφαλαίωση τοῦ Νόμου· ἀντιθέτως τόν ἐμπλουτίζει, δίνοντας ἕνα βαθύτερο νόημα, ὥστε κάθε ἀκροατής νά εἶναι σέ θέση νά κατανοήσει τό οὐσιαστικό περιεχόμενό του. Πολλές φορές οἱ Φαρισαῖοι μέ στάση αὐτοαναφορικότητας καί ἐπίδειξης γνώσεων λόγω τῆς προσκόλλησής τους στόν Νόμο (ἑβρ. Τορά), ἐπιχείρησαν ἄλλοτε εὐθέως καί ἄλλοτε πλαγίως, τίς περισσότερες φορές μέ ἐπίμονο τρόπο, νά βροῦν ἀφορμή ὥστε νά τόν κατηγορήσουν.
Πῶς ὅμως εἶναι δυνατόν νά μή γνωρίζει τόν Νόμο, καλύτερα ἀπό τόν καθένα, ὁ ἴδιος ὁ νομοθέτης; Μέ ἄλλα λόγια, πῶς εἶναι δυνατόν νά μή γνωρίζει καλύτερα αὐτός πού ἔδωσε στόν λαό τούς κανόνες καί τόν ὁδηγό γιά τήν πνευματική προκοπή του; Σέ ὅλες τίς μεθοδικές καί ὕπουλες προσπάθειες τῶν Φαρισαίων ὁ Ἰησοῦς ἀπαντοῦσε μέ αὐστηρότητα, ἀναλύοντας ταυτόχρονα μέ παραδείγματα καί παραλληλισμούς τό θεῖο θέλημα, ὥστε νά μαλακώσει τή σκληροκαρδία τους καί νά γίνουν οἱ ἴδιοι αὐτό πού στή σημερινή ἐποχή ἀκούγεται παντοῦ, «πιό ἀνοιχτοί»! Ἀνοιχτοί, ἀλλά ὄχι ἔκθετοι καί ἀπροστάτευτοι σέ κάθε νέα ἐμπειρία.
Ἕνας ἁπλός δρόμος
Ἕνας νεανίσκος ρώτησε τόν Χριστό: «Τί ἀγαθόν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωήν αἰώνιον;». Ὁ Κύριος δέν τόν ἀγνόησε, οὔτε τοῦ ἀπευθύνθηκε μέ κάποιο ἰδιαίτερο ρῆμα ζωῆς ἤ μέ κάποια ἑλκυστική ἰδεολογία, ἀλλά ἀντιθέτως τοῦ πρότεινε τό αὐτονόητο, δηλαδή τήν τήρηση τοῦ Νόμου. Περιορίστηκε μάλιστα σέ μερικές μόνο ἐντολές, οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν στήν ἀνθρώπινη σχέση, καταλήγοντας στήν ἐντολή: «Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Τόν προτρέπει δηλαδή νά ἀγαπήσει τό πρόσωπο τοῦ ἄλλου, τοῦ διαφορετικοῦ, ὅπως τόν ἑαυτό του, χωρίς ὅρια καί ὅρους, ἀλλά γιά αὐτό ἀκριβῶς πού εἶναι. Νά καλλιεργήσει, θά λέγαμε, τήν ἐνσυναίσθηση, ὥστε νά γνωρίσει, νά νιώσει καί νά ἀγαπήσει τόν πλησίον, ὅπως ἀγαπᾶ καί φροντίζει τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό.
Ὁ νεαρός ὅμως σέ μία ἐκδήλωση ὑπερβολῆς, δικαιολογημένη λόγω τῆς ἡλικίας, ἤθελε τό κάτι παραπάνω γιά νά μπορέσει νά ἔχει θέση στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ρωτάει: «Τί ἔτι ὑστερῶ;». Εἰσέρχεται ἔτσι, ἄθελά του καί ἐν ἀγνοίᾳ του, σέ κατάσταση ἀνταγωνισμοῦ. Διακρίνοντας ἕνα πνεῦμα ὑπερηφάνειας, ὁ Ἰησοῦς ἀντιμετωπίζει τόν νεαρό ὄχι σάν παιδί, ἀλλά ὡς ἄτομο πού ἑτοιμάζεται νά ἀνοίξει τά φτερά του καί νά χαράξει τή δική του πορεία στή ζωή. Τόν φέρνει ἀντιμέτωπο μέ τήν πραγματικότητα. Τοῦ ζητάει, λοιπόν, νά πουλήσει τά ὑπάρχοντά του καί νά τόν ἀκολουθήσει. Νά ἀποχωριστεῖ τή γεμάτη ἀνέσεις ζωή του, νά ξεβολευτεῖ, νά βγεῖ ἀπό τόν ἑαυτό του καί νά δεῖ τόν ἀδελφό του, τόν πλησίον του, ἀκολουθώντας Ἐκεῖνον. Τά λόγια του δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά μία ἀναδιατύπωση τοῦ «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι».
Μία ἅγια προτεραιότητα
Ὁ Θεός δέν ζητάει τήν ἀπολυτότητα τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά τήν προτεραιότητα σέ αὐτήν. Ὅταν στήν καρδιά φωλιάζει ἡ ἀσθένεια τοῦ πλούτου, εἶναι δύσκολο νά βρεθεῖ χῶρος γιά τόν συνάνθρωπο: «Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί μαμωνᾷ». Αὐτό ζητάει ὁ Θεός ἀπό τόν ἄνθρωπο· ὄχι τή λιτότητα, ἀλλά τή λογική διαχείριση τῶν ὑλικῶν. Ζητάει νά βγεῖ ἀπό τόν ἑαυτό του καί νά συναντήσει τόν διπλανό του. Νά ἀπεγκλωβιστεῖ, νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό αὐτά πού τόν κρατοῦν δεσμευμένο στόν μικρόκοσμό του, ὥστε νά κοιτάξει στά μάτια καί νά ἀναγνωρίσει τόν πλησίον του, τόν διαφορετικό ἀπό αὐτόν, μέ ὅλες τίς ἀδυναμίες καί τά ἐλαττώματα πού ἔχουν ἀμφότεροι. Νά τόν περιβάλει μέ ἀγάπη καί νά τόν φροντίσει ὅπως ὁ καλός Σαμαρείτης. Νά τόν περιθάλψει κατά τό «ξένος ἤμην καί συνηγάγετέ με», τοποθετώντας τόν ὁποιοδήποτε στή θέση τοῦ ξένου, διότι καί ὁ ἴδιος εἶναι «ὁ ξένος» γιά τόν ἄλλον.
Στό πρόσωπο τοῦ πλησίον βλέπουμε τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι κάνουμε στόν διπλανό μας, τό πράττουμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί στήν ἴδια τήν εἰκόνα του. «Εἶδες τόν ἀδελφόν σου; εἶδες Κύριον τόν Θεόν σου», μᾶς διδάσκουν οἱ Πατέρες τῆς ἐρήμου. Ἔτσι ὁ καθένας μας ὁδηγεῖται σταδιακά σέ μία συνάντηση, σέ μία συγχώρηση, σέ μία συμπόρευση πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἀρχιμ. Ἄ. Ἀ.
https://apostoliki-diakonia.gr/gr_main/fk/2022/36_2022(3614).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου