Γράφει ο Υποπλοίαρχος Παναγιώτης Γέροντας ΠΝ, Επιτελής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού
Η εξέλιξη του αθηναϊκού πολιτεύματος και ο Πελοποννησιακός Πόλεμος θα έπρεπε να αποτελούν διδάγματα σε κάθε στρατιωτική σχολή αλλά και σε κάθε τμήμα παραγωγής ηγετών στην Ελλάδα, διότι όπως λέει και ο ίδιος ο ιστορικός Θουκυδίδης είναι ένα «κτῆμα ἐς ἀεί», ένα άφθαρτο εγχειρίδιο πολιτικής και πολέμου. Η ιστορία δεν είναι ούτε κύκλος αλλά ούτε και ευθεία, είναι σπείρα. Ένα γεγονός γίνεται και ολοκληρώνεται μια φορά, αλλά επαναλαμβανόμενες όμοιες συνθήκες δημιουργούν όμοια γεγονότα.
Το παραπάνω δεν σημαίνει ότι ο Θουκυδίδης είναι αδέκαστος. Είναι ένας ιστορικός που ζει την εποχή του, εξορίζεται μάλιστα από την Αθήνα, και έχει τις προκαταλήψεις του. Η αγάπη του προς τον Περικλή είναι αυθαίρετη, όπως και ο χωρισμός του πολιτεύματος σε «καλή φάση», όπου υποτίθεται ο Περικλής «συγκρατεί τα πλήθη» και την «κακή φάση» κατά την οποία ο λαός «άγεται και φέρεται». Η αθηναϊκή δημοκρατία ήδη από την εποχή του Περικλή έχει απομακρυνθεί από αυτό που ονομάζει ο Αριστοτέλης «Πολιτεία». Η πολιτεία είναι το πολίτευμα που παρουσιάζει στοιχεία και ολιγαρχικά και δημοκρατικά: «Γιατί, με απλά λόγια, η πολιτεία είναι μείξη ολιγαρχίας και δημοκρατίας» θα πει και θα συνεχίσει «…Κριτήριο ότι έχουν συνδυαστεί σωστά η δημοκρατία και η ολιγαρχία είναι όταν το ίδιο το πολίτευμα (που προκύπτει από τη μείξη) αφήνει περιθώρια να αποκαλείται και δημοκρατία και ολιγαρχία. Φαίνεται ότι εκείνοι που το αποκαλούν έτσι, το παθαίνουν αυτό, επειδή ο συνδυασμός των στοιχείων είναι πετυχημένος». Ως παράδειγμα αυτού του πολιτεύματος θεωρεί ο μεγάλος φιλόσοφος την Σπάρτη. Τα δημοκρατικά στοιχεία του σπαρτιατικού πολιτεύματος δε φαίνονται μόνο στη δυνατότητα του λαού να εκλέγει τους πέντε εφόρους ή να διεκδικεί αυτό το αξίωμα ο κάθε πολίτης ξεχωριστά, αλλά και στην αγωγή των παιδιών, όπου όλα τα παιδιά των «ομοίων» λαμβάνουν την ίδια εκπαίδευση. Δεν υπάρχει διάκριση πλούσιων και φτωχών. Από την άλλη ο λαός ζει υπό τον Νόμο.
Το αθηναϊκό πολίτευμα από την άλλη σταδιακά απώλεσε τα αριστοκρατικά χαρακτηριστικά λόγω της ενίσχυσης του «ναυτικού όχλου». Οι ευγενείς παραμερίζονταν όλο και περισσότερο καθώς η ισχύς της πόλεως μετατοπιζόταν στην θάλασσα και στα πλοία. Ο Περικλής εκφράζει γλαφυρά τον ιμπεριαλισμό της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και ας προσπαθεί ο Θουκυδίδης να το αποκρύψει. Μεταφέρει το ταμείο της Δηλιακής Συμμαχίας στην Αθήνα, ενώ μέρος των συμμαχικών αυτών χρημάτων χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση του Παρθενώνα! Για να ελαφρύνουμε λίγο το κείμενο και με αρκετή δόση αναλογίας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για το σκάνδαλο Κοσκωτά της εποχής! Στην συνέχεια με το «Μεγαρικό Ψήφισμα» προσπαθεί να «στραγγαλίσει» οικονομικά τα Μέγαρα, ενώ ο Περικλής είναι ο πατέρας του λεγόμενου «προληπτικού πολέμου». Η Αθήνα οφείλει να ακολουθεί επεκτατική πολιτική γιατί αλλιώς με την πίεση των ανταγωνιστών της, η αυτοκρατορία της θα αρχίσει να φθίνει.
Συνεχιστής του Περικλή, ήταν ο Αλκιβιάδης, ο οποίος με την γοητεία του συνέπαιρνε το πλήθος. Με την Σικελική Εκστρατεία το ίδιο ακριβώς λέει στους Αθηναίους και μάλιστα έχει ένα σχέδιο γι’ αυτό: η κατάκτηση της Σικελίας θα παράσχει τόση ξυλεία στην Αθήνα που με τον Στόλο της θα επικρατήσει σε όλη την Ελλάδα. Η ξυλεία ήταν πάντα θέμα. Οι αθηναϊκές επεμβάσεις εναντίον του βασιλείου της Μακεδονίας, το οποίο είχε εδαφικά δραματικά περιοριστεί, είχαν αυτόν τον λόγο: ανάγκη για ξυλεία. Ο Αλκιβιάδης βρήκε όμως «ευήκοα ώτα». Ο Θουκυδίδης αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι Αθηναίοι χάρασσαν το σχήμα της Σικελίας στα λουτρά της πόλης. Στην συζήτηση μάλιστα στην Εκκλησία του Δήμου, ο Νικίας, ο οποίος ήταν αντίθετος με την εκστρατεία, θα διαπράξει το λάθος να προτείνει να διατεθούν υπέρογκες στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις για την εκστρατεία. Πίστευε ότι έτσι θα κατάφερνε να φοβίσει τον αθηναϊκό λαό. Ο λαός όμως δεχόταν τα πάντα. Ο Νικίας το μόνο που κατάφερε ήταν να μεγιστοποιήσει το μέγεθος της καταστροφής.
Στην συνέχεια, οι Αθηναίοι διαπράττουν και ένα δεύτερο σφάλμα. Ορίζουν Αλκιβιάδη και Νικία ως αρχηγούς της εκστρατείας. Σκέφτηκαν ότι ο Νικίας θα συγκρατούσε τον τολμηρό Αλκιβιάδη. Ο Νικίας όμως δεν πίστευε καθόλου σε αυτήν την εκστρατεία. Όχι μόνο αυτό, αλλά με την παρωδία των μυστηρίων και το σκάνδαλο των Ερμοκοπιδών ανακλήθηκε ο Αλκιβιάδης. Ένα πρωί οι Αθηναίοι ξυπνώντας είδαν έκπληκτοι ότι είχαν ακρωτηριαστεί σχεδόν όλες οι μαρμάρινες ερμαϊκές στήλες που ήταν στημένες σε καίρια σημεία της πόλης τους, έξω από δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους. Παράλληλα, γίνονταν αναφορές ότι μεθυσμένοι νεαροί παρώδησαν τα μυστήρια της Ελευσίνας. Το όνομα του Αλκιβιάδη αναφέρθηκε σε αυτά των υπευθύνων. Οι Αθηναίοι σε παροξυσμό θεωρούσαν ότι επρόκειτο για συνωμοσία με σκοπό την ανατροπή του πολιτεύματος.
Έμειναν λοιπόν οι Αθηναίοι μόνο με τον Νικία, ο οποίος δεν πίστευε στην εκστρατεία. Καθυστερώντας ανόητα οι Αθηναίοι έχασαν εξ ολοκλήρου το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού, ενώ στο αποκορύφωμα της ανοησίας του έκαψε τον στόλο. Μετά την ήττα, οι Συρακούσιοι συγκέντρωσαν όσο το δυνατόν περισσότερους αιχμαλώτους, τους οποίους έστειλαν στα λατομεία. Από την άλλη, ο Δημοσθένης και ο Νικίας εκτελέστηκαν, παρά τις αντιρρήσεις του Γύλιππου που ήθελε να μεταφέρει τους δύο στρατηγούς στη Σπάρτη. Όσον αφορά στους αιχμαλώτους, οι Συρακούσιοι τους είχαν κακομεταχειριστεί στην αρχή, δίνοντας τους ελάχιστη ποσότητα σιτίου και νερού και τοποθετώντας τους σε στενούς και βαθείς λάκκους, αυξάνωντας έτσι τις ασθένειες, ενώ τους νεκρούς τους τοποθετούσαν τον ένα πάνω στο άλλο, προκαλώντας τρομερή δυσοσμία. Μετά, οι Συρακούσιοι πούλησαν αρκετούς αιχμαλώτους ως δούλους, με εξαίρεση τους Αθηναίους και τους Έλληνες της Σικελίας και της Ιταλίας. Ο Θουκυδίδης θα πει χαρακτηριστικά: «οὐδὲν [έστι] ὅ,τι οὐκ ἀπώλετο» (δεν έμεινε τίποτε που να μη χαθεί).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου