Ορθοδοξία: Η ανόθευτος πίστις.
(και η βεβαιότης (σωτηρίας) που την συνοδεύει)
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ, ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ
Το «ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ», που διαβάζουμε την Κυριακή της Ορθοδοξίας, λειτουργεί εποικοδομητικά, ως εποπτική και συνθετική θεώρηση της Ιστορίας της Εκκλησίας, ως επικαιρότητα μόνο στις γρηγορούσες – άγρυπνες συνειδήσεις (εκ των Ορθοδόξων).
Όσοι έχουν αγκιστρωθεί με πάθος ή αδιαφορία στην άμεση πραγματικότητα της εκκοσμικευμένης – οικουμενιστικής εποχής, δεν αντιλαμβάνονται (δυστυχώς) την θεολογική – εκκλησιολογική δύναμή του. Απλά το αρχειοθετούν στα ράφια του ιστορικού παρελθόντος, γι’ αυτό και δεν αντιδρούν, σήμερα, στις πυκνές εκκλησιολογικές εκτροπές των οικουμενιστών Επισκόπων – Πατριαρχών.
Στην εισαγωγή του «ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ», διαβάζουμε:
«Εποφειλομένη προς Θεόν ετήσιος ευχαριστία, καθ’ ήν ημέραν απελάβομεν την του Θεού Εκκλησίαν συν αποδείξει των της ευσεβείας δογμάτων και καταστροφή των της κακίας δυσσεβημάτων».
Μετάφραση (ελεύθερη): «Οφείλουμε στο Θεό ετήσια ευχαριστία, για την ημέρα κατά την οποία πήραμε (ως δώρο) την αληθινή Εκκλησία από το Θεό, μαζί με την απόδειξη της αλήθειας των δογμάτων της ευσεβείας – ορθοδοξίας και την καταστροφή των της κακίας ασεβών διδασκαλιών».
Η αλήθεια για την Ορθοδοξία τονίζεται, εύστοχα, και από τον άγιο Αναστάσιο τον Σιναΐτη (17 αι.): «Ορθοδοξία εστίν αψευδής περί Θεού και κτίσεως υπόληψις, ή έννοια περί πάντων αληθής, ή δόξα των όντων καθάπερ εστίν» (Ε.Π. 89, 76 D).
Η «αψευδής = χωρίς ψεύδος» αντίληψη της Ορθοδοξίας «περί Θεού και κτίσεως», ευρίσκεται στο επίπεδο «Αποκάλυψις», χωρίς μεσολάβηση παρατηρησιακών και...
πειραματικών μεθόδων του ανθρώπου.Το Αποκαλυπτικό αυτό επίπεδο της αλήθειας το διατηρεί ανόθευτο η Ορθοδοξία, χωρίς τις «προσθετικές» πλάνες των αιρετικών.
Αντίθετα, οι δημιουργηθείσες ιδιότητες της Κτίσεως, γνωρίζονται με τα όργανα νους – συνείδηση, νόηση – λογική, ή με συνδυασμό τους, με την Επιστήμη δηλ. Οι θεολογικές αλήθειες στο χώρο της Εκκλησίας και οι θεωρητικές αναλύσεις τους αποτελούν έργο του Αγίου Πνεύματος, εμπειρικά βεβαιωμένες από τους Αγίους. Αυτή η Αγιοπνευματική εμπειρία των Αγίων και η διδασκαλία τους, όπως (εν προκειμένω) του Αγίου Αναστασίου, αυτή αποτελεί οδηγό του πληρώματος στο δρόμο διαφύλαξης των Ορθοδόξων αληθειών∙ αυτή, ακριβώς, την διασφάλιση επιτελεί το «ΣΥΝΟΔΙΚΟΝ».
Χρησιμοποιώ (μερικώς παραλλαγμένα) λόγια του π. Σεραφείμ Ρόουζ:
«Ο σύγχρονος Ορθόδοξος δεν μπορεί να εκτιμήσει το περιεχόμενο του «ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ» αν δεν συνειδητοποιήση πρώτα την αποστασία της εποχής μας».
Στο περιεχόμενό του προβάλλονται: Η ορθόδοξη πίστη – λατρεία, οι δωρεές (χαρίσματα) του Αγίου Πνεύματος στο χώρο της Εκκλησίας, ο ομολογιακός αγώνας των μνημονευμένων αγίων, ο έπαινος της ορθής πίστεως και η αποδοκιμασία προς τις αιρέσεις.
Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, στην Κατήχησή του (10, SC 104,141), τονίζει:
«Άπας ο των αγίων έπαινος και μακαρισμός δια των δύο τούτων συνίσταται, δια τε της Ορθοδόξου Πίστεως και του επαινετού βίου, και δια της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος και των χαρισμάτων αυτού».
Στον διάλογο με την Σαμαρείτιδα ο Χριστός αποκαλύπτει την αληθινή εικόνα του Θεού και της Λατρείας Του:
«Αλλ’ έρχεται ώρα, και νυν εστιν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκηνύσουσι τω Πατρί εν πνεύματι και αληθεία∙ και γαρ ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν. Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν, εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν» (Ιωαν. 4, 23-24).
Ο Κύριος αναφέρεται στη Φύση του Θεού, πως προσεγγίζεται διπολικά:
«Εν Πνεύματι και αληθεία». Συνιστά (έμμεσα) την αλήθεια, που φανερώθηκε μέσω Παλαιάς Διαθήκης και δια μέσου του Ευαγγελίου (Εκκλησία – Κ. Διαθήκη). Θεολογικά, φιλοσοφικά και Λογικά, ο Χριστός ορίζει τη σχέση του βάθους προς το πλάτος της εννοίας «ΘΕΟΣ». Περιορίζει το πλάτος της, αποκλείει δηλ. το πλήθος «θεών», ενώ υπογραμμίζει το άπειρο βάθος της: «Πνεύμα ο Θεός».
Στα ερωτήματα – θέσεις της Σαμαρείτιδας, πού και πώς πρέπει να λατρεύουμε τον Θεό, απαντά: Εκεί που είναι η αλήθεια και το πνεύμα, διότι «ο Θεός πνεύμα εστί».
Η φυσική συνοχή του Τριαδικού Θεού προϋποθέτει στην λατρευτική προσκύνησή Του και την παρουσία του Αγίου Πνεύματος.
Θεωρώ χρέος, να παραθέσω (επιλεκτικά – ενδεικτικά) και σχετικές (προσδιοριστικές) ερμηνείες των Αγίων:
Α) Ι. Χρυσόστομος: «Όταν είπεν αληθινοί (προσκυνηταί), απέκλεισε μαζί με τους Σαμαρείτας και τους Ιουδαίους. Διότι, αν οι τελευταίοι είναι καλύτεροι από τους πρώτους, αλλ’ εις το μέλλον θα είναι πολύ κατώτεροι και μάλιστα τόσον, όσον διαφέρει η αλήθεια από την εικόνα. Λέγει δε περί της Εκκλησίας, ότι αυτή είναι η αληθινή λατρεία και αρμόζουσα εις τον Θεόν. «Διότι τέτοιους θέλει ο Πατήρ να είναι εκείνοι που τον λατρεύουν»…
Ποιοι είναι λοιπόν οι αληθινοί προσκυνηταί; Εκείνοι οι οποίοι δεν περικλείουν την λατρείαν εις τόπον, αλλ’ οι οποίοι λατρεύουν τον Θεόν πνευματικά. Όπως είπε και ο Παύλος∙ «τον οποίω λατρεύω με το πνεύμα μου εις το Ευαγγέλιον του Υιού του» και εν συνεχεία∙ «Σας παρακαλώ να προσφέρετε τους εαυτούς σας θυσίαν ζωντανήν και αγίαν, ευάρεστον εις τον Θεόν, την λογικήν σας λατρείαν» (Ε.Π.Ε., 13 Α, σελ. 38-39).
Β) Αυγουστίνος Καντιώτης: «Ολόκληρο το υλικό σύμπαν είνε ένας ωραίος ναός του Θεού, αλλά και πέρα από το υλικό σύμπαν ναός αχειροποίητος είναι η ψυχή, το πνεύμα του ανθρώπου. Πνεύμα ο Θεός και «εν πνεύματι» πρέπει να προσκυνήται. Αλλά προσθέτει και «εν αληθεία»…
Εάν όμως ο Χριστιανός δεν φροντίζει να αποκτήση τις θεϊκές αρετές, αλλά ζη με αδικία, με ψέμματα, με κακία και μοχθηρία, τότε η λατρεία του, και αν κάνη χίλιες προσευχές, δεν είνε λατρεία «εν αληθεία». Πίστις αληθινή και ζωή αγία, να η «εν πνεύματι και αληθεία λατρεία του Θεού» (Σταγόνες από το ύδωρ το ζων – Σελ. 40).
Ο αντίλαλος του διαλόγου του Χριστού με την Σαμαρείτιδα έγινε γρήγορα αντιληπτός – αισθητός σε όλη την Σαμάρεια.
Ο λόγος του Χριστού άγγιξε τις βαθύτερες πνευματικές – ψυχικές χορδές της Σαμαρείτιδος (Αγ. Φωτεινής) σωτηριολογικά. Αντιλήφθηκε δηλ. ότι ο συνομιλητής της ήτο πράγματι ο Σωτήρας της εκ της πλάνης και της αμαρτίας. Η συνείδησή της έγινε και συλλογική συνείδηση των κατοίκων της Συχάρ: «αυτοί γαρ ακηκόαμεν και οίδαμεν ότι αυτός εστιν αληθώς ο Σωτήρ του Κόσμου, ο Χριστός» (Ιωάν. 4, 42).
1ο Σχόλιο: Σήμερα η Εκκλησία επηρεάζεται βαθειά από την παναίρεση «οικουμενισμός». Στην ψευδοσύνοδο της Κρήτης (2016), οι οικουμενιστές πατριάρχες και επίσκοποι «ανακάλυψαν», ύστερα από 1592 χρόνια, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία άδικα αναθεμάτισε συνοδικά τις αιρέσεις. Γι’ αυτό και στις αποφάσεις της «συνόδου» απουσιάζει η οπτική του «ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ» της Ορθοδοξίας∙ γι’ αυτό και αναγνώρισαν τις αιρέσεις ως «εκκλησίες». Επιδιώκουν ενότητα επί θυσία της Πίστεως. Η «σύνοδος» αυτή, δεν καταδίκασε σε νέο «ΣΥΝΟΔΙΚΟ» το βάθος, την έκταση και το νόημα – ερμηνεία των παλαιών και σύγχρονων αιρέσεων. Το θέμα «ομολογία της ορθοδόξου πίστεως και καταδίκη των αιρέσεων», έμεινε στην «σύνοδο» αγνοημένο, χωρίς πρόλογο και επίλογο, για την μη επιβίωση – συνέχεια των παραδεδομένων πρακτικών των Αγίων Οικουμενικών συνόδων.
2ο Σχόλιο: Εάν ανατρέξουμε στην διδασκαλία «πως πρέπει να συμπεριφερόμαστε χριστιανικά», του οσίου Δανιήλ Κατουνακιώτη, εκεί διαβάζουμε: «Πρέπει να αποφεύγετε όσα θεολογικά ζητήματα φέρνουν διαμάχες και παρεξηγήσεις. Όσα όμως εξηγούνται από τους αγίους της Εκκλησίας Πατέρες, αυτά πρέπει να τα πιστεύετε με όλη σας την καρδία και, όσο περνά ο χρόνος και προοδεύετε στη χριστιανική ζωή και καθαρίζετε την καρδιά σας, τότε, χωρίς να το καταλαβαίνετε, το Πανάγιο Πνεύμα θα σας διδάξει την θεολογική ακρίβεια» (Συμβουλευτικόν περί Χριστιανικής τελειότητος – Σελ. 37-38 – Οσίου Δανιήλ Κατουνακιώτου – Έκδοσις Αδελφότητος Δανιηλαίων).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου