Γράφει ὁ Δημήτρης Καπρᾶνος.
Στίς 31 Αὐγούστου τοῦ 1899 ἱδρύθηκε, στήν Μασσαλία, ἡ ποδοσφαιρική ὁμάδα «Μαρσέιγ». Γιά νά τιμήσουν τούς Ἕλληνες ἱδρυτές τῆς πόλης τους οἱ ἄνθρωποι τῆς ὁμάδας υἰοθέτησαν τό ὄνομα «Ὀλυμπίκ Μαρσέιγ».
Ἡ Μασσαλία εἶναι ἡ ἑλληνική ἀποικία τήν ὁποία ἵδρυσαν οἱ Φωκαεῖς καί οἱ Μασσαλιῶτες (καί ὄχι οἱ… Μασσαλοί, ὅπως τούς ἀποκαλοῦν οἱ ἡμιμαθεῖς «σπορτκάστερ») κάποιες χιλιάδες χρόνια πρίν.
Φυσικά, οἱ σημερινοί Μαρσεγιέζοι δέν ξεχνοῦν ποτέ τήν ἑλληνική τους καταγωγή. Δέν λησμονοῦν ὅτι ἡ πόλη τους ἱδρύθηκε τόν ἕβδομο αἰῶνα πρό Χριστοῦ. Διδάσκονται ἀπό μικροί ὅτι σ’ αὐτό τό σπουδαῖο γαλλικό λιμάνι ἔχουν γεννηθεῖ καί τρεῖς σημαντικοί Ἕλληνες: ὁ Πυθέας, μηχανικός, γεωγράφος καί ἐξερευνητής τοῦ 4ου αἰῶνος π.Χ., ὁ Εὐθυμένης ὁ Μασσαλιώτης, θαλασσοπόρος καί ἐξερευνητής τοῦ 5ου αἰῶνος π.Χ., καί πολύ ἀργότερα ὁ ἥρως τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος Παῦλος Μελᾶς.
Οἱ Μασσαλιῶτες (Μαρσεγιέζοι γαλλιστί) δέν λησμόνησαν ποτέ ὅτι τήν πόλη τους ἵδρυσαν οἱ Φωκαεῖς. Στό δημαρχεῖο τους ὑπάρχει ἐπιγραφή στήν ὁποία ἀναφέρεται ὅτι «Τό 600 π.Χ οἱ Ἕλληνες ναυτικοί πού ἦλθαν ἀπό τήν Φώκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἵδρυσαν τήν Μασσαλία καί ἔστειλαν τήν λάμψη τοῦ πολιτισμοῦ στήν Δύση». Κατά τήν Μυθολογία, ἱδρυτής τῆς πόλεως εἶναι ὁ Πρωτεύς ὁ Φωκαεύς, ὁ ὁποῖος ἔφυγε ἀπό τήν Φώκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί «ἀνακάλυψε» τόν κόλπο, στόν ὁποῖο ἱδρύθηκε ἡ πόλη, ὡς ἀποικία τῶν Φωκαέων. Γι’ αὐτό καί οἱ Μασσαλιῶτες ἀναφέρουν πάντα ὅτι εἶναι «Φωκαεῖς» ( Phocéens).
Τά θυμᾶμαι καί τά γράφω ὅλα αὐτά ἐπειδή εἶδα προσφάτως φωτογραφίες ἀπό τό στάδιο «Βελοντρόμ» (ποδηλατοδρόμιο), ἔδρα τῆς τοπικῆς ποδοσφαιρικῆς ὁμάδας. Εἶδα, λοιπόν, τίς χιλιάδες τῶν φιλάθλων τῆς «Ὀλυμπίκ Μαρσέιγ»να ἐκφράζουν τήν ἀγάπη τους πρός τήν Ἑλλάδα. Ἔμαθα ἐπίσης ὅτι, στούς ἀγῶνες πού διεξάγονται στό «Βελοντρόμ», τοποθετεῖται πάντα ἕνα «πανώ» μέ τήν ἐπιγραφή «Μασσαλία» στά ἑλληνικά. Σέ ἕναν ἀγῶνα δέ μέ τήν «Λίλ», φρόντισαν νά κάνουν ἀκόμα πιό σαφῆ τά αἰσθήματά τούς, καθώς σχημάτισαν ἕνα πανέμορφο «κορεό» τό ὁποῖο ἀπεικόνιζε τήν ἑλληνική σημαία, εἶχε στό κέντρο του τήν μορφή τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Μασσαλίας Πρωτέα καί συνοδευόταν ἀπό τήν ἐπιγραφή: «Ἐμεῖς δέν ἀρνούμεθα τήν καταγωγή μας».
Τί νά μᾶς ποῦν τώρα οἱ Σκοπιανοί, οἱ Ἀλβανοί, οἱ Τοῦρκοι, πού τά ἐδάφη τους εἶναι γεμᾶτα ἑλληνικά δημιουργήματα καί προσπαθοῦν νά παραχαράξουν τήν Ἱστορία; Ἡ Ἑλλάδα εἶναι παντοῦ. Ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ φλόγα τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, δέν θά ὑπῆρχε αὐτό πού σήμερα ἀποκαλοῦμε «Εὐρώπη» καί «Δύση».
Κι’ αὐτό τό γνωρίζουν πολύ καλά ὅσοι ἔχουν ταξιδέψει στήν Μασσαλία, στήν Σικελία, στήν Κορσική, στήν Ἀπουλία, στό Μοναστήρι, στήν Μεσημβρία (Νεσεμπούρ), στήν Ὀδησσό, στό Βουκουρέστι, στήν Σμύρνη, στήν Τροία, στήν Βακτριανή, στήν Περσέπολη, στήν Τραπεζοῦντα, στήν Συμφερόπολη, στήν Σεβαστούπολη, στό Παντικάπαιο, στήν Μίλητο. Παντοῦ ἑλληνικά χνάρια, παντοῦ τά ἀποτυπώματα τῆς «Μεγάλης Ἑλλάδας».
Καί κάτι ἀκόμη. Βλέπω ἔξω ἀπό τό Δημαρχεῖο τοῦ Πειραιῶς ἕνα σῆμα μέ μιά τριήρη καί τόν ἀριθμό «1835». Μόνο πού ὁ Πειραιεύς ἦταν δῆμος πρίν ἀκόμη γίνουν δῆμος αἱ Ἀθῆναι τοῦ Περικλέους!
Ἄρθρο στήν «ΕΣΤΙΑ», Τρ. 03 Σεπτεμβρίου 2024, φ. 42.942, σελ. 1,4 (αναδημ. στην ηλεκτρονική έκδοση 04/09/2024).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου