Η ευχαριστιακή σύναξη πρέπει να γίνεται κατά την Κυριακή, όπως παραδίδεται από την αρχαία Εκκλησία. Ο Απόστολος Παύλος μας πληροφορεί ότι η ευχαριστιακή σύναξη γινόταν ημέρα Κυριακή- «η πρώτη των Σαββάτων». Αυτή ήταν η ημέρα της Αναστάσεως και ταυτόχρονα η «ημέρα του Κυρίου». «Κατά μίαν Σαββάτων έκαστος υμών παρ' εαυτώ τιθέτω θησαυρίζων ότι εάν ευοδώται...» (Α' Κορ. 16, 2). Αν ο Παύλος υπενθυμίζει τη μέρα αυτή, το κάνει γιατί αυτή ήταν η ημέρα της «τραπέζης του Κυρίου». «Εν δε τη μιά των Σαββάτων σννηγμένων ημών κλάσαι άρτον» (Πράξ. 20, 7). Ο Λουκάς με απόλυτη σαφήνεια ονομάζει την πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο, μέρα ευχαριστιακής συνάξεως.
Ακολούθως ο άγιος Ιγνάτιος τονίζει ότι η ευχαριστιακή σύναξη πρέπει να γίνεται την Κυριακή. Ο νεωτερισμός αυτός δεν προερχόταν από τον Ιγνάτιο, αλλά από την εκκλησιαστική παράδοση, την οποία ήθελαν μερικοί ιουδαΐζοντες να νοθεύσουν. Η ενότητα της τοπικής εκκλησίας, της Αντιοχείας, και ίσως και άλλων, αντιμετώπιζε απειλή. Πλάι στην ευχαριστιακή σύναξη που «παραδόθηκε» από την αρχή, άρχισαν να εμφανίζονται μερικότερες συνάξεις, που δεν ένωναν όλα τα μέλη της Εκκλησίας. Παρατηρήθηκε δηλ. το φαινόμενο ότι ορισμένα μέλη των τοπικών εκκλησιών, κάτω από την επίδραση της ιουδαϊκής πράξεως, επεδίωκαν την τέλεση της Ευχαριστίας όχι κατά «την πρώτην ημέραν μετά το Σάββατον», όχι δηλ. την ημέρα του Κυρίου, αλλά κατά το ίδιο το Σάββατο. «Ει ουν οι εν παλαιοίς πράγματσιν αναστραφέντες, εις κοινότητα ελπίδος ήλθον, μηκέτι σαββατίζοντες, αλλά κατά Κυριακήν ζώντες...» (Μαγν. IX, I).
Η Κυριακή σύναξη πρέπει να γίνεται κατά τον άγιο Ιγνάτιο τη μέρα που εκείνος την ονομάζει «αναστάσιμον και βασιλίδα». Η τέλεση της Ευχαριστίας κατά το Σάββατο από μικρή ομάδα χριστιανών, έστω και αν αυτοί δεν ήταν αιρετικοί ή σχισματικοί, εμφανίζεται να διαιρεί το ένα Σώμα και το Ποτήριο του Κυρίου. «Πρέπον ουν εστίν, μη μόνον καλείσθαι χριστιανούς, αλλά και είναι· ώσπερ και τινες επίσκοπον μέν καλούσι, χωρίς δε αυτού πάντα πράσσουσιν, οι τοιούτοι δε ουκ ευσυνείδητοί μοι είναι φαίνονται διά το μη βεβαίως κατ' εντολήν συναθροίζεσθαι» (Μαγν. IV).
Ο άγιος Ιγνάτιος προσδιορίζει τον Χριστιανισμό με τον εορτασμό της Κυριακής. Η Κυριακή παρατηρεί ο άγιος Πατήρ, είναι μέρα που η ζωή μας ανυψώθηκε από το Χριστό και από το θάνατο. (Μαγν. VI 1). Εξάλλου ο Πλίνιος ο Νεώτερος στην επιστολή του προς τον Τραϊανό γράφει ότι οι χριστιανοί συγκεντρώνονται μια ορισμένη μέρα (stauto die), πριν από την αυγή, και προσεύχονται στο Χριστό ως Θεό (Epist. Χ. 96). Πρόκειται σαφώς για την Κυριακή. Η συγκέντρωση αφορά στην ευχαριστιακή σύναξη.
Ο Ιουστίνος στο Διάλογό του προς Τρύφωνα έδειξε πως δεν είναι αναγκαία η περιτομή, τα σάββατα και ο νόμος. Ο Νόμος του Μωϋσέως αντικαταστάθηκε από άλλο νόμο, το Χριστό. «Αιώνιος τε ημίν νόμος και τελευταίος ο Χριστός εδόθη, και η διαθήκη πιστή, μεθ' ην ου νόμος, ου πρόσταγμα, ουκ εντολή» (Διάλογος, Migne PG 6, 497Β). Ο Ιουστίνος τονίζει στο Διάλογο του προς Τρύφωνα ότι ούτε η περιτομή είναι αναγκαία. Αν ήταν αναγκαία δε θα δημιουργούσε ο Θεός τον Αδάμ ακρόβυστο, και δε θα ευαρεστούσαν το Θεό πρόσωπα «εν ακροβυστία σαρκός». Επίσης πριν από τον Αβραάμ δεν ήταν απαραίτητη η περιτομή, ούτε τα σάββατα και οι γιορτές πριν από τον Μωϋσή. Έτσι και τώρα «μετά τον κατά την βουλήν του Θεού δίχα αμαρτίας της από γένους του Αβραάμ παρθένου γεννηθέντα Υιόν Θεού Ιησούν Χριστόν» (ο.π., 497Β) δε χρειάζεται η περιτομή και το Σάββατο.
Η Κυριακή είναι θεσμός χριστιανικός. Η απαρχή της πρέπει να αναζητηθεί στο γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού την επομένη του Σαββάτου.
Η ημέρα της χριστιανικής αναπαύσεως θα μπορούσε να εισαχθεί προκειμένου να μεταμορφώσει την ημέρα της κοσμικής αναπαύσεως, όπως είχε επιχειρηθεί με το ιουδαϊκό Σάββατο. Η μέρα της αναπαύσεως παρουσιάζεται την περίοδο αυτή, ως ξέχωρη μέρα από τη λατρεία. Άλλη ήταν η μέρα της αναπαύσεως και άλλη η μέρα της λατρείας. Οι χριστιανοί δεν μπόρεσαν να συντελέσουν ώστε να συμπίπτει η Κυριακή με την εβδομαδιαία ανάπαυση. Οι χριστιανοί παρέμειναν πιστοί στην Κυριακή παρόλο που ζούσαν σ' ένα περιβάλλον εχθρικό. Η καθιέρωση αργότερα της Κυριακής ως ημέρας αργίας από τον Μ. Κωνσταντίνο, έγινε το ορόσημο σημείο του θριάμβου του Χριστιανισμού.
Η θεολογία εξάλλου της αναπαύσεως του Σαββάτου συνίσταται στη μετά θάνατο ζωή, όταν η ψυχή ελευθερωμένη από τα έργα του σώματος, που εικονίζουν οι έξι ημέρες, θα εισέλθει στα νοητά και τα θεία. Το ιουδαϊκό Σάββατο είναι η εικόνα του ουράνιου Σαββάτου και αυτής της τέλειας και μακάριας αναπαύσεως.
Η Κυριακή είναι το αντίστοιχο του ιουδαϊκού Σαββάτου στην Κ. Διαθήκη. Το ιδεώδες είναι η διαρκής εορτή, που «άγουν οι ασπασθέντες τον θρησκευτικόν βίον». Ο Ωριγένης λέγει· «Ο μεν τέλειος, αεί εν τοις λόγοις ων και τοις έργοις και τοις διανοήμασι και τη φύσει Κυρίου Λόγου Θεού, αεί εστίν αυτού εν ταις ημέραις και αεί άγει Κυριακάς ημέρας» (Κατά Κέλσου VII, 22).
Λόγω όμως του πλήθους χρειάζεται μία ειδική μέρα για να εξαρθεί από το καθήκον της θείας λατρείας. Επειδή οι Ιουδαίοι ήσαν άπιστοι, ο Λόγος, στην Κ. Διαθήκη, μετέφερε την εορτή του Σαββάτου την ημέρα της ανατολής του ηλίου και μας έδωσε ως εικόνα της αληθινής αναπαύσεως τη σωτήρια ημέρα της Κυριακής. Κατά την πρώτη του φωτός (Κυριακή), κατά την οποία ο Σωτήρ του κόσμου, μετά απ' όλα τα έργα που πρόσφερε στους ανθρώπους και αφού νίκησε το θάνατο, διέσχισε τις πύλες του ουρανού, ξεπερνώντας έτσι το εξαήμερο της δημιουργίας και εισχωρώντας στο μακάριο Σάββατο, ο Πατήρ είπε· «Κάθου εκ δεξιών μου». Η Κυριακή είναι η μέρα που ο Χριστός νίκησε το θάνατο και, υπερβαίνοντας το εξαήμερο που είναι τύπος του κόσμου και των δεινών του, διέσχισε τις θύρες του ουρανού και εισχώρησε στο Σάββατο, στην ανάπαυση της εβδόμης ημέρας.
Η Κυριακή είναι η μέρα της δευτέρας δημιουργίας. Η πρώτη μέρα είναι η γενέθλια ημέρα του κόσμου, και η Κυριακή ημέρα της δημιουργίας. Η Κυριακή παρουσιάζεται ως επανάληψη της πρώτης ημέρας της δημιουργίας. Η Κυριακή θεωρείται ως «ογδόη ημέρα». Η διδασκαλία της ογδόης ημέρας προσέλαβε χαρακτήρα χριστιανικό. Σημείο εκκινήσεως του γεγονότος της Αναστάσεως την επαύριο του Σαββάτου. Έτσι στο χριστιανικό εορτολόγιο πήρε ξεχωριστή θέση και αντικατέστησε το Σάββατο. Όσοι ζούσαν στην παλιά τάξη των πραγμάτων έφταναν στη νέα ελπίδα, μη τηρώντας το Σάββατο, αλλά την Κυριακή. Κυριακή είναι η πρώτη ημέρα ή η ογδόη. Ολόκληρη η θεολογία της Κυριακής οργανώνεται εδώ. Είναι η κοσμική ημέρα της δημιουργίας, η βιβλική ημέρα της περιτομής, η ευαγγελική ημέρα της αναστάσεως, η εκκλησιαστική ημέρα της ευχαριστίας, η εσχατολογική ημέρα του μέλλοντος αιώνος[2].
Κατά το Μ. Βασίλειο, όπως αναλυτικά έδειξε ο καθηγητής Δ. Τσάμης[3], ο πεπερασμένος φυσικός χρόνος με την ανακύκλησή του καθώς επεκτείνεται και παρατείνεται με τις εβδομάδες, κατανοείται σαν αναβολή του ερχομού της όγδοης ημέρας, όπως την οραματίστηκαν οι προφήτες της Π. Διαθήκης, και την ονόμασαν «ημέραν του Κυρίου». Η ογδόη ημέρα είναι η ανέσπερη, αδιάδοχη, ατελεύτητη κατάσταση, μέσα στην οποία θα ζουν την αληθινή ζωή οι θεούμενοι. Ο εβδοματικός χρόνος με την ανακύκληση όχι μόνο μιμείται την τελειότητα του αιώνα, αλλά εκφράζει και την προσμονή να βρει την πλήρωσή της στην όγδοη ημέρα, που είναι η Βασιλεία του Θεού.
Ανάλογη διδασκαλία αναπτύσσει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Κατά τον Καππαδόκη Πατέρα μικρογραφία της δημιουργικής εβδομάδας είναι η σειρά των επτά ήμερων που επαναλαμβάνονται. Η επανάληψη και η συνεχής ανακύκληση μεταθέτει τον ερχομό της όγδοης ημέρας, δηλ. της αιωνιότητας. Η όγδοη ημέρα συνδέθηκε με τη βασιλεία του Θεού. Επίσης η όγδοη ημέρα ταυτίστηκε με την Κυριακή δηλ. το Πάσχα, που ονομάστηκε «εορτή διαβατήριος». Με αυτήν οι πιστοί ελευθερώνονται από τις συνέπειες της πτώσεως και προχωρούν «προς την γην της επαγγελίας».
Τέλος πρέπει να παρατηρήσουμε ότι ο χρόνος συνδέθηκε με τη δημιουργική εβδομάδα, όπως εκφράζεται με τη διαρκή ανακύκληση των εβδομάδων. Αντίθετα ο αιώνας συνδέθηκε με την όγδοη ημέρα, η οποία δεν επαναλαμβάνεται κυκλικά, αλλά είναι «κατάστασις, διά το έξω κείσθαι του εβδοματικού τούτου χρόνου· ώστε καν ημέραν είπης, καν αιώνα, την αυτήν ερείς έννοιαν... ίνα ουν προς την μέλλουσαν ζωήν την έννοιαν απαγάγη, μίαν ωνόμασε του αιώνος την εικόνα, την απαρχήν των ημερών, την ομίλικα του φωτός, την αγίαν Κυριακήν, την τη αναστάσει του Κυρίου τετμημένην» (Μ. Βασιλείου Εξαήμ. 2,8. Migne PG 29, 52ΑΒ και περί Αγίου Πνεύματος 27,66, Migne PG 32, 192Β).
... Στον Αβραάμ δόθηκε η επαγγελία για τη σωτηρία, όχι όμως η σωτηρία. Στο Μωϋσή δόθηκε ο νόμος όχι όμως η σωτηρία. Μόνο ο Χριστός σώζει και ζωοποιεί. Αφού τέλος νόμου ο Χριστός.
https://www.impantokratoros.gr/adventistes.el.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου