Η Αγία Αικατερίνα\η υπήρξε μία από τους Μεγαλομάρτυρες της Ορθοδοξίας, που έμεινε ακλόνητη στα πιστεύω της παρά τις πιέσεις και τα βασανιστήρια που υπέστη.
Σύμφωνα με τον Ρουφίνο, το πρώτο της όνομα ήταν Δωροθέα. Μετά την βάφτισή της όμως, έλαβε το όνομα Αικατερίνα, αυτή δηλαδή που είναι πάντα καθαρή, αγνή. (αει+καθ\τ\αρίνα). Έζησε στην Αλεξάνδρεια, στα χρόνια του βασιλιά Μαξιμίνου, είχε αριστοκρατική κατάγωγή και τεράστια μόρφωση.
Από μικρή είχε ξεχωρίσει για την σοφία, την πραότητα αλλά και τον δυναμισμό της, ο οποίος δεν άργησε να φανεί. Όταν ο Μαξιμίνος εξέδωσε διάταγμα που υποχρέωνε όλους τους υπηκόους του να προσφέρουν σε αυτόν θυσίες, ανταποδίδοντας με αυτόν τον τρόπο την ευμένεια των θεών των ειδώλων, απειλώντας τους μάλιστα πως σε περίπτωση ανυπακοής θα υποβληθούν σε βασανιστήρια, η Αικατερίνη δεν υπάκουσε, αποφασίζοντας να δείξει στον κόσμο την αλήθεια, με όποιο κόστος.
Έτσι έσπευσε στο ναό, όπου γίνονταν οι θυσίες και ζήτησε να δει τον Μαξιμίνο, ο οποίος και την δέχτηκε αμέσως. Τότε, επιστρατεύοντας την άριστη γνώση της ελληνικής κλασσικής γραμματείας, καθώς και την άπταιστη ρητορική της δεινότητα, με τρόπο ευθύ και ειλικρινή του είπε: «βασιλιά μου, έπρεπε να γνωρίζεις ότι οι θυσίες σου απευθύνονται σε είδωλα φθαρτών ανθρώπων και όχι σε πραγματικούς θεούς, πράγμα που υποστηρίζει και ο διαλεκτικός φιλόσοφος Διόδωρος όταν λέει ότι κάποιους ανθρώπους οι συνάνθρωποί τους τους ονόμασαν θεούς και τους περιέβαλαν με το αξίωμα της αθανασίας, ενώ κάποιους άλλους που επέδειξαν ανδρεία ή κάποια αρετή τους τίμησαν με αδριάντες και αγάλματα, αργὀτερα δε τους θεώρησαν θεούς και επινόησαν θυσίες, τιμές και πανηγύρια, πράγμα που καταδικάζει και ο δικός σας σοφός, ο Πλούταρχος, όταν λέει ότι εισήγαγαν την πλάνη των ειδώλων». Τον παρότρυνε μάλιστα να μελετήσει τα λόγια των σοφών, γιατί μόνο έτσι θα γνώριζε τον μόνο αληθινό Θεό.
Ο Μαξιμίνος έκπληκτος από το θάρρος και την παρρησία της, της ζήτησε να συνεχίσουν την συζήτησή τους, αμέσως μετά την τέλεση των θυσιών. Έτσι κι έγινε. Στην μεταξύ τους συνομιλία ο Βασιλιάς προσπάθησε να της αλλάξει γνώμη, χωρίς, όμως, αποτέλεσμα, καθώς δεν μπορούσε να αντικρούσει τα επιχειρήματά της. «Στριμωγμένος» ως ήταν αποφάσισε να συγκεντρώσει τους καλύτερους ρήτορες της εποχής, προκειμένου να την αντιμετωπίσουν. Μέχρι την συνάντηση μάλιστα, έθεσε την Αικατερίνη υπό φρούρηση.
Όταν συγκεντρώθηκαν οι 50 επιφανέστεροι ρήτορες της εποχής, τους προειδοποίησε να προετοιμαστούν τα μέγιστα, σαν να έχουν να αντιμετωπίσουν τον Πλάτωνα, γιατί σε περίπτωση που ηττηθούν θα γελοιοποιηθούν.
Στην συνέχεια ο Αγώνας λόγου ξεκίνησε ενώπιον πλήθους κόσμου. Ο πρώτος και καλύτερος ρήτορας απευθύνθηκε στην Αικατερίνη και γεμάτος έπαρση της είπε: «Εσύ είσαι που μιλάς με θράσος και αναισχυντία για τους θεούς μας;» Η Αικατερίνη απάντησε: «Εγώ είμαι, αλλά ποτέ δεν μίλησα με θράσος και αναισχυντία.Πάντα μιλάω με ηπιότητα, σεβασμό και αγάπη προς την αλήθεια». Ξεκίνησε έτσι μία λογομαχία, στην οποία η Αικατερίνη με τα ίδια τους τα επιχειρήματα, ανέτρεπε τα λεγόμενά τους. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα, όπως το παραδίδει ο Συμεών ο Μετφραστής:
Ρήτορας «Πρώτα πρώτα ο Όμηρος, όταν προσεύχεται στον Δία, τον χαρακτηρίζει πολυδοξασμένο, αθάνατο. Ο Ορφέας ευχαριστεί τον Απόλλωνα και τον αποκαλεί βασιλιά, παντεπόπτη…Οπότε κι εσύ μην απατάσαι και λατρεύεις θεό έναν εσταυρωμένο, τον οποίο κανένας από τους σοφούς μας ούτε σοφό τον ονόμασε, ούτε και ήξερε αν ήταν θεός».
Αικατερίνη «Παραδέχομαι ότι αυτά που ανέφερες τα είπαν οι ποιητές. Όμως λένε κι άλλα. Ο Όμηρος, για παράδειγμα, αποδίδει στον πατέρα των θεών σας πολλά ελαττώματα, αφού τον λέει ψεύτη, διεστραμμένο, πανούργο και απατεώνα, ανώ γράφει πως λίγο έλειψε να τον έδενε η Ήρα, ο Ποσειδών και η Αθηνά. Ο Ορφέας επίσης καταλογίζει μεγάλη ανοησία και φαντασιοπληξία σε όσους λατρεύουν αυτούς τους θεούς. Αλλά και ο Σοφοκλής προσθέτει: “Υπάρχει Θεός, που δημιούργησε το σύμπαν. Εμείς οι θνητοί θεσμοθετήσαμε και κατασκευάσαμε αγάλματα θεών από ξύλο, πέτρα ή χρυσό. Και ορίσαμε θυσίες σ’ αυτούς, θεωρώντας όλα αυτά ως εκδήλωση σεβασμού και λατρείας”». Είχε μείνει όμως ακόμα κάτι που δεν είχε αντικρούσει η Αικατερίνη. Το επιχείρημα του ρήτορα, κατά το οποίο κανένας αρχαίος Έλληνας σοφός δεν κάνει λόγο για τον Ιησού.
Τότε η Αικατερίνη βγάζει και δείχνει μπροστά σε όλους τον χρησμό των Σίβυλλων (αρχαίες προφήτισσες) και την μαρτυρία του Απόλλωνα μέσω των μάντεὠν του στους Δελφούς.
«Κάποτε θα έρθει στην πολύπαθη γη κάποιος αναμάρτητος και με τους όρους της θεότητας θα λύσει την φθορά ανίατων παθών. Ο άπιστος όμως λαός θα τον φθονήσει και θατον κρεμάσει ως κατάδικο θανάτου. Και όλα αυτά θα τα υπομείνει με πραότητα».
«ἐπί την πολυσχεδῆ ταύτην ἐλάσειε γῆν· καὶ δίχα σφάλματος γενήσεται σάρξ· άκαμάτοις δέ θεότητας ὄροις· ἀνιάτων παθῶν λύσει φθοράν· καί τούτου φθόνος γενήσεται ἐξ άπίστου λαοῦ· καί πρὸς ὔψος κρεμασθήσεται ὡς θανάτου κατάδικος· ταῦτα δέ πάντα παίσεται πράως».
Τον ίδιο χρησμό επικαλέστηκαν τόσο Απόστολος Παύλος που συνιστούσε στους χριστιανούς να μελετούν τα ελληνικά κείμενα και μάλιστα τους σιβυλλικούς χρησμούς: «λάβετε και τας ελληνικάς βίβλους. Επίγνωτε Σίβυλλαν, ως δηλοί ένα Θεόν και τα μέλλοντα έσεσθαι…», όσο και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος σε λόγο του προς τους «Αγίους Συλλόγους» του Χριστιανισμού.
Ο χρησμός του Απόλλωνος: «Ένας ουράνιος με μάχεται,που είναι φως τριλαμπές. Ο παθών είναι θεός, και η θεότητά του δεν έπαθε, διότι είναι φθαρτος κατά το σώμα, αλλά αλλότριος της φθοράς. Είναι Θεός και άνθρωπος. Ως θνητός θα υποστεί και βρισιές και σταυρό και ταφή. Από τα βλέφαρά του κάποτε θα κυλήσουν δάκρυα θερμά. Πέντε χιλιάδες άνδρες θα χορτάσει από πέντε άρτους, διότι ήθελε να εξουσιάσει ως Θεός. Ο Χριστός είναι ο δικός μου Θεός, ο οποίος σταυρώθηκε σε ξύλο, αυτός που εξέπνευσε και από τον τάφο έλκει πολλούς στον ουρανό».
Απέδειξε δηλαδή πως ο Ελληνισμός με τον Χριστιανισμό είναι έννοιες αλληλένδετες, όπως έχουμε επισημάνει σε προηγούμενο άρθρο μας.
Έτσι η Αικατερίνη είπε: «Αυτός ρητορά μου είναι ο Χριστός, ο δικός μου Θεός, που σταυρώθηκε και πέθανε και ετάφη, αλλά την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς». Συνέχισε έπειτα μιλώντας για την δημιουργία, τον άνθρωπο, κλπ, ώσπου ο ρήτορας έμεινε άναυδος. Βλέποντάς το αυτό ο Μαξιμίνος διέταξε τους υπόλοιπους ρήτορες να σπεύσουν προς βοήθειά του. Εκείνοι όμως ισχυριζόμενοι πως δεν μπορούν να τα καταφέρουν, έπεσαν στα πόδια της και την παρακάλεσαν να ζητήσει από τον Θεό να συγχωρέσει τις αμαρτίες τους και να τους αξιώσει να λάβουν το Βάπτισμα και το Άγιο Πνεύμα. Μόλις το είδε αυτό ο Μαξιμίνος διέταξε να τους κάψουν στην πυρά. Η Αικατερίνη τότε, γεμάτη γαλήνη τους είπε «Αυτή η φωτιά θα γίνει για σας το βάπτισμα». Το περιστατικό αυτό έκανε πολλούς ειδωλολάτρες να στραφούν στον χριστιανισμό και να βροντοφωνάξουν την πίστη τους. Ανάμεσα τους και η γυναίκα του Μαξιμίνου, Αυγούστα, ο στρατοπεδάρχης του και 200 στρατιώτες του. Μαρτύρησαν όλοι…
Το χειρότερο όμως μαρτύριο υπέστη η ίδια η Αικατερίνη, που πίστευε πως μέσα από αυτό θα στραφεί πολύς κόσμος στον Χριστό, γι αυτό και δεν φοβήθηκε. Πίστευε ακόμη, αυτό που με τόση σιγουριά είχε δηλώσει ο Σωκράτης στην Απολογία του. Ότι δηλαδή, δεν τον ένοιαζε να πεθάνει, γιατί στον παρόντα κόσμο τα πάντα είναι ψεύτικα. Θα πήγαινε σε έναν καλύτερο κόσμο, δίπλα στους αθανάτους. Έτσι η Αικατερίνη τον παρότρυνε να τελειώσει αυτό που έχει αποφασίσει. Την έδεσε λοιπόν σε έναν ειδικό τροχό, ώστε να βρει τραγικό θάνατο. Τα δεσμά όμως έσπασαν…
Τότε ο Μαξιμίνος αποφάσισε να την αποκεφαλίσει. Καθώς την πήγαινε στο απόσπασμα, πλήθος κόσμου την ακολουθούσε, ομολογώντας την πίστη του και θρηνώντας για τον χαμό της. Λέγεται μάλιστα ότι όταν της έκοψε ο δήμιος το κεφάλι δεν χύθηκε αίμα, αλλά γάλα. Η εκκλησία τιμά την μνήμη της στις 25 Νοεμβρίου και θεωρείται προστάτις της Φιλολογίας και των φοιτητών.
Χρόνια καλά στις εορτάζουσες!
ΠΥΓΜΗ.gr
Σύμφωνα με τον Ρουφίνο, το πρώτο της όνομα ήταν Δωροθέα. Μετά την βάφτισή της όμως, έλαβε το όνομα Αικατερίνα, αυτή δηλαδή που είναι πάντα καθαρή, αγνή. (αει+καθ\τ\αρίνα). Έζησε στην Αλεξάνδρεια, στα χρόνια του βασιλιά Μαξιμίνου, είχε αριστοκρατική κατάγωγή και τεράστια μόρφωση.
Από μικρή είχε ξεχωρίσει για την σοφία, την πραότητα αλλά και τον δυναμισμό της, ο οποίος δεν άργησε να φανεί. Όταν ο Μαξιμίνος εξέδωσε διάταγμα που υποχρέωνε όλους τους υπηκόους του να προσφέρουν σε αυτόν θυσίες, ανταποδίδοντας με αυτόν τον τρόπο την ευμένεια των θεών των ειδώλων, απειλώντας τους μάλιστα πως σε περίπτωση ανυπακοής θα υποβληθούν σε βασανιστήρια, η Αικατερίνη δεν υπάκουσε, αποφασίζοντας να δείξει στον κόσμο την αλήθεια, με όποιο κόστος.
Έτσι έσπευσε στο ναό, όπου γίνονταν οι θυσίες και ζήτησε να δει τον Μαξιμίνο, ο οποίος και την δέχτηκε αμέσως. Τότε, επιστρατεύοντας την άριστη γνώση της ελληνικής κλασσικής γραμματείας, καθώς και την άπταιστη ρητορική της δεινότητα, με τρόπο ευθύ και ειλικρινή του είπε: «βασιλιά μου, έπρεπε να γνωρίζεις ότι οι θυσίες σου απευθύνονται σε είδωλα φθαρτών ανθρώπων και όχι σε πραγματικούς θεούς, πράγμα που υποστηρίζει και ο διαλεκτικός φιλόσοφος Διόδωρος όταν λέει ότι κάποιους ανθρώπους οι συνάνθρωποί τους τους ονόμασαν θεούς και τους περιέβαλαν με το αξίωμα της αθανασίας, ενώ κάποιους άλλους που επέδειξαν ανδρεία ή κάποια αρετή τους τίμησαν με αδριάντες και αγάλματα, αργὀτερα δε τους θεώρησαν θεούς και επινόησαν θυσίες, τιμές και πανηγύρια, πράγμα που καταδικάζει και ο δικός σας σοφός, ο Πλούταρχος, όταν λέει ότι εισήγαγαν την πλάνη των ειδώλων». Τον παρότρυνε μάλιστα να μελετήσει τα λόγια των σοφών, γιατί μόνο έτσι θα γνώριζε τον μόνο αληθινό Θεό.
Ο Μαξιμίνος έκπληκτος από το θάρρος και την παρρησία της, της ζήτησε να συνεχίσουν την συζήτησή τους, αμέσως μετά την τέλεση των θυσιών. Έτσι κι έγινε. Στην μεταξύ τους συνομιλία ο Βασιλιάς προσπάθησε να της αλλάξει γνώμη, χωρίς, όμως, αποτέλεσμα, καθώς δεν μπορούσε να αντικρούσει τα επιχειρήματά της. «Στριμωγμένος» ως ήταν αποφάσισε να συγκεντρώσει τους καλύτερους ρήτορες της εποχής, προκειμένου να την αντιμετωπίσουν. Μέχρι την συνάντηση μάλιστα, έθεσε την Αικατερίνη υπό φρούρηση.
Όταν συγκεντρώθηκαν οι 50 επιφανέστεροι ρήτορες της εποχής, τους προειδοποίησε να προετοιμαστούν τα μέγιστα, σαν να έχουν να αντιμετωπίσουν τον Πλάτωνα, γιατί σε περίπτωση που ηττηθούν θα γελοιοποιηθούν.
Στην συνέχεια ο Αγώνας λόγου ξεκίνησε ενώπιον πλήθους κόσμου. Ο πρώτος και καλύτερος ρήτορας απευθύνθηκε στην Αικατερίνη και γεμάτος έπαρση της είπε: «Εσύ είσαι που μιλάς με θράσος και αναισχυντία για τους θεούς μας;» Η Αικατερίνη απάντησε: «Εγώ είμαι, αλλά ποτέ δεν μίλησα με θράσος και αναισχυντία.Πάντα μιλάω με ηπιότητα, σεβασμό και αγάπη προς την αλήθεια». Ξεκίνησε έτσι μία λογομαχία, στην οποία η Αικατερίνη με τα ίδια τους τα επιχειρήματα, ανέτρεπε τα λεγόμενά τους. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα, όπως το παραδίδει ο Συμεών ο Μετφραστής:
Ρήτορας «Πρώτα πρώτα ο Όμηρος, όταν προσεύχεται στον Δία, τον χαρακτηρίζει πολυδοξασμένο, αθάνατο. Ο Ορφέας ευχαριστεί τον Απόλλωνα και τον αποκαλεί βασιλιά, παντεπόπτη…Οπότε κι εσύ μην απατάσαι και λατρεύεις θεό έναν εσταυρωμένο, τον οποίο κανένας από τους σοφούς μας ούτε σοφό τον ονόμασε, ούτε και ήξερε αν ήταν θεός».
Αικατερίνη «Παραδέχομαι ότι αυτά που ανέφερες τα είπαν οι ποιητές. Όμως λένε κι άλλα. Ο Όμηρος, για παράδειγμα, αποδίδει στον πατέρα των θεών σας πολλά ελαττώματα, αφού τον λέει ψεύτη, διεστραμμένο, πανούργο και απατεώνα, ανώ γράφει πως λίγο έλειψε να τον έδενε η Ήρα, ο Ποσειδών και η Αθηνά. Ο Ορφέας επίσης καταλογίζει μεγάλη ανοησία και φαντασιοπληξία σε όσους λατρεύουν αυτούς τους θεούς. Αλλά και ο Σοφοκλής προσθέτει: “Υπάρχει Θεός, που δημιούργησε το σύμπαν. Εμείς οι θνητοί θεσμοθετήσαμε και κατασκευάσαμε αγάλματα θεών από ξύλο, πέτρα ή χρυσό. Και ορίσαμε θυσίες σ’ αυτούς, θεωρώντας όλα αυτά ως εκδήλωση σεβασμού και λατρείας”». Είχε μείνει όμως ακόμα κάτι που δεν είχε αντικρούσει η Αικατερίνη. Το επιχείρημα του ρήτορα, κατά το οποίο κανένας αρχαίος Έλληνας σοφός δεν κάνει λόγο για τον Ιησού.
Τότε η Αικατερίνη βγάζει και δείχνει μπροστά σε όλους τον χρησμό των Σίβυλλων (αρχαίες προφήτισσες) και την μαρτυρία του Απόλλωνα μέσω των μάντεὠν του στους Δελφούς.
«Κάποτε θα έρθει στην πολύπαθη γη κάποιος αναμάρτητος και με τους όρους της θεότητας θα λύσει την φθορά ανίατων παθών. Ο άπιστος όμως λαός θα τον φθονήσει και θατον κρεμάσει ως κατάδικο θανάτου. Και όλα αυτά θα τα υπομείνει με πραότητα».
«ἐπί την πολυσχεδῆ ταύτην ἐλάσειε γῆν· καὶ δίχα σφάλματος γενήσεται σάρξ· άκαμάτοις δέ θεότητας ὄροις· ἀνιάτων παθῶν λύσει φθοράν· καί τούτου φθόνος γενήσεται ἐξ άπίστου λαοῦ· καί πρὸς ὔψος κρεμασθήσεται ὡς θανάτου κατάδικος· ταῦτα δέ πάντα παίσεται πράως».
Τον ίδιο χρησμό επικαλέστηκαν τόσο Απόστολος Παύλος που συνιστούσε στους χριστιανούς να μελετούν τα ελληνικά κείμενα και μάλιστα τους σιβυλλικούς χρησμούς: «λάβετε και τας ελληνικάς βίβλους. Επίγνωτε Σίβυλλαν, ως δηλοί ένα Θεόν και τα μέλλοντα έσεσθαι…», όσο και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος σε λόγο του προς τους «Αγίους Συλλόγους» του Χριστιανισμού.
Ο χρησμός του Απόλλωνος: «Ένας ουράνιος με μάχεται,που είναι φως τριλαμπές. Ο παθών είναι θεός, και η θεότητά του δεν έπαθε, διότι είναι φθαρτος κατά το σώμα, αλλά αλλότριος της φθοράς. Είναι Θεός και άνθρωπος. Ως θνητός θα υποστεί και βρισιές και σταυρό και ταφή. Από τα βλέφαρά του κάποτε θα κυλήσουν δάκρυα θερμά. Πέντε χιλιάδες άνδρες θα χορτάσει από πέντε άρτους, διότι ήθελε να εξουσιάσει ως Θεός. Ο Χριστός είναι ο δικός μου Θεός, ο οποίος σταυρώθηκε σε ξύλο, αυτός που εξέπνευσε και από τον τάφο έλκει πολλούς στον ουρανό».
Απέδειξε δηλαδή πως ο Ελληνισμός με τον Χριστιανισμό είναι έννοιες αλληλένδετες, όπως έχουμε επισημάνει σε προηγούμενο άρθρο μας.
Έτσι η Αικατερίνη είπε: «Αυτός ρητορά μου είναι ο Χριστός, ο δικός μου Θεός, που σταυρώθηκε και πέθανε και ετάφη, αλλά την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς». Συνέχισε έπειτα μιλώντας για την δημιουργία, τον άνθρωπο, κλπ, ώσπου ο ρήτορας έμεινε άναυδος. Βλέποντάς το αυτό ο Μαξιμίνος διέταξε τους υπόλοιπους ρήτορες να σπεύσουν προς βοήθειά του. Εκείνοι όμως ισχυριζόμενοι πως δεν μπορούν να τα καταφέρουν, έπεσαν στα πόδια της και την παρακάλεσαν να ζητήσει από τον Θεό να συγχωρέσει τις αμαρτίες τους και να τους αξιώσει να λάβουν το Βάπτισμα και το Άγιο Πνεύμα. Μόλις το είδε αυτό ο Μαξιμίνος διέταξε να τους κάψουν στην πυρά. Η Αικατερίνη τότε, γεμάτη γαλήνη τους είπε «Αυτή η φωτιά θα γίνει για σας το βάπτισμα». Το περιστατικό αυτό έκανε πολλούς ειδωλολάτρες να στραφούν στον χριστιανισμό και να βροντοφωνάξουν την πίστη τους. Ανάμεσα τους και η γυναίκα του Μαξιμίνου, Αυγούστα, ο στρατοπεδάρχης του και 200 στρατιώτες του. Μαρτύρησαν όλοι…
Το χειρότερο όμως μαρτύριο υπέστη η ίδια η Αικατερίνη, που πίστευε πως μέσα από αυτό θα στραφεί πολύς κόσμος στον Χριστό, γι αυτό και δεν φοβήθηκε. Πίστευε ακόμη, αυτό που με τόση σιγουριά είχε δηλώσει ο Σωκράτης στην Απολογία του. Ότι δηλαδή, δεν τον ένοιαζε να πεθάνει, γιατί στον παρόντα κόσμο τα πάντα είναι ψεύτικα. Θα πήγαινε σε έναν καλύτερο κόσμο, δίπλα στους αθανάτους. Έτσι η Αικατερίνη τον παρότρυνε να τελειώσει αυτό που έχει αποφασίσει. Την έδεσε λοιπόν σε έναν ειδικό τροχό, ώστε να βρει τραγικό θάνατο. Τα δεσμά όμως έσπασαν…
Τότε ο Μαξιμίνος αποφάσισε να την αποκεφαλίσει. Καθώς την πήγαινε στο απόσπασμα, πλήθος κόσμου την ακολουθούσε, ομολογώντας την πίστη του και θρηνώντας για τον χαμό της. Λέγεται μάλιστα ότι όταν της έκοψε ο δήμιος το κεφάλι δεν χύθηκε αίμα, αλλά γάλα. Η εκκλησία τιμά την μνήμη της στις 25 Νοεμβρίου και θεωρείται προστάτις της Φιλολογίας και των φοιτητών.
Χρόνια καλά στις εορτάζουσες!
ΠΥΓΜΗ.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου