Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

Ἀνάλυση στὸ Ἐφεσ. β΄ 4-10


Διονύσιος Ψαριανός (Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+))

6 Νοεμβρίου 1966


Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Κι ἂν τύχη νὰ μὴν ἔχουμε στὸ σπίτι μας τὴν Ἁγία Γραφή, ποὺ δὲν θὰ πρέπει· κι ἂν τύχη νὰ μὴν ξέρουμε γράμματα, ποὺ δὲν μπορεῖ· ὅμως ὅταν ἐρχώμαστε ταχτικὰ στὴν Ἐκκλησία καὶ δίνουμε προσοχὴ στὶς περικοπὲς ποὺ διαβάζονται ἐδῶ, ἀκοῦμε λοιπὸν τὸ θεῖο λόγο, διδασκόμαστε τὴν πίστη μας καὶ μαθαίνουμε τὸ θεῖο θέλημα.

Γιατί οἱ περικοπές, ὅπως τὸ βλέπουμε, πᾶνε μὲ τὴ σειρά, ὥστε μέσα σ' ἕνα χρόνο νὰ διαβάζεται ὅλη ἡ Καινὴ Διαθήκη. Ὕστερα λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ πρὸς Γαλάτας ἀρχίζουμε ἀπὸ σήμερα νὰ διαβάζουμε περικοπὲς ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ πρὸς Ἐφεσίους. Ἂς ξανακούσουμε τώρα τὴ σημερινὴ περικοπή, ἐξηγημένη στὴ δική μας γλώσσα.

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ποὺ εἶναι πλούσιος στὸ ἔλεος, γιὰ τὴν πολλή του ἀγάπη μὲ τὴν ὁποία μᾶς ἀγάπησε κι ὅταν ἐμεῖς ἤμαστε πεθαμένοι ἐξαιτίας τῶν παραπτωμάτων, ἐκεῖνος μᾶς ἐζωντάνεψε μαζὶ μὲ τὸ Χριστὸ (μὲ τὴ χάρη εἴσαστε σωσμένοι) καὶ μᾶς ἀνάστησε μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ μᾶς ἐκάθησε μαζί του στὰ ἐπουράνια, γιὰ νὰ δείξη στοὺς κατοπινοὺς αἰώνας τὸν ὑπερβολικὸ πλοῦτο τῆς χάρης του καὶ τὴν καλωσύνη του σὲ μᾶς διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἴσαστε λοιπὸν σωσμένοι μὲ τὴ χάρη διὰ μέσου τῆς πίστεως· κι ἐτοῦτο δὲν ὀφείλεται σὲ σᾶς, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ· δὲν ὀφείλεται στὰ ἔργα, γιὰ νὰ μὴν καυχηθῆ κανένας. Εἴμαστε λοιπὸν δικό του ποίημα, ποὺ μᾶς ἔφτιαξε διὰ μέσου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὲ σκοπὸ νὰ ἐργασθοῦμε καλὰ ἔργα, ἐκεῖνα ποὺ προετοίμασε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ αὐτά.

Ὁ Ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μᾶς μιλάει στὸ σημερινὸ Ἀνάγνωσμα γιὰ τὸ ἔλεος, γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ γιὰ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὰ τρία αὐτὰ μαζί, μᾶλλον δὲ τὰ τέσσερα, γιατί ὁ Ἀπόστολος μᾶς μιλάει καὶ γιὰ τὴν καλωσύνη τοῦ Θεοῦ, αὐτὰ λοιπὸν τὰ τέσσερα εἶναι ἕνα πράγμα· εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς, ποὺ φανερώνεται σὰν ἔλεος, σὰν χάρη καὶ σὰν καλωσύνη. Ὁ Θεὸς μᾶς ἀγαπάει κι ἐπειδὴ μᾶς ἀγαπάει γι' αὐτὸ μᾶς λυπᾶται καὶ μᾶς χαρίζεται κι εἶναι σὲ μᾶς ὅλο καλωσύνη. Ὠκεανὸς εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πέλαγος καὶ πλατειὰ θάλασσα εἶναι τὸ ἔλεος, ἡ χάρη του κι ἡ καλωσύνη του. Χάνεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, χάνονται τὰ ἔργα μας ὅποια καὶ νὰ 'ναι, χάνεται ἡ φτωχὴ ἀρετὴ μας μέσα στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Σὲ ἄλλη του ἐπιστολὴ γράφει ὁ Ἀπόστολος πὼς ἡ ἀγάπη «πάντα στέγει»· ὅλα τὰ σκεπάζει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, γιὰ ὅλα φτάνει καὶ περισσεύει. Γιατί ἀλλιῶς πῶς θὰ βρίσκαμε σωτηρία; Τί θὰ εἴχαμε νὰ δώσουμε ἐμεῖς γιὰ τὴ σωτηρία μας; Ὅλη μας ἡ ἀρετή, ὅπως τὸ λέγει ὁ Προφήτης, ἀξίζει ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅσο ἕνα βρώμικο κουρέλι. Γι' αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος τὸ λέγει καὶ τὸ ξαναλέγει πὼς εἴμαστε σωσμένοι μὲ τὴ χάρη· δὲν εἶναι τὰ ἔργα μας ποὺ μᾶς ἔσωσαν, μὰ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Τὸ ἀνθρώπινο γένος γιὰ τὰ παραπτώματά του ἦταν καταδικασμένο σὲ θάνατο, κι ὁ Θεός, παρόμοια ὅπως ὁ βασιλιὰς δίνη χάρη στοὺς κατάδικους, τοῦ ἔδωκε χάρη· ἤμαστε πεθαμένοι κι ὁ Θεὸς μᾶς ἔδωκε ζωή, μᾶς ἀνάστησε, μᾶς ἀνέβασε στὸν οὐρανὸ μαζὶ μὲ τὸ Χριστὸ καὶ μᾶς κάθισε στὰ δεξιά του. Ὄργανο σ' ἐτοῦτο τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας μας εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Μὲ τὸ Λόγο του ὁ Θεός, ποὺ δὲν εἶναι ἁπλῶς φωνή, μὰ εἶναι λόγος μὲ προσωπικὴ ὑπόσταση, ποὺ εἶναι ὁ μονογενής του Υἱός, μὲ τὸ Λόγο του λοιπὸν ὁ Θεὸς ἔχτισε τὸν κόσμο καὶ μὲ τὸ Λόγο του πάλι τὸν ξανάχτισε, ὅταν ἔπεσε ὁ ἄνθρωπος καὶ στὴν πτώση του τράβηξε μαζί του καὶ τὴν ὑλικὴ δημιουργία.

Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι τὸ ὄργανο τῆς θείας ἀγάπης, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦρθε κομίζοντας τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, φέρνοντας τὴ σωτηρία καὶ ξαναχτίζοντας καινούργιο τὸν παλιὸ κόσμο.

Ὅλα ἐτοῦτα, χριστιανοί μου, θὰ πῆτε πὼς εἶναι δύσκολα γιὰ νὰ τὰ καταλάβουμε. Μὰ κι ἂν τυχὸν δὲν τὰ καταλαβαίνουμε, ἀρκετὸ εἶναι νὰ τὰ δεχώμαστε ὅπως τ' ἀκοῦμε. Μάλιστα αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο, νὰ δεχώμαστε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ ὅπως τὸν ἀκοῦμε νὰ μᾶς τὸν κηρύττη ἡ Ἐκκλησία. Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἀρχαίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας λέγει πώς, ὅταν σοῦ μιλάη ὁ Θεός, ἂν μπορῆς νὰ βαθίνης μὲ τὸ μυαλό σου στὸ λόγο του, βάθαινε· ἂν δὲν μπορῆς, πίστευε. Γιατί ὁ Θεὸς δὲν μᾶς μιλάει γιὰ νὰ τὸν καταλάβουμε, μὰ γιὰ νὰ τὸν ἀκούσουμε. Γιατί καὶ πῶς μπορεῖ τὸ μυαλό μας νὰ χωρέση τὸ πέλαγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Ὁ κατάδικος, ποὺ ἀκούει πὼς ὁ βασιλιὰς τοῦ δίνει χάρη, ἕνα πράγμα καταλαβαίνει πὼς γλύτωσε τὴ ζωή του· καὶ πιὰ μὲ τὸ μυαλό του δὲν σκέπτεται τίποτε, μόνο πετάει ἡ καρδιά του πὼς μὲ τὴ βασιλικὴ χάρη εἶναι σωσμένος. Δὲν κάθεται νὰ μπῆ στὸ μυαλὸ τοῦ βασιλιᾶ καὶ νὰ καταλάβη γιατί καὶ πῶς τοῦ 'δωκε τὴ χάρη· τοῦ φτάνει ἡ χάρη, ποὺ εἶναι γι' αὐτὸν γεγονός. Ἐτούτη τὴ χαρὰ κι ἐμεῖς, χριστιανοί μου, τὴ χαρὰ γιὰ τὴ σωτηρία μας νὰ αἰσθανώμαστε, ἀκούοντας τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶναι, ὅπως ἄλλη φορὰ τὸ εἴπαμε, τὸ χαροποιὸ μήνυμα τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. Νὰ αἰσθανώμαστε χαρὰ καὶ νὰ 'μαστε γεμάτοι εὐγνωμοσύνη, ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει τόση σὲ μᾶς ἀγάπη, ὥστε, σκεπάζοντας τὰ παραπτώματά μας, δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ χαθοῦμε· μᾶς γλυτώνει ἀπὸ τὸ θάνατο, μᾶς ἀνασταίνει σὲ καινούργια ζωὴ καὶ μᾶς ἀνεβάζει μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ στὸν οὐρανό, γιὰ νὰ καθίσουμε στὰ δεξιά του.

Σ' ἐτούτη τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, θὰ ἀνταποκριθοῦμε μὲ ἀγάπη. Τὸ λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης· «Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς»· ἐμεῖς, λέγει, ἀγαποῦμε τὸ Θεό, γιατί ἐκεῖνος μᾶς ἀγάπησε πρῶτος. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς εἶναι πρώτη, εἶναι ἔλεος, καλωσύνη καὶ χάρη· ἡ δική μας ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ εἶναι δεύτερη, εἶναι ὀφειλή, καθῆκον καὶ χρέος. Καὶ πῶς, θὰ πῆς, νὰ ἀγαπήσω τὸ Θεό; Καὶ τί θὰ πῆ νὰ ἀγαπῶ τὸ Θεό; Καὶ τάχα τί κερδίζει ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν ἀγάπη μου; Μήπως λείπει τίποτα ἀπὸ τὸ Θεό, γιὰ νὰ τοῦ χρειάζεται ἡ ἀγάπη τοῦ ἄνθρωπου; Τωόντι τίποτα δὲν τοῦ λείπει τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ χρειάζεται τὴ δική μου ἀγάπη· καὶ τίποτα δὲν κερδίζει ὁ Θεός, ὅταν ἐγὼ τὸν ἀγαπῶ· καὶ τίποτα δὲν χάνει ὅταν ἐγὼ εἶμαι ἀχάριστος. Ἐγὼ μόνο χάνω μὲ τὴν ἀχαριστία μου κι ἐγὼ κερδίζω μὲ τὴν ἀγάπη μου· μὲ τὴν ἀχαριστία μου χάνω τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ἀγάπη μου κερδίζω τὴ χάρη του. Καὶ πάλι νὰ μὴ μοῦ περάση ἀπὸ τὸ μυαλὸ πὼς μὲ τὴν ἀγάπη μου ἀγοράζω τὴ θεία χάρη· γιατί κι ἡ ἀγάπη μου, ὅπως κι ἡ πίστη μου, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, καὶ ἡ χάρη πάντα μένει χάρη. Ἕνα μόνο εἶναι δικό μου, ἡ προαίρεσή μου, ἡ καλή μου διάθεση, νὰ δεχθῶ μέσα μου τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ λατρέψω τὸ ἔργο του γιὰ τὴ σωτηρία μου· ὄχι νὰ τὸ καταλάβω μὲ τὸ μυαλό μου, νὰ τὸ λατρέψω μὲ τὴν ἀγάπη μου καὶ νὰ φιλοτιμηθῶ νὰ περπατήσω τὸ δρόμο τῆς ἁγιωσύνης ποὺ ὁ Θεὸς διὰ μέσου τοῦ Σωτήρα μου Ἰησοῦ Χριστοῦ μοῦ ἔδειξε. Τὸ παραπέρα, τὸ πῶς θὰ 'χω τὴ θέρμη τῆς ἀγάπης, τὸ ποῦ θὰ βρῶ τὴ δύναμη νὰ ἐπιτελέσω ἁγιωσύνη, εἶναι πάλι καλωσύνη καὶ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Δὲν μὲ σώζουνε τὰ ἔργα μου· ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μὲ σώζει. Μὰ ἡ σωτηρία μου μὲ ὑποχρεώνει νὰ ἔχω ἔργα ἀντάξια τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, νὰ πράττω ἔργα ἄξια τῆς μετανοίας. Ὁ Θεός, ὅπως τὸ λέγει ὁ Ἀπόστολος σήμερα, μᾶς ἔσωσε «ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς ἃ προητοίμασεν, ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν»· χάραξε δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἕνα δρόμο δικό του γιὰ τοὺς δικούς του. Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος τῆς ἁγιωσύνης, ποὺ τὸν περπατοῦνε ὅσοι δέχθηκαν τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ κι εἶναι αὐτοὶ ποὺ τωόντι ἀγαποῦνε τὸ Θεό. Βλέπουμε λοιπὸν πὼς ἐνῶ τὰ ἔργα δὲν μποροῦν νὰ εἶναι ἡ αἰτία τῆς σωτηρίας μας, ὅμως πρέπει νὰ εἶναι ὁ σκοπὸς καὶ ὁ καρπὸς τῆς σωτηρίας μας.


Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,

Ὠκεανὸς εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πέλαγος καὶ πλατειὰ θάλασσα εἶναι ἡ χάρη του. Κι ἐμεῖς πέφτοντας σήμερα σ' ἐτοῦτον τὸν ὠκεανὸ καὶ στὰ νοήματα ἐτούτης τῆς θάλασσας κινδυνεύουμε νὰ πνιγοῦμε. Εἶναι σὰν καὶ ν' ἀκοῦμε κάποιους νὰ μᾶς λένε. Πιὸ ἁπλά, πιὸ πρακτικὰ νὰ μᾶς τὰ λές, γιατί ἔτσι δὲν καταλαβαίνουμε τίποτα, μὰ κι ἂν καταλαβαίνουμε, δὲν μᾶς ἐνδιαφέρουν τὰ θεολογικά. Ὅμως ἐγώ, χριστιανοί μου, μὲ τὴν εὐθύνη ποὺ ἔχω νὰ σᾶς κηρύξω τὸ Εὐαγγέλιο τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς σωτηρίας, ξέρω πὼς ἐτοῦτα πρέπει νὰ μᾶς ἐνδιαφέρουν κι ὄχι τὰ λεγόμενα πρακτικά. Μὰ καὶ τί πιὸ πρακτικὸ ὑπάρχει ἀπὸ τὴ σωτηρία μας; Ὅλος ὁ κόσμος μὲ τὰ πρακτικὰ του ἔργα δὲν ἀξίζει ὅσο ἡ ψυχή μας κι ἡ σωτηρία μας. Ἂς ἀρχίσουμε λοιπὸν γιὰ ἐτοῦτα τὰ δυὸ νὰ ἐνδιαφερώμαστε, γιὰ τὴν ψυχή μας δηλαδὴ καὶ γιὰ τὴ σωτηρία μας, καὶ θ' ἀνοιχθοῦν τὰ μάτια μας καὶ θὰ φωτισθῆ τὸ μυαλό μας νὰ καταλάβουμε πολλά. Θὰ καταλάβουμε προπαντὸς ἕνα, πὼς τὴ χάρη καὶ τὴ σωτηρία ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεὸς θὰ τὴν κάνουμε δική μας, ὄχι μὲ τὴ γνώση τοῦ μυαλοῦ μας, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀγάπη τῆς καρδιᾶς μας. Ἀμήν

Δεν υπάρχουν σχόλια: