«Αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσί» (Ἐφεσ. 5, 16). Ἡ διαπίστωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου παραμένει ἀληθινή στόν καιρό μας. Εἶναι πονηρές οἱ μέρες διότι οἱ ἄνθρωποι παραμένουμε «ἄσοφοι», «ἄφρονες» καί «ἄσωτοι». Οἱ ἄνθρωποι κάνουμε τόν χρόνο μας νά εἶναι πονηρός. Μπορεῖ νά συμβάλλει ὁ πονηρός, ἀπό τόν ὁποῖο παρακαλοῦμε νά μᾶς προφυλάξει ὁ Θεός, κάθε φορά πού λέμε τήν Κυριακή Προσευχή. Ὁ πολιτισμός καί τό περιβάλλον μας τότε συνδράμουν σέ αὐτό πού ὁ χαρακτήρας μας ἐπιζητεῖ. Μεθοῦμε μέ τό κρασί τῆς εὐχαρίστησης καί ξεχνοῦμε τή χαρά πού δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Μένουμε στό πρόσκαιρο καί ἀδιαφοροῦμε γιά τό αἰώνιο, εἴτε θεωροῦμε ὅτι πιστεύουμε στόν Θεό εἴτε ὄχι.
Ὁ κατά Θεόν σοφός
«Ἄσοφοι» οἱ ἄνθρωποι. Σοφός δέν εἶναι μόνο ὁ μορφωμένος ἤ ὁ ἔμπειρος τῆς ζωῆς. Εἶναι αὐτός πού ἀναζητεῖ τόν Θεό μέ ὅλη του τήν ὕπαρξη. Εἶναι αὐτός πού προσπαθεῖ νά ἀνακαλύψει καί νά ζήσει τό νόημα τοῦ χρόνου καί τῆς ὕπαρξης, κυρίως τή συνέχειά της μετά τόν θάνατο, διά τῆς ἀναστάσεως. Εἶναι αὐτός πού πίσω ἀπό τό κάθε τι βλέπει τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί στά εὐχάριστα καί στά λυπηρά, ἰδίως στά δεύτερα. Σοφός εἶναι αὐτός πού κάνει ἀρχή ἀγάπης τόσο πρός τόν Θεό ὅσο καί πρός τόν πλησίον. Παλεύει στήν ὁδό τῆς ἁγιότητας, διότι μέ αὐτόν τόν τρόπο ἐπικοινωνεῖ ὁ Θεός μέ τόν καθέναν μας. Μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ὄχι μέσα ἀπό τό ἀτομικό μας θέλημα. Οἱ σοφοί τοῦ κόσμου τούτου, ὅταν δέν πιστεύουν, ὅταν δηλαδή δέν ἐμπιστεύονται τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τό πρόσωπό του, φανερώνονται ἄσοφοι. Ἀκόμη κι ἄν δέν τό συνειδητοποιοῦν, τό νόημα τοῦ χρόνου μοιάζει μέ τόν Σίσυφο, τόν ἀρχαῖο ἥρωα πού κουβαλοῦσε μία πέτρα στήν κορυφή ἑνός βουνοῦ, καί πάνω πού πίστευε ὅτι ἔχει ἐκπληρώσει τήν ἀποστολή του, ἡ πέτρα ξανακυλοῦσε καί ἔπρεπε νά ξεκινήσει πάλι ἀπό τήν ἀρχή. Ἔτσι μοιάζουν καί οἱ «ἄσοφοι σοφοί» αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἐπενδύουν στή γνώση, στήν πρόοδο, στήν ἐπιστήμη, στά ἐπιτεύγματα, κυρίως στό «ἐγώ», διαπιστώνουν ὅμως ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι τόσο μάταια, ὥστε, ἀκόμα κι ἄν εὐχαριστιοῦνται τίς νίκες, τίς δόξες, τίς ἀνακαλύψεις τους, πρέπει νά ξεκινήσουν ἀπό τήν ἀρχή, διότι ὅλα αὐτά εἶναι πεπερασμένα καί ἀλλάζουν. Κυρίως, δέν νοηματοδοτοῦν τό τέλος τῆς ζωῆς αὐτῆς καί δέν βοηθοῦν στό νά εἶναι ὅλα μία νέα ἀρχή, ὄχι ἀγωνίας, ἀλλά χαρᾶς κι ἀγάπης διότι στό κουβάλημα τῆς πέτρας δέν εἴμαστε μόνοι μας, καθώς ὑπάρχει Θεός!
Ἡ ἐπένδυση στήν ὕλη
«Ἄφρονες» οἱ ἄνθρωποι, χωρίς σωφροσύνη. Δέν εἶναι μόνο ἡ ἠθική φθορά πού μᾶς διακατέχει. Τό ὅτι θέλουμε νά κάνουμε ὅ,τι μᾶς δικαιώνει. Εἶναι καί ὅτι ἐπενδύουμε στήν ὕλη. Ὅτι δέν βλέπουμε τήν ἀλήθεια πού εἶναι ὁ Χριστός καί νομίζουμε πώς ὅ,τι χτίζουμε μέ τίς δικές μας βεβαιότητες εἶναι ἀρκετό. Δέν εἶναι μόνο ἡ ἀστάθειά μας ἐξαιτίας τῆς δίψας μας γιά ἡδονή. Τό ὅτι δέν ἔχουμε ἐλεύθερη προσωπικότητα ἀλλά, συχνά, ἀγόμαστε καί φερόμαστε ἀπό τά θέλω μας. Εἶναι καί τό γεγονός ὅτι ἄν διαγράψουμε τόν Θεό ἀπό τή ζωή μας ἤ τόν παραγκωνίσουμε, τότε φαινομενικά τό «ἐγώ» μας ἐλευθερώνεται, ὅμως ἡ ἁμαρτία πού συνοδεύει αὐτή τήν ἐλευθερία μᾶς παγιδεύει καί μᾶς καταστρέφει. Διότι γεννᾶ μία ἀσυνείδητη ὕβρη ἐντός μας, ὅτι εἴμαστε μόνοι μας θεοί. Ὅτι ἔχουμε σέ ὅλα δίκιο. Ὅτι οἱ ἄλλοι ὀφείλουν νά δοῦνε τή ζωή ὅπως ἐμεῖς τήν βλέπουμε. Ὕλη καί δικαιώματα μᾶς κάνουν νά ξεχνοῦμε τά ὅρια τῆς ζωῆς. Παλεύουμε νά εἴμαστε αὐτό πού θέλουμε, ἀλλά λησμονοῦμε ὅτι χωρίς Θεό πάντοτε κάτι θά μᾶς λείπει.
Ἡ περιουσία πού λησμονοῦμε
«Ἄσωτοι» οἱ ἄνθρωποι. Διαγράφουμε ἀπό τή ζωή μας τό ἦθος καί τήν ἀρετή. Τούς κανόνες καί τά ὅρια. Τήν ἐπίγνωση ὅτι ὁ ἑαυτός μας δέν εἶναι αὐτάρκης. Προχωροῦμε σάν νά πρόκειται νά ζήσουμε γιά πάντα. Μακριά ἀπό τό σπίτι τοῦ Θεοῦ-πατέρα, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλοτριώνοντας τό περιεχόμενο τῆς περιουσίας πού μᾶς ἐμπιστεύθηκε. Μετατρέποντας τήν ἀγάπη πρός ἐκεῖνον καί πρός τόν πλησίον σέ ἀγάπη μόνο γιά τό ἐγώ μας. Τήν ἐλευθερία ἀπό τό κακό σέ δόξα τῶν παθῶν. Τόν νοῦ μας, ἀπό εὐλογία γιά νά παρατηροῦμε τόν κόσμο καί νά δοξάζουμε τόν Θεό γιά τήν ὀμορφιά τῆς ζωῆς, σέ ὄργανο ἀνταρσίας ἐναν τίον τοῦ Θεοῦ καί ἀπόρριψής του. Τή συνείδηση, ἀπό φωνή τοῦ Θεοῦ ἐντός μας, σέ φίμωση τοῦ ἀγαθοῦ καί παράδοση στό θέλημά μας. Ὑπάρχω γιά μένα. Οἱ ἄλλοι εἶναι οἱ ὑπηρέτες μου. Ἡ ἁμαρτία εἶναι δικαίωμα καί ἡ διάπραξή της εὐχαρίστηση. Ὅποιος θέλει νά μᾶς περιορίσει, δέν ξέρει τί εἶναι καλό γιά ἐμᾶς.
«Αἱ ἡμέραι πονηραί εἰσί». Οἱ Ἅγιοι, ὅπως ὁ ἅγιος Σπυρίδων πού τιμᾶται σήμερα, μᾶς δίνουν ἀπάντηση παρηγοριᾶς. Μέ τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στίς καρδιές μας θά γίνουμε «τέκνα φωτός». Ὁ δρόμος περνᾶ καί πάλι μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία.
π. Θ.Μ.
http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/fk/2021/50_2021(3576).pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου