Η «Ελληνική Δημοκρατία» του Ρήγα Βελεστινλή και ο Διαφωτισμός
«Νέα Πολιτική Διοίκησις», το χειρόγραφο των Κυθήρων
Το εργαστήρι χάλκευσης της ιστορίας, που έστησε το Νεοελληνικό Κοραϊκὀ κράτος, για να παραχαράξει το Επαναστατικό πρόταγμα του κινήματος του Ρήγα και της εταιρείας που ηγείτο, και να εδραιώσει το επιβληθέν στο Ελλαδικό κράτος καθεστώς νεοτερικής κατοχής, έπρεπε να εγγράψει τον Ρήγα στους οπαδούς και μεταπράτες του φιλελεύθερου καθεστώτος.
Στην κατεύθυνση αυτή κινούμενο το σύνολο σχεδόν της εγχώριας ιστοριογραφίας εμφανίζει τον Ρήγα ως αντιγραφέα του επαναστατικού προτάγματος της Γαλλικής Επανάστασης και των Ιακωβίνων, ως μεταπράτη-διαφημιστή των ιδεών της φιλελεύθερης αστικής «δημοκρατίας», ο οποίος έγραψε σειρά βιβλίων εμπνευσμένος από τον Διαφωτισμό, για να φωτίσει τους σε βαθύ σκότος ευρισκόμενους συμπατριώτες του και κάποια στιγμή αποφάσισε με τους συντρόφους του, να διακόψει τις συνευρέσεις, όπου τραγουδιόνταν επαναστατικά άσματα και απαγγέλλονταν επαναστατικά ποιήματα, για να κάμει επανάσταση.
Έτσι το ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου αναφέρει ότι δήθεν «η συνταγματική πρόταση του Ρήγα Βελεστινλή διατυπώθηκε στον απόηχο των πολιτικών και συνταγματικών εξελίξεων που συνδέονται με τη Γαλλική Επανάσταση» και ότι «το πολίτευμα που καταστρώνει ο Ρήγας με τη «Νέα Πολιτική Διοίκηση» έχει ως πρότυπό του το γαλλικό Σύνταγμα του 1793». Συνεχίζοντας αναφέρει ότι «ο Ρήγας Βελεστινλής επέλεξε ως πρότυπο το ριζοσπαστικότερο από τα συνταγματικά κείμενα της Γαλλικής Επανάστασης[1]», ενώ στην ιστοσελίδα του Ελληνικού Κοινοβουλίου [2] αναφέρεται ότι τα «Δίκαια του Ανθρώπου» και το «Σύνταγμα» που συνέταξε ο Ρήγας είναι «εκλαϊκευμένη μεταφορά του Γαλλικού Συντάγματος του 1793, του πιο ριζοσπαστικού από τα τρία των συνταχθέντων στην διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης (1791, 1793, 1795)».
Επίσης ο καθηγητής πανεπιστημίου Πασχάλης Κιτρομηλίδης επισημαίνει στον τόμο που εξέδωσε η Βουλή για το θέμα αυτό με τίτλο «Ρήγα Βελεστινλή: Άπαντα»[3] ότι «το σενάριο επανάστασης του Ρήγα αντλεί τις ιδέες, το λεξιλόγιο και τα προτάγματα του Διαφωτισμού, ενώ το σύνταγμά του προσαρμόζεται βάσει του ριζοσπαστικού ρεπουμπλικανικού ιακωβίνικου μοντέλου του 1793. Οι αρχές του «μέσου» ιακωβίνου προέτασσαν ένα ανεξάρτητο εθνικό κράτος με μη μοναρχικό πολίτευμα, την καθολική ανδρική ψηφοφορία, τον χωρισμό εκκλησίας-πολιτείας, τη διασφάλιση της ατομικής ιδιοκτησίας (χωρίς όμως την ύπαρξη μεγάλων περιουσιών) και την εξάλειψη της φτώχειας». Ακόμη, τον οικουμενικό χαρακτήρα της Ελληνικής Δημοκρατίας του Ρήγα, ο ίδιος καθηγητής, τον ερμηνεύει ως «προσαρμογή του ιακωβίνικου συνταγματικού σεναρίου στα Βαλκάνια από τον Ρήγα, που γίνεται στη βάση μίας υπερεθνικής πρόσληψης ενός ενιαίου ιστορικού χώρου· τη στιγμή που τα ίδια τα ιακωβίνικα πρότυπα προϋποθέτουν την ύπαρξη ενός ομοιογενούς εθνικού συνόλου, το οποίο προσπαθούσαν να μετασχηματίσουν σε δημοκρατική κοινότητα[4]».
Τέλος ο αείμνηστος καθηγητής Νικ. Σβολόπουλος εκφράζει την άποψη πως «δεν δύναται να θεωρηθεί ως απόλυτα αναγκαστικός ο βαθμός τελικά της αποδοχής του Γαλλικού Διαφωτισμού, όπως υποστηρίζουν οι Έλληνες οπαδοί του Γαλλικού Διαφωτισμού»[5].
Ο Ρήγας και η εταιρεία του, κατηύθυναν τον επαναστατικό τους προσανατολισμό στην μία από τις δύο αναθεωρητικές δυνάμεις της εποχής , την επαναστατική Γαλλία. Και όχι μόνο στράφηκαν προς την Γαλλία, αλλά διαλέγονται και με τους πιο ριζοσπαστικούς πυρήνες της Γαλλικής Επανάστασης, που ήταν οι Ιακωβίνοι[6].
Ο διάλογος αυτός όμως με τους Ιακωβίνους, μεταφράζεται από τους «Διαφωτισμένους» οπαδούς της νεοτερικότητας του Νεοελληνικού Κοραϊκού κράτους, ως μετατροπή του Ρήγα και του κινήματός του σε οπαδούς και μεταπράτες της νεοτερικότητας, αλλά και ως απόδειξη ότι η νεοτερικότητα αποτέλεσε την καθοριστική και ουσιώδη βάση της σκέψης και του πολιτειακού τους προτάγματος.
Ήταν λοιπόν ο Ρήγας διαφωτιστής;
Την απάντηση την δίνει ο ίδιος ο Ρήγας στους ανακριτές του, όταν καταθέτει ότι «αν και το γαλλικό πολίτευμα δεν είναι εκείνο το οποίο αυτός παρέλαβε από τον Γάλλο πρόξενο στην Βλαχία… παρακαλεί τον σύντροφό του Κορωνιό να εξακολουθήσει την μετάφρασή του», και συνεχίζοντας δηλώνει ότι «μόνον τον τύπο θέλει να παραλάβει από αυτό, και ότι θα συντάξει άλλο κατά το ελληνικό πνεύμα και θα τυπώσει 70.000 αντίτυπα αυτού..»! Ιδού και το σχετικό απόσπασμα της ανακρίσεως[7]:
Περαιτέρω, ο συλληφθείς σύντροφος του Ρήγα Δημήτριος Νικολίδης, ερωτώμενος κατά την ανάκριση μετ’ επιτάσεως , όπως και ο Ρήγας, για την σχέση τους με το Γαλλικό πολίτευμα, απαντά, ότι «η ενασχόλησή τους με το γαλλικό πολίτευμα υπήρξε επειδή αυτό είχε μεγάλη ομοιότητα προς το παλαιό πολίτευμα της Ελλάδος». Ιδού το σχετικό απόσπασμα της ανακρίσεως [8] :
Τέλος ο συλληφθείς σύντροφος του Ρήγα Παναγιώτης Εμμανουήλ, ερωτώμενος κατά την ανάκριση, όπως και ο Ρήγας και οι λοιποί συλληφθέντες, για την σχέση τους με το Γαλλικό πολίτευμα, απαντά ότι «εκφράστηκε ευνοϊκά ότι για την ελευθερία των Γάλλων για τον λόγο κάθε Έλληνας που γνωρίζει τα πολιτεύματα της αρχαίας Ελλάδος διάκειται σήμερα ευμενώς υπέρ του υφιστάμενου σήμερα πολιτεύματος στην Γαλλία, αφού αυτό κατά το μεγαλύτερο μέρος του είναι ειλημμένο από το πολίτευμα του Σόλωνα». Ιδού το σχετικό απόσπασμα[9] της ανακρίσεως:
Ποιο ήταν το Σύνταγμα των Ιακωβίνων, για το οποίο μετά μανίας ερωτούν οι ανακριτές τον Ρήγα και τους συντρόφους του; Μα το πολίτευμα που επικρατεί σήμερα σε όλες τις χώρες του κόσμου, δηλαδή το πολίτευμα της «κοινοβουλευτικής δημοκρατίας», προεδρικής ή πρωθυπουργοκεντρικής, το οποίο, κατά την πολιτειολογικά απόλυτα τεκμηριωμένη ερμηνεία, του κατ’ εξοχήν Αριστοτελικού καθηγητή Γιώργου Κοντογιώργη, αποτελεί στην ουσία μια μετεξέλιξη της Απόλυτης Κληρονομικής Μοναρχίας, αρχικά σε Συνταγματική και μετέπειτα σε εκλόγιμη[10], αφού στο πολίτευμα αυτό η πολιτική κυριαρχία ανήκει στο Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή στον εκάστοτε πρωθυπουργό, ο οποίος αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό για λογαριασμό της κοινωνίας, ερμηνεύοντας, κατά την κυρίαρχη και απόλυτη κρίση του, το γενικότερο συμφέρον, ενώ η κοινωνία αποτελεί εξωθεσμικό παράγοντα[11].
Ποιο όμως ήταν το πολίτευμα που ο Ρήγας περιγράφει στην «Νέα Πολιτική Διοίκηση»;
Ο Ρήγας, όπως και οι συναγωνιστές του, δεν εμπνέονται από έναν αφηρημένο κλασικισμό, δεν είναι επηρεασμένοι από ρομαντισμό και μια μία διάχυτη, εκείνη την περίοδο, αίσθηση, σχετικά με την ανεπανάληπτη αξία του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, άλλα αντλούν τη πολιτειακή θεωρία τους από την διαχρονική εφαρμογή του Δημοκρατικού πολιτεύματος της Αρχαίας Αθήνας στην Οικουμενική Κοσμόπολη του Βυζαντίου. Για τον Ελληνικό Κόσμο και τον Ρήγα, η Δημοκρατία δεν είναι μια ανάμνηση του παλαιού πολιτεύματος της Αρχαίας Αθήνας, αλλά βιωμένη και εφαρμοσμένη πολιτική επιστήμη κατά την υπερ-χιλιετή διάρκεια του Βυζαντίου, και μάλιστα στην μετα-κρατοκεντρική εκδοχή της, αφού, από τον Μ. Αλέξανδρο και επέκεινα, ο Ελληνικός Κόσμος μετέβη στην μετα-κρατοκεντρική Οικουμενική Κοσμόπολη, με θεμέλιο το δημοκρατικό πολίτευμα των πόλεων- κρατών.
Τι προβλέπει το σύνταγμα του Ρήγα: Την ανασύσταση της οικουμενικής κοσμόπολης. Δηλαδή την ανασύσταση του κράτους των Ελλήνων, το οποίο επικράτησε μετά τον Αλέξανδρο και που το γνωρίζουμε με καθαρό τρόπο στην περίοδο του Βυζαντίου. Θεμέλιο της Κοσμόπολης αποτελούν τα Κοινά των Ελλήνων, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι πόλεις-κράτη της αρχαιότητας, όπως μεθαρμόστηκαν και προσαρμόστηκαν στην επόμενη περίοδο στα «Κοινά των Ελλήνων», τα οποία αποτελούν το ζωντανό κύτταρο των κοινωνιών του ελληνισμού και είναι δημοκρατικά συντεταγμένα (δηλαδή με όρους αυτοκυβέρνησης). Αυτό αποτελεί το επαναστατικό πρόταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας του Ρήγα, ο οποίος δεν έχει, όπως οι Ιακωβίνοι, ένα επαναστατικό σχέδιο ανατροπής της φεουδαρχίας των δουλοπαροίκων για να δημιουργήσει πολίτες. Έχει μπροστά του πολίτες που αυτοκυβερνώνται για χιλιετίες, με όρους δημοκρατίας.
Σε τι διαφέρει όμως η «Ελληνική Δημοκρατία», αυτή η δημοκρατική κοσμόπολη, από το ιστορικό παρελθόν της Βυζαντινής Κοσμόπολης; Έχει δύο μεγάλες διαφορές: Ότι θέλει σε όλες τις πόλεις-κοινά να εφαρμόζεται η δημοκρατία και όχι κατά τους εσωτερικούς συσχετισμούς και, από την άλλη μεριά, η κεντρική πολιτεία να μη συγκροτείται από τη μητρόπολη (Κωνσταντινούπολη στην περίοδο του Βυζαντίου), αλλά από το σύνολο των πολιτών της επικράτειας, δηλαδή την θέσμιση της κοινωνίας των πολιτών ως πολιτικά κυρίαρχης.
Έτσι, στο πολιτικό επίπεδο θεωρεί ότι η βουλή και η κυβέρνηση είναι νομοπαρασκευαστικά όργανα, σε μια νομοθετική διαδικασία στην οποία αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό ο λαός, ο οποίος έχει επίσης και την νομοθετική πρωτοβουλία. Η πολιτική κυριαρχία ανήκει στον αυτοκράτορα λαό! Μας λέει και τις διαδικασίες μέσα από τις οποίες θα συντελεστεί αυτό το γεγονός. Επίσης, στο επίπεδο της οικονομίας, προτείνει ένα συμβιβαστικό σημείο σεισάχθειας, που, κατατείνει με την απελευθέρωση στο να διαγράψει οτιδήποτε έχει να κάνει με δάνεια ατόμων ή κοινών που έχουν υπερβεί σε επίπεδο τόκων το ίσο μέρος του κεφαλαίου κι αυτό, για να δώσει μία νέα εκκίνηση στην οικονομία. Όπως επίσης δέχεται την εταιρική οικονομία[12] κι όχι την ιδιοκτησία του συστήματος από αυτόν που κατέχει το κεφάλαιο. Είναι το εταιρικό σύστημα, που επικράτησε από τους ελληνιστικούς χρόνους και ιδίως έγινε καθεστώς στην περίοδο του Βυζαντίου και, κατηργήθη δυνάμει αυτού η δουλεία.
Σέ τούτη τη νέα συλλογική οργάνωση η λαϊκή κυριαρχία δεν αποτελεί μόνο μία αφηρημένη διάταξη συνταγματικής θεμελίωσης του δημοκρατικού πολιτεύματος, αλλά κατοπτρίζει στο επίπεδο της θεωρίας την πεποίθηση, ότι η ουσιαστική προϋπόθεση της δημοκρατίας είναι ή καθολική συμμετοχή των πολιτών, οι όποιοι έχουν το φυσικό δικαίωμα να συμβάλλουν στη διαμόρφωση της απόφασης. Στην αυτοθεσμιζόμενη κοινωνία που ιχνογραφείται στην Νέα Πολιτική Διοίκηση, η μορφή πολιτικής έκφρασης της αδιαμεσολάβητης δημοκρατίας προϋποθέτει, αφενός την ύπαρξη πολιτών και αφετέρου ένα υψηλό επίπεδο πολιτικής συνείδησης, το οποίο οι Έλληνες βίωναν επί χιλιετίες στα κοινά τους, τόσο στην κρατοκεντρική περίοδο, όσο και στην μετακρατοκεντρική τοιαύτη.
Τέλος ο Ρήγας, δεν υιοθετεί το πρόταγμα των Δυτικών για την ομοιογένεια, δηλαδή την εξαφάνιση του διαφορετικού όπως συμβαίνει ακόμα και σήμερα στις διάφορες εθνικές κοινότητες από τη Γαλλία μέχρι την Τουρκία μέχρι όλον τον κόσμο. Είναι υπέρ της πολυσημίας. Αναγνωρίζει την εθνική στέγη που ανάγεται στον ελληνισμό (η ελληνική ταυτότητα) αλλά συγχρόνως, αποδέχεται την αυτονομία των επί μέρους εθνοτικών κι όχι εθνικών ομάδων, που θεωρεί ότι έχουν αυτή τη στέγη την ελληνική, τη γλώσσα και την εκπαίδευση και τις αξίες. Και, στο πλαίσιο αυτό αποδέχεται ακριβώς ότι μπορούν όλοι να στεγαστούν σε αυτήν την κοσμοπολιτειακή οντότητα και να έχουν τις εσωτερικές ελευθερίες οι οποίες αρμόζουν στον ελληνικό κόσμο.
Αντίθετα το πολίτευμα που υιοθέτησε η Εσπερία στην εποχή της μετάβασης από τη δεσποτεία στον πρώιμο ανθρωποκεντρισμό, το ιακωβινικό πολίτευμα[13], προέκρινε την απόρριψη της ιδιοκτησιακής αντίληψης του κράτους (δηλ. της μοναρχικής απολυταρχίας / κρατικής δεσποτείας) υπέρ ενός κράτους που συγκροτούσε αυτό καθεαυτό μια νομική κατασκευή (πλάσμα δικαίου), ένα νομικό πρόσωπο, του οποίου το πολιτικό προσωπικό έμελλε να απολαμβάνει τη λαϊκή νομιμοποίηση. Εντούτοις, η δομή και η λογική του κράτους αυτού, δηλαδή η σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής, δεν άλλαξε. Το κράτος και συγκεκριμένα οι φορείς του συνέχισαν να κατακρατούν δίκην ιδιοκτησίας το σύνολο της εξουσίας που διέθετε προηγουμένως ο απόλυτος άρχων. Στο πλαίσιο αυτό, το κράτος ορίζει την επικράτεια της κοινωνικής συλλογικότητας. Ενσαρκώνει, όμως, ταυτόχρονα το πολιτικό σύστημα, μεγάλο μέρος της οικονομικής ιδιοκτησίας, τη Διοίκηση, τη Δικαιοσύνη, τον στρατό, την αστυνομία, όλα όσα προσήκουν στη συγκρότηση και στη λειτουργία της κοινωνίας.
Η κοινωνία, από την πλευρά της, εκλαμβάνεται ως το άθροισμα των ατόμων ιδιωτών ή υπηκόων, που ανήκουν θεσμικά στο κράτος. Εξ ου και δεν διαθέτει ιδίαν βούληση. Στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα, ως συνέχεια του παλαιού καθεστώτος, τη βούλησή της κοινωνίας, τι θέλει και τι όχι, τι την συμφέρει και τι όχι, το αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό ο πρωθυπουργός, ή ο πρόεδρος. Το σύστημα αυτό εναποθέτει εντέλει τη διαμόρφωση των πολιτικών της χώρας στους συσχετισμούς δύναμης που διαμορφώνονται στο περιβάλλον της κοινωνίας, συχνά από τους φορείς της (οικονομικής) ιδιοκτησίας, δηλαδή εξωθεσμικά, όχι στο πλαίσιο της ίδιας της Πολιτείας. Θα λέγαμε ότι ο κοινοβουλευτισμός αναπαράγει σήμερα με τόση ακρίβεια το αρχέτυπο του παλιού καθεστώτος, ώστε να θεωρεί ως αυτονόητη την τοποθέτηση της πολιτικής τάξης υπεράνω του νόμου, δηλαδή την εξαίρεσή της από την έννομη τάξη (από το λεγόμενο κράτος δικαίου), τον μη ανακλητό της χαρακτήρα, την εναντίωσή της στην κοινωνική βούληση και προφανώς την οποιαδήποτε σκέψη να ελέγχεται και να αποδίδει λογαριασμό των πεπραγμένων της. Το εξόχως μοναρχικό αυτό πολιτικό σύστημα, θα αποκληθεί από τη νεοτερικότητα ως αναντιλέκτως δημοκρατικό, με συνέπεια η εναντίωση σ’ αυτό να χαρακτηρίζεται συλλήβδην ως υπόλογη προσήνειας προς το αυταρχικό καθεστώς.
Να λοιπόν η διαφορά, μεταξύ του κυρίαρχου σήμερα σε πλανητικό επίπεδο πολιτειακού προτάγματος του Διαφωτισμού και των ιακωβίνων, και του πολιτειακού προτάγματος του Ρήγα και των Ελλήνων επαναστατών.
Όπως αναφέρει επί του προκειμένου ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης στο βιβλίο του «Η Ελληνική Δημοκρατία του Ρήγα», θέλοντας να καταδείξει την σημασία της ανάκτησης της συλλογικής μνήμης του σωζόμενου Ελληνισμού και την αξία της κατάκτησης της ιστορικής του συνείδησης για την επιβίωσή του και την επιτέλεση του ιστορικού του ρόλου «το πρόταγμα του Ρήγα, η ελληνική δημοκρατία του Ρήγα όπως προβάλλει, δεν απέτυχε επειδή ήταν ουτοπική, αλλά διότι ηττήθηκε ο ελληνισμός στην Επανάσταση. Αυτή η συντριπτική ήττα του ελληνισμού κάνει και τη διαφορά της προ-επαναστατικής περιόδου ή της περιόδου που αφορά τον μείζονα ελληνισμό έξω από το κράτος και, του νεοελληνικού κράτους. Μας επιτρέπει δηλαδή, να σκεφθούμε από πού ερχόμαστε και πού καταλήξαμε. Τι είναι αυτό το οποίο καθιέρωνε τον ελληνικό κόσμο υπό καθεστώς οθωμανικής εθνικής κατοχής να ηγεμονεύει ουσιαστικά σε τρεις αυτοκρατορίες οικονομικά και πολιτικά και να έχει διανοητική από κάθε άποψη αυτονομία ως προς τον τρόπο της σκέψης και της διαχείρισης των υποθέσεών του και, πού καταλήξαμε σήμερα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου