Του Δρ. ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΝΟΓΛΟΥ
Διεθνολόγου, Μόνιμου Λέκτορα Νομικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Ο πρώτος γύρος των Προεδρικών Εκλογών στα Σκόπια (24/4) επιβεβαίωσε τις δημοσκοπήσεις για επικράτηση της υποψήφιας του εθνικιστικού δεξιού κόμματος VMRO-DPMNE Γκορντάνας Σιλιανόφσκα απέναντι στον απερχόμενο νυν Πρόεδρο Στέβο Πενταρόφσκι του Κυβερνώντος Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (του πρώην Πρωθυπουργού Ζ. Ζάεφ). Η μεγάλη διαφορά (40% προς 20%) αναμένεται να οριστικοποιηθεί στο δεύτερο γύρο των εκλογών, που θα πραγματοποιηθεί ταυτόχρονα με τις βουλευτικές εκλογές στις 8/5, με υψηλή πιθανότητα την ταυτόχρονη επικράτηση της Σιλιανόφσκα στην Προεδρία και του Χρίστιαν Μίτσκοσκι στην Πρωθυπουργία μιάς νέας Κυβέρνησης του VMRO στα Σκόπια.
Η έντονη ρητορική που χαρακτήρισε τις εκλογές, υπέρ της χρήσης του ονόματος «Μακεδονία» (χωρίς το Βόρεια) από το VMRO, διαμορφώνει ένα νέο σκηνικό στη γειτονική χώρα, το οποίο τείνει να ανατρέψει τις ευαίσθητες ισορροπίες που λειτουργούν οριακά τόσο εντός των Σκοπίων, όσο και στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία, αλλά και στην Αλβανική κοινότητα που συγκυβερνούσε εντός της γειτονικής χώρας, την περίοδο από το 2019-2024.
Η Βουλγαρία επέτυχε να διεκδικήσει συνταγματική αναθεώρηση, στα Σκόπια, που όμως δεν υλοποιήθηκε ακόμη (στους τομείς της γλώσσας, της ταυτότητας και της καταγωγής). Η Ελλάδα, παρακολουθεί αμήχανη την σωρεία συνεχών παραβιάσεων της «Συμφωνίας των Πρεσπών» (ΣτΠ) από την γειτονική χώρα και καθυστερεί την κύρωση τριών εφαρμοστικών Πρωτοκόλλων, που είναι μορφή αντιμέτρου από τη χώρα μας. Οι Η.Π.Α. και το ΝΑΤΟ είναι ικανοποιημένοι για την ένταξη των Σκοπίων στη Συμμαχία, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση διστάζει να προχωρήσει την ενταξιακή διαδικασία της μικρής κεντροβαλκανικής χώρας στα βόρεια της Μακεδονίας μας, λόγω των εκκρεμοτήτων με την Βουλγαρία και στο εσωτερικό με τους Αλβανούς που επιδιώκουν καθεστώς ιδρυτικής συνιστώσας του κράτους. Η δέσμευση του Έλληνα Πρωθυπουργού ότι «δεν θα χαρίσουμε στα Σκόπια το βέτο της Ελλάδος στην ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση» συνδυάστηκε από ίδιο με την επακριβή τήρηση των όρων της ΣτΠ, χωρίς να τεθεί ζήτημα αναθεώρησης των οριζόμενων για την εθνότητα-ιθαγένεια και την γλώσσα.
Αν, όμως, η νέα Κυβέρνηση των Σκοπίων ζητήσει επίσημα, ή εφαρμόσει έστω σιωπηρά, γενικευμένα στην πράξη, το παλιό συνταγματικό όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» (όπως διακηρύττει το VMRO), τότε η Ελλάδα και η Νέα Δημοκρατία ως Κυβερνητικό κόμμα, θα βρεθεί ενώπιον μίας νέας κατάστασης: Το μόνο (θεωρούμενο) θετικό της ΣτΠ για την Ελλάδα (κατά την άποψη της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που την υπέγραψε) ήταν το κρατικό όνομα «Βόρεια Μακεδονία».
Αν αυτό, de jure ή de facto, αρθεί, τότε η Ελλάδα θα δικαιούται (περισσότερο από όσο σήμερα που παραβιάζεται στην καθημερινή πρακτική) να καταγγείλει την ΣτΠ λόγω παραβιάσεως ουσιώδους όρου της, όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 60 § 1 και 3 της Σύμβασης της Βιέννης του 1969 για «το Δίκαιο των Διεθνών Συνθηκών», και να ζητήσει την λήξη ή την αναστολή της ΣτΠ. Θα έχει αποδειχθεί, μάλιστα, πανηγυρικά στην πράξη, πόσο επικίνδυνος ήταν ο τεμαχισμός του Μακεδονικού ονόματος, ώστε να εννοεί με την ίδια λέξη «διαφορετικά» πράγματα!
Ο φόβος ορισμένων ότι τα Σκόπια θα μετατρέψουν αμέσως την ονομασία τους, στα Ηνωμένα Έθνη, σε «Δημοκρατία της Μακεδονίας» παραγνωρίζει όλο το διπλωματικό ιστορικό της διαφοράς από το 1991 έως το 2018, που θα επικαλεστεί η Ελλάδα: αποφάσεις 817, 845 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας, Ενδιάμεση Συμφωνία (1995), οι οποίες θα αναβιώσουν πιθανότατα και βέβαια ένα άμεσο ελληνικό βέτο στην Ευρωπαϊκή ένταξη των Σκοπίων, αλλά και διμερή περιοριστικά μέτρα, που θα απαιτήσει η χώρα μας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ ακόμη, λόγω της παράνομης συμπεριφοράς των Σκοπίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου