Στο Βυζάντιο, από της εποχής του Μ. Κων/νου, τον πρώτο λόγο, από θρησκευτικής πλευράς, είχε ο χριστιανισμός και από της εποχής του Μ. Θεοδοσίου, η ορθοδοξία.
Που σημαίνει ότι οι διάφορες θρησκευτικές μειονότητες, στο χρονικό αυτό διάστημα, ασφυκτιούσαν ή έπνεαν τα λοίσθια. Αλλά, όχι μόνο αυτές…
Γιατί ακόμη και οι ορθόδοξοι χριστιανοί υπέφεραν, εξαιτίας του καθεστώτος της δεσποτοκρατίας.
Το οποίο, σε αντίθεση με το χαρακτήρα της εκκλησίας, που είναι δημοκρατικός, ήταν και παραμένει, μέχρι και σήμερα, τυραννικό και απάνθρωπο.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του πατριάρχη της Αλεξάνδρειας, Θεόφιλου.
Συνέβη στις μέρες του να χηρέψει ο πατριαρχικός θρόνος της Κωνσταντινούπολης. Και ο Θεόφιλος ήθελε να επιβάλει, ως πατριάρχη, κάποιον της δικής του επιρροής.
Αλλά δεν τα κατάφερε…
Αφενός γιατί ο πανίσχυρος, τότε, πρωθυπουργός, Ευτρόπιος γνώριζε τις σκοτεινές του δολοπλοκίες και αφετέρου, γιατί εκεί στην Αντιόχεια είχε ανατείλει ένα αστέρι πρώτου μεγέθους. Από αυτά, που σπανιότατα σελαγίζουν, όχι μόνο στο εκκλησιαστικό, αλλά και γενικότερα στο κοινωνικό στερέωμα.
Αλλά δεν τα κατάφερε…
Αφενός γιατί ο πανίσχυρος, τότε, πρωθυπουργός, Ευτρόπιος γνώριζε τις σκοτεινές του δολοπλοκίες και αφετέρου, γιατί εκεί στην Αντιόχεια είχε ανατείλει ένα αστέρι πρώτου μεγέθους. Από αυτά, που σπανιότατα σελαγίζουν, όχι μόνο στο εκκλησιαστικό, αλλά και γενικότερα στο κοινωνικό στερέωμα.
Όταν ρωτήθηκε ο περίφημος ρητοροδιδάσκαλος Λιβάνιος «για το ποιος θα ήθελε να τον διαδεχθεί στη διεύθυνση της ρητορικής σχολής της Αντιόχειας», είχε πει:
«Ο Ιωάννης, αν δεν τον είχαν διαφθείρει οι χριστιανοί»…
Αυτός, λοιπόν, ο «διεφθαρμένος» απ’ τους χριστιανούς Ιωάννης, ήταν ασυναγώνιστος ρήτορας. Και αποδείχτηκε ο μεγαλύτερος εκκλησιαστικός ρήτορας όλων των εποχών. Σε σημείο ώστε οι μεταγενέστεροι να τον ονομάσουν «Χρυσόστομο».
Και δεν ήταν ο Χρυσόστομος μόνο άνθρωπος των μεγάλων και ωραίων λόγων, αλλά και των μεγάλων έργων.
Αφού παράλληλα με το κηρυκτικό του έργο, ήταν και το φιλανθρωπικό. Στο οποίο εύρισκαν φροντίδα και θαλπωρή χιλιάδες φτωχοί της Αντιόχειας.
Με αποτέλεσμα η φήμη του να φτάσει μέχρι και την Κωνσταντινούπολη. Έτσι ώστε να μην ευοδωθούν, όπως προαναφέραμε, οι δολοπλόκοι σχεδιασμοί του Θεόφιλου.
Ο οποίος και γι’ αυτό το λόγο, αλλά και για το γεγονός ότι η προσωπικότητα του Χρυσοστόμου επισκίαζε αυτόν και πολλούς άλλους, καραδοκούσαν να πάρουν εκδίκηση.
Και βέβαια περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία. Που, ασφαλώς, δεν μπορούσε να βρεθεί ευθύς εξαρχής.
Δεδομένου ότι, όπως και στην Αντιόχεια, η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας της Κωνσταντινούπολης είχε καταγοητευθεί, όχι μόνο απ’ τα συναρπαστικά κηρύγματα του Χρυσοστόμου, αλλά και το πλούσιο και πάλι φιλανθρωπικό του έργο.
Δεδομένου ότι, όπως και στην Αντιόχεια, η συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας της Κωνσταντινούπολης είχε καταγοητευθεί, όχι μόνο απ’ τα συναρπαστικά κηρύγματα του Χρυσοστόμου, αλλά και το πλούσιο και πάλι φιλανθρωπικό του έργο.
Και πολύ περισσότερο για το κοινωνικό όραμα, που έδινε για μια εκ βάθρων αναμόρφωση, όχι μόνο της Εκκλησίας, αλλά και γενικότερα του κοινωνικού συνόλου.
Πάντοτε σύμφωνα με τα ευαγγελικά ιδεώδη της αγάπης και της δικαιοσύνης. Όπως αυτά εκφράστηκαν στην υποδειγματική πρωτοχριστιανική κοινωνική οργάνωση.
Έφτασε, μεταξύ των άλλων, στο σημείο να καταργήσει κάθε πολυτέλεια, όχι μόνο των ναών, αλλά και αυτού του πατριαρχικού μεγάρου:
Τα μεταξωτά και τα χρυσά στολίσματα και κοσμήματα, οι τάπητες, τα πορφυρά παραπετάσματα, τα πλούσια ιερατικά ενδύματα διέταξε να πουληθούν και το αντίτιμό τους να διατεθεί, για την ανακούφιση των φτωχών.
Ακόμη και στην προσωπική του αμφίεση χρησιμοποιούσε τα πλέον απλά και κοινά υφάσματα.
Σε αντίθεση με τις πολυάριθμες και πολυτελείς και πολυδάπανες αυτοκρατορικές στολές και τον υπόλοιπο εξεζητημένο διάκοσμο κάποιων τωρινών αρχιερέων.
Που αποτελούν βάναυση πρόκληση για το περί δικαίου αίσθημα του δεινά μαστιζόμενου λαού.
Κάτι που συνέβαινε και στην κοινωνία της εποχής εκείνης, η οποία χαρακτηριζόταν από αβυσσαλέες κοινωνικές ανισότητες.
Κάτι που συνέβαινε και στην κοινωνία της εποχής εκείνης, η οποία χαρακτηριζόταν από αβυσσαλέες κοινωνικές ανισότητες.
Αφού τα 2/10 του πληθυσμού ζούσαν σε συνθήκες προκλητικής χλιδής και πολυτέλειας, ενώ τα 8/10 πένονταν και ζητιάνευαν.
Γεγονός, για το οποίο ο Χρυσόστομος απηύθυνε δριμύ κατηγορητήριο εναντίον των πλουσίων:
«Οι άνθρωποι, έλεγε, δεν ανέχονται να βλέπουν γυμνούς τους συνανθρώπους τους, ενώ οι πλούσιοι δεν χορταίνουν, παρά μόνο, αν γυμνώσουν τους πάντες. Είναι αγριότεροι κι απ’ τ’ άγρια θηρία. Γιατί τα λιοντάρια και οι αρκούδες, όταν χορτάσουν, παύουν ν’ αναζητούν τροφή. Ενώ οι πλούσιοι είναι αχόρταγοι»!…
Ο τέτοιος βίος και η πολιτεία του Χρυσοστόμου κέρδισε, όπως ήταν ευνόητο, τη συμπάθια της πλειονότητας του λαού.
Αλλά και την αντίθεση και αντίδραση των πλούσιων και ισχυρών.
Μεταξύ των οποίων, και κάποιων ξεμωραμένων κυριών της αυλής, που τον μισούσαν θανάσιμα. Επειδή ο Χρυσόστομος δεν δίστασε να στηλιστεύσει την προκλητική τους εμφάνιση.
Για να φτάσει η δυσαρέσκεια μέχρι και αυτό το αυτοκρατορικό ζεύγος, του άβουλου Αρκάδιου και της μωροφιλόδοξης Ευδοξίας.
Την οποία ο Χρυσόστομος έλεγξε, επειδή ιδιοποιήθηκε το κτήμα χήρας αξιωματικού, που είχε πεθάνει στην εξορία…
Το δυσμενές, συνεπώς, αυτό, για το Χρυσόστομο κλίμα ήταν ακριβώς η ευκαιρία, που περίμενε η πανουργία του πατριάρχη Θεόφιλου…
Ενεργοποίησε, λοιπόν, τον ιστό των δολοπλοκιών και κατάφερε, με χαλκευμένο κατηγορητήριο, να καθαιρεθεί ο Χρυσόστομος. Με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε μια, πρώτη-σύντομη, που ανακλήθηκε-και μια δεύτερη, σκόπιμα επιδεινούμενη δολοφονική εξορία.
Την οποία ακολούθησε μεγάλη του λαού εξέγερση και δεινή, σε βάρος του, αιματοχυσία.
Ενώ ο ίδιος ακολούθησε την προδιαγεγραμμένη πορεία θανάτου, κατά την οποία γνώρισε την πολύμορφα εκδηλούμενη μοχθηρία και κακεντρέχεια των δεσποτάδων.
Που τον ανάγκασαν να εκφράσει την απερίγραπτη πικρία του με το περίφημο εκείνο: «τίποτε δεν φοβήθηκα τόσο, όσο τους δεσποτάδες, πλην ελαχίστων»…
Με αποτέλεσμα, οι υπεράνθρωπες ταλαιπωρίες, σε συνδυασμό με τις δυσμενέστατες κλιματολογικές συνθήκες, να πλήξουν θανάσιμα την εύθραυστη υγεία του.
Και να τερματίσει τη ζωή του, καθ’ οδόν, στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 στα Κόμανα του Πόντου. Ενώ λίγο πρωτύτερα είχε πεθάνει και η Ευδοξία.
Τριάντα χρόνια αργότερα, τα οστά του Χρυσόστομου μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Και ενταφιάστηκαν στον ίδιο χώρο με τους διώκτες του, Αρκάδιο και Ευδοξία.
Έτσι ώστε να επιβεβαιωθεί, για μια ακόμη φορά, η αδυσώπητη νομοτέλεια του θανάτου.
Που θέλει να καταλήγουν στο ίδιο χώμα οι άγιοι με τους κακούργους και οι μεγαλοφυείς με τους ηλίθιους…
Που θέλει να καταλήγουν στο ίδιο χώμα οι άγιοι με τους κακούργους και οι μεγαλοφυείς με τους ηλίθιους…
παπα-Ηλίας
e-mail: yfantis.ilias@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου