Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Οι τρείς Ιεράρχαι ως νομικοί (γ)


Ὅσον ἀφορᾷ στὸ Γ ρ η γ ό ρ ι ο, τὸἀψευδέστερο δεῖγμα τῆς ἑδραίας νομικῆς παιδείας του ἀποτελεῖἡδιασωθεῖσα διαθήκη του, ἡὁποία ἔχει διατυπωθῆ μὲ τέτοια νομικὴἀκριβολογία, ποὺ θὰ τὴν ἐζήλευε καὶὁ καλύτερος νομικός.
Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρουμε ὅτι  διαθήκη αὐτὴ μαρτυρεῖ γνῶσι τῆς λεπτῆς διακρίσεως τῆς ἐγκαταστάσεως κληρονόμου ἀπό της κληροδοσίας, καθὼς καὶ τῆς κατὰ τὸ ρωμαϊκὸ δίκαιο διακρίσεως τῆς διαθήκης ἀπὸ τοῦκωδικέλλου. Διακρίσεων ποὺ μόνον ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει νομικὴ παιδεία, μπορεῖ νὰ γνωρίζῃ.·
Ἐξ ἄλλου ἀρίστη νομικὴ παιδεία μαρτυροῦν καὶ τὰἔργα τοῦ Β α σ ι λ ε ί ο υ, ἀπὸ τὰὁποῖα προκύπτει βαθεῖα γνῶσις ὄχι μόνον τοῦἰδιωτικοῦ δικαίου, ἀλλὰ καὶ τοῦ δημοσίου δικαίου, ἰδίως δὲ τῶν βασικῶν προβλημάτων τοῦποινικοῦ δικαίου.
Ἀπαράμιλλος δὲ εἶναι πράγματι,  τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖον οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι λαμβάνουν θέσι ἔναντι θεμελιωδῶν προβλημάτων τοῦ   π ο ι ν ι κ ο ῦ  δ ι κ α ί ο υ μὲ γνώμονα τὸ   σ κ ο π ὸ  τ  ς  π ο ι ν  ς.
«Τοὺς γὰρ τῳ ὁτιοῦν ἀδικοῦντας» — λέγει  Β α σ ί λ ε ι ο ς— «οὐχ ὑπὲρ τῶν ἤδη γεγενημένων κολάζομεν, ἀλλ᾿ὅπωςἂν  αὐτοὶ πρὸς τὸ λοιπὸν ἀμείνους γένοιντο  ἑτέροις ὑπάρξαιεν τοῦ σωφρονεῖν παράδειγμα». Δηλαδή: «Τοὺςὁπωσδήποτε ἀδικοῦντες δὲν τοὺς τιμωροῦμε ἕνεκα τοῦ διαπραχθέντος ἀδικήματος, ἀλλὰ  γιὰ νὰ βελτιωθοῦν στὸμέλλον αὐτοὶ οἱ ἴδιοι  γιὰ νὰ ἀποτελέσουν παράδειγμα σωφρονισμοῦ γιὰ τοὺς ἄλλους». «Οὐδεὶς νομοθετῶν — λέγει ὁ Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ς πρὸς ἀπειλήν λέγει μόνον, ἀλλὰ καὶ πρὸς σωφρονισμόν». Δηλαδή: Κανένας νομοθέτης δὲν νομοθετεῖ μόνον γιὰ νὰ ἀπειλήσῃ, μόνον γιὰ νὰ ἐκφοβίσῃ, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ σωφρονίσῃ. Μὲ ἄλλα λόγια  ποινὴἔχει ὡς σκοπὸ ἀφ᾿ἑνὸς μὲν τὸ «σωφρονισμό» τοῦ ἀδικήσαντος, τὴν εἰδικὴ πρόληψι, ὅπως θὰ λέγαμε σήμερα—, ἀφ᾿ἑτέρου δὲ ὅπως «τῇ τιμωρίᾳ ἐκείνου καὶ τῷ  δέει τοῦ μὴ τὰ αὐτὰ παθεῖν σωφρονέστεροι γίνωσιν οἱ μετὰ ταῦτα», δηλαδὴ ὅπως μὲτὴν τιμωρία ἐκείνου καὶ μὲ τὸ φόβο μὴ πάθουν τὰ ἴδια, οἱ ἄλλοι γίνουν σωφρονέστεροι — δηλαδὴ τὴ γενικὴπρόληψι, ὅπως θὰ λέγαμε σήμερα.
 
Τὴν δὲ «μετάνοια» ὡς μέσον βελτιώσεως τοῦ ἐγκληματίου καὶ οὕτω ὡς μέσον εἰδικῆς προλήψεως μελλόντωνἐγκλημάτων χαρακτηρίζει προσφυῶς ὁ Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ς ὡς «φάρμακον ἁ μ α ρ τ η μ ά τ ω ν κωλῦον αὐτοῖς περιπεσεῖν». Ὡς φάρμακον, δηλαδή, τὸ ὁποῖον ἐμποδίζει τοὺς ἀνθρώπους νὰ διαπράξουν νέα ἐγκλήματα. Μὲ ὅπλο δὲ τὸ φάρμακο αὐτὸ ὁ  Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ς δίνει καὶ κερδίζει τὴ γνωστὴ μάχη του κατὰ τοῦ αὐτοκράτορος  ρ κ α δ ί ο υ,  ὁποῖος ἐθέσπισε νόμο, μὲ τὸν ὁποῖο ἐξαιροῦσε ἀπὸ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἄσυλο τοὺς διαπράξαντας ἐγκλήματα κατὰ τοῦ βασιλέως. Ἐγκλήματα, τιμωρούμενα μὲ τὴν ποινὴ τοῦ θανάτου.  προσφεύγων στὴν ἐκκλησία, λέγει ὁ Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ς, προσφεύγει ὄχι εἰς τοὺς «τοίχους τῆς Ἐκκλησίας», ἀλλ᾿ εἰς τοὺς «νόμους τῆς Ἐκκλησίας», κατὰ τοὺςὁποίους  μετανοῶν ἀπαλλάσσεται πάσης ποινῆς. Καὶ ἔτσι ἐπέτυχε νὰ μὴ παραδώσῃ στὸν αὐτοκράτορα Ἀρκάδιο καὶ νὰ διασώσῃ ἀπὸ βεβαία θανατικὴν ἐκτέλεσιν τὸν Ε  τ ρ ό π ι ο, ποὺ εἶχε διαπράξει ἔγκλημα κατὰ τοῦ βασιλέως.
Ὅσον ἀφορᾷ στὸ μέγεθος τῆς καταγνωστέας ποινῆς, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι κηρύσσουν ὅτι  ποινὴ πρέπει νὰ εἶναι «σύμμετρος», δηλαδὴ πρέπει νὰ ἐπιβάλλεται μὲ γνώμονα ἀφ᾿ἑνὸς μὲν τὸ μέγεθος τοῦ προσβαλλόμενου ἀγαθοῦ,ἀφ᾿ἑτέρου δὲ τὴν προσωπικότητα τοῦ κατηγορουμένου. Ὡς πρὸς τὸ τελευταῖο αὐτὸ κριτήριο ὁ Χ ρ υ σ ό σ τ ο μ ο ς εἶναι κατηγορηματικός. Ἐὰν ἐπορνεύθη μιὰ πλούσια καὶ μιὰ πτωχή, δὲν θὰ τιμωρηθοῦν μὲ τὴν ἴδια ποινὴ.
Καὶ ἐρωτᾶται: Αὐτὲς ἀκριβῶς δὲν εἶναι καὶ οἱ σύγχρονες ἀντιλήψεις περὶ ποινῆς;
Βεβαίως τὴν βάσιν τῆς περὶ ποινῆς διδασκαλίας τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἀπετέλεσε  Π λ ά τ ω ν. Τὸ νέον ὅμως στὴ διδασκαλία τῶν Τριῶν Ἰεραρχῶν ἔγκειται στὸ ὅτι ἐπροχώρησαν καὶ πέραν τῶν περὶ ποινῆς ἀντιλήψεων τοῦΠλάτωνος, διότι ἔδωκαν ἰδιαίτερη ἔμφασι διὰ μὲν τὴν ἀποτροπὴ τελέσεως νέων ἐγκλημάτων, στὴ διὰ «μετανοίας»ἠθικοποίησιν τοῦ ἐγκληματίου ὡς παράγοντα τῆς εἰδικῆς προλήψεως, διὰ δὲ τὴν ἐπιμέτρησιν τῆς ποινῆς εἰς τὸν παράγοντα «προσωπικότης τοῦ ἐγκληματίου».

Δεν υπάρχουν σχόλια: