Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Ὁ Ἅγιος Βλαδίμηρος ὁ Ἱερομάρτυρας Μητροπολίτης Κιέβου



Ημ. Εορτής:25 Ιανουαρίου
Ημ. Γέννησης:1 / 1 / 1848 μ.Χ.
Ημ. Κοιμήσεως:23 / 1 / 1918 μ.Χ.
Ημ. Ανακομιδής Λειψάνων:
Πολιούχος:
Λοιπές πληροφορίες:
Εορταζόμενο όνομα:

Ὁ Ἅγιος Βλαδίμηρος γεννήθηκε τὴν 1η Ἰανουαρίου 1848 στὸ χωριὸ Μάλιε Μορόσκι τῆς ἐπαρχίας τοῦ Ταμπὼφ τῆς Ρωσίας. Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Βασίλειος Νικηφόροβιτς Μπογκογιαβλένσκυ. Ἔμαθε τὰ πρῶτα γράμματα στὸ ἐκκλησιαστικὸ σχολεῖο καὶ ἔπειτα σπούδασε στὴ θεολογικὴ σχολὴ τοῦ Κιέβου. Ὅταν τὸ 1874 ἀποπεράτωσε τὶς σπουδές του, διορίσθηκε ὡς καθηγητὴς στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ τοῦ Ταμπώφ, ὅπου καὶ νυμφεύθηκε.
Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχε κλήση πρὸς τὴν ἱεροσύνη. Ἔτσι, τὸ ἔτος 1882, χειροτονεῖται πρεσβύτερος καὶ τοποθετεῖται στὸ ναὸ τοῦ Κοζλώφ. Ἡ πρώτη δοκιμασία δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει. Στὴν ἀρχὴ τῆς ἱερατικῆς του διακονίας, μαζὶ μὲ τὸν σταυρὸ τῆς ἱεροσύνης, σηκώνει καὶ τὸν σταυρὸ τῆς χηρείας. Τὸ 1886 ἀπεβίωσε ἡ πρεσβυτέρα σύζυγός του καὶ λίγο ἀργότερα τὸ μονάκριβο παιδί του.
Ἡ ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου ἦταν ὅμοια μὲ αὐτὴ τοῦ πολύπαθου Ἰώβ. Φεύγει πλέον ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἀκολουθεῖ τὴ μοναχικὴ ὁδό. Ἐγκαταβιώνει σὲ μονὴ τοῦ Κοζλὼφ καὶ στὶς 6 Φεβρουαρίου 1886 κείρεται μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Βλαδίμηρος. Τὸ ἔτος 1888 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπός της πόλεως Σταρορούσκϊυ καὶ καλεῖται νὰ διακονήσει τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ἀφιερώνεται ὁλόψυχα στὸ πολύπαθο καὶ ταλαιπωρημένο ποίμνιό του. Ὅλοι ἀναγνώριζαν στὸ πρόσωπό του τὸν ἀληθινὸ ποιμένα καὶ πατέρα καὶ τοῦ φιλανθρώπου Χριστοῦ τὸν γνησιότατο μιμητή.
Στὶς 19 Ἰανουαρίου 1891 ἐκλέγεται Ἀρχιεπίσκοπος Σαμάρα, τὸ 1892 Ἀρχιεπίσκοπος Καρτάλιν καὶ Καχεζίας καὶ στὶς 21 Φεβρουαρίου 1898 Μητροπολίτης Μόσχας. Τὸ ποιμαντικό, φιλανθρωπικὸ καὶ κοινωνικό του ἔργο εἶναι τεράστιο. Διακόπτεται, ὅμως καὶ πάλι, ὅταν ἐκλέγεται, στὶς 23 Νοεμβρίου 1912, Μητροπολίτης τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τὸ 1915 ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἀναθέτει τὰ καθήκοντα τοῦ Μητροπολίτη Κιέβου.
Σὲ κάθε τόπο ποὺ διακονοῦσε ὁ Ἅγιος Βλαδίμηρος ἄφηνε τὰ ἴχνη τῆς ἁγιότητάς του. Κυριολεκτικὰ δαπανοῦσε τὸν ἑαυτό του γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Τὰ χρόνια ἦταν δύσκολα. Τὸ ἐπαναστατικὸ κίνημα ἄρχισε νὰ φουντώνει. Ὁ Ἅγιος προβλέποντας τὰ μέλλοντα, μιλώντας πρὸς τοὺς σπουδαστὲς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τῆς Μόσχας, ἔλεγε: «Ἴσως νὰ πιστεύετε ὅτι ὁ Πνευματικὸς ἄρτος ποὺ δίδει ἡ Ἐκκλησία στὸν κόσμο ἔχει γίνει πολὺ σκληρός, γιὰ νὰ φαγωθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Θὰ ἔπρεπε νὰ ἀναρωτηθοῦμε γιὰ τὸ ποιοὶ ἐμεῖς εἴμαστε καὶ τί κάνουμε γιὰ τοὺς πτωχοὺς ἀδελφούς μας. Οἱ ἀδελφοί μας πεινᾶνε. Εἶναι στὸ σκοτάδι. Καὶ ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ ἐργασθοῦμε, γιὰ νὰ φωτίσουμε τὴν ζωή τους μὲ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα».
Τὰ γεγονότα τῆς Ὀκτωβριανῆς ἐπαναστάσεως (1917) ἀποτέλεσαν, γιὰ τοὺς κατοίκους τοῦ Κιέβου, τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἐπιχειρήσουν τὴν ἀνεξαρτησία τους. Τὸ Οὐκρανικὸ συμβούλιο πίεσε τὸν Ἅγιο νὰ προβεῖ σὲ ἐκκλησιαστικὴ αὐτονομία. Ἐκεῖνος δὲν τὸ ἔπραξε καὶ τὸν ἐκθρόνισαν. Ἔτσι κατέφυγε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Δὲν θέλησε νὰ ὑποχωρήσει παρὰ τὶς ἀπειλές.
Τὰ γεγονότα τῆς ἐπαναστάσεως τῶν Μπολσεβίκων δὲν ἄφησαν ἀνεπηρέαστο  τὸ Κίεβο, τὸ ὁποῖο καταλήφθηκε ἀπὸ τὸν ἐπαναστατικὸ στρατό. Στὶς 23 Ἰανουαρίου 1918 οἱ ἐπαναστάτες ἔφθασαν στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἐκτέλεσαν. Τὸ μόνο ποὺ ζήτησε, πρὶν τὸν ἐκτελέσουν, ἦταν νὰ τοῦ χαρίσουν λίγη ὥρα, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: