Κυριακή 25 Απριλίου 2010

ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΞΙΑ

Ο Χριστός ανεβαίνει στα Ιεροσόλυμα και βρίσκεται σε ένα ιερό και θαυματουργό τόπο, την κολυμβήθρα Βηθεσδά. Εκεί συναντά για άλλη μια φορά την αρρώστια και την ανθρώπινη ανάγκη για βοήθεια, παρηγοριά και θεραπεία. Στον διάλογό Του με τον παράλυτο μαθαίνουμε ότι η αρρώστια του ήταν αποτέλεσμα της αμαρτίας. Ο άνθρωπος αυτός για τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια ήταν κατάκοιτος. Ο Χριστός «γνούς ότι πολύν χρόνον ήδη έχει, λέγει αυτώ: θέλεις υγιής γενέσθαι;».

Η θαυματουργική θεραπεία του παραλυτικού στην Βηθεσδά είναι μία από τις πολλές θεραπείες που περιγράφουν τα Ευαγγέλια. Κάθε φορά, όμως, που την διαβάζουμε καλούμαστε μεταξύ άλλων να εμβαθύνουμε στο πρόβλημα της ανθρώπινης αρρώστιας, οδύνης και μοναξιάς, αλλά και της ανάγκης για κατανόηση και συμπαράσταση. «Άνθρωπον ουκ έσω», δεν έχω άνθρωπο να με καταλαβαίνει, να μου συμπαρασταθεί, να με βοηθήσει. Την ίδια κραυγή επαναλαμβάνουν αναρίθμητοι άνθρωποι ανάμεσά μας. Κάποτε, μάλιστα, και εμείς οι ίδιοι με πικρό παράπονο για το πρόβλημά μας. Το παράπονο απέναντι στην αδιαφορία των άλλων κρύβει μέσα του θλίψη, πόνο, αδικία, πικρία, δυσαρέσκεια, ίσως, ακόμη, και θυμό για την σκληρότητα των άλλων γύρω μας. Ανορθώνει ένα τείχος που μας απομονώνει από τους άλλους, αφού δεν μας καταλαβαίνουν και δεν συμπάσχουν μαζί μας. Βέβαια, στην πραγματικότητα, κάθε φορά που παραπονιόμαστε εμείς ορθώνουμε ένα αδιαπέραστο τείχος από την αδυναμία μας να επικοινωνήσουμε με τους άλλους και να τους αποδεχθούμε όπως ακριβώς είναι.

Στην περίπτωση του παραλυτικού υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά. Ο άνθρωπος αυτός φαίνεται ότι είχε μεγάλη υπομονή για την μακροχρόνια αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε. Δοκιμάζει, όμως, αμέτρητες απογοητεύσεις. Ενώ «άγγελος κατά καιρόν κατέβαινεν εν τη κολυμβήθρα, και ετάρασσε το ύδωρ», και κάθε φορά «ο πρώτος εμβάς μετά την ταραχήν του ύδατος υγιής εγίνετο», αυτός έμενε με το παράπονο ότι «άλλος προ αυτού καταβαίνει» και θεραπεύεται. Τα χρόνια περνάνε και αυτός εξακολουθεί να προσδοκά και να περιμένει. Να ανανεώνει την ελπίδα του για άλλη μια ευκαιρία.

Όμως ο παραλυτικός ήταν ανεκτικός και μακρόθυμος και με την ανάλγητη απάθεια και εγωιστική αδιαφορία των άλλων. Τριάντα οχτώ χρόνια καθηλωμένος στο κρεβάτι του πόνου είχε κατανοήσει και είχε αποδεχθεί τους ανθρώπους όπως ακριβώς ήταν, σκληρούς, αδιάφορους και ανάλγητους. Είχε συμφιλιωθεί με την δοκιμασία της αρρώστιας του. Ζούσε τις συνέπειες της αμαρτίας, που κάνει τον άνθρωπο να νιώθει μέσα στην μοναξιά του «απερριμένος», άχρηστος, ξεχασμένος και περιφρονημένος. Και αυτό είναι το πιο τρομακτικό αίσθημα που μπορεί να νιώσει κάποιος. Και όμως, ο παραλυτικός δεν φωνάζει. Δεν διαμαρτύρεται εναντίον των άλλων. Δεν κρίνει και δεν καταδικάζει τους γύρω του. μέσα στην αδυναμία και την δυστυχία του δεν στρέφεται κατά του Θεού και δεν παραλογίζεται. Με την καρτερική αντιμετώπιση της ασθένειάς του και την επιείκεια του προς τους άλλους άνοιξε την καρδιά του να δεχθεί την αγάπη του Χριστού. Περίμενε την επίσκεψη της χάριτος του Θεού.

Οι συνθήκες της ζωής μας και η οργάνωση της κοινωνίας μας επιβεβαιώνουν την φράση του λογοτέχνη: «ποτέ άλλοτε οι στέγες των σπιτιών δεν ήταν τόσο κοντά όσο σήμερα, αλλά και ποτέ άλλοτε οι καρδιές των ανθρώπων δεν ήταν τόσο μακριά όσο σήμερα». Αυτή η αίσθηση της τρομερής μοναξιάς του σημερινού ανθρώπου επιτείνεται στις δύσκολες ώρες του πόνου, της αρρώστιας και των ποικίλων δυσχερειών της ζωής. Τότε ο άνθρωπος πνίγεται μέσα στην απομόνωσή του και επαναλαμβάνει τον λόγο του αρχαίου φιλοσόφου «άνθρωπον ζητώ», αφού, σαν τον παραλυτικό, « άνθρωπον ουκ έχω». Ο υμνογράφος της Εκκλησίας ζωντανεύει τον διάλογο του παραλυτικού με τον Χριστό, ανανεώνει την πίστη μας και μας γεμίζει παρηγοριά και ελπίδα. Στο άκουσμα της φράσης του παραλύτου «άνθρωπον ουκ έχω», παρουσιάζει τον Χριστό να του απαντά «δια σε άνθρωπος γέγονα, και λέγεις άνθρωπον ουκ έχω;».

Αγαπητοί αδελφοί, στην κάθε μοναξιά μας ας καλλιεργούμε τον εαυτό μας. Ας συναισθανόμαστε τότε περισσότερο την παρουσία του Θεού, που μας κατανοεί πιο πολύ από τον κάθε άνθρωπο, που μας συμπαραστέκεται και συμπάσχει μαζί μας. Ας στρέφουμε τον βλέμμα μας σε Εκείνον, για να υπερνικούμε την μοναξιά λέγοντάς του «ελθέ ο Μόνος προς μόνον, ότι μόνος ειμί καθάπερ οράς». Έλα εσύ που είσαι Μοναδικός σε εμένα που είμαι μοναχικός, γιατί βλέπεις πως είμαι μόνος. Αμήν.

Αρχιμ. Ν.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: