Μια ομάδα ανθρώπων σκυθρωπών και πένθιμων εξέρχεται από την Πόλη Ναΐν και κατευθύνεται λυπημένη προς το κοιμητήριο. Το κέντρο της όλης πομπής το κατέχει το φέρετρο ενός νεκρού μοναχογιού τον οποίο άρπαξε πρόωρα ο θάνατος, και τώρα το άψυχο σώμα του μεταφέρεται στον τάφο. Κοντά στο φέρετρο βαδίζει η μάνα του παιδιού που κλαίει απαρηγόρητη. Πριν από λίγο καιρό είχε χάσει τον άνδρα της, και τώρα κλαίει για το παιδί της. Κανείς δε μπορεί να την παρηγορήσει. Άλλωστε ποια λόγια παρηγοριάς να της πει, και ποιος να του τα δώσει. Αλλά ευτυχώς από την αντίθετη κατεύθυνση πλησιάζει μια άλλη χαρούμενη ομάδα στο κέντρο της οποίας βρίσκεται ο αρχηγός της ζωής που εξουσιάζει ακόμη και αυτόν τον θάνατο. Ο Χριστός σπλαχνίζεται τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τη μάνα του νεκρού. Την πλησιάζει και της λέει μη κλαίς. Αυτό το, μη κλαίς, αν της το έλεγε οποιοσδήποτε άλλος, θα ήταν απλώς μία συνηθισμένη φράση. Όμως το ότι της το είπε ο Κύριος τα πράγματα αλλάζουν, γιατί δεν έμεινε στα λόγια. Στη συνέχεια προχωράει προς το νεκρό και φωνάζει με εξουσία θεϊκή «νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι», δηλαδή έδωσε εντολή στον νέο να αναστηθεί. Ο λόγος του Κυρίου έγινε έργο και το παιδί αναστήθηκε και δόθηκε στη μάνα του της οποίας τα δάκρυα της λύπης μετατράπηκαν σε δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης προς τον Θεό. Έτσι η παρουσία και ο λόγος του Κυρίου αντέστρεψαν τους όρους, και το θαύμα της ανάστασης του νεανίσκου απέδειξε ότι ο Χριστός εξουσιάζει όχι μόνο τη ζωή αλλά και το θάνατο. Αυτός είναι η ζωή, η ανάσταση και το φως των ανθρώπων. Αυτός είναι η χαρά των αγγέλων. Αυτός είναι ο ποιμήν ο καλός που έδωσε τη ζωή Του για να σωθούν τα πρόβατά Του.
Άλλωστε και ο σκοπός της επί γης παρουσίας Του ήταν να διαλύσει το κράτος του πονηρού και να καταργήσει τη δύναμη και τη βασιλεία του θανάτου. Η ανάσταση αυτή του νεανίσκου της Ναΐν δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η ελάχιστη πρόγευση της ανάστασης όλων των ανθρώπων. Και επειδή ο Χριστός μας βλέπει όλους ως αδελφούς Του, μας προτρέπει να αποφεύγουμε την αμαρτία η οποία έχει ως συνέπεια το θάνατο. Ο θάνατος βέβαια είναι ένας ύπνος και, όπως είναι γνωστό, το νεκροταφείο ονομάζεται κοιμητήριο. Γι' αυτό οι άνθρωποι δεν πρέπει να φοβούνται το θάνατο αλλά να φοβούνται την αμαρτία, γιατί μόνο η αμαρτία είναι ικανή να χωρίσει τον άνθρωπο από το Θεό, και να τον οδηγήσει όχι μόνο στο σωματικό αλλά και στον πνευματικό θάνατο. Η αμαρτία προσβάλλει κατάφορα το Θεό και επιφέρει πολλά βάσανα στον άνθρωπο τον οποίον έχει υποδουλώσει. Το παρήγορο όμως είναι ότι ο χριστιανός γνωρίζει πώς να απαλλάσσεται από το φορτίο των αμαρτιών του όσο βαρύ και αν είναι αυτό.
Το κακό που προξενεί η αμαρτία είχαν υπ' όψη τους οι μάρτυρες της Εκκλησίας και έμειναν σταθεροί στην πίστη τους και δεν υποχώρησαν στις πιέσεις των διωκτών τους. Δεν υποχώρησαν στην αμαρτία αλλά προχώρησαν με σταθερό βήμα προς το μαρτύριο. Το μαρτύριο αυτό ήταν η πύλη από την οποία θα έμπαιναν στην αιώνια ζωή, στη βασιλεία του Θεού. Η ζωή λοιπόν και ο θάνατος των ανθρώπων εξαρτάται από τη θέση την οποία παίρνουν από τη ζωή αυτή απέναντι στο Θεό. Εάν υπακούουν στο θέλημα του Θεού θα αναστηθούν όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά. Γι’ αυτό όσοι επιθυμούν να ζήσουν αιώνια ας φροντίσουν να εφαρμόζουν το θέλημα του Θεού στην καθημερινή ζωή τους, και τότε θα έχουν σταθερή την ελπίδα ότι θα ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού που θα τους καλεί στη βασιλεία των ουρανών. Αμήν.
Ιωάννη Δήμου Θεολόγου – Φιλολόγου από την ιστοσελίδα του: http://www.sostikalogia.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου