Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

Κήρυγμα επί του Ευαγγελίου Ματθ. 9, 1-8

ΑΚΟΥΣΑΤΕ τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο. Διηγεῖται σήμερα ἕνα θαῦμα. Ἕνα; λάθος κάνω• δύο θαύματα διηγεῖται. Τὸ ἕνα φαίνεται, τὸ ἄλλο δὲν φαίνεται• γιατὶ ὑπάρχουν θαύματα φανερὰ καὶ θαύματα κρυμμένα.

Ποιό ἀπὸ τὰ δύο εἶναι τὸ μεγαλύ τερο, θὰ συμπεράνετε μόνοι σας.

Τὸ ἕνα θαῦμα• ἕνα κορμὶ ἀκίνητο. Εἶχε γίνει σὰν μάρμαρο• δὲν διέφερε ἀπὸ νεκρό, ἀφοῦ τὸ σήκωναν τέσσερις, σὰν τὸ φέρετρο. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ κορμί, ὅταν πλησίασε στὸ Χριστὸ κι ἄκουσε τὴ φωνή του «Ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου»(Ματθ. 9,6),ἀμέσως, σὰ νὰ τὸ διαπέρασε ἠλεκτρισμός, τινάχτηκε ὄρθιο, στάθηκε στὰ πόδια του, πῆρε στὴν πλάτη τὸ κρεβάτι καὶ πῆγε στὸ σπίτι του.

Αὐτὸ εἶνε τὸ ἕνα θαῦμα, ποὺ τὸ εἶδαν ὅλοι καὶ δόξασαν τὸ Θεό.

Τὸ ἄλλο θαῦμα• μιὰ ψυχὴ φορτωμένη ἁμαρτήματα, μαύρη σὰν τὰ φτερὰ τοῦ κόρακα καὶ παράλυτη, μόλις πλησίασε τὸ Χριστὸ κ᾽ ἐκεῖνος εἶπε «Θάρσει, τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου» (ἔ.ἀ. 9,2), ἔνιωσε νὰ φεύγῃ ἀπὸ πάνω της ὅλο τὸ βάρος, νὰ παίρνῃ φτερά• καὶ τότε, ὄχι πλέον ἄνθρωποι ὅπως προηγουμένως, ἀλλ᾽ αὐτὴ τὴ φορὰ ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, ποὺ εἶδαν ἕνα κοράκι νὰ γίνεται περιστέρι, δοξολόγησαν τὸ Θεό.


Δυὸ θαύματασυγχρόνως. Τὴν ἴδια ὥρα ὁ παράλυτος εἶδε τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ καὶ στὸ κορμί του καὶ στὴν ψυχή του.

Ἀλλ᾽ ἐγὼ θέλω τώρα νὰ σᾶς δείξω, ὅτι ἡ ἁμαρτία, ἀπὸ τὴν ὁποία θεραπεύθηκε ἡ ψυχή του, εἶνε χειρότερη ἀπὸ τὴν ἀσθένεια ποὺ εἶχε τὸ σῶμα του.

Ἡ ἁμαρτία, ἀδελφοί μου, ποὺ τὴν κάνουμε ὅλοι χωρὶς φόβο, εἶνε τὸ χειρότερο κακό. Ἂν αὐτὸ μποροῦσα νὰ τὸ ζωντανέψω μπροστά σας, θ᾽ ἀνατριχιάζατε• θὰ φοβόσασταν πλέον τὴν ἁμαρτία ὅπως τὸ φίδι καὶ τὴ φωτιά. Ποιός πλησιάζει τὸ φίδι; ποιός βάζει τὸ χέρι του στὴ φωτιά;

Ἔτσι εἶνε καὶ ἡ ἁμαρτία.«Φεῦγε» μακριά της, φωνάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Τιμ. 6,11• Β΄ Τιμ. 2,22).

Καὶ ἕνας ἀρχαῖος διδάσκαλος, γιὰ νὰ παραστήσῃ τί δηλητήριο, τί φαρμάκι, εἶνε ἡ ἁμαρτία, ἔλεγε• φανταστῆτε μιὰ λίμνη, ποὺ ἀπ᾽ τὰ γλυκὰ νερά της ὁ κόσμος πίνει, ψαρεύει, καὶ τὰ παιδιὰ κολυμποῦν ἐκεῖ• καὶ ξαφνικὰ ἔρχεται κάποιος ―δὲ λέω τ᾽ ὄνομά του― μ᾽ ἕνα μπουκάλι φαρμάκι, στάζει ἀπ᾽ αὐτὸ μιὰ σταγόνα, δὲ χρειάζεται πιὸ πολύ, κι ἀμέσως ὅλη ἡ λίμνη γίνεται φαρμάκι, τὰ ψάρια της ψοφᾶνε κι ὅ ποιος πίνει ἀπ᾽ τὸ νερό της φαρμακώνεται.

Καταλάβατε; Σὰν ὄμορφη λίμνη εἶνε ἡ ζωὴ αὐτή• τὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς νά ᾽ναι εὐλογία καὶ χαρά• κ᾽ ἔρχεται ὁ διάβολος μὲ τὸ φαρμάκι ποὺ λέγεται ἁμαρτία καὶ ῥίχνει τὶς σταγόνες του• κι ὅπου πέφτει ἡ ἁμαρτία, ὅλα πλέον εἶνε δηλητηριασμένα.

Ἡ ἁμαρτία εἶναι φίδι,φωτιά,φαρμάκι. Ὅπου πέφτει κάνει καταστροφή. Τί καταστροφή;

Γιὰ ν᾽ ἀρχίσουμε ἀπὸ τὰ μικρότερα, ἀπαιτεῖ ἔξοδα, εἶνε δαπανηρή. Παραπονεῖται ὁ κόσμος πὼς δὲν ἔχει λεφτά. Γιατί; διότι τὰ τρώει ἡ ἁμαρτία. Ν᾿ ἀπαριθμήσουμε ἔξοδα; Λίγα ξοδεύουν τὰ σπίτια, οἱ δῆμοι, τὰ κράτη γιὰ τὸ ψωμί, τὸ ροῦχο• τὰ πολλὰ λεφτὰ ποῦ πᾶνε; Πᾶνε λ.χ. στὸ κάπνισμα.

Παλαιότερα ἅγιοι πνευματικοὶ πατέρες δὲν ἄφηναν αὐτὸν ποὺ καπνίζει νὰ κοινωνήσει. Ἔλεγαν τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ• ὅτι τὸ κάπνισμα εἶνε τὸ λιβάνι τοῦ διαβόλου, κάθε φορὰ ποὺ καπνίζεις λιβανίζεις τὸν διάβολο. Οἱ γιατροὶ σήμερα λένε, ὅτι ὁ καπνὸς προξενεῖ καρκίνο. Ποιός τὸ σκέπτεται αὐτό; Ἂς σκεφθοῦμε τοὐλάχιστον τὰ ἔξοδα• ἂν κάποιος μαζεύῃ χαρτονομίσματα, τὰ κάνῃ ἕνα σωρό, καὶ κατόπιν βάζῃ φωτιὰ καὶ τὰ καίῃ, θὰ πῆτε• Τρελλάθηκε αὐτός; Κι ὅμως κάθε μέρα στὴ φτωχή μας πατρίδα, μὲ τὸ κάπνισμα, βάζουν φωτιὰ καὶ καῖνε ἑκατομμύρια.

Ποῦ ἀλλοῦ πᾶνε τὰ χρήματα; Στὸ ποτό, στὸ οἰνόπνευμα• κάθε βράδυ τὰ κέντρα εἶνε γεμᾶτα. Πηγαίνουν ἀκόμη σὲ χαρτοπαίγνια, χορούς, πάρτυ, διασκεδάσεις, ταξίδια, αἰσχρὰ θεάματα, ἁμαρτωλὲς ἀπολαύσεις. Πᾶνε κατόπιν τὰ παιδιὰ νὰ κοιμηθοῦν καὶ τὰ τραβᾶ νε οἱ δαίμονες ἀπ᾽ τὰ σεντόνια. Νά γιατί γίναμε φτωχοί• ἡ ἁμαρτία ἔχει ἔξοδα. Χρυσὲς δουλειὲς κάνουν οἱ ἐπιτήδειοι. Ἡ τίμια ἐργάτρια παίρνει ψίχουλα, ἐνῷ μία διεφθαρμένη καλλιτέχνις παίρνει ἑκατομμύρια καὶ ἀδειάζει πορτοφόλια.

Τί ἄλλο κακὸ κάνει ἡ ἁμαρτία; Ὅπως εἴδαμε καὶ στὸ τσιγάρο, βλάπτει τὴν ὑγεία. Μολύνει τὸ αἷμα, ἐπιβαρύνει τὸν ὀργανισμό, κόβει χρόνια ἀπ᾽ τὴ ζωή. Δὲν τὸ λέμε ἐμεῖς οἱ παπᾶδες• τὸ λένε οἱ γιατροί• πολλὰ νοσήματα καὶ παθήσεις (τῆς καρδιᾶς, τῶν νεφρῶν, τοῦ ἐγκεφάλου, τοῦ νευρικοῦ συστήματος) αἰτία ἔχουν κάποια ἁμαρτία.

Ἔγινε καὶ νέος κλάδος, ἡ ψυχιατρική, καὶ εἰδικὴ κατηγορία γιατρῶν, οἱ ψυχίατροι. Ἕνας ὅμως εἶνε ὁ ἰατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Εἶναι ἀνάγκη νὰ μᾶς τὸ πῇ ἡ ἐπιστήμη, ὅτι πολλὲς ἀσθένειες ὡς αἰτία ἔχουν τὴ διαφθορὰ τῆς καρδιᾶς; Τὸ Δεκαπενταύγουστο στὴν Παράκλησι τῆς Παναγίας λέμε•

«Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή». Μὲ λίγα λόγια τά᾿πε ἡ Ἐκκλησία• ἀπὸ τὶς πολλές μου ἁμαρτίες ἀσθενεῖ καὶ τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχή μου. Ἡ ἁμαρτία κάνει ζμπαράλια καὶ τὸν πιὸ ὑγιῆ ὀργανισμό, τὸν ῥίχνει στὸ κρεβάτι• παίρνει τὰ καλύτερα παιδιά, τὰ στύβει καὶ τ᾽ ἀφήνει παράλυτα στὰ ἄσυλα.

Ἡ ἁμαρτία ὅμως πλήττει καὶ τὴν κοινωνία. Μὲ τὴν ἁμαρτία δὲ βλάπτει κανεὶς μόνο τὸν ἑαυτό του, τὸ πορτοφόλι ἢ τὴν ὑγεία του• βλάπτει καὶ τοὺς ἄλλους. Ὁ πλεονέκτης λ.χ. εἶναι λύκος καὶ χειρότερος ἀπὸ λύκο. Γιατὶ ἕνας λύκος θὰ φάῃ πέντε - δέκα ἀρνιὰ καὶ θὰ ἡσυχάσῃ, ἐνῷ ὁ πλεονέκτης τρώει ἄπληστα τοὺς γύρω του, ῥουφάει τὸ αἷμα τους.

Ὁ σαρκολάτρης ―ἄλλος αὐτός― καταστρέφει μιὰ ἁγνὴ κοπέλλα, τὴν κάνει νὰ πεθαίνῃ στὸ ψυχιατρεῖο. Κι ἂν δὲν ὑπῆρχε κόλασι, θά ᾽πρεπε νὰ γίνῃ γιὰ τὸν πόρνο, ποὺ παίρνει ἕνα λουλούδι μιᾶς τιμίας οἰκογενείας καὶ τὸ καίει. Ὁ μοιχὸς ―ἀκόμα χειρότερη περίπτωσι― μπαίνει σὰν τὸ φίδι μέσ᾿ στὸ σπίτι καὶ ἀτιμάζει τὴ γυναῖκα τοῦ ἄλλου, τὴ χωρίζει ἀπὸ τὸν ἄντρα της μὲ διαζύγιο καὶ πετάει στὸ δρόμο τὰ παιδιά. Ἐκεῖνος ὁ ἄλλος, ὁ κ ό λ α κ α ς , πλησιάζει μεγάλους καὶ ἰσχυρούς, τοὺς γεμίζει ψέματα καὶ τέλος τοὺς γκρεμίζει• ποτέ οἱ κόλακες δὲ λένε τὴν λήθεια. Ὁ ἄλλος, ὁ ψευδομάρτυρας, πάει στὸ δικαστήριο, ἁπλώνει τὸ βρωμερό του χέρι στὸ Εὐαγγέλιο καὶ μὲ ψεύτικο ὅρκο ῥίχνει στὴ φυλακὴ τὸν ἀθῷο. Ὅσο γιὰ τὸν κλέφτη, αὐτὸς ἀδικεῖ καὶ τὸ διπλανό του, ἀδικεῖ καὶ
τὸ κράτος μὲ πλαστὲς δηλώσεις καὶ καταχρήσεις ποὺ ὁδηγοῦν σὲ χρεωκοπία.

Χειρότερος ἀπ᾿ ὅλους ὅμως εἶνε ὁ βλάσφημος• αὐτὸς μὲ τὴ φαρμακερὴ γλῶσσα του προσβάλλει ὄχι πλέον ανθρωπο ἀλλὰ τὸ Θεό, τὸ Χριστό, τὴν Παναγία, τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια. Ἰδού τί προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία.

Καὶ μακάρι τὸ κακὸ νὰ σταματοῦσε ἐδῶ. Ἡ ἁμαρτία ἐπιβαρύνει καὶ τοὺς ἐπερχομένους. Ἂς προσέξουν ὅσοι γίνονται γονεῖς. Κάνετε τὰ κέφια τῆς σαρκός, νέε μου καὶ κοπέλλα μου, καὶ δὲ δέχεστε ἔλεγχο; Ἔτσι ὅμως μολύνετε τὸ αἷμα σας, ποὺ πρέπει νά ᾿ναι πεντακάθαρο, σὰν τὸ νεράκι στὶς βρυσοῦλες τῶν βουνῶν, γιὰ νὰ γεννήσετε ὑγιεῖς ἀπογόνους. Ἦταν κάποτε οἱ νέες καὶ τὰ παλληκάρια ἁγνοί, ἕνας ἄντρας - μιὰ γυναῖκα στὸ γάμο, ἔκαναν προσευχὴ καὶ γεννοῦσαν παιδιὰ γερά. Τώρα; Κλάψτε πατέρες τὰ παιδιὰ κ᾽ ἐσεῖς μάνες τὶς κόρες…Τὸ αἷμα μολύνεται. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα• ἀπὸ τέτοια σπορά, «γεννήματα ἐχιδνῶν»(Ματθ. 3,7), γεννιῶνται παιδιὰ στραβά, κουτσά, σακατεμένα, καρδιακά, βλᾶκες, ἠλίθιοι, τρελλοί, ἀνισόρροποι, ἐγκληματικοί, ποὺ θὰ σπάσουν τὰ κεφάλια τῶν γονέων τους.«Ἁμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα»(λαϊκ. παρ.) «ἕως τρίτης καὶ τετάρτης γενεᾶς», ὅπως λέει ἡ Γραφή(Ἔξ. 20,5• 34,7. Ἀρ. 14,18. Δευτ. 5,9).

Τὸ χειρότερο ὅμως ἀπ᾿ ὅλα τὰ κακὰ εἶνε, ὅτι ἡ ἁμαρτία σὲ ῥίχνει στὴν κόλασι. Μακάρι νὰ μὴ ὑπῆρχε κόλασι• εἶμαι κ᾽ ἐγὼ ἁμαρτωλός, φοβᾶμαι τὴν κόλασι καὶ δὲν θὰ ἤθελα νὰ ὑπάρχῃ• μὰ ὑπάρχει δυστυχῶς. Ὅπως ὑπάρχει νύχτα, ὑπάρχει καὶ κόλασι. Διαβάστε τὸ Εὐαγγέλιο, τὴν Ἀποκάλυψη, τὸ βιβλίο Ἁμαρτωλῶν Σωτηρία, νὰ τὸ δῆτε ἐκεῖ. Ὦ Χριστέ, ὦ Παναγιά, ἔλεος, ἔλεος γιὰ τοὺς ἁμαρτωλούς!

Ἀντὶ νὰ μᾶς παρηγορήσῃς, θὰ πῆτε, μᾶς ἔκανες ν᾽ ἀπελπιστοῦμε. Ὄχι, ἀδέρφια μου. Ἡ ἁμαρτία δὲν θὰ νικήσῃ. Μέσα στὴν κολασμένη καὶ σατανικὴ γενεά μας, στὸ σκοτάδι αὐτό, ὑπάρχει φῶς, ἐλπίδα, ἄγκυρα, σωσίβιο. Ποιό εἶνε;

Ἂν κάποιος ἀνάμεσά σας, ἄντρας ἢ γυναίκα, εἶνε πολὺ ἁμαρτωλὸς κ᾽ ἔχει χρόνια νὰ ἐξομολογηθῇ, τοῦ λέω• Ἄνοιξε τὰ αὐτιά σου κι ἄκουσε σήμερα μιὰ γλυκειὰ φωνή. Σοῦ μιλάει ὁ Χριστὸς καὶ σοῦ λέει• «Θάρσει, τέκνον», ἔχε θάρρος, παιδί μου• «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Μιὰ σταγόνα ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας μπορεῖ νὰ κάψῃ τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου.

Φτάνει πιὰ ἡ ἁμαρτία. Ἀρκετὰ δουλέψαμε γιὰ τὸν διάβολο. Τώρα νὰ γυρίσουμε στὸ Χριστὸ καὶ σὰν τὴν πόρνη νὰ φιλήσουμε τὰ πανάχραντα πόδια του. Κι ὅταν μιὰ μέρα πεθάνουμε, νὰ μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Θεὸς νὰ σφραγίσουμε τὰ χείλη μας μὲ τὰ λόγια «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου»(Λουκ. 23,42).

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης

αντιγραφή από

Δεν υπάρχουν σχόλια: