Ἐφημέριος Ἱεροῦ Παρεκκλησίου Αγιου Ἰωάννου Προδρόμου Χατζηκυριακειου Ἱδρύματος Πειραιῶς
Μιὰ ἐσφαλμένη ἀντίληψη, ποῦ κυκλοφορεῖ ἰδίως αὐτὲς τὶς ἡμέρες τοῦ ἱεροῦ δωδεκαημέρου, ἀγαπητοί μου, εἶναι ἡ υἱοθέτηση τῆς 1ης Ἰανουαρίου ὡς (πολιτικῆς) πρωτοχρονιᾶς, ὡς ἀρχὴ τοῦ νέου πολιτικοῦ ἔτους. Ἂς δοῦμε, ὅμως, πῶς ὄντως ἔχουν τὰ πράγματα.
Σύμφωνα μὲ τὸ συναξάριο, τὴν 1η Ἰανουαρίου ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἑορτάζει τὴν Δεσποτικὴ ἑορτὴ τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρὸς ἠμῶν Βασιλείου ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας τοῦ Μεγάλου καὶ Οὐρανοφάντορος. Βλέπουμε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅτι δὲν γίνεται καμμιὰ μνεία, καμμία ἀναφορὰ γιὰ πρωτοχρονιὰ καὶ ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους. Καὶ τότε πῶς προέκυψε νὰ ἑορτάζουμε τὴν 1η Ἰανουαρίου ὡς ἀρχὴ τοῦ νέου ἔτους; θὰ ρωτοῦσε κάποιος. Δυστυχῶς, ἀγαπητοί μου, εἶναι κατάλοιπο τῆς εἰδωλολατρείας. Σύμφωνα μὲ τὸν Ὅσιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ὁ Ρωμαῖος βασιλιὰς Νουμᾶς ὀνόμασε τὸν μήνα αὐτὸ Ἰανουάριο πρὸς τιμὴ τοῦ ψευδοθεοῦ Ἰανοῦ. Αὐτὸς ὁ ψευδοθεὸς Ἰανὸς κατὰ μία ἐκδοχὴ ἦταν ἕνα τετράμορφο ἄγαλμα, τὸ ὁποῖο ἀπεικόνιζε τὶς τέσσερεις ἐποχὲς τοῦ χρόνου. Ἄλλοι ἔγλυφαν τὸ δεξί του χέρι, στὸ ὁποῖο κρατοῦσε ἢ ἕνα κλειδί, τὸ ὁποῖο δήλωνε τὴν ἄνοιξη καὶ τὴν ἀρχὴ τοῦ χρόνου, ἢ τὸ στοιχεῖο «τ», καὶ ἄλλοι ἔγλυφαν τὸ ἀριστερό του χέρι, στὸ ὁποῖο κρατοῦσε τὸ στοιχεῖο «ξέ», τὸ ὁποῖο δήλωνε τὶς 365 ἡμέρες τοῦ χρόνου. Κατὰ τὴν ἄλλη...
ἐκδοχὴ ὁ ψευδοθεὸς Ἰανὸς παρουσιάζεται μὲ δύο πρόσωπα, ἀπὸ τὰ ὁποία τὸ μὲν γηραλέο σημαίνει τὸ παλαιὸ ἔτος, ποῦ ἔληξε, τὸ δὲ νέο τὸν χρόνο, ποῦ ἤδη ἄρχισε. Ἄλλοι πάλι λένε ὅτι τὸ ἕνα πρόσωπο παριστάνει τὸν ψευδοθεὸ Ἰανὸ καὶ τὸ ἄλλο τὸν Κρόνο, τὸν ὁποῖο ὁ Ἰανὸς παρέλαβε συμβασιλέα[1].
Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὅτι ὁ ἑορτασμὸς τῆς 1ης Ἰανουαρίου ὡς πολιτικῆς πρωτοχρονιᾶς εἶναι εἰδωλολατρικὸ ἔθιμο.
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἔχει καθορίσει τὴν 1η Σεπτεμβρίου νὰ ἑορτάζεται ὡς ἀρχὴ τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὕμνους, τοὺς ὁποίους ἀκοῦμε ἐκείνη τὴν ἡμέρα, εἶναι ἀφιερωμένοι στὸν νέο, τὸν καινούργιο χρόνο. Ἡ Ἐκκλησία μας δὲν ἑορτάζει πρωτοχρονιὰ τὴν 1η Ἰανουαρίου. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἑορτάζει πρωτοχρονιὰ τὴν 1η Σεπτεμβρίου. Τότε, λοιπόν, πρέπει νὰ ἑορτάζουμε τὸν καινούργιο χρόνο καὶ τότε πρέπει νὰ εὐχόμασθε «εὐλογημένο καὶ σωτήριο χρόνο». Στὸ συναξάριο τῆς 1ης Σεπτεμβρίου διαβάζουμε: «Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου, δηλαδὴ τοῦ νέου ἔτους». Ἴνδικτος ἢ Ἰνδικτιὼν στὰ Λατινικὰ σημαίνει ὁρισμός, ἐπινέμηση, δηλαδὴ μερισμὸς τοῦ χρόνου. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε, ἀγαπητοί μου, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν 1η Σεπτεμβρίου τὴν Ἰνδικτιώνα γιὰ τρία αἴτια
Πρῶτον, ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τοῦ χρόνου. Γι’ αὐτὸ καὶ αὐτὴ τιμόταν πολὺ ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς Ρωμαίους ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων.
Δεύτερον, ἐπειδὴ αὐτὴ τὴν ἡμέρα πῆγε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς στὴ συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων καὶ τοῦ δόθηκε τὸ βιβλίο τοῦ Προφήτου Ἠσαΐου, καθὼς γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, τὸ ὁποῖο, ἀφοῦ ἄνοιξε ὁ Κύριος, βρῆκε ἀμέσως τὸ χωρίο ἐκεῖνο, δηλαδὴ τὴν ἀρχὴ τοῦ 61ου κεφαλαίου τοῦ Προφήτου Ἠσαΐου, στὸ ὁποῖο εἶναι γραμμένα γι’ Αὐτὸν τὰ ἑξῆς λόγια : «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ’ ἐμέ? οὐ ἕνεκεν ἔχρισε μέ? εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκε μέ, ἰάσασθαι τοὺς συντετριμμένους τὴν καρδίαν, κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀναβλέψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει? κηρύξαι ἐνιαυτὸν Κυρίου δεκτὸν»[2]. Ἀφοῦ διάβασε ὁ Κύριος αὐτὰ τὰ λόγια, ποῦ σχετίζονταν μὲ Αὐτόν, ἀσφάλισε τὸ βιβλίο καὶ τὸ ἔδωσε στὸν ὑπηρέτη? ἔπειτα, ἀφοῦ κάθισε, εἶπε στὸν λαὸ «ὅτι σήμερον ἐτελειώθησαν οἱ λόγοι τῆς προφητείας ταύτης εἰς τὰ ὦτα ὑμῶν»[3]? γι’ αὐτὸ ὁ λαός, ποῦ ἄκουγε αὐτά, θαύμαζε γιὰ τὰ χαριτωμένα λόγια, τὰ ὁποῖα ἔβγαιναν ἀπὸ τὸ στόμα Του, ὅπως γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς.
Ὑπάρχει καὶ τρίτη αἰτία, γιὰ τὴν ὁποία ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ κάνει τὴν 1η Σεπτεμβρίου τὴν ἐνθύμηση τῆς Ἰνδίκτου καὶ ἑορτάζει τὴν ἀρχὴ τοῦ νέου χρόνου. Μέσω τῆς ὑμνωδίας καὶ τῆς ἱκεσίας, τὴν ὁποία προσφέρουμε στὸν Θεὸ σ’ αὐτὴ τὴν ἑορτή, νὰ γίνει ὁ Θεὸς ἴλεως σ’ ἐμᾶς, νὰ εὐλογήσει τὸν νέο χρόνο, νὰ μᾶς τὸν χαρίσει εὐτυχῆ καὶ γεμάτο ἀπὸ ὅλα τὰ σωματικὰ ἀγαθά, νὰ φωτίσει τὶς διάνοιές μας ὥστε νὰ περάσουμε ὅλο τὸν χρόνο καθαρῶς καὶ μὲ ἀγαθὴ συνείδηση καὶ νὰ εὐαρεστήσουμε τὸν Θεὸ μὲ τὴν φύλαξη τῶν ἐντολῶν Του καὶ ἔτσι νὰ τύχουμε τῶν οὐρανίων καὶ αἰωνίων ἀγαθῶν.
Ἐπιπλέον, ὁ Σεπτέμβριος λέγεται ἀρχὴ τοῦ χρόνου, διότι, κατὰ τὴ διάρκεια αὐτοῦ του μηνός, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον, παύει μὲν ἡ γῆ ἀπὸ τὸ νὰ γεννᾶ τοὺς καρπούς, ἀρχίζει δὲ πάλι νὰ συλλαμβάνει κατὰ κάποιον τρόπο καὶ νὰ ἐγκυμονεῖ ἄλλους νέους καρπούς. Τέλος, εἶναι γνωστὸ ὅτι Σεπτέμβριος ἦταν ὅταν οἱ υἱοὶ Ἰσραὴλ κυρίευσαν τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Γι’ αὐτὸ κατ’ αὐτὸν ἄρχισαν νὰ γεωργοῦν τὴν γῆ[4].
[1] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Γ΄, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 9.
[2] Λκ. 4, 18-19.
[3] Λκ. 4, 21.
[4] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ, τ. Ά΄, ἔκδ. Ὀρθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 2003, σσ. 45-49.
http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2013/01/blog-post_3941.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου