Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Χωρίς την Εκκλησία, χωρίς τον Χριστό είμαστε για τα πανηγύρια.


Τὸ καλοκαίρι θὰ χαλαρώσουμε τὴν ψυχὴ ἢ τὰ ἤθη μας;

Γράφει ὁ  π. Γεώργιος Χάας
Όλοι περιμένουμε τίς καλοκαιρινές διακοπές ἤ τήν ἄδεια, γιά να ἀνακουφισθοῦμε λίγο ἀπό τήν κούραση τῆς ἐργασίας καί τήν πλήξη τῆς καθημερινότητας. Ὅσο περνοῦν τά χρόνια, τόσο αὐξάνεται αὐτή ἡ ἀνάγκη. Καί λέγοντας «ὅσο περνοῦν τά χρόνια» ἐννοοῦμε καί τά χρόνια τῆς ἡλικίας τοῦ καθενός, ἀλλά καί τά χρόνια τῆς ἀνθρωπότητας συνολικά.
Ἡ ἁμαρτία, τά χαλαρά ἤθη καί ὁ ἀφύσικος καί ἀπάνθρωπος σύγχρονος τρόπος ζωῆς, ὁ ὁποῖος ἔχει καταντήσει τόν ἄνθρωπον ἀπό βασιλέα τῆς κτίσεως σέ δοῦλο τῶν κατακτήσεων καί κατασκευασμάτων του, μᾶς ἔχει γίνει ἀσήκωτο βάρος. Γι’ αὐτό και αἰσθανόμαστε τήν ἀνάγκη διακοπῶν πολύ περισσότερο ἀπό παλαιότερες γενεές, ἀλλά καί πολύ περισσότερο ἀπ’ ὅτι τήν αἰσθανόμασταν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πρίν μερικά χρόνια.
Ἐνῶ περιμένουμε τήν διαφορετική ζωή χωρίς τό ἄγχος καί τίς πιέσεις τῆς καθημερινότητας, συνήθως δέν ἔχουμε τά ἀναμενόμενα ἀποτελέσματα, ἀλλά ἁπλῶς μιά μετατόπιση τῆς συνηθισμένης “κακῆς” ζωῆς σέ ἕνα πιο εὐχάριστο τόπο. Πολλές φορές παραχαλαρώνουμε μέ ἀποτέλεσμα να χαλᾶμε τίς ἀρχές μας, καί ἀντί νά ὠφεληθοῦμε, βλαπτόμαστε.
Ὁ Χριστός χρησιμοποιεῖ πλῆθος εἰκόνων, βγαλμένες ἀπό τήν καθημερινή ζωή τῶν γεωργῶν, ψαράδων καί ποιμένων. Βλέποντας ἀπό κοντά αὐτές τίς εἰκόνες, τό πιό φυσικό εἶναι νά θυμόμαστε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ καί νά ἔρθουμε πιό κοντά Του: «Ἐγώ εἰμι ὁ Ποιμήν ὁ καλός», «Ἐγώ εἰμι ἡ Ἄμπελος ἡ ἀληθινή».
Ἐπειδή οἱ εἰκόνες αὐτές μᾶς ἔχουν γίνει ξένες, καί ἐπειδή τις ποιμενικές καί ἀγροτικές ἐργασίες τίς ἀφήσαμε στά χέρια ξένων, γι’ αὐτό καί τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μᾶς ἔγιναν ξένα. Δυστυχῶς, ὅπως γίνεται ἡ μετάδοση συνηθειῶν στίς διεθνεῖς σχέσεις, ἔτσι γίνεται καί στό ἐσωτερικό τῆς χώρας. Μέ ἕνα λόγο: Δεχόμαστε καί υἱοθετοῦμε τά κακά τοῦ ἄλλου, ἀπορρίπτουμε τά καλά του, καί ξεχνᾶμε ἀκόμα καί τά καλά μας.
Κάποτε ὁ Θεός μᾶς ἧταν ἀπαραίτητος, δέν κάναμε βῆμα χωρίς την εὐλογία Του. Ὁ Χριστός μᾶς ξεκαθαρίζει τά πράγματα καί μᾶς καλεῖ νά ἑνωθοῦμε μαζί Του: «Μείνατε ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν ὑμῖν. Καθώς τό κλῆμα οὐ δύναται καρπόν φέρειν ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἐάν μή μείνη ἐν τῆ ἀμπέλῳ, οὕτω οὐδέ ὑμεῖς, ἐάν μή ἐν ἐμοί μείνητε. Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα. Ὁ μένων ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπόν πολύν, ὅτι χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν. Ἐάν μή τις μείνη ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τό κλῆμα και ἐξηράνθη, καί συνάγουσιν αὐτά καί εἰς τό πῦρ βάλλουσι, καί καίεται» (Ἰωάν. ιε’ 4-6).

Τό Εὐχολόγιον τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποδεικνύει τό πόσο εἶχε διαποτισθῆ ἡ καθημερινή ζωή καί δραστηριότητα τῶν ἀνθρώπων ἀπό την ἀνάγκη τῆς Εὐλογίας: Εὐχή ἐπί εὐλογήσει σπόρου, Εὐχή εἰς τό εὐλογῆσαι ἅλωνα, Εὐχή εἰς φύτευμα ἀμπελῶνος, Εὐχή ἐπί τρυγῆς ἀμπέλου, Ευχή ἐπί εὐλογήσεως οἴνου, Εὐχή εἰς τό ευλογῆσαι ποίμνην, γιά νά ἀναφέρουμε μόνο μερικές. Καί σέ κάθε Ἱ. Ἀκολουθία δεόμαστε ὑπέρ εὐκρασίας ἀέρων, εὐφορίας τῶν καρπῶν τῆς γῆς καί καιρῶν εἰρηνικῶν.
Δυστυχῶς αὐτή ἡ πίστη καί κατά συνέπειαν αὐτή ἡ γεμάτη εὐλογιῶν ζωή, σέ μεγάλο βαθμό ἀπουσιάζουν ἀπό τά χωριά μας. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει ἄσχετοι μέ τόν Χριστό καί μέ τήν ἐργασία τους. Ἔχουν παραδοθῆ στά χέρια τῶν “εἰδικῶν”, τους ὁποίους βλέπουν σάν μάγους πού θά τούς φτιάξουν τά κατάλληλα φάρμακα, καί τῶν ξένων ἐργατῶν, οἱ ὁποῖοι ζοῦν κάτω ἀπό ἄθλιες συνθῆκες σάν νά ἦσαν οἱ νέοι σκλάβοι, με τή διαφορά ὅτι οἱ παλαιοί σκλάβοι, ὅπως τούς ξέρουμε ἀπό τήν ἱστορία, ἐπιστρατεύτηκαν νά καλλιεργήσουν τίς τεράστιες φυτεῖες καί ἐκτάσεις τῶν μεγαλογαιοκτημόνων, ἐνῶ σήμερα ὁ καθένας ἔχει καί ἀπό δύο - τρεῖς σκλάβους γιά τά 10 - 20 στρέμματά του, ἐπειδή τά “μανάρια” του κάθονται καί τριγυρνοῦν ἄνεργα καί ἄσκοπα στά ἀστικά κέντρα.
Ἡ θρησκευτικότητα τέτοιων ἀνθρώπων βρίσκεται σέ ἄλλες σφαῖρες, ἐκτός αὐτῆς τῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό καί τόν Ἱερέα δἐν τόν θεωροῦν πιά διδάσκαλο καί πατέρα, ἀλλά ὑπάλληλό τους, γιά νά τούς κάνη καμιά ἰδιωτική λειτουργία καί κυρίως τίς κηδεῖες καί τά μνημόσυνα τῶν δικῶν τους. Ἄρα καί τόν Θεόν, ἀπό Θεόν ζώντων τόν ὑποβίβασαν σέ Θεόν νεκρῶν!
Καί τώρα ἔρχεται ἡ σειρά μας. Ἐμεῖς οἱ κάτοικοι τῶν πόλεων, πού περιμένουμε τόσο πολύ τήν ἄδειά μας γιά νά ζήσουμε γιά λίγο μιά πιο φυσιολογική ζωή, τί κάνουμε; Προσαρμοζόμαστε στά δεδομένα αὐτά πού περιγράψαμε παραπάνω, σάν νά μή εἴχαμε ἀκούσει ποτέ κάτι ἄλλο. Ἀπό την πνευματικότητά μας δέν μεταφέρουμε τίποτα στό χωριό, ἀλλά τή βάζουμε γιά ἕνα-δύο μῆνες στό ψυγεῖο. Τίς ἐργασίες μας τίς ἀναθέτουμε κι ἐμεῖς στόν τάδε Ἀλβανό καί στόν τάδε Πακιστανό, ἀφοῦ ὅλοι ἔτσι κάνουν.
Ἔρχεται ἑορτή καί βρίσκουμε κλειστή την Ἐκκλησία. Τί νά κάνουμε;
Δέν βαριέσαι! Περνᾶμε κι ἐμεῖς τήν ὥρα μας στήν καφετέρια ἤ πηγαίνουμε στό πανηγύρι τοῦ διπλανοῦ χωριοῦ. Καί ἐκεῖ συναντοῦμε τό ἴδιο χάλι. Ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ: 50 εἶναι μέσα, 300 ἀπ’ ἔξω. Τελικά δεχόμαστε ὅτι εἴμαστε γιά τά πανηγύρια; Ἄν ναί, δέν θά ἀργήσουμε πανηγυρίζοντας νά πέσουμε στόν γκρεμό σάν τά γουρούνια τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς.
Ἄν ὅμως ὄχι, πρέπει νά ἐκμεταλλευθοῦμε τό φετινό καλοκαίρι. Ὅλοι μαζί, ὁ ἕνας βοηθός τοῦ ἄλλου νά ἀλλάξουμε τούς ἑαυτούς μας καί τόν τόπο μας. Ἡ συρροή πλήθους στά ἀστικά κέντρα εἶναι δεῖγμα τριτοκοσμικῆς χώρας. Ὁ ἄνθρωπος ἀποκομμένος ἀπό τήν ἀπασχόληση με τή γῆ ἀρρωσταίνει ψυχικά, ἀλλά καί ὁ προσκολλημένος στή γῆ πεθαίνει πνευματικά. Ἔχουμε ἀνάγκη ὁ ἕνας τόν ἄλλον, καί ὅλοι τίς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων μας. Να ἐκμεταλλευτοῦμε, λοιπόν, τό πιό χαλαρό μας πρόγραμμα για νά πλησιάσουμε τήν Ἐκκλησία καί τούς συνανθρώπους μας, ὥστε να ἀλληλοδιδαχθοῦμε. Ἔχουμε νά μάθουμε πολλά καί ἀπό τόν πλέον ἀγράμματο τσοπάνη. Ἀλλά ἔχουμε καί τήν ὑποχρέωση νά μεταδώσουμε τίς καλές συνήθειες ὡς πρός θέματα Ἐκκλησιασμοῦ, πνευματικοῦ προγράμματος, νηστειῶν κ. ἄ. στούς πολλές φορές ἀκατήχητους συνανθρώπους μας. Καί ἄν χρειασθῆ, ἄς πιέσουμε καί λίγο τούς ἱερεῖς, τό περιμένουν. Πολλοί θέλουν νά γίνουν σωστοί ἐφημέριοι, ἀλλά ὑποχώρησαν στίς ἀντιδράσεις τῶν χωρικῶν. Αὐτό πού πρέπει πάση θυσία νά σταματήση εἶναι τά φαγοπότια κατά τίς παραμονές τῆς πανηγύρεως τοῦ κάθε ἱεροῦ Ναοῦ. Τό φαινόμενο να ξεκινᾶ τό πανηγύρι τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου μέσα στήν νηστεία με ψητά, κλαρίνα καί τελευταῖα καί με στρηπτίζ(!) εἶναι ὑψίστη ὕβρις πρός την Μητέρα ὅλων μας, ἡ ὁποία εἶναι - ἰδιαίτερα στά χαλεπά χρόνια τά ὁποῖα διανύουμε - ἡ μόνη ἐλπίς τῶν Χριστιανῶν.
Στά χέρια μας εἶναι νά ξαναζωντανέψη ἡ Ἑλληνική ὕπαιθρος, για νά ἔχουν τά παιδιά καί ἐγγόνια μας ἕναν τόπο νά ζοῦν ἀξιοπρεπῶς και πνευματικά. Ἡ ἀρχή εἶναι δύσκολη, μετά, τό ἕνα καλό θά φέρει τό ἄλλο.
Πηγή: Ενοριακή Ευλογία

Δεν υπάρχουν σχόλια: