Πρωτοπ. Γεωργιος Μ. Μεταλληνὸς
ΜΟΝΟ ΧΡΙΣΤΟΣΩΤΗΡΙΑ
«...κρίνει ὁ Θεός... δία Ἰησοῦ Χριστοῦ»
Πολλὲς φορὲς τίθεται τὸ «πρόβλημα» τῆς σωτηρίας τῶν μὴ Χριστιανῶν, ὅπως ἀκόμη καὶ τῶν «χριστιανῶν» ἐκείνων, ποὺ τοὺς ἀρκεῖ νὰ εἶναι «καλοὶ» ἄνθρωποι καὶ «ἠθικοί», ἀλλὰ γιὰ διαφόρους λόγους δὲν θέλουν νὰ ἔχουν σχέσεις μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ἄμεση ἀπάντηση στὸ «ψευδοπρόβλημα» αὐτὸ μας δίνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή του.
Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι προσωπολήπτης
Ὁ Νόμος εἶχε ἀπολυτοποιηθεῖ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους. Ἡ περιτομὴ καὶ ἡ καταγωγὴ ἐθεωροῦντο ἀρκετὰ ἐχέγγυα γιὰ τὴ σωτηρία. Ἐκεῖ εἶχε ὁδηγήσει ἡ φαρισαϊκὴ τυποκρατία. Ἦταν μία νοοτροπία ποὺ ἤδη καὶ ὁ Κύριος εἶχε ἐπανειλημμένα ἀντικρούσει (βλ. π.χ. Ἰωάν. ἡ’ 39. Μάτθ. ἡ’ 12). Ὁ πνευματικὸς ἔλεγχος τῶν Προφητῶν, ἡ ἀσίγαστη προτροπή τους γιὰ ἐσωτερικότητα καὶ πνευματικότητα, ἀκουγόταν μόνο ἀπὸ τὸ πραγματικὰ ἐκλεκτὸ «λῆμμα» (ὑπόλοιπό) του Λαοῦ, ποὺ ἐνατένιζε μυστικὰ τὴν σάρκωση τοῦ Λόγου καὶ ζοῦσε μὲ τὴν ἀναμονή Του. Ὁ Παῦλος, λοιπόν, ἀποδεικνύει, ὅτι δὲν ὠφελεῖ μόνη ἡ περιτομή, οὔτε βλάπτει ἡ ἀκροβυστία τῶν Ἐθνικῶν, γιὰ νὰ καταλήξει στὸ συμπέρασμα, ὅτι ἡ Πίστη, ὡς τελεία αὐτοπαράδοση στὸ Θεό, δικαιώνει (λυτρώνει) τὸν ἄνθρωπο... Ἔτσι γκρεμίζει ὁ Παῦλος τὴν ὑπερηφάνεια τῶν Ἑβραίων, ποὺ...περιφρονοῦσαν τοὺς Ἐθνικούς. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι προσωπολήπτης! Στὴν «προχριστιανικὴ» αὐτὴ κατάσταση ἡ «ἐργασία τοῦ ἀγαθοῦ» βαρύνει καὶ ὄχι ἄλλα κριτήρια. «Ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος τὸν Θεὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῶ ἐστιν» θὰ πεῖ ἀλλοῦ ὁ Ἄπ. Πέτρος (Πράξ. ἰ’ 35).
Ἡ ἀπάντηση
ὅμως τοῦ Παύλου δίνεται ρητὰ παρακάτω, ὅταν λέγει: «...δικαιοσύνη δὲ Θεοῦ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς πάντας τοὺς πιστεύοντας» (γ’ 22). Ἡ σωτηρία εἶναι δυνατὴ μόνο μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό, διὰ τοῦ Χριστοῦ. Χωρὶς τὸν Χριστὸ δὲν σώζεται ὁ ἄνθρωπος. Δὲν μπορεῖ δηλαδὴ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὸ θάνατο καὶ νὰ θεωθεῖ. Ὁ κάθε ἄνθρωπος σώζεται καὶ κρίνεται μόνο ἀπὸ τὸν Χριστό. Ὁ Πατὴρ «οὐδένα κρίνει, ἀλλὰ τὴν κρίσιν πάσαν δέδωκε τῷ Υἱῶ» (Ἰωάν. ἐ’ 22). Ὅποιος λοιπὸν ἔχει τὸν Υἱόν, «ἔχει τὴν ζωήν. ὁ μὴ ἔχων τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, τὴν ζωὴν οὐκ ἔχει» (Ἃ’ Ἰωάν. ἐ’ 12). Ἡ ζωοποίησή μας γίνεται μὲ τὴν εἴσοδό μας στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὴν πραγματικὴ δηλαδὴ ἔνταξή μας στὸ Σῶμα του, ποὺ πραγματοποιεῖται, ὅταν ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ γίνει ἐν ἁγίω Πνεύματι ζωή μας. Ἡ εἴσοδός μας δὲ στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πραγματοποιεῖται μὲ τὸ Βάπτισμα. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος, παρ’ ὅλο ποὺ εἶδε τὸν Χριστὸ στὸν δρόμο τῆς Δαμάσκου, ἔπρεπε νὰ βαπτισθεῖ (Πράξ. θ’ 18). Γι’ αὐτὸ εἶπε ὁ Κύριος στὸν δίκαιο καὶ «ἠθικὸ» κατὰ πάντα Νικόδημο: «δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν» - πρέπει νὰ ξαναγεννηθῆτε!
Ἐκεῖνο, ποὺ χρειάζεται ὁ κάθε ἄνθρωπος, εἶναι ἡ νέα, θεϊκή, ζωή, ποὺ μᾶς λείπει, καὶ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς δίνει διὰ τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι γεγονός, ὅτι σκανδαλίσθηκε ὁ Νικόδημος μὲ τὸν λόγο αὐτὸ τοῦ Χριστοῦ μας. Ἀλλὰ ὁ Κύριος τὸ ἐπανέλαβε: «... Ἐὰν μὴ τὶς γεννηθῆ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. γ’ 3, 5). Ἔτσι καταλαβαίνουμε τί σημαίνει τὸ «δεκτὸς» παραπάνω. «Οὐδένα ἀπωθεῖται, πάντας προσίεται (δέχεται) τοὺς πιστεύοντας», ἑρμηνεύει ὁ ἰ. Χρυσόστομος. Καὶ ἀναλυτικότερα ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος, μεγάλος καὶ αὐτὸς ἑρμηνευτὴς τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν εἶπε: «...σώζεται, ἀλλὰ δεκτὸς ἐστίν... τουτέστιν ἐὰν προσδράμη τῷ θείω βαπτίσματι, ἀποστᾶς τῆς προλαβούσης πλάνης...». Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ φαίνεται στὸ ὅτι δέχεται ὅλους, περιτετμημένους καὶ ἀπερίτμητους. Δὲν εἶναι δυνατὸν ὅμως νὰ ὑπερπηδηθεῖ ὁ φραγμὸς μεταξὺ φυσικοῦ καὶ πνευματικοῦ, μεταξὺ φθαρτοῦ καὶ ἀφθάρτου, παρὰ μόνο «ἐν Χριστῷ», στὸν Ὁποῖο βρίσκεται «ὁ νόμος τοῦ πνεύματος τῆς ζωῆς» (Ρώμ. ἡ’ 2).
Καὶ ὅσοι δὲν Τὸν ἄκουσαν;
Εἶναι συνηθισμένο ἐρώτημα, πολλὲς φορὲς μάλιστα σ’ ἐκείνους, ποὺ ἐνδιαφέρονται περισσότερο γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἄλλων ἀπ’ ὅσο γιὰ τὴν δική τους σωτηρία... Πόσες «ἀγαπολογίες» καὶ συναισθηματισμοὶ δὲν ἐπιστρατεύονται, γιὰ νὰ δοθεῖ ἡ ἱκανοποιητικὴ γιὰ ὅλους ἀπάντηση!
Μολονότι καὶ ἐδῶ ὑπάρχει ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἄγ. Πνεύματος. Ὑπάρχει κριτήριο καὶ γιὰ ὅσους δὲν ἄκουσαν ΚΑΘΟΛΟΥ γιὰ τὸν Χριστό.
Εἶναι ὁ ἔμφυτος νόμος τῆς συνειδήσεως. Τὸν ἔχει φυτεύσει μέσα σὲ κάθε ἄνθρωπο ὁ Θεὸς καὶ μένει σὰν φωνὴ τοῦ Θεοῦ μέσα μας.
Τὸ ἐρώτημα ὅμως εἶναι: Πόσοι ἀλήθεια εἶναι αὐτοί, ποῦ δὲν ἄκουσαν ΤΙΠΟΤΕ γιὰ τὸν Χριστό; Οἱ δικές μας ἀπαντήσεις πάσχουν ἀπὸ λογικοκρατία καὶ συναισθηματισμὸ καὶ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια. Ὁ Χριστός μας, ἡ Αὐτοαλήθεια, ἔχει δώσει τὴν ἀπάντηση: «Ἐὰν μὴ τὶς γεννηθῆ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. γ’ 5). Θὰ τολμήσουμε νὰ ποῦμε, ὅτι δὲν εἶπε ἀλήθεια ἢ ΑΥΤΟΑΛΗΘΕΙΑ; Νὰ τί λέγει καὶ ὁ γνήσιος μαθητὴς τῆς Ἀλήθειας, ὁ ἰ. Χρυσόστομος: «Κλαῦσον τοὺς ἀπίστους, κλαῦσον τοὺς οὐδὲν ἐκείνων ἀπέχοντας, τοὺς χωρὶς φωτίσματος (βαπτίσματος) ἀπερχομένους, τοὺς χωρὶς σφραγίδος (χρίσματος). Οὗτοι ὄντως θρήνων ἄξιοι... ἔξω τῶν βασιλείων εἴσι, μετὰ τῶν καταδίκων...».
Μήπως, ἀλήθεια, συμφωνεῖ ποτὲ ἡ λογική μας μὲ τὸ γεγονὸς τοῦ κατακλυσμοῦ; Καὶ ὅμως ὁ Πέτρος λέγει: «ἀρχαίου κόσμου οὐκ ἐφείσατο... κατακλυσμὸν κόσμω ἀσεβῶν ἐπάξας» (Β’ Πέτρ. β’. 5). Μέσα στὴν πονηρία καὶ ἀκαθαρσία μας δὲν μποροῦμε νὰ ἐννοήσουμε τὴν Σοφία τοῦ Θεοῦ. Ξέρουμε ὅμως, ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ τὴν κάθοδό του στὸν Ἅδη «ἐζωοποίησε» καὶ ὅλους τους δικαίους, ποὺ βρίσκονταν στὸν Ἅδη καὶ ποὺ ἔζησαν φυσικὰ πρὶν ἀπὸ τὴν σάρκωσή Του. Τί θὰ γίνει μὲ ἐκείνους, ποὺ μετὰ τὴν σάρκωσή Του δὲν Τὸν γνώρισαν καθόλου, ἐμεῖς δὲν γνωρίζουμε. Μᾶς ἀρκεῖ ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἄπ. Παύλου. Τὸ μόνο, ποὺ μὲ ἀπόλυτη βεβαιότητα ξέρουμε, εἶναι, πὼς ἐμεῖς δὲν σωζόμαστε, δὲν φτάνουμε στὴ θέωση, χωρὶς τὸν Χριστό, χωρὶς τὴν ἀπόλυτη πίστη σ’ Ἐκεῖνον.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ"
(Ἀπάνθισμα κηρυγμάτων ἀπὸ τὴν
«ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ» τῶν ἐτῶν 1980 καὶ 1983)
ΠΡΩΤΟΠΡ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Μ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Πηγή:Ι.Μ.Παντοκράτορος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου