Ἃ΄ Ἰωάννου δ΄ 12-19
Τὴν μετάσταση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ἑορτάζει τὴν Κυριακὴ ἡ Ἁγία μαςἘκκλησία, γι’ αὐτὸ καὶ τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ θὰ ἀκούσουμε στοὺς Ἱερούς μας Ναούς, ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς Ἃ΄ Καθολικῆς του ἐπιστολῆς.
Πρὶν περάσουμε στὸ καθ’ αὐτὸ Ἱερὸ κείμενο, νὰ τονίσουμε κάτι γιὰ αὐτὴ τὴν ἴδια τὴνἐπιστολή. Τὸ Ἱερὸ αὐτὸ κείμενο, γράφτηκε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ἐξ’ἀφορμῆς τοῦ κινδύνου, τὸν ὁποῖο δημιουργοῦσαν στὴν Ἐκκλησία οἱ ψευδοδιδάσκαλοι ,οἱὁποῖοι καὶ χαρακτηρίζονται ὡς πρόδρομοι καὶ ὄργανα τοῦ ἀντιχρίστου, καὶ ἀποκαλοῦνται ἀπὸτὸν ἴδιον τὸν Ἰωάννη καὶ αὐτοὶ ἀντίχριστοι.
Μὲ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ αὐτή, τὴν ὁποία πιθανότατα συνέγραψε στὴν Ἔφεσο, κατὰ τὸν ἴδιο περίπου χρόνο κατὰ τὸν ὁποῖο συνέγραψε καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ὡς κύριο σκοπὸ τοῦ ἔθεσε τὸνὰ στηρίξει τοὺς Χριστιανούς, τὰ πνευματικά του τέκνα, στὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ στὴνἀδιάσπαστη ἐπικοινωνία μὲ αὐτοὺς ποὺ γνώρισαν καὶ ζοῦσαν τὴν αὐθεντικὴ πίστη τοῦΧριστοῦ. «Μετὰ τῶν αὐτοπτῶν τοῦ Λόγου τῆς ζωῆς».
Ἡ συγκεκριμένη Ἀποστολικὴ περικοπή, ἀποτελεῖ ἕνα θεολογικὸ ἀριστούργημα, προβάλλοντας μεταξὺ τῶν ἄλλων τὴν μοναδικὴ καὶ ἀνυπέρβλητη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸςἐμᾶς. Εἶναι δὲ τόσο ὑψηλὰ τὰ νοήματα τοῦ Θεοπνεύστου Εὐαγγελιστοῦ, ποὺ πραγματικά μας καταλαμβάνει δέος ἀπὸ τὸν πρῶτο κιόλας στίχο: «Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται. Ἐὰνἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἠμὶν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἠμὶν» (Ἃ΄ Ἰωάν. δ΄12) Δήλ. Ποιὸς εἶναι στὴ φύση του καὶ στὴν οὐσία τοῦ ὁ Θεός, κανεὶς δὲν τὸν ἔχει δεῖ ποτέ. Καὶ ὅμως ὁ ἀόρατος καὶ ἀνώτερος πάσης κατανοήσεως Θεός, ἐὰν ἀγαπώμεθα μεταξύ μας, μένει μέσα μας καὶ τὴν ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς, τὴν αἰσθανόμαστε τέλεια καὶ πλήρη στὸἐσωτερικό μας!
Καὶ τὰ καταγράφει αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔζησε ἐπὶ τρία ἔτη κοντὰ στὸν Ἰησοῦ καὶ τὸνἀγάπησε ὅσον οὐδεὶς ἄλλος. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ ἕνας ἐκ τῶν ὑψηλῶν του τίτλων εἶναι «ὁμαθητὴς τῆς ἀγάπης», «ὁ μαθητής, ὂν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς»(Ἰωάννου ΚΑ΄20). Καὶ τοῦτο διότι ὁἸωάννης, ὁ υἱὸς τοῦ Ζεβεδαίου, δὲν εἶχε κρατήσει ἀπολύτως τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτόν του. Μὲ μία μοναδική, τρυφερή, ἁγνὴ ἀγάπη, εἶχε δοθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Κύριο, γι’ αὐτὸ καὶ ξεκάθαραὁμολογεῖ: «Καὶ ἠμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἢν ἔχειν ὁ Κύριος ἐν ἠμίν...» (Ἃ΄ Ἰωάν. δ΄16), δήλ. καὶ ἐμεῖς ἔχουμε γνωρίσει διὰ τῆς Χριστιανικῆς μας ἐμπειρίας καὶ ἔχουμε πιστεύσει τὴν ἀγάπη τὴν ὁποία ἔχει πρὸς ἐμᾶς ὁ Θεός. (Τρανὸ παράδειγμα αὐτῆς τῆς ἀγάπης, εἶναι ἡ ἐνανθρώπισης τοῦ Υἱοῦ Του).
Τὸ νὰ θελήσει κανεὶς νὰ περιγράψει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα στὸνἄνθρωπο αὐτὸ ποὺ ἔχει πιστέψει σ’ Αὐτὸν καὶ ἀγωνίζεται συνειδητὰ μέσα στὸ χῶρο τοῦΣώματός Του, δήλ. τῆς Ἐκκλησίας, νὰ ζήσει τὴν Εὐαγγελικὴ ζωή, τοῦτο φίλοι μου εἶναι σὰν νὰ προσπαθεῖ κανεὶς μὲ ἕνα ἁπλὸ μολύβι στὸ χέρι, νὰ μεταφέρει στὸ χαρτὶ τὴν θερμότητα, τὸφῶς καὶ τὴν ζωὴ ποὺ χαρίζει στὴν πλάση ὁ ἥλιος!...
Πράγματι, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἔχει τόση δύναμη καὶ χάρη ἀπερίγραπτη, ποὺ ὅταν φτάσει τὶςἀνώτερες βαθμίδες τῆς τελειότητας, ὡς ἀντάλλαγμα ἔχει νὰ ἐξαφανίζει τὸν φόβο!
Ξεκάθαρος καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ Εὐαγγελιστὴς ποὺ ὁ ἴδιος ἀνῆλθε στὴν ὑψηλὴ κορυφὴ τῆςἀγάπης τοῦ Θεοῦ: «Φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τὴ ἀγάπη, ἀλλ’ ἡ τελεία ἀγάπη, ἔξω βάλλει τὸν φόβον,ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τὴ ἀγάπη» (Ἃ΄ Ἰωάν. δ΄18) , δήλ.Ὅποιος ἀγαπάει δὲν φοβᾶται. Ἡ τελεία ἀγάπη διώχνει τὸν φόβο. Γιατί ὁ φόβος σχετίζεται μὲτὴν τιμωρία καὶ ὅποιος φοβᾶται τὴν τιμωρία δείχνει, πὼς δὲν ἔχει φτάσει στὴν τέλεια ἀγάπη.
Ἀλλ’ ἂς μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι εἶναι δικό μας, ἀνθρώπινο τὸ κατόρθωμα.
Οὔτε πάλι νὰ θεωρήσουμε ὅτι ἐμεῖς κάνουμε τὸ πρῶτο βῆμα στὴν γνωριμία μας καὶ στὴνἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Πῶς εἶναι δυνατὸν ἄλλωστε νὰ γίνει αὐτό, ἀφοῦ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναιὄχι μόνο μία ἀνακάλυψις ἢ μία κατάστασις, ἀλλὰ εἶναι μία δωρεὰ καὶ ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὸν καλοπροαίρετο... ἄνθρωπο.
Πρῶτος κάνει τὴν πρόσκλησή του ὁ Θεός. Ὁ Πατὴρ δὶ Υἱοῦ ἐν Ἁγίω Πνεύματι, μᾶς προσκαλεῖ, καὶ κατόπιν ἐμεῖς ἀνταποκρινόμαστε θετικῶς, μέσα στὸ πλαίσιο τῆς προσωπικῆς μαςἐλευθερίας καὶ τῆς φυσιολογικῆς μας καταστάσεως, ἀπαντοῦμε τὸ ναὶ στὴν μοναδικὴ αὐτὴπρόσκληση τῆς θείας ἀγάπης: «Ἠμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἠμᾶς» (Ἃ΄Ἰωάν. δ΄19) δήλ. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἀγαποῦμε τὸν Θεό, ἐπειδὴ αὐτὸς πρῶτος μας ἀγάπησε καὶ προηγήθηκε μὲ τὴν ἀγάπη του πρὸς ἐμᾶς.
Εἴθε ἀδελφοί μου νὰ κατανυγεῖ ἡ σκληρή μας καρδιὰ στὶς συγκλονιστικὲς αὐτὲς θεῖεςἀλήθειες, καὶ νὰ ἀπαντήσουμε στὴν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ, μέσω τοῦ συνειδητοῦ ἀγώνα στὴνἀποδοχὴ τῶν θείων δογμάτων καὶ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους μὲ τὸ προσωπικό μας Ναί. «Λάλει Κύριε καὶ ὁ δοῦλος σου ἀκούει».
«Ναί, Κύριε, σὺ οἶδας ὅτι φιλῶ σὲ» ( Ἰωάν. κὰ΄15).
Ἀμήν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου