Κυριακή 10 Μαρτίου 2013

ΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΝΗΣΤΕΙΑ



                Η βρώση αλλά και η εγκράτεια τροφών έχει τήν αρχή της στήν πρώτη εντολή που έδωσε ο Θεός στούς πρωτόπλαστους: «μπορείτε να γευθείτε καρπούς απ΄ όλα τα δένδρα τού Παραδείσου, όμως να αποφύγετε εντελών να γευθείτε τούς καρπούς τού δένδρου τής γνώσεως τού καλού και τού κακού». Και πάνω σ’ αυτήν τήν ανθρώπινη πρόκληση τής τροφής θεμελίωσε και τήν αρετή τής νηστείας, σαν πράξη υπακοής στο θείο Του θέλημα. Γιατί τό θέλημα τού Θεού είναι εκείνο που καταξιώνει τον τελικό σκοπό τής δημιουργίας τού ανθρώπου, που είναι ο αγιασμός του, δηλ. το καθ’ ομοίωσιν προς τόν Θεό. Παρά ταύτα τού άφησε τήν δυνατότητα να παραβεί την εντολή Του, ώστε να αξιολογηθεί η ελεύθερη επιλογή τού αυτεξουσίου είτε προς το αγαθό που είναι ο Θεός, είτε προς τό κακό, που είναι ο διάβολος και η αμαρτία.

                Από τήν στιγμή, όμως, που ήλθε ο Χριστός στήν γή, κανένα είδος τροφής για τήν σωματική μας συντήρηση δεν είναι απαγορευμένο. Αντίθετα αγιάζεται «δι’ ευχής και εντεύξεως». Με τήν δύναμη τής προσευχής και τήν χάρη τής ευχής «Χριστέ, ο Θεός ημών, ευλόγησον τήν βρώσιν…» η τροφή καταναλώνεται από τούς πιστούς με αίσθημα ευχαριστίας προς τόν Θεό. Ας μην ξεχνάμε τις τράπεζες τής αγάπης στήν αρχαία Εκκλησία, όπου με την αφορμή τής παράθεσης τών τροφών σε κοινή βρώση, εξέφραζαν και αύξαναν, ταυτόχρονα, τήν μεταξύ τούς αγάπη και τήν κοινή πίστη στό πρόσωπο τού Χριστού και τού Τριαδικού Θεού. Είχαν δηλ. κοινωνία τροφών, αλλά και κοινωνία Πνεύματος Αγίου.

                Επομένως, ο άνθρωπος δεν μολύνεται πνευματικά από τις τροφές, όπως μας διδάσκει και ο Κύριος, «τον άνθρωπο δεν τόν κάνει ακάθαρτο ό, τι εισέρχεται στο στόμα του». Επιπλέον η τροφή γίνεται και αφορμή καλλιέργειας αρετών: Πρώτον, με τήν διακονία και παράθεση τράπεζας (φαγητού) ως έκφραση αγάπης προς τόν πλησίον. Στην συνέχεια, με την προσφορά τροφής σε όσους τήν στερούνται ως πράξη ελεημοσύνης και αλληλεγγύης σύμφωνα με τα λόγια τού Κυρίου στήν ευαγγελική περικοπή τής Κρίσεως: «με είδατε να πεινώ και μου προσφέρατε φαγητό».

                Όμως οι τροφές δεν καθορίζουν τήν θέση μας έναντι τού Θεού. Διότι, όπως σημειώνει ο Απόστολος: «Βρώμα ημάς ου παρίστησι τώ Θεώ». Ο βαθμός και η ποιότητα τής πίστεώς μας στόν Θεό καθορίζουν τήν σχέση μας προς Αυτόν. Με το να τρώμε δεν πλεονάζουμε σε αρετές. Η χρήση τής τροφής στήν συμπαράσταση τού πλησίον γίνεται αφορμή για τήν εφαρμογή τού θελήματος τού Κυρίου.

                Η  νηστεία είναι η κατ’ εξοχήν πρακτική τής σωματικής εγκράτειας. Κατευνάζει τά σαρκικά πάθη, είναι παθοκτόνος κατά τούς αγίους πατέρες. Επειδή η πλησμονή τής τροφής είναι μητέρα τών πειρασμών τής σάρκας, αντιθέτως η νηστεία είναι μητέρα τής αγνότητας. Επομένως, η εκούσια στέρηση ορισμένων τροφών για λόγους πνευματικούς, δεν αποβλέπει στήν ταλαιπωρία τού σώματος αλλά στήν άσκηση τής αρετής. Δηλ. όπως επισημαίνει ο απ. Παύλος, «ούτε εάν μη φάγωμεν υστερούμεθα». Μάλλον προσθέτουμε υγεία στό σώμα στήν ψυχή.

                Επιπλέον με την αρετή τής νηστείας δίνουμε λαμπρό παράδειγμα χριστιανικής αρετής στούς άλλους. Δηλ. ότι πράγματι πιστεύουμε, ότι η άσκηση αυτή είναι έκφραση πίστεως και υπακοής στόν Χριστό που πρώτος Εκείνος νήστεψε και νίκησε τούς πειρασμούς και τόν διάβολο. Επίσης, ότι οι υλικές τροφές, καλύπτουν μεν τις φυσικές μας ανάγκες, αλλά δεν μας εξουσιάζουν. Τις ελέγχουμε προς τό συμφέρον τής πνευματικής μας προόδου αλλά και τής σωματικής μας υγείας.

                Γι’ αυτό, συνειδητά και με πίστη στον Κύριο απέχουμε από ορισμένες τροφές, σύμφωνα με τις υποδείξεις τής Εκκλησίας. Για να δείξουμε τήν αγαθή μας πρόθεση και τήν κατά Θεό επιθυμία μας ότι θέλουμε να τραφούμε, όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά. Διότι, όπως μας επισημαίνει ο Κύριος, «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ΄ εν παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος Θεού». Την στέρηση τών τροφών στήν νηστεία τήν αναπληρώνει η χάρη τού λόγου τού Θεού. Αντί να νιώθουμε στέρηση, νιώθουμε ευλογία και πληρότητα. Αισθανόμαστε ότι είμαστε τέκνα πίστεως και υπακοής τού Χριστού και τών αγίων αποστόλων, όπως ο απ. Παύλος μας λέει: «Η σφραγίς τής εμής αποστολής υμείς εστε εν Κυρίω».

                Υπάρχει ένα ερώτημα για τόν κόσμο: Ζούμε για να τρώμε ή τρώμε για να ζούμε; Η απάντηση τής Εκκλησίας είναι ότι η ζωή μας, στήν πραγματικότητα, δεν εξαρτάται από τήν επάρκεια ή την στέρηση τών τροφών. Κατά κύριο λόγο εξαρτάται από τόν Θεό που μας έδωσε τό δώρο τής ζωής. Επομένως, η τροφή δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός, ούτε πάλι η αγωνιώδης εξασφάλιση τού επιούσιου άρτου εγγύηση μακροζωΐας και ευτυχίας. Πολύ περισσότερο δεν εξασφαλίζει τόν αγιασμό μας και δεν παρέχει ζωή αιώνια. Απλά καλύπτει βασική βιοτική ανάγκη.

                Αν όμως ρίξουμε μια ματιά στήν δυστυχία που επικρατεί κυρίως στα εκατομμύρια λαών του τρίτου κόσμου, που υποσιτίζονται στήν εποχή τών επιστημών και τής τεχνολογίας, θα αντιληφθούμε τήν αδικία και τήν αδιαφορία εκ μέρους τών ανεπτυγμένων χωρών και τών ισχυρών διεθνών οργανισμών προς τούς ανθρώπους αυτούς, που στερούνται τα αυτονόητα για μας είδη πρώτης ανάγκης. Αδυνατούν ή δεν θέλουν να καλύψουν τις βιοτικές ανάγκες τών ασθενεστέρων;

                Ο Χριστός χόρτασε «πεντακισχιλίους άνδρας» όταν ο ίδιος νήστεψε «ημέρας τεσσαράκοντα». Εάν το δικό μας περίσσευμα τροφής και αγάπης γίνει αφορμή ανακούφισης σε εκείνους που στερούνται και τα δύο, τότε η αρετή τής νηστείας εμπνέει τήν προς τόν πλησίον αγάπη και επιβεβαιώνει τήν φράση «οι δε εκζητούντες τόν Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού»
Αρχιμ. Χ.Ν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: