Και εξελθών ο Ιησούς είδε πολύν όχλον, και εσπλαγχνίσθη επ΄ αυτοίς και εθεράπευσε τους αρρώστους αυτών. οψίας δε γενομένης προσήλθον αυτώ οι μαθηταί αυτού λέγοντες· έρημος εστίν ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν· απόλυσον τους όχλους, ίνα απελθόντες εις τας κώμας αγοράσωσιν εαυτοίς βρώματα. ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· ου χρείαν έχουσιν απελθείν· δότε αυτοίς υμείς φαγείν. οι δε λέγουσιν αυτώ· ουκ έχομεν ώδε ειμή πέντε άρτους και δύο ιχθύας. ο δε είπε· φέρετέ μοι αυτούς ώδε. και κελεύσας τους όχλους ανακλιθήναι επί τους χόρτους, λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας, αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε, και κλάσας έδωκε τοις μαθηταίς τους άρτους, οι δε μαθηταί τοις όχλοις. και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν, και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων Και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν, έως ου απολύση τους όχλους.
Νεοελληνική απόδοσις
Έτσι όταν βγήκε στη στεριά, είδε πολύν κόσμο και τους σπλαχνίστηκε, και γιάτρεψε τους αρρώστους των. Όταν έπεσε το δειλινό, τον πλησίασαν οι μαθητές του και του είπαν: «Ο τόπος είναι ερημικός, και η ώρα πια περασμένη. Διώξε τον κόσμο να πάνε στα χωριά για ν΄ αγοράσουν φαγητά να φάνε». Ο Ιησούς όμως τους είπε: «Δεν υπάρχει λόγος να φύγουν, δώστε τους εσείς να φάνε». «Δεν έχουμε εδώ παρά πέντε ψωμιά και δύο ψάρια», του απαντούν. «Φέρτε μού τα εδώ», τους λέει. Κι αφού πρόσταξε τον κόσμο να καθίσει για φαγητό πάνω στο χορτάρι, πήρε τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια, έστρεψε το βλέμμα του στον ουρανό, τα ευλόγησε, έκοψε τα ψωμιά σε κομμάτια και τα έδωσε στους μαθητές, και οι μαθητές στο πλήθος. Έφαγαν όλοι και χόρτασαν. Και μάζεψαν τα περισσεύματα από τα κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμάτα. Αυτοί που έφαγαν ήταν περίπου πέντε χιλιάδες άντρες, χωρίς τις γυναίκες και τα παιδιά. Αμέσως ύστερα ο Ιησούς υποχρέωσε τους μαθητές του να μπουν στο καΐκι και να πάνε να τον περιμένουν στην απέναντι όχθη, ωσότου αυτός διαλύσει τα πλήθη.
Σύντομο σχόλιο
Η τροφή μας είναι χάρισμα και δημιούργημα του Κυρίου για την συντήρησή μας. Δικά του είναι όλα και από τα δικά του ζούμε και υπάρχουμε και είμαστε. Αυτά δεν τα έχει δώσε σε έναν ή σε λίγους για να απολαμβάνουν αλλά σε όλους. Γι αυτό όταν ελεούμε τον φτωχό να θυμόμαστε ότι δεν του δίνουμε κάτι δικό μας αλλά κάτι που ανήκει στον Θεό και που εμείς απλά καλούμαστε να το διαχειριστούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου