Ελένη Θεοχάρους, Ευρωβουλεύτρια
Υπεξαίρεσα τον τίτλο και κάποιες ιδέες του κειμένου τούτου από μια μακρά συζήτηση που είχα πρόσφατα με τον ακάματο εργάτη της ΕλληνικήςΕκπαίδευσης των Κυπρίων και Καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Δημήτρη Χαραλάμπους. Η αγωνία για όλα όσα συμβαίνουν στην ζωή μας, είναι πια η καταθλιπτική συνιστώσα της ύπαρξης μας, ενώ παράλληλα κυρίαρχη είναι η αίσθηση της κοινωνικής καραντίνας ως απαρχής, που θα οδηγήσει, μέσα από ένα κλίμα πνευματικής υποδούλωσης, στο εθνικό ξεκλήρισμα. Νιώθουμε πως μέσα στην κοινωνία επιπολάζει η άγνοια και η αγυρτεία και κυριαρχεί η δικτατορία των μέσων όρων και σε πολλές περιπτώσεις, των ανικάνων. Ακούμε την πολιτεία να διακηρύττει συνεχώςτην αναγκαιότητα να επενδύσουμε στην γνώση αλλά το μόνο που κάνει είναι να προάγει την απόγνωση και τον σκοταδισμό, και ενώ υπάρχουν ευαίσθητοι πληθυσμοί που δεν εμπίπτουν στους μέσους όρους, αφήνονται ακάλυπτοι για στατιστικούς λόγους, βορά στα όρνια ενός λαϊκισμού υποταγής. Η αλληλεγγύη που επιδεικνύουν οι πολίτες μεταξύ τους προέρχεται από την παρακαταθήκη ηθικής που ευτυχώς διασώζεται ακόμη στα επί μέρους. Κάποιες έννοιες όμως είναι πολύ στενά συνυφασμένες με την ιδιαιτερότητα και την ατομικότητα: Τα δικαιώματα αφορούν τον κάθε πολίτη ξεχωριστά! Είναι ξεκάθαρο πως ανάπτυξη και απελευθέρωση των κοινωνικών δυνάμεων μέσα σε τούτο το κλίμα δεν μπορεί να υπάρξει. Γιατί η διακίνηση ιδεών είναι δεσμευμένη και η σκέψη βαλτωμένη. Άλλωστε, γνώση δεν σημαίνει μετατροπή του πολίτη σε τράπεζα δεδομένων αλλά σε υπερήφανο σπινθηροβόλο πνεύμα που εκπηγάζει από την βαθιά συναίσθηση του ιστορικού χώρου από τον οποίο προέρχεται και καταυγάζει τον κοσμικό χωροχρόνο στον οποίο στοχεύει και απευθύνεται. Διαφορετικά, ο καθένας θα εργάζεται μόνο για τον εαυτό του. Κατασκευασμένα ιδανικά δεν εμπνέουν!
Γι᾽ αυτό, φθίνει ραγδαία ο Ελληνισμός στην Κύπρο, καθώς οι πολιτικές που στόχευαν για χρόνια στην «επισημοποίηση της κρατικής μας συνείδησης» και την ταύτιση της με «εθνική Κυπριακή συνείδηση» κυριαρχούν. Έτσι δεν μας απομένουν πολλά περιθώρια ανάτασης. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο εθνικός ύμνος «ενοχλεί» και καταβάλλεται προσπάθεια κατάργησης του. Κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης Χριστόφια, αρκετές φορές άκουσα να ανακρούεται ο Εθνικός Ύμνος σε μια πολύ πιο αργή εκτέλεση από αυτήν που ξέρω, γεγονός που τον έκανε μη αναγνωρίσιμο. Και οι εκτελέσεις αυτές δεν αφορούσαν άλλες, προγενέστερες συνθέσεις του Μάντζαρου.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που οι πλείστοι δεν γνωρίζουν τον Εθνικό Ύμνο: Σε γνωρίζω από την όψη... Αυτόχρονα, και καθώς η Ελληνική γλώσσα υποχωρεί δραματικά, ανακαλύπτεται μια «νέα γλώσσα», η Κυπριακή, διδάσκεται από τηλεοράσεως με την μορφή ψυχαγωγικών παιγνίων και κάποιοι Πανεπιστημιακοί σχεδιάζουν να την συγγράψουν και να θεσπίσουν γραμματική και συντακτική. Οποία αθλιότης. Καθότι, τα Κυπριακά, είναι πεντακάθαρα Ελληνική γλώσσα και συνιστούν το φορέα της Ελληνικής μας ταυτότητας και το μηχανισμό που διέσωσε όλους εκείνους που κατανοούν πως Έλληνας δεν γεννιέσαι αλλά γίνεσαι. Συνεπώς, αναρωτιέται όποιος ακόμη σκέφτεται και αγωνιά, όποιος διαπιστώνει πως η οικονομική αθλιότητα που διάγουμε υπήρξε απότοκος της ηθικής παρακμής που μας κατακερμάτισε την τελευταία εικοσαετία, αν θα επιτύχουν τελικά να μεταβάλουν τους πολίτες σε άβουλη μάζα χωρίς επίγνωση της καταγωγής τους και των υποχρεώσεων τους έναντι της πολιτικής ηθικής που κουβαλάμε, χωρίς επίγνωση της εθνικής μας συνείδησης. Θα επιχειρήσουν να μας μετατρέψουν σε απολωλότα λαό, μη ανήκοντα συνειδητώς εις ορισμένο έθνος; Μήπως από καιρό προετοιμαζόταν η υποδούλωση του Λαού; Μήπως αυτό θα επιτευχθεί τελικά μέσα από την οικονομική εξαθλίωση; Αναγνωρίζουμε άραγε ότι οι αντιστάσεις εξέλειπαν;
Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν ακόμη εστίες αντίστασης, καθεύδουσες έστω προσωρινά, που θα πρέπει να εγερθούν και να βάλουν τάξη στην αταξία που προκαλεί ο εθνικός αποπροσανατολισμός, ο οποίος τροφοδοτείται από την πολιτισμική παρακμή, σύμμαχο, όσων απεργάζονται τον αφανισμό μας ως Ελλήνων. Πάντως, στους καιρούς μας, όλα χάνονται, το σφρίγος της κοινωνίας εξανεμίζεται, το φρόνημα εκπίπτει, οι πολιτιστικές μας αξίες κινδυνεύουν με πλήρη αλλοτρίωση και η ψυχή μας δεν αναγνωρίζεται πια. Ελάχιστοι είναι οι χώροι στους οποίους μπορεί να νιώσει κανείς ασφαλής την έκφραση εθνικών και αληθινών ιδεών. Στα μνημόσυνα που έχουν εν πολλοίς γραφικοποιηθεί μέσα από την ενιαύσια επανάληψη τους και τον επίπλαστο πολιτικό τους χαρακτήρα, που διαφοροποιείται αναλόγως του ομιλητή, ίσως μπορεί κάποιος ν’ ακούσει για την πεμπτουσία του Ελληνισμού, για εκείνα που χάνονται, για εκείνα που δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσει, για εκείνα που τον κράτησαν ζωντανό και αποτελούν την μοναδική ελπίδα επιβίωσης του. Ωστόσο ακόμη και οι μυημένοι τα αποφεύγουν με μια πικρή γεύση. Καθώς προελαύνουν τα κατά συνθήκη ψεύδη και επελαυνουν οι εργολαβικά αναλαβόντες να «μην αφήσουν τίποτε στην τύχη αυτή τη φορά». Τα εθνικά χαρακτηριστικά του λαού, ως υποκείμενα αισθημάτων και ιδεωδών των πολιτών και πανάρχαια προνόμια που είχε διαφυλάξει ο λαός μας ακόμη και κατά την διάρκεια της οθωμανικής δουλείας, δεν γίνονται πλέον σεβαστά.
Αλλά, είναι απαράγραπτο δικαίωμα μας να διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα και συνεπώς είναι δικαίωμα μας ως Ελλήνων, να έχουμε ελληνική παιδεία και να διδασκόμαστε την γλώσσα μας. Είναι υποχρέωση του Κυπριακού Κράτους, της Εκκλησίας της Κύπρου και του Μητροπολιτικού κέντρου στην Αθήνα να διαφυλάξουν αυτό το δικαίωμα των Ελλήνων της Κύπρου. Βεβαίως είναι σεβαστό και το δικαίωμα του κάθε πολίτη να επιλέγει να παραμένει αγράμματος ή να μην ομιλεί την Ελληνική γλώσσα. Αλλά όχι σε βάρος του δικαιώματος των παιδιών μας να διδάσκονται Ελληνικά, όπως μαθαίνει την γλώσσα του, καθώς και άλλες γλώσσες το κάθε παιδί στην Ευρώπη. Η αφελής πολιτικά, αλλά ιδιαίτερα επικίνδυνη προσέγγιση των αμαθών είναι πως πρέπει να αμβλυνθεί ο εθνικισμός των Ελλήνων της Κύπρου. Να σας θυμίσω μια άθλια φράση του απελθόντος προέδρου: οι Έλληνες πρέπει να καταλάβουν πως δεν είναι αφέντες στη Κύπρο. Αλλά η άμβλυνση της εχθρότητας ανάμεσα στους Έλληνες και τους μουσουλμάνους της Κύπρου δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να προέλθει με την κατασκευή και δημιουργία έθνους Κυπρίων, όπου βέβαια οι Τουρκοκύπριοι εξαιρούνται, αφού σύμφωνα με τους σχεδιασμούς όσων αριστοτεχνικά το επιχειρούν, τώρα δεν περιλαμβάνονται στο υπό κατασκευήν έθνος, γιατί τους έχει ήδη «εκχωρηθεί κρατική οντότητα και συνείδηση». Η στόχευση αφορά μόνο τον ελληνικό πληθυσμό, ο οποίος πρέπει να πάψει να είναι ελληνικός για να καταργηθεί το «δεύτερο Ελληνικό κράτος» και να είναι τάχατες βιώσιμη μια λύση. Βέβαιο είναι ακόμη πως η έκπτωση της εθνική συνείδησης προς άμβλυνση της εχθρότητας είναι απλώς ένα αναμασημένο πρόσχημα, γιατί αφενός δεν απευθύνεται καν στους μουσουλμάνους της Κύπρου και αφετέρου, γιατί όσοι απεργάζονται τους σχεδιασμούς τούτους και τις ανάλογες μεθοδεύσεις, έχουν μετατρέψει τον Ελληνικό πληθυσμό της Μεγαλονήσου σε θλιβερή μειοψηφία στο στόμα του πανίσχυρου Γκρίζου Λύκου των 80 εκατομμυρίων. Ένα κουνούπι στην πλάτη ενός ελέφαντα. (Βεβαίως, δική μου εκτίμηση είναι πως ο όποιος φανατισμός του παρελθόντος έχει εκλείψει και πως όσο πιο καλούς Έλληνες δημιουργήσουμε στην Κύπρο, ελεύθερους περήφανους, δημοκρατικούς, πληροφορημένους και εθνικά συνειδητοποιημένους πολίτες, τόσο πιο λίγο ρατσισμό και φασισμό θα έχου με, τόση λιγότερη έξαρση φυλετικής οργής και ακραίων κοινωνικών και εθνικιστικών φαινομένων. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε και το σκληρό πρόσωπο της κατοχής, για όσους δεν συναγελάζονται με τους κατακτητές στα καζίνα. Αλλά τούτο είναι άλλου παπά Ευαγγέλιο) Έχω την ακράδαντη πεποίθηση πως η Ελληνική παιδεία έχει υποστεί βαρύτατο πλήγμα τα τελευταία χρόνια, κανένα σημάδι ανάκαμψης δεν υπάρχει και τούτο προοιωνίζει πολύ κακές εξελίξεις. Η Εκκλησία συντήρησε τον Ελληνισμό, έστω και αν εφάρμοσε συντηρητικές ή μη έγκυρες πολιτικές. Ιστορικά παρεχόταν στον λαό μας μια παιδεία που ισχυροποιούσε την ταυτότητα και την αυτογνωσία μας, χωρίς να δημιουργεί εχθρότητα για την εθνική διαφορετικότητα. Στο επίκεντρο ήταν τα ελληνικά γράμματα και το ιδεώδες ήταν το ανθρωπιστικό. Αυτή η εκπαίδευση κράτησε τον ελληνικό χαρακτήρα στην Κύπρο, αυτή η εκπαίδευση δημιούργησε τις γενιές που αντιστάθηκαν στους κατακτητές. Είναι το πολιτισμικό και εθνικό μας DΝΑ. Σήμερα εγκαταλείπουμε τη στέρεα παιδεία για εφήμερες στοχεύσεις, χωρίς να υπολογίζουμε ότι εξαιτίας των ιδιαιτεροτήτων που μας χαρακτηρίζουν ως κοινωνία και ως συλλογικότητα, αυτά που εγκαταλείπουμε είναι τα ίδια τα συστατικά της επιβίωσης μας. Και εγκαταλείπουμε εκουσίως ότι κρατήσαμε με αγώνες και παντοειδείς θυσίες. Θεωρώ καίριο τραύμα κατά της Ελληνικής ταυτότητας των Κυπρίων την απαξίωση της Ελληνικής γλώσσας και την ελλιπή διδασκαλία της στα σχολεία του νησιού. Είναι ξεκάθαρο πως όσοι επιζητούν και επιδιώκουν τον αφελληνισμό των Κυπρίων έχουν φθάσει σε ένα καλό σημείο στον μακροχρόνιο τον αγώνα τους: Η Ελληνική Παιδεία του νησιού, που από χρόνια εθεωρείτο βασικός μηχανισμός στήριξης του Ελληνισμού και πάνω σε αυτήν προσέκρουε κάθε απόπειρα αφελληνισμού των Κυπρίων, εκπίπτει δραματικά. Στην σημερινή εποχή, με άστοχα και μάλλον επίβουλα αναλυτικά προγράμματα στην δημόσια εκπαίδευση, όπου κύριο χαρακτηριστικό είναι η μη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας παρά μόνο σε στοιχειώδες και εμπειρικό επίπεδο, η μόρφωση υποχωρεί και η συνειδητοποίηση του πολίτη καθίσταται προβληματική, σχεδόν ανύπαρκτη. Η μόρφωση είναι απαραίτητη γιατί χωρίς αυτήν, ο νέος άνθρωπος αποβαίνει κάκιστος πολίτης ή ακολουθεί νόθες πολιτικές πεποιθήσεις οι οποίες εντέλει οδηγούν στον μηδενισμό και σε ακραία ιδεολογήματα. Και η μόρφωση είναι ελλειμματική χωρίς γνώση της Ελληνικής, η οποία μπορεί να συνδυάσει την κλασική παιδεία με τη σύγχρονη εποχή μας και να παράγει πολίτες με ισχυρό σύστημα αρχών και αξιών, που θα αντλούν δυνάμεις και θα στήνουν αγκωνάρια συνειδητής αντίστασης, σε όσους δόλια ή με θράσος και αναίδεια σχεδιάζουν τον αφελληνισμό και την εξαφάνιση μας από τη τον τόπο μας. Από την νήσο Κύπρο, η οποία ανά τους αιώνες ήταν, και εις πείσμα πολλών, θα συνεχίσει να είναι Ελληνική.
Από το Περιοδικό ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ, Τεύχος 18ο
Γι᾽ αυτό, φθίνει ραγδαία ο Ελληνισμός στην Κύπρο, καθώς οι πολιτικές που στόχευαν για χρόνια στην «επισημοποίηση της κρατικής μας συνείδησης» και την ταύτιση της με «εθνική Κυπριακή συνείδηση» κυριαρχούν. Έτσι δεν μας απομένουν πολλά περιθώρια ανάτασης. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο εθνικός ύμνος «ενοχλεί» και καταβάλλεται προσπάθεια κατάργησης του. Κατά την διάρκεια της διακυβέρνησης Χριστόφια, αρκετές φορές άκουσα να ανακρούεται ο Εθνικός Ύμνος σε μια πολύ πιο αργή εκτέλεση από αυτήν που ξέρω, γεγονός που τον έκανε μη αναγνωρίσιμο. Και οι εκτελέσεις αυτές δεν αφορούσαν άλλες, προγενέστερες συνθέσεις του Μάντζαρου.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο που οι πλείστοι δεν γνωρίζουν τον Εθνικό Ύμνο: Σε γνωρίζω από την όψη... Αυτόχρονα, και καθώς η Ελληνική γλώσσα υποχωρεί δραματικά, ανακαλύπτεται μια «νέα γλώσσα», η Κυπριακή, διδάσκεται από τηλεοράσεως με την μορφή ψυχαγωγικών παιγνίων και κάποιοι Πανεπιστημιακοί σχεδιάζουν να την συγγράψουν και να θεσπίσουν γραμματική και συντακτική. Οποία αθλιότης. Καθότι, τα Κυπριακά, είναι πεντακάθαρα Ελληνική γλώσσα και συνιστούν το φορέα της Ελληνικής μας ταυτότητας και το μηχανισμό που διέσωσε όλους εκείνους που κατανοούν πως Έλληνας δεν γεννιέσαι αλλά γίνεσαι. Συνεπώς, αναρωτιέται όποιος ακόμη σκέφτεται και αγωνιά, όποιος διαπιστώνει πως η οικονομική αθλιότητα που διάγουμε υπήρξε απότοκος της ηθικής παρακμής που μας κατακερμάτισε την τελευταία εικοσαετία, αν θα επιτύχουν τελικά να μεταβάλουν τους πολίτες σε άβουλη μάζα χωρίς επίγνωση της καταγωγής τους και των υποχρεώσεων τους έναντι της πολιτικής ηθικής που κουβαλάμε, χωρίς επίγνωση της εθνικής μας συνείδησης. Θα επιχειρήσουν να μας μετατρέψουν σε απολωλότα λαό, μη ανήκοντα συνειδητώς εις ορισμένο έθνος; Μήπως από καιρό προετοιμαζόταν η υποδούλωση του Λαού; Μήπως αυτό θα επιτευχθεί τελικά μέσα από την οικονομική εξαθλίωση; Αναγνωρίζουμε άραγε ότι οι αντιστάσεις εξέλειπαν;
Αναρωτιέμαι αν υπάρχουν ακόμη εστίες αντίστασης, καθεύδουσες έστω προσωρινά, που θα πρέπει να εγερθούν και να βάλουν τάξη στην αταξία που προκαλεί ο εθνικός αποπροσανατολισμός, ο οποίος τροφοδοτείται από την πολιτισμική παρακμή, σύμμαχο, όσων απεργάζονται τον αφανισμό μας ως Ελλήνων. Πάντως, στους καιρούς μας, όλα χάνονται, το σφρίγος της κοινωνίας εξανεμίζεται, το φρόνημα εκπίπτει, οι πολιτιστικές μας αξίες κινδυνεύουν με πλήρη αλλοτρίωση και η ψυχή μας δεν αναγνωρίζεται πια. Ελάχιστοι είναι οι χώροι στους οποίους μπορεί να νιώσει κανείς ασφαλής την έκφραση εθνικών και αληθινών ιδεών. Στα μνημόσυνα που έχουν εν πολλοίς γραφικοποιηθεί μέσα από την ενιαύσια επανάληψη τους και τον επίπλαστο πολιτικό τους χαρακτήρα, που διαφοροποιείται αναλόγως του ομιλητή, ίσως μπορεί κάποιος ν’ ακούσει για την πεμπτουσία του Ελληνισμού, για εκείνα που χάνονται, για εκείνα που δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσει, για εκείνα που τον κράτησαν ζωντανό και αποτελούν την μοναδική ελπίδα επιβίωσης του. Ωστόσο ακόμη και οι μυημένοι τα αποφεύγουν με μια πικρή γεύση. Καθώς προελαύνουν τα κατά συνθήκη ψεύδη και επελαυνουν οι εργολαβικά αναλαβόντες να «μην αφήσουν τίποτε στην τύχη αυτή τη φορά». Τα εθνικά χαρακτηριστικά του λαού, ως υποκείμενα αισθημάτων και ιδεωδών των πολιτών και πανάρχαια προνόμια που είχε διαφυλάξει ο λαός μας ακόμη και κατά την διάρκεια της οθωμανικής δουλείας, δεν γίνονται πλέον σεβαστά.
Αλλά, είναι απαράγραπτο δικαίωμα μας να διατηρήσουμε την εθνική μας ταυτότητα και συνεπώς είναι δικαίωμα μας ως Ελλήνων, να έχουμε ελληνική παιδεία και να διδασκόμαστε την γλώσσα μας. Είναι υποχρέωση του Κυπριακού Κράτους, της Εκκλησίας της Κύπρου και του Μητροπολιτικού κέντρου στην Αθήνα να διαφυλάξουν αυτό το δικαίωμα των Ελλήνων της Κύπρου. Βεβαίως είναι σεβαστό και το δικαίωμα του κάθε πολίτη να επιλέγει να παραμένει αγράμματος ή να μην ομιλεί την Ελληνική γλώσσα. Αλλά όχι σε βάρος του δικαιώματος των παιδιών μας να διδάσκονται Ελληνικά, όπως μαθαίνει την γλώσσα του, καθώς και άλλες γλώσσες το κάθε παιδί στην Ευρώπη. Η αφελής πολιτικά, αλλά ιδιαίτερα επικίνδυνη προσέγγιση των αμαθών είναι πως πρέπει να αμβλυνθεί ο εθνικισμός των Ελλήνων της Κύπρου. Να σας θυμίσω μια άθλια φράση του απελθόντος προέδρου: οι Έλληνες πρέπει να καταλάβουν πως δεν είναι αφέντες στη Κύπρο. Αλλά η άμβλυνση της εχθρότητας ανάμεσα στους Έλληνες και τους μουσουλμάνους της Κύπρου δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να προέλθει με την κατασκευή και δημιουργία έθνους Κυπρίων, όπου βέβαια οι Τουρκοκύπριοι εξαιρούνται, αφού σύμφωνα με τους σχεδιασμούς όσων αριστοτεχνικά το επιχειρούν, τώρα δεν περιλαμβάνονται στο υπό κατασκευήν έθνος, γιατί τους έχει ήδη «εκχωρηθεί κρατική οντότητα και συνείδηση». Η στόχευση αφορά μόνο τον ελληνικό πληθυσμό, ο οποίος πρέπει να πάψει να είναι ελληνικός για να καταργηθεί το «δεύτερο Ελληνικό κράτος» και να είναι τάχατες βιώσιμη μια λύση. Βέβαιο είναι ακόμη πως η έκπτωση της εθνική συνείδησης προς άμβλυνση της εχθρότητας είναι απλώς ένα αναμασημένο πρόσχημα, γιατί αφενός δεν απευθύνεται καν στους μουσουλμάνους της Κύπρου και αφετέρου, γιατί όσοι απεργάζονται τους σχεδιασμούς τούτους και τις ανάλογες μεθοδεύσεις, έχουν μετατρέψει τον Ελληνικό πληθυσμό της Μεγαλονήσου σε θλιβερή μειοψηφία στο στόμα του πανίσχυρου Γκρίζου Λύκου των 80 εκατομμυρίων. Ένα κουνούπι στην πλάτη ενός ελέφαντα. (Βεβαίως, δική μου εκτίμηση είναι πως ο όποιος φανατισμός του παρελθόντος έχει εκλείψει και πως όσο πιο καλούς Έλληνες δημιουργήσουμε στην Κύπρο, ελεύθερους περήφανους, δημοκρατικούς, πληροφορημένους και εθνικά συνειδητοποιημένους πολίτες, τόσο πιο λίγο ρατσισμό και φασισμό θα έχου με, τόση λιγότερη έξαρση φυλετικής οργής και ακραίων κοινωνικών και εθνικιστικών φαινομένων. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε και το σκληρό πρόσωπο της κατοχής, για όσους δεν συναγελάζονται με τους κατακτητές στα καζίνα. Αλλά τούτο είναι άλλου παπά Ευαγγέλιο) Έχω την ακράδαντη πεποίθηση πως η Ελληνική παιδεία έχει υποστεί βαρύτατο πλήγμα τα τελευταία χρόνια, κανένα σημάδι ανάκαμψης δεν υπάρχει και τούτο προοιωνίζει πολύ κακές εξελίξεις. Η Εκκλησία συντήρησε τον Ελληνισμό, έστω και αν εφάρμοσε συντηρητικές ή μη έγκυρες πολιτικές. Ιστορικά παρεχόταν στον λαό μας μια παιδεία που ισχυροποιούσε την ταυτότητα και την αυτογνωσία μας, χωρίς να δημιουργεί εχθρότητα για την εθνική διαφορετικότητα. Στο επίκεντρο ήταν τα ελληνικά γράμματα και το ιδεώδες ήταν το ανθρωπιστικό. Αυτή η εκπαίδευση κράτησε τον ελληνικό χαρακτήρα στην Κύπρο, αυτή η εκπαίδευση δημιούργησε τις γενιές που αντιστάθηκαν στους κατακτητές. Είναι το πολιτισμικό και εθνικό μας DΝΑ. Σήμερα εγκαταλείπουμε τη στέρεα παιδεία για εφήμερες στοχεύσεις, χωρίς να υπολογίζουμε ότι εξαιτίας των ιδιαιτεροτήτων που μας χαρακτηρίζουν ως κοινωνία και ως συλλογικότητα, αυτά που εγκαταλείπουμε είναι τα ίδια τα συστατικά της επιβίωσης μας. Και εγκαταλείπουμε εκουσίως ότι κρατήσαμε με αγώνες και παντοειδείς θυσίες. Θεωρώ καίριο τραύμα κατά της Ελληνικής ταυτότητας των Κυπρίων την απαξίωση της Ελληνικής γλώσσας και την ελλιπή διδασκαλία της στα σχολεία του νησιού. Είναι ξεκάθαρο πως όσοι επιζητούν και επιδιώκουν τον αφελληνισμό των Κυπρίων έχουν φθάσει σε ένα καλό σημείο στον μακροχρόνιο τον αγώνα τους: Η Ελληνική Παιδεία του νησιού, που από χρόνια εθεωρείτο βασικός μηχανισμός στήριξης του Ελληνισμού και πάνω σε αυτήν προσέκρουε κάθε απόπειρα αφελληνισμού των Κυπρίων, εκπίπτει δραματικά. Στην σημερινή εποχή, με άστοχα και μάλλον επίβουλα αναλυτικά προγράμματα στην δημόσια εκπαίδευση, όπου κύριο χαρακτηριστικό είναι η μη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας παρά μόνο σε στοιχειώδες και εμπειρικό επίπεδο, η μόρφωση υποχωρεί και η συνειδητοποίηση του πολίτη καθίσταται προβληματική, σχεδόν ανύπαρκτη. Η μόρφωση είναι απαραίτητη γιατί χωρίς αυτήν, ο νέος άνθρωπος αποβαίνει κάκιστος πολίτης ή ακολουθεί νόθες πολιτικές πεποιθήσεις οι οποίες εντέλει οδηγούν στον μηδενισμό και σε ακραία ιδεολογήματα. Και η μόρφωση είναι ελλειμματική χωρίς γνώση της Ελληνικής, η οποία μπορεί να συνδυάσει την κλασική παιδεία με τη σύγχρονη εποχή μας και να παράγει πολίτες με ισχυρό σύστημα αρχών και αξιών, που θα αντλούν δυνάμεις και θα στήνουν αγκωνάρια συνειδητής αντίστασης, σε όσους δόλια ή με θράσος και αναίδεια σχεδιάζουν τον αφελληνισμό και την εξαφάνιση μας από τη τον τόπο μας. Από την νήσο Κύπρο, η οποία ανά τους αιώνες ήταν, και εις πείσμα πολλών, θα συνεχίσει να είναι Ελληνική.
Από το Περιοδικό ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ, Τεύχος 18ο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου